ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΥ – ΝΤΑΝΟΥ

Το 2015 κυκλοφόρησε ένα ακόμη έργο της φιλολόγου Χρυσούλας Σπυρέλη από τις εκδόσεις «γράμμα». Πρόκειται για άριστο ποιητικό δημιούργημα με τίτλο «Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά πάρε και τον πατέρα». Τίτλος σε εισαγωγικά, μια και τον έχει πάρει από το ποίημα «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του Μ. Γκανά, που παραθέτει στην αρχή της Α πράξης. Το εντυπωσιακό είναι ότι μέσα σε 30 σελίδες η ποιήτρια φωτογραφίζει τη ζωή του πατέρα της, μετά από προφορική μαρτυρία του Σ. Σ. το Μάρτη του 2010, στον Άγιο Βλάσιο Αιτωλ/νίας, που παρατίθεται στη σελίδα 31 και αποτελεί την ουσία του έργου ή καλύτερα την ιστορία μιας ζωής «Γεννήθηκα το ’23. Η μάνα πέθανε νωρίς… δεν είναι τίποτα η ζωή. Έφεξε και νύχτωσε». Τι πιο αληθινό από το σύντομο πέρασμα του ανθρώπου από το μάταιο τούτο κόσμο, με το χρόνο να τον χτυπάει αλύπητα! Γι’ αυτό το βιβλίο είναι «αφιερωμένο στους συλλέκτες της προφορικής μαρτυρίας των αφανών».

Αν και η διδάκτωρ Χρυσούλα Σπυρέλη είναι γνωστή, αξίζει να αναφερθεί ότι τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα εστιάζονται στη νεοελληνική λογοτεχνία και κυρίως σε θέματα γύρω από την Ποίηση. Έχει εκδώσει διάφορα βιβλία, ενώ παράλληλα συνεργάζεται με λογοτεχνικά περιοδικά, όπου και δημοσιεύει ποιήματα, κριτικά δοκίμια, μελέτες, άρθρα και βιβλιοκρισίες. Ποιήματά της έχουν περιληφθεί σε ηλεκτρονικές και έντυπες ανθολογίες και έχουν κυκλοφορήσει οι ποιητικές συλλογές :Τηλε-φάος 2002, Χρωματικές ενδείξεις 2012, Οι στίχοι της Ανήλιαγης 2019.


Ως προς το «Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά πάρε και τον πατέρα», πρόκειται για άρτια δομημένο έργο με τέσσερις πράξεις -ενότητες: Α, Β, Γ, Δ. Η καθεμιά τους αρχίζει με στίχους άλλων ποιητών (Μ. Γκανάς, Τ. Πορφύρης, Γ. Θεοχάρης, Χ. Μπράβος) που έχουν σχέση με το περιεχόμενο (σταθμούς της ζωής του πατέρα – αφηγητή). Στις σελίδες αριστερά (6, 16, 24, 30) υπάρχουν οι : 1η, 2η, 3η είσοδος και η έξοδος, όπου η κόρη επισκέπτεται τον άρρωστο πατέρα τα Σάββατα (τότε έχει χρόνο), για να τον δει και να μιλήσει. Στις υπόλοιπες σελίδες δεξιά ο πατέρας αφηγητής σε 1ο πρόσωπο καταθέτει τους σημαντικότερους σταθμούς της ζωής του σε 18 άτιτλα, ολιγόστιχα ποιήματα : περιγραφή γενέτειρας γης, παιδικά χρόνια, γρήγορη φυγή της μάνας, μεγάλωμα με παππού και γιαγιά, πόλεμος 1940 στα 17 του χρόνια, εμφύλιος σπαραγμός, οικογένεια ( γυναίκα, έξι παιδιά), βιοπάλη , εντιμότητα και εργατιά (Κρεμαστά, Αχελώος, Καστράκι, Μόρνος), χοροστάσια στους γάμους των παιδιών, θρήνος και πόνος με την απώλεια του ενός . «Εχόρεψα στους γάμους σας /και στο βαρύ μεθύσι μου/εχόρευα και κράταγα γερά/ την Καραγκούνα… Κι η μάνα σας τραγούδαγε /βλέπω το Χάρο να ‘ρχεται στο άλογο καβάλα». Και στη σελίδα 31 , πριν την προφορική μαρτυρία του πατέρα οι στίχοι «ν’ αντιφωνεί η μνήμη», «ανεμοστρόβιλος στο χώμα ο καιρός» των Αντωνάτου και Ριζάκη αντίστοιχα, για να τονιστεί πόσο σημαντικό είναι να μην ξεχνάμε, αλλά και πόσο μάταια καταδεικνύει τα πάντα ο χρόνος.
Ποίηση συναισθηματικά φορτισμένη, δοσμένη απλά και εύληπτα χωρίς τίποτα το περιττό, γραμμένη με ρυθμό, σε στίχο ελεύθερο, με λέξεις που ξεσηκώνουν και χτυπούν σαν κοφτερά μαχαίρια στην καρδιά , με εικόνες που δημιουργούν τη νοσταλγία μιας χαμένης εποχής και μιας αγκαλιασμένης πολύτεκνης οικογένειας, που αγωνίζεται με ανυπέρβλητες αξίες για επιβίωση και όχι μόνο. Όλα τα αντιμετωπίζει με την εργατικότητα και την αγάπη, εκτός από το θάνατο. Γιατί αυτή είναι η μοίρα των ανθρώπων , σύμφωνα με στίχο του Χ. Μπράβου «και όμως το πιο γλυκό βιολί το παίζει ο θάνατος» σελίδα 29.
Η Ποίηση λένε πως διαβάζεται δύσκολα, γιατί είναι κρυπτική και δυσνόητη. Η Ποίηση όμως της Χρυσούλας Σπυρέλη πρέπει να διαβαστεί, γιατί είναι κατανοητή, θυμίζει στον καθένα δικά του βιώματα και περνάει μηνύματα διαχρονικά για τη ζωή, τη φύση, τον άνθρωπο «εχάραξε και ανέβηκε στα γρήγορα ο ήλιος/ πως ήρθε γιόμ’ απόγιομα και πέρασεν η ώρα», «πλέκει τα δάχτυλα ο καιρός σφιχτά και τα μουδιάζει», «Πώς ζήσαμε πώς φτάσαμε/ και βγήκαμε στην άκρη».