«Άλικες Ζωές», το βιβλίο του Κώστα Βελούτσου, κυκλοφόρησε με ένα εντυπωσιακό εξώφυλλο πριν από λίγους μήνες από τις Eκδόσεις ΠΗΓΗ.
Ο κ. Βελούτσος δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας. Στο βιβλίο αυτό επέλεξε να ασχοληθεί με μια δύσκολη χρονική περίοδο. Μας μεταφέρει πίσω, στα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου. Δύσκολη χρονική περίοδος γιατί οι ισορροπίες είναι λεπτές. Όποια πλευρά και αν υποστηρίξει, θα βρεθεί αντιμέτωπος με την άλλη. Μα κι αν ακολουθήσει την μέση οδό, υπάρχει ο κίνδυνος να βρεθεί αντιμέτωπος και με τις δύο. Ο συγγραφέας όμως, προσπάθησε σε αυτό το μυθιστόρημα να αναδείξει τα αποτελέσματα που είχε ο εμφύλιος στις ζωές και στις ψυχές των γυναικών και των παιδιών αυτών των οποίων ο σύζυγος και πατέρας κατέφευγε στο βουνό ως αντάρτης. Οι γυναίκες αναλαμβάνουν και τον ρόλο του πατέρα και έχουν μοναδικό σκοπό να προστατέψουν τα παιδιά τους. Παιδιά που βιώνουν την απαξίωση, τον εξευτελισμό και την περιθωριοποίηση.
Άλικες ζωές, κόκκινες όπως το χρώμα του αίματος που κύλησε κατά την διάρκεια του εμφυλίου. Και Ζωές. Ποιες ζωές; Πόσες ζωές; Ποιος ήταν ο ακριβής ορισμός της ζωής εκείνη την περίοδο; Καταδικασμένες ζωές; Κακοποιημένες, δολοφονημένες, βιασμένες στο σώμα και στην ψυχή;
H ιστορία ξεκινάει από την Καταστροφή της Σμύρνης και είναι η αρχή για να κατανοήσουμε πώς φτάνουμε στον εμφύλιο. Γιατί, ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι που αυθόρμητα αναγκάστηκαν να ανέβουν στα βουνά; Ήταν αυτοί που ένοιωσαν τον εθνικισμό των Νεότουρκων. Ήταν οι ίδιοι που στη συνέχεια βίωσαν το φασιστικό καθεστώς στην Ελλάδα, αλλά και οι ίδιοι αυτοί που επέζησαν της ναζιστικής κατοχής. Και ενώ με την λήξη του πολέμου πίστεψαν ότι το θηρίο του φασισμού πέθανε, το είδαν να αναγεννάται από τις στάχτες με νέα μορφή. Έτσι, προτίμησαν τον θάνατο από τον φόβο και τον εξευτελισμό.
Στην Σμύρνη λοιπόν, δύο οικογένειες, άγνωστες μεταξύ τους, προσπαθούν να γλυτώσουν τον θάνατο και να διαφύγουν με βάρκα στη Λέσβο. Οι γονείς όμως της μικρής Σοφίας, θα βρουν τραγικό θάνατο. Τη Σοφία θα βρει η οικογένεια του μικρού Θανάση και θα την πάρει μαζί της. Λίγα μόλις μέτρα όμως από την ακτή της Λέσβου, η βάρκα θα βουλιάξει και η Σοφία θα χάσει τα ίχνη της οικογένειας που την είχε σώσει. Τα χρόνια που ακολούθησαν, κατοχή-εμφύλιος, δύσκολα και δεν ευνόησαν στο να ξαναβρεθούν. Η Σοφία αποκτά έναν γιο, τον Σταύρο της. Ο Θανάσης την Στεφανία και τον Χριστόφορο. Και οι δυο, αφήνουν εντολή στα παιδιά τους να βρουν τα ίχνη, τα χαμένα ίχνη της άλλης πλευράς. Έτσι ο Σταύρος Αράπογλου, ο αφηγητής της ιστορίας, θα καταφέρει με ό,τι σημειώσεις του είχε αφήσει η μητέρα του, να βρει την οικογένεια του Θανάση. Να βρει την Στεφανία και τον άντρα της Στέλιο, και τον Χριστόφορο. Στεφανία, Στέλιος και Χριστόφορος, έζησαν τον εμφύλιο, βίωσαν τα αποτελέσματά του.
