Συγγραφέας του βιβλίου «Από δρυ παλιά κι από πέτρα» – Εκδόσεις Μεταίχμιο

Για τη Νοέλ Μπάξερ, που ασχολείται ερευνητικά και συγγραφικά με τη Σμύρνη εδώ και χρόνια, η επανέκδοση της «Δρυ», ήταν αναγκαία κι είχε σημασία να συμβεί φέτος που γιορτάζουμε τη συμπλήρωση των εκατό χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή. Οι σταθμοί του αναγνωστικού μας ταξιδιού με το μυθιστόρημά της είναι πολύ ενδιαφέροντες και κρύβουν συγκινήσεις: Αϊδίνι – Σμύρνη – Αθήνα. Αλλά και δυο σταθμοί έκπληξη, αφού τα βήματα της οικογένειας που πρωταγωνιστεί στο βιβλίο της μας οδηγούν στην Κύπρο και την Ινδία. Όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας «Επέλεξα την Κερύνεια γιατί θα χανόταν κι αυτή αργότερα, κι έπρεπε η οικογένεια να ζήσει και τη δεύτερη καταστροφή που σημάδεψε τον ελληνικό 20ό αιώνα». Όσο για την Ινδία; Άραγε πόσοι γνωρίζουμε το ιστορικό γεγονός πως οι Βρετανοί πολίτες της Αθήνας πριν μπουν οι Γερμανοί στην πόλη εγκατέλειψαν την πόλη με πλοίο με τον ίδιο τρόπο που συνέβη στη Σμύρνη το ’22; και πως στην Ινδία λειτούργησε προσφυγικός καταυλισμός για βρετανικές οικογένειες από την Ελλάδα;

  • Το μυθιστόρημά σας είναι το πρώτο μέρος της διλογίας που ολοκληρώθηκε με την «Επιστροφή της Πηνελόπης», για την οποία μας μιλήσατε πέρσι. Η επανέκδοσή του συμπίπτει με τον εορτασμό των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή. Είναι η συμβολή σας στη θλιβερή επέτειο;
    Ορθά έχετε συνδέσει την επανέκδοση με την επέτειο. Δεν θα μπορούσα να σιγήσω ούτε να απουσιάζω. Ασχολούμαι με τη Σμύρνη και ερευνητικά και συγγραφικά τόσο έντονα που θα μου ήταν αδύνατον να τραβηχτώ στην άκρη και να παρατηρώ από απόσταση σαν να ήμουν ξένη. Η «Δρυς» είχε λόγο να υπάρχει ξανά για τους αναγνώστες και να στέκεται δίπλα στην «Επιστροφή» στα βιβλιοπωλεία, γιατί περιγράφει τα πριν, τα της Καταστροφής και τα μετά μισού αιώνα. Ολοκληρώνει τον κύκλο, όπως ισχύει στην πραγματική ζωή για όλους εμάς με καταγωγή από τη Μικρασία.
    Η συνονόματη εγγονή της Πηνελόπης του «Από δρυ παλιά κι από πέτρα», στο δεύτερο βιβλίο της διλογίας που εκτυλίσσεται στο σήμερα κι έχει υπότιτλο «8 μέρες στη Σμύρνη», δεν επιστρέφει μόνη της στον πατρογονικό τόπο της, αλλά νοερά συνοδεύεται από τους Σμυρνιούς προγόνους της· εκείνους που την ανέθρεψαν και της εναπόθεσαν στα χέρια τις αναμνήσεις τους και μυριάδες συναισθήματα σε σμυρναίικη διάλεκτο. Η επανέκδοση της «Δρυ», λοιπόν, ήταν αναγκαία κι είχε σημασία να συμβεί φέτος.
