Ένα συγκινητικό οικογενειακό δράμα εμπνευσμένο από μια πραγματική, και βαθιά προσωπική, ιστορία. Ένα βιβλίο για τα «τι θα γινόταν αν» που μας βασανίζουν.

Η Λέιλα νιώθει θλίψη. Εύχεται να μπορούσε να πει στους Άνταμς ότι όλα θα πάνε καλά, ότι αυτό είναι το πιο φριχτό, το πιο απαίσιο πράγμα που θα τους συμβεί ποτέ, αλλά ότι μια μέρα θα μπορούν να γελάσουν ξανά. Ότι το βουνό που υψώθηκε ανάμεσά τους και φαίνεται τόσο ανυπέρβλητο μπορεί να μην υποχωρήσει, αλλά θα μάθουν να το ανεβαίνουν. Θα συναντηθούν ξανά στην κορυφή και θα κοιτάξουν πίσω τους, τη διαδρομή που έκαναν, και θα τους φαίνεται αδύνατο αλλά θα έχουν φτάσει κάπως εκεί.

Την Clare Mackintosh την γνωρίσαμε και την λατρέψαμε από τα τρία προηγούμενα αστυνομικά βιβλία της με τους τίτλους Σ’ ΑΦΗΣΑ, ΣΕ ΕΙΔΑ και ΞΕΧΑΣΕ ΜΕ, που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και όσοι τα διαβάσαμε γνωρίζουμε πολύ καλά τις απίστευτες ανατροπές στη γραφή της, αλλά και την απρόσμενη εξέλιξη στις ιστορίες της.
Αυτή τη φορά η συγγραφέας, εμπνευσμένη από ένα πραγματικό και προσωπικό της βίωμα, μας καταθέτει μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία, ένα οικογενειακό και άκρως συγκινητικό βιβλίο, με μια υπόθεση που κανένας άνθρωπος δεν θα ήθελε ποτέ να βιώσει. Αυτή της απώλειας ενός παιδιού…

Το βιβλίο χωρίζεται στο ΠΡΙΝ και στο ΜΕΤΑ, με εναλλαγές στα κεφάλαια της πρωτοπρόσωπης αφήγησης της ΠΙΠ και του ΜΑΞ, των γονιών που η μοίρα θέλησε να χτυπήσει με το πιο φοβερό χτύπημα, την αρρώστια του σχεδόν τρίχρονου γιου τους ΝΤΙΛΑΝ.
Με πραγματικό χρόνο αλλά και παρελθοντικό, μαθαίνουμε το πώς γνωρίστηκε το δεμένο και αγαπημένο ζευγάρι, τα υπέροχα χρόνια που έζησαν, έστω και λίγα, με τον γιο τους αλλά και τον Γολγοθά που ανεβαίνουν κατά της διάρκεια της νοσηλείας του.
Στο ΠΡΙΝ υπάρχουν ενδιάμεσα και κάποια κεφάλαια που αναφέρονται στη ΛΕΙΛΑ, τη γιατρό που παρακολουθεί τον μικρό ΝΤΙΛΑΝ στην εντατική, και είναι εκείνη που καλείται να τους θέσει ένα μεγάλο δίλημμα, όταν η κατάσταση του παιδιού δεν έχει κανένα περιθώριο βελτίωσης, αντίθετα χειροτερεύει και επιβαρύνεται τάχιστα.
Ενώ στην αρχή και μετά το πρώτο σοκ οι γονείς συμφωνούν να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να σώσουν το γιο τους, να προχωρήσουν σε ένα ακόμη χειρουργείο, να κάνουν κι άλλες θεραπείες και όλα όσα μπορεί να αντέξει ο μικρός και ταλαιπωρημένος οργανισμός του, στην πορεία διαφωνούν. Η μητέρα αρνείται να προχωρήσουν σε περαιτέρω αμφίβολες θεραπείες, οι οποίες το μόνο που θα κάνουν είναι να δώσουν μια πολύ μικρή διάρκεια ζωής στο παιδί τους, κι αυτό χωρίς καμία εγγύηση για το πώς θα το δεχτεί το ήδη εξασθενημένο παιδί. Αντίθετα ο πατέρας ψάχνει να βρει τρόπους για θεραπείες στο εξωτερικό, μιλάει με γιατρούς και γνώστες της κατάστασης, δεν μένει στην διάγνωση των γιατρών που ήδη παρακολουθούν το παιδί και θέλει να εξαντλήσει κάθε περιθώριο που θα μπορούσε να χαρίσει στο γιο του έστω και λίγα χρόνια ή ακόμη και μήνες ζωής.
Έτσι, καταλήγουν στο δικαστήριο για να αποφασίσει ο δικαστής ποια θα είναι η καλύτερη απόφαση για τον μικρό ΝΤΙΛΑΝ, για το αν θα του επιτρέψουν να ζήσει ή να τον αφήσουν να φύγει.


