Σκέψεις για το μυθιστόρημα της Μαίρης Κόντζογλου «Τα παλιά ασήμια» από την Ιουλία Ιωάννου
Κύκλος ζωής πρώτος
«…η ζωή κάτι μεγάλο της έπαιρνε και κάτι άλλο, το ίδιο μεγάλο, της πρόσφερε…»
Είναι δύσκολο να περιγράψεις εικόνες και συναισθήματα σε ένα μικρό και περιορισμένο αριθμό λέξεων, οι οποίες όμως θα πρέπει να περικλείουν όσα θαυμαστά σου άφησαν οι ώρες που πέρασες απολαμβάνοντας ένα έργο όπως «τα παλιά ασήμια»! Μυρωδιές και μνήμες, ιστορικά στοιχεία δοσμένα με τόσο μοναδικό τρόπο, ροή κειμένου που σε κερδίζει κυρίως με την αμεσότητά του και ύστερα με την τόσο ενδιαφέρουσα πλοκή του.
Ένα μυθιστόρημα διαφορετικό, με αρχή το αποτέλεσμα της μακριάς του αφήγησης που όμως θα πρέπει να φτάσεις τις εξακόσιες σαράντα πέντε σελίδες του για να κατανοήσεις το βαθύτερο νόημά τους. Τα πάμπολλα ιστορικά στοιχεία, οι αξιοθαύμαστες περιγραφές τόπων, ηθών και εθίμων της μακρινής εποχής στην χαραυγή του προηγούμενου αιώνα, οι αναφορές και καταγραφές γεγονότων πέρα για πέρα αληθινών, μα δοσμένων με τόσο μυθιστορηματικό τρόπο, είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που θα αποζημιώσουν και τον πιο απαιτητικό αναγνώστη.
Όταν αποφασίζεις να διαβάσεις μια τριλογία, γνωρίζεις πως θα περιμένεις εναγωνίως τη συνέχεια για να αντιληφθείς πράγματα που ίσως δεν εξηγούνται όπως θα ήθελες από το πρώτο βιβλίο. Η φαντασία σου θα προσπαθεί να ξεπεράσει αυτή του συγγραφέα ως προς το πώς και το γιατί των καταστάσεων, όμως η πορεία σε αποζημιώνει και με το παραπάνω! «…το τέλος σε τίποτα δεν φτάνει ποτέ όπως το έχουμε σχεδιάσει ή όπως έχουμε πιστέψει πως θα συμβεί».
Τα δύσκολα και επικίνδυνα χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής, η ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε, οι πόλεμοι και οι λεηλασίες σε τόπους και ψυχές έχει αφήσει τα ίχνη της και φτάνει έως τη σημερινή εποχή. Οι άνθρωποι δεν ξεχνάνε, ο χρόνος δεν γιατρεύει ό,τι έχει η ζωή στερήσει και υπάρχουν περιπτώσεις που όπου στάθηκε πολύ άδικη κάποιο τρόπο θα βρει να επανορθώσει… ίσως να μην προλάβουν σε τούτη τη γήινη υπόσταση οι πραγματικοί πρωταγωνιστές, ίσως να αφήσουν κάποιους συνεχιστές των δικών τους ονείρων να αποτελειώσουν ό,τι έμεινε μισό…
Πόσο κυρίαρχο ρόλο παίζει ο έρωτας! Δεν έχει ηλικία, κοινωνική τάξη, τόπο και χρόνο, δεν περιμένει ανταλλάγματα, θυσίες, αποχωρισμούς και δάκρυα… «Είναι σαν να σε περίμενα σε όλη μου τη ζωή… Σαν να σ’ αγαπώ από παλιά…»! Ω, πόσοι έχουν αυτή την μοναδική ικανότητα να αντιληφθούν την αγάπη σαν έρθει… ακόμη κι αν χρειαστεί να περιμένουν μια ολόκληρη ζωή για να κατανοήσουν την αντικειμενική αλήθεια!