  • Ένας αιώνας από τα τραγικά ιστορικά γεγονότα που άλλαξαν τη σύγχρονη Ελλάδα. Μια ελληνοβρετανική οικογένεια της Σμύρνης πρωταγωνιστεί σ’ αυτά. Θέλετε να μας συστήσετε τους ήρωές σας; Άραγε η δική σας ελληνοβρετανική καταγωγή πόσο συνέβαλε σ’ αυτή την επιλογή;
    Μου πήρε τρεις γενιές μιας οικογένειας για να περιγράψω τον ελληνικό 20ό αιώνα από την αρχή του έως τη Μεταπολίτευση. Το ιστορικό σκηνικό, τον καμβά της μυθιστορίας μου, ήθελα να τον περιγράψω πλήρως και σωστά, και για να το πετύχω αυτό χρειαζόμουν, ειδικά για τα της Σμύρνης, και την ξένη ματιά. Όχι μόνο την ελληνική. Δεν αρκεί. Η ιστορία της Σμύρνης του ’22 έχει την ιδιαιτερότητα πως είναι σύνθετη, καθώς ποικίλα έθνη συμμετείχαν. Επιπλέον τούτης της ιστορικής πραγματικότητας, όταν συμβαίνει μια τέτοια τραγική κορυφαία ανατροπή, έχει διαφορά το πώς βλέπουμε εμείς τον εαυτό μας στα όσα διαδραματίστηκαν και πώς οι άλλοι εμάς. Έτσι προέκυψε στο βιβλίο ο γάμος της Αϊδινιώτισσας Πηνελόπης με τον Βρετανό Σμυρνιό Τζόνι Σάρεϊ. Ήταν ο μοναδικός τρόπος να φέρω κοντά τα βλέμματά τους. Μπορεί να υπήρχαν κι άλλοι τρόποι, αλλά αυτόν είχα βρει τότε και νομίζω ότι και σήμερα πάλι αυτόν θα επέλεγα, επειδή ξεκινάει από την κοινή βάση της αγάπης.
    Σε εκείνο το σημείο ενεπλάκη το παρελθόν μου. Η ελληνοβρετανική καταγωγή μου βόλευε και μου χρησίμευσε. Στη Σμύρνη η οικογένειά μου ανήκε στην ξένη κοινότητα. Δεν χρειάστηκε να μαντεύω. Τα ήξερα!
  • Σύγχρονη Πηνελόπη χαρακτηρίζετε την πρωταγωνίστρια της ιστορίας σας. Στο μυαλό μας έχουμε το όνομά της ως συνώνυμο της πίστης και της αφοσίωσης όπως η ηρωίδα της Οδύσσειας. Γι’ αυτό το επιλέξατε;
    Ξεκάθαρα για αυτόν τον λόγο. Για τους συνειρμούς του ονόματος. Με μία λέξη «λεγόντουσαν» έτσι στον αναγνώστη πολλά και του τα υπενθύμιζα κάθε φορά που αναφερόταν η κεντρική ηρωίδα. Δηλαδή εκατοντάδες φορές στο βιβλίο. Πολλές αξίες που θεωρούμε σήμερα αρχέγονες, όπως η σταθερά του σπιτιού, η έγνοια για το ταίρι μας, η φροντίδα του παιδιού μας, η έμφυτη άμυνά μας να βρίσκουμε ή και να μηχανευόμαστε λύσεις, υπάρχουν όλες εκεί, στην Οδύσσεια. Ο Όμηρος αποκαλούσε την Πηνελόπη του «περίφρων Πηνελόπεια», επαινώντας την. Ήταν, επομένως, ιδανικό όνομα για μια ηρωίδα βιβλίου που προοριζόταν στις επόμενες σελίδες να βιώσει τις υπέρογκες καταστροφές κι απώλειες του ’22, του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Κύπρου το ’74.
  • Συμπεριλάβατε στο μυθιστόρημά σας επιλεγμένους στίχους της Οδύσσειας του Ομήρου, οι οποίοι είναι μια ευχάριστη νότα στην ανάγνωση. Πόσος χρόνος απαιτήθηκε προκειμένου να εντοπίσετε τους στίχους που «κουμπώνουν» με τα περιστατικά της αφήγησης και τα συναισθήματα των ηρώων σας;
    Πολύς! Απαιτήθηκε πραγματικά μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς έπρεπε να διαβάσω προσεκτικά στίχο προς στίχο και ραψωδία προς ραψωδία όλη την Οδύσσεια. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά όποτε έβρισκα κάποιον στίχο ή στίχους που θα μπορούσαν να μου φανούν χρήσιμοι κατά τη συγγραφή, έπρεπε να τους αντιγράψω από το βιβλίο και να τους μεταφέρω στον φάκελο που είχα φτιάξει για τον σκοπό αυτόν. Συχνά επρόκειτο για περιγραφή σκηνής κι αυτό σήμαινε εκτενές τμήμα του ομηρικού κειμένου. Μάλιστα, επειδή ακόμα τότε δεν ήξερα ακριβώς ποιες θα είναι οι στιγμές κορύφωσης της ηρωίδας μου, οι οποίες κορυφώσεις θα έφερναν στα χείλη της την ομηρική γλώσσα της προγενέστερης Πηνελόπης της, αρκετά από αυτά τα αντέγραφα, πρόσθετα, και στην ομηρική.