Στο ΜΕΤΑ η συγγραφέας επιλέγει να μην δώσει στον αναγνώστη την απάντηση, αλλά να του παραθέσει το πώς εξελίχθηκε η ζωή των ηρώων έχοντας πάρει τη μία απόφαση, αυτή της ΠΙΠ, η οποία επιθυμούσε να αφήσει το παιδί της να φύγει και να μην το ταλαιπωρήσει περισσότερο με ανούσιες θεραπείες και της άλλης, αυτής του ΜΑΞ ο οποίος ήθελε να παλέψει για να χαρίσει στον γιο του μια ελπίδα, να τον δει να μεγαλώνει λίγο ακόμη, να κάνει τη μία θεραπεία μετά την άλλη και να έχει μια ζωή στην οποία είναι καταδικασμένος να εξαρτάται για τα πάντα από τους άλλους, να μην μιλάει, να μην περπατάει, να μην ζει στην ουσία, αλλά να επιβιώνει.
Τα ερωτήματα που τίθενται στον αναγνώστη είναι πραγματικά πολύ δύσκολα. Βλέποντας τη μία ή την άλλη εκδοχή και το τι προκάλεσε και στους ίδιους τους γονείς η συγκεκριμένη απόφαση, το πώς εξελίχθηκαν στα επόμενα χρόνια οι ίδιοι ως άνθρωποι αλλά και ως σύντροφοι, αναμφίβολα θα κλείνεις προς τη μία πλευρά, όποια ο καθένας θεωρεί πιο σωστή κατά τη δική του άποψη.
Τελειώνοντας το βιβλίο, η συγγραφέας επιλέγει να μας μεταφέρει ξανά στο ΠΡΙΝ, τη στιγμή που ο δικαστής ανακοινώνει την απόφαση που πήρε, με βάση τα όσα κατέθεσαν οι δικηγόροι των γονιών και το ερώτημα που θέτει και το μεγαλύτερο νόημα του βιβλίου είναι: «δεν είναι μόνο αν η ακτινοθεραπεία με πρωτόνια θα επεκτείνει τη ζωή του Ντίλαν, αλλά ποια θα είναι η ποιότητα αυτής της ζωής. Τι συνιστά ζωή στην πραγματικότητα;»

Η Λέσχη Ανάγνωσης των εκδόσεων Μεταίχμιο, βάζει στο τέλος του βιβλίου δέκα ερωτήματα προς τους αναγνώστες, που πραγματικά είναι δύσκολο να απαντήσει ο καθένας από μας, καθώς κανείς δεν θα ήθελε να βρεθεί φυσικά σε αντίστοιχη θέση.
Αν όμως κάτι μένει κλείνοντας αυτό το βιβλίο, είναι ότι αντιλαμβάνεσαι αυτό που θα έκανες εσύ ο ίδιος, καθώς όλοι λίγο πολύ έχουμε χάσει ανθρώπους που αγαπήσαμε, έχουμε βιώσει το πώς είναι να κρατάς στη ζωή έναν άνθρωπο που στην ουσία δεν ζει… αλλά τελικά όλα θεωρητικά είναι… στην πράξη τι θα έκανε ο καθένας από εμάς;

Περιγραφή βιβλίου
ΜΠΕΣΤ ΣΕΛΕΡ
των Sunday Times

ΜΕΤΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΠΙΘΑΝΑ…

Ο Μαξ και η Πιπ είναι ένα πολύ δεµένο ζευγάρι. Τίποτα δεν µπορεί να τους κλονίσει. Όταν όµως ο γιος τους αρρωστήσει, θα κληθούν να πάρουν µια µοιραία απόφαση: η ζωή του παιδιού τους βρίσκεται στα χέρια τους. Για πρώτη φορά, ο Μαξ και η Πιπ αδυνατούν να συµφωνήσουν. Ο καθένας τους θέλει ένα διαφορετικό µέλλον για τον γιο τους. Και αν µπορούσαν να γίνουν και τα δύο;
Ένας βαθύς στοχασµός στην αγάπη, τον γάµο, το τι σηµαίνει να είναι κανείς γονιός και τις κρίσιµες αποφάσεις που καλούµαστε να πάρουµε, το Μετά το τέλος εξιστορεί το ταξίδι µιας αξέχαστης οικογένειας από την αβάσταχτη απώλεια σε µία ανατρεπτική και λυτρωτική κατάληξη και στη ζωή που είναι προορισµένοι να ζήσουν.

Η αγαπηµένη συγγραφέας του πολυβραβευµένου µπεστ σέλερ ψυχολογικού θρίλερ Σ’ άφησα αντλεί από το προσωπικό της τραύµα και µας χαρίζει ένα µυθιστόρηµα γεµάτο σασπένς και ανατροπές. Τι συµβαίνει όταν το σταυροδρόµι µπροστά µας οδηγεί σε δύο εξίσου δύσκολους δρόµους; Πόσο εύκολο είναι να ζήσουµε µε τις συνέπειες των αποφάσεών µας και να κλείσουν οι πληγές;