Από την παρουσίαση του βιβλίου στο Μεγάλο Λιβάδι στη Σέριφο, στις 21 Αυγούστου 2021

Βρίσκομαι εδώ για να σας καταθέσω την εμπειρία μου πριν κατά τη διάρκεια αλλά και μετά την ολοκλήρωση ενός έργου, που ενώ είναι μυθοπλασία είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με ένα παρελθόν που για μας αποτελεί την ιστορία, τη μαγεία και τον πόνο μιας γενιάς που χάνεται και αποτελεί μέρος της ύπαρξής μας.


Δεν έχω ούτε τον λογοτεχνικό ειρμό, ούτε την εμπειρία για αυτού του είδους τις παρουσιάσεις και μόνο από καρδιάς μπορώ να σας περιγράψω χωρίς να τραυματίσω τη δική σας εμπειρία όταν ταξιδέψετε στις σελίδες του πέμπτου βιβλίου της Ιουλίας Ιωάννου “πέρα από την αιωνιότητα.”
Η αφορμή της επαφής μας υπήρξε όταν ο σύλλογος ενημερωθήκαμε ότι κάποιος, κάπου στην Ελλάδα χωρίς να γνωρίζει τον τόπο αποφάσισε και έγραψε ένα μυθιστόρημα που ξεκινά από την εξέγερση του Λαυρίου, περνά την εποχή που στο νησί μας η δραστηριότητα εξόρυξης ανθούσε, αλλά όχι και οι ζωές των ανθρώπων του, και ακολουθεί όλη την πορεία των γεγονότων, την αιματηρή απεργία του 1916 και όσα γεγονότα ακολούθησαν.


Είναι εύκολο ίσως να γράφει κανείς για όσα γνωρίζει και νιώθει όταν η ιστορία πηγάζει ως μέρος του DNA του και η αγάπη για κάθε πράγμα γύρω του φαντάζει δεδομένη. Όταν όμως στην περίπτωσή μας η Ιουλία ξεκίνησε αυτό το εγχείρημα μόνο από ένστικτο;


Το πρώτο πράγμα που σκέφτεται κανείς είναι πως είναι αδύνατον να μην έχει πέσει σε ιστορικά λάθη που ίσως πληγώσουν εμάς που εδώ έχουμε θαμμένη την ιστορική περηφάνια μας, και πως δεν θα μπορεί να νιώσει το σφυγμό των γεγονότων όσο εμείς. Διαβάζοντας λοιπόν τις πρώτες σελίδες μπήκα ας πούμε με μία κριτική ματιά χειρουργικής ακρίβειας σαν να ζητούσα να βρω κάτι που να με κάνει να νιώσω άβολα, συνέκρινα τις περιγραφές με το πραγματικό τοπίο του σήμερα και του χθες και αναζητούσα στα πρόσωπα των ηρώων πραγματικά πρόσωπα που γνώρισα ή που ηρωοποίησα μέσα από διηγήσεις. Ήταν, όπως αργότερα εξομολογήθηκα στην ίδια την Ιουλία, σαν να ήρθε ένας άγνωστος στο πατρικό μου σπίτι και το σεργιάνισε για λίγο και αφού έφυγε μου περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια, μα το σημαντικότερο με τόσο νοιάξιμο που με εντυπωσίασε, τα τόσα πράγματα που θεωρούσα δεδομένα και δεν τους έδινα ίσως την αξία που τους αναλογούσε και παράλληλα αυτά που θεωρούσα πολύ σημαντικά και με πόναγε η αλλοίωση που είχαν υποστεί επανήλθαν στις πραγματικές τους διαστάσεις.

Δεν θα σας κρύψω πως αυτό το αίσθημα της αναζήτησης κράτησε λίγο, καθώς η ιστορία είναι τόσο δυνατή που κατάφερε και έκανε την εποχή, τον χώρο, τους ανθρώπους της εποχής φόντο της. Οι ζωές των ηρώων πατούν στη δύσκολη αλήθεια της εποχής, αλλά είναι πασπαλισμένες και με τη χρυσόσκονη της φαντασίας που θα μπορούσε εύκολα να είναι γεγονός. Το βιβλίο εναλλάσσεται γοργά μεταξύ του Παλέρμο και του μικρού χωριού μας, μπλέκει τον άγονο τόπο και τις δυσκολίες του με τα σοκάκια του Παλέρμο, μιας εποχής που οι επιστήμονες κάνανε αθόρυβα θαύματα. Βλέπει τους ήρωες με τη μάτια του προσωρινού και δίνει την πραγματική διάσταση της φύσης μας και τις ανάγκες του ανθρώπου να ξεπερνά τον εαυτό του και να γίνεται “άφθαρτος” μέσω της ύστερης φήμης του ή μέσω ενός “θαύματος”.

Καθένας από μας θα βρει ένα τρόπο να ταυτισθεί με ένα κομμάτι των ηρώων. Ίσως βρει τον παππού και τη γιαγιά του, ίσως μέρος από τις διηγήσεις τους .Ίσως μας θυμίσει κάτι παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες με πρόσωπα που με τα χρόνια μας γίνονται άγνωστα, αλλά αποτελούν το αλμυρό και σιδερένιο παρελθόν μας. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που η ανάγνωση ενός μυθιστορήματος κύλησε με ρυθμούς καρδιάς και όχι ελευθερίας χρόνου. Μου άφησε το συναίσθημα της προσπάθειας του ανθρώπου να αφήσει κάτι πίσω του, είτε αυτό είναι οικογένεια ,είτε φήμη, είτε επιτεύγματα. Μα πιο πολύ το αίσθημα πώς θα ανθρώπινα συναισθήματα μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα ακόμα και αυτό του θανάτου της θνησιγενούς φύσης μας και του φόβου απέναντι σε ό,τι δεν γνωρίζουμε…


Ευχαριστώ από καρδιάς την Ιουλία που έκανε αυτή την επιλογή και που σεβάστηκε και αγάπησε τον τόπο, τα ήθη και την ιστορία του και που θα γίνει το πλοίο που θα την ταξιδέψει στους αναγνώστες της!!!