Υπάρχει διαφορά στο χθες με το σήμερα; Πού εντοπίζεται σε σχέση με τα συναισθήματα που βιώνουν οι άνθρωποι; Πόσο ίδια θα είναι κάποια πράγματα, απλά ίσως διαφορετικά δοσμένα σε σχέση με το παρελθόν…
«… μάνες νανουρίζουν παιδιά και ζευγάρια αγαπιούνται στα σκοτάδια, γέροι μετράνε τις λιγοστές ώρες τους, νέοι κάνουν όνειρα για το μέλλον, η τηλεόραση γεμίζει τα σπίτια με το γαλάζιο της φως, ανθρώπινα απολιθώματα -από κούραση, από ανία, από έλλειψη θέλησης- την παρακολουθούν και χωνεύουν όσα τους λέει, κάπου σε μια γειτονιά μια παρέα νέων κάνει σχέδια για μια επανάσταση που δεν θα την πραγματοποιήσουν ίσως ποτέ, μια γυναίκα σκουπίζει τα δάκρυά της, ένα παιδί στέλνει το γέλιο του στον ουρανό, αντίδωρο για τη ζωή, ένας παππούς τρίβει τα ροζιασμένα του χέρια, ένας άντρας μετράει τους καημούς του μέσα από τους καπνούς ενός σέρτικου τσιγάρου». (σελ. 312-313)
Ένα αριστουργηματικό ταξίδι μνήμης, φαντασίας, γνώσης, έρωτα, δοσμένο με μια γλώσσα που σε κερδίζει, σε υποτάσσει, σε υποβάλλει!
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Υπάρχει τέλος σε έναν έρωτα που καίει σαν τη λάβα των ηφαιστείων της Καππαδοκίας;
Ποιο είναι το μυστικό της Μονής των Παλιών Ασημιών;
Ποια μάγια κρατούν την αλήθεια τυλιγμένη σφιχτό κουβάρι;
Καππαδοκία, χώρα µαγική, γεµάτη θρύλους και παραδόσεις.
Εκεί, ανάµεσα στα βουνά µε τα αιώνια χιόνια και τις κοιλάδες µε τα ανάγλυφα βράχια, ένας ελληνισµός ξεχασµένος στα έσχατα της Ανατολίας ζει και προκόβει, ερωτεύεται, γεννάει, προσεύχεται, λιτανεύει, γερνάει και πεθαίνει κάτω από τη σκιά των ηφαιστείων.
Καισάρεια, Σινασός, Σµύρνη και Πόντος, ο καµβάς που πάνω του κεντιέται η ιστορία του έρωτα της Σεβαστής Χατζηαβράµογλου µε τον Έλµερ Αλεξάντερ Κάρτερ στα χρόνια του Μεγάλου Πολέµου, ο οποίος άλλαξε τα σύνορα του κόσµου. Η ανταλλαγή των πληθυσµών το 1924 χωρίζει για πάντα τους δυο νέους ένα αιµατοβαµµένο βράδυ στο λιµάνι της Μερσίνας.
Ογδόντα χρόνια αργότερα, η Έλσα κάνει ένα ταξίδι στα προγονικά χώµατα, κουβαλώντας µαζί της το ηµερολόγιο της γιαγιάς Σεβαστής. Ο αµερικάνος φωτογράφος Άλεξ πηγαίνει στην Καππαδοκία να αναζητήσει τα χνάρια του καθηγητή Έλµερ Αλεξάντερ Κάρτερ.
Υπόγειες πολιτείες, απόκρυφες εκκλησιές, περιστρεφόµενοι δερβίσηδες και ένα µοναστήρι µε τη χαµογελαστή Παναγία µπλέκουν στις προσωπικές ιστορίες και µοναξιές των ηρώων, σκαλίζοντας στους βράχους µια παλιά ραψωδία στην οποία εκείνοι καλούνται να γράψουν τους στίχους του τέλους.