Και ο Σταύρος, μέσα από την αναζήτησή του, θα λύσει το μυστήριο του άγνωστου πατέρα του. Ήταν πράγματι ένας ήρωας πάνω στα βουνά; Τι αναγκάζει τον Σταύρο να συνεχίσει να δηλώνει «αγνώστου πατρός»;
Μια συγκινητική ιστορία, ένα κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα, με ήρωες όχι αυτούς που πολέμησαν και σκοτώθηκαν, αλλά αυτούς που έζησαν και συνέχισαν να ζουν, έστω και πεθαμένοι στην ψυχή. Τα μικρά παιδιά που βίωσαν το απάνθρωπο πρόσωπο της κοινωνίας, αυτής της χρονικής περιόδου. Μια ιστορία που διατρανώνει ξεκάθαρα ένα ηχηρό όχι στον πόλεμο και πολύ περισσότερο όχι στον εμφύλιο. Με την στρωτή και μεστή γραφή του ο συγγραφέας παρασύρει τον αναγνώστη, τον κάνει μέρος της ιστορίας του. Ήρωες εξαιρετικοί, άρτια σκιαγραφημένοι, που θα μείνουν στις καρδιές των αναγνωστών.
«…Είμαι ο Σταύρος Αράπογλου. Της Σοφίας Αράπογλου. Μόνο αυτό γνωρίζω, τ’ όνομα και το επίθετο της μητέρας μου. Όσο γι’ αυτό του πατέρα μου, πάντα δήλωνα «αγνώστου πατρός». Και αυτό θα συνεχίσω να δηλώνω, ακόμη και τώρα που ξέρω…»
«Χτυπούσα με μίσος και με λυσσαλέο πάθος το κεφάλι του, ώσπου τα αίματα έβαψαν τα χέρια μου. Δεν μπορούσα να ελέγξω αυτόν τον ασυγκράτητο θυμό μου, που έγινε ποτάμι και τον έπνιξε. Πήρα όμως την εκδίκησή μου, για τη μάνα μου, για μένα και για τόσες άλλες γυναίκες που έπεσαν θύματα βιασμού απ’ τους παρακρατικούς και απ’ τους Χίτες…»
«Κανένας δεν έμαθε το μυστικό μου, παρά μόνο εσύ, διαβάζοντας αυτές τις σημειώσεις… Τις Άλικες Ζωές, τις κόκκινες, τις αιματοβαμμένες ζωές… Τις δικές μας ζωές, γιε μου…»
Μικρασιατικά παράλια, Ελλάδα, Λέσβος… Και ένας πόλεμος, αυτός ο αδελφοκτόνος, που θα καταστρέψει ζωές, αλλά το χειρότερο, θα μείνει για πάντα χαραγμένος μέσα στις μνήμες όσων επέζησαν τότε. Για να θυμούνται… Για να μην ξεχάσουν ποτέ. Όπως ποτέ δεν ξέχασε η Στεφανία, ο Στέλιος και ο Χριστόφορος. Δεν θα ξεχάσω ούτε εγώ, κι ας μην έζησα σ’ αυτόν τον πόλεμο.
Είμαι ο Σταύρος Αράπογλου. Της Σοφίας Αράπογλου. Μόνο αυτό γνωρίζω, τ’ όνομα και το επίθετο της μητέρας μου. Όσο γι’ αυτό του πατέρα μου, πάντα δήλωνα «αγνώστου πατρός». Και αυτό θα συνεχίσω να δηλώνω, ακόμη και τώρα που ξέρω…
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
No comments!
There are no comments yet, but you can be first to comment this article.