ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΙΒΙΤΣΑΝΟΥ – ΝΤΑΝΟΥ

Ο Nομπελίστας Καζούο Ισιγκούρο το 2005 «υπογράφει ένα δυστοπικό, εφιαλτικό μυθιστόρημα για την ίδια την ανθρώπινη φύση και την εύθραυστη ουσία της ζωής». Αυτή η παρατήρηση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, το ιδιαίτερο θέμα στο οποίο αναφέρεται, καθώς και η φήμη του Ιάπωνα συγγραφέα μετά το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας που του απονεμήθηκε το 2017, με έκαναν να επιλέξω το «ΜΗ Μ’ ΑΦΗΣΕΙΣ ΠΟΤΕ», αφού άλλωστε ήταν υποψήφιο για το βραβείο Booker και μεταφέρθηκε με επιτυχία στον κινηματογράφο. Στα Ελληνικά το βιβλίο κυκλοφόρησε πρώτα το 2011 από τις εκδόσεις Καστανιώτη και το 2018 από τις εκδόσεις Ψυχογιός, μεταφρασμένο από την Αργυρώ Μαντόγλου. Είχα διαβάσει «ΤΑ ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙΑ ΜΙΑΣ ΜΈΡΑΣ» και είχα εντυπωσιαστεί από τη συγγραφική ικανότητα και τη γλωσσική δεινότητα του Ισιγκούρο, αλλά το «ΜΗ Μ’ ΑΦΗΣΕΙΣ ΠΟΤΕ» με συγκλόνισε. Κι αυτό, γιατί οι ήρωές του είναι ξεχωριστοί, ιδιαίτεροι, μια και έχουν φτιαχτεί για ένα και μοναδικό σκοπό: να μεγαλώσουν, για να γίνουν δωρητές οργάνων!


Μεταφερόμαστε στην Αγγλία τέλη της δεκαετίας του 1990, συγκεκριμένα στο Χάισλαμ, όπου σε ένα απομονωμένο ίδρυμα της αγγλικής υπαίθρου μεγαλώνουν οι τρόφιμοι! Ένα ιδιαίτερο σχολείο με αυστηρούς και παράξενους κανόνες, που οι καθηγητές – κηδεμόνες υπενθυμίζουν στους μαθητές τους πόσο ξεχωριστοί είναι! Πόσο δύσκολο αλήθεια να αποδεχτεί ο αναγνώστης ένα τέτοιο θέμα: ο Τόμι, η Κάθι (αφηγήτρια), η Ρούθ και πολλοί ακόμη επιβιώνουν, για να γίνουν δωρητές οργάνων και δεν έχουν δικαίωμα να κάνουν παιδιά ή να ζήσουν όπως οι άλλοι στην κοινωνία! Δεν έχω δει την ταινία, αλλά αισθάνθηκα κάπως ιδιαίτερα με αυτό το επιστημονικής φαντασίας μυθιστόρημα, τολμώ να το πω! Άλλωστε ποιος ξέρει τι θα συμβεί κάποια χρόνια μετά από μας!


Στις 367 σελίδες του ξεχώρισα τρία μέρη και 23 κεφάλαια: ΜΕΡΟΣ Α΄( κεφ. 1-9): η Κάθι αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο και αυτοσυστήνεται. Είναι νοσηλεύτρια εδώ και έντεκα χρόνια, ετών 31, τα καταφέρνει καλά με τους δωρητές της, οδηγεί και θαυμάζει τη φύση, έχει φοιτήσει στο Χάισλαμ (πολλοί δωρητές της είναι από κει) και δίνει λεπτομέρειες από τη ζωή της, αναφέροντας πρόσωπα (Μαντάμ, Έμιλι, Τόμι, Ρούθ), θεσμούς (κηδεμόνες), φίλους, ενασχολήσεις ως τα 13 της χρόνια (διατροφή, έργα, κουπόνια, πωλήσεις έργων, ανταλλαγές έργων). Μια κασέτα δώρο με το τραγούδι «μη μ’ αφήσεις ποτέ» να ξεχωρίζει και να την ακούει όταν μπορεί, της χαρίζει ό,τι στη ζωή της δε θα αποκτήσει, γιατί δεν έχει το δικαίωμα: ένα παιδί, που αντί γι’ αυτό κρατάει ένα μαξιλάρι και χορεύει. Η Μαντάμ την παρακολουθεί και βάζει τα κλάματα, γνωρίζοντας την τραγική της μοίρα (σκηνή που με συγκλόνισε, από κει νομίζω και ο τίτλος, σελίδες 97-99). Η κασέτα αυτή χάνεται μια μέρα και τη γεμίζει θλίψη! Στα έτη 13-16 οι τρόφιμοι είναι έφηβοι, το σεξ κυριαρχεί χωρίς να μπορούν να τεκνοποιήσουν. Ακολουθούν: η συζήτηση της Κάθι με τον Τόμι στη λίμνη, η ομπρέλα, οι δωρητές, η σχέση της Ρουθ με τον Τόμι, οι τελευταίες μέρες στο Χάισλαμ και η αποχώρηση της Μαντάμ από το ίδρυμα.
ΜΕΡΟΣ Β΄(Κεφ.10-17): οι εκθέσεις των αποφοίτων, η ζωή τους στις αγροικίες, ο γέρος επιθεωρητής Κέφερς, η βοήθεια των βετεράνων, οι συλλογές, τα πορνοπεριοδικά, η «πιθανή εκδοχή», το ταξίδι της Κάθι με Τόμι – Ρουθ κι ένα ακόμη ζευγάρι στο Νόρφοκ, τα ζώα του Τόμι, η συνάντηση στην αυλή μιας εκκλησίας, η αναχώρηση της Κάθι από τις αγροικίες, για να εκπαιδευθεί ως νοσηλεύτρια είναι τα βασικά σημεία αυτής της ενότητας. ΜΕΡΟΣ Γ΄(Κεφ 18-23) όπου εδώ κορυφώνεται η τραγική μοίρα των πρωταγωνιστών: Η μοναξιά του νοσηλευτή και το δράμα των δωρητών, η δύσκολη σχέση Ρουθ – Κάθι, το ταξίδι τους μέχρι τη βάρκα μαζί με τον Τόμι, οι συμβουλές της Ρουθ και το τέλος της μετά τη δεύτερη δωρεά, οι όμορφές στιγμές Τόμι – Κάθι, η επίσκεψή τους στις Μαντάμ – Έμιλι, όπου διαπιστώνουν πως η μοίρα τους δεν αλλάζει, το αίτημα του Τόμι για άλλο νοσηλευτή, το τέλος του μετά την 4η δωρεά, η επιστροφή της Κάθι στο Νόρφοκ, οι αναμνήσεις, η συνέχεια της ζωής και των προσδοκιών, η φαντασίωση… Περίπου στο τέλος διαβάζουμε «μισόκλεισα τα μάτια μου και φαντάστηκα πως αυτό ήταν το μέρος όπου ξεβράζονταν όσα είχαμε χάσει στην παιδική μας ηλικία κι αν περίμενα όση ώρα χρειαζόταν μια μικρή μορφή θα εμφανιζόταν στον ορίζοντα του χωραφιού, μέχρι που στο τέλος θα έβλεπα πως ήταν ο Τόμι και θα με χαιρετούσε, ίσως και να φώναζε το όνομά μου».


Ένα βιβλίο πραγματικά ιδιαίτερο, που δημιουργεί παράξενα συναισθήματα, που επιβεβαιώνει ένα βραβευμένο συγγραφέα, με δυνατές περιγραφές, με εμπλουτισμένο λόγο και ικανότητα να διεισδύει στους χαρακτήρες και να τους ψυχογραφεί, με ισχυρά μηνύματα για τον άνθρωπο, την επιστήμη, την ηθική. Για τη ζωή που πολλές φορές δεν επιλέγουμε, αλλά μας την επιβάλλουν, για δυνάμεις που δεν μπορούμε να εξουσιάσουμε, για πράγματα απλά, που δεν έχουμε τον τρόπο να τα απολαύσουμε. Γιατί τελικά ο καθένας από μας έχει κάτι που δε θέλει να τον αφήσει ποτέ, αλλά δυστυχώς τα πάντα σε αυτή τη ζωή είναι πεπερασμένα!