    Χρόνος χρειάστηκε, επίσης, για την ενσωμάτωσή τους στο κείμενό μου, στη συνέχεια. Η διαλογή σήμαινε να ξεφυλλίζω ξανά και ξανά τις σελίδες με τα αποσπάσματα. Άμα δε κάποιο ταίριαζε και εδώ και εκεί και παρακεί, σε διάφορα κεφάλαια, καταλαβαίνετε πως ήταν ένα μικρό παίδεμα η απόφαση πού ήταν η καταλληλότερη θέση του.
    Επειδή τα εμβόλιμα μεταφρασμένα ομηρικά αποσπάσματα δεν ενοχλούν τη ροή του κειμένου και συνεχίζει ο λόγος να κινείται ομαλά, πιθανώς φαίνεται απλό στον αναγνώστη. Αλλά δεν ήταν.

Αϊδίνι – Σμύρνη – Κύπρος – Αθήνα – Ινδία. Αυτοί είναι οι σταθμοί του αναγνωστικού μας ταξιδιού. Να μείνουμε στην Κύπρο απ’ όπου ξεκινά η ιστορία σας και την Ινδία καθώς είναι οι σταθμοί που προκαλούν όχι μόνο το ενδιαφέρον αλλά και την περιέργειά μας;
Να μείνουμε στην Κύπρο και στην Ινδία! Σας ευχαριστώ που τις ξεχωρίσατε. Είναι δύο πολύ διαφορετικοί σταθμοί.
Η Κύπρος με βοήθησε σε μια μακρόχρονη αφήγηση σε ευθεία διάταξη να ενώσω τα άκρα της. Να διαμορφώσω έτσι έναν κύκλο γεγονότων με τα σημάδια των ανατρεπτικών σταθμών αντικριστά. Το μυθιστόρημα ξεκινάει από την Κύπρο, επειδή θα το έκλεινα με την Κύπρο του 1974 και τη Μεταπολίτευση που ακολούθησε. Έτσι, ορφάνεψα την Πηνελόπη και την έφερα στην Κύπρο, συνοδευόμενη από -τι άλλο;- μια ομηρική βάγια. Σε μια οικογένεια Καλφατζή που ήταν καλόψυχοι άνθρωποι. Με αυτό το εκλεκτό ζευγάρι ηρώων επαίνεσα τους καλούς ανθρώπους του δύστροπου κόσμου μας. Επέλεξα την Κερύνεια γιατί θα χανόταν κι αυτή αργότερα, κι έπρεπε η οικογένεια να ζήσει και τη δεύτερη καταστροφή που σημάδεψε τον ελληνικό 20ό αιώνα.
Έχοντας αυτό το πλάνο κατά νου, υπενθύμιζα στον αναγνώστη την Κύπρο σε τακτά χρονικά διαστήματα, είτε με ταξίδια είτε φέρνοντας τους γιους Καλφατζή στη Σμύρνη για εκπαιδευτικούς λόγους, κοντά στην Πηνελόπη. Ταυτόχρονα φρόντιζα με παράλληλες ιστορίες, όπως της ξαδέρφης Αφροδίτης και τα «νέα» που έφερναν από την Κερύνεια τα αγόρια, να κτίσω μια σχέση των Κυπρίων ηρώων με τον αναγνώστη επιδιώκοντας έτσι όταν ερχόταν η ώρα, η κακή ώρα, της απόβασης και του ξεριζωμού, να ερεθίσω πιο εύκολα το συναίσθημα των αναγνωστών. Να ανηφορίσει ομαλά, που για την τεχνική γραφής είναι το «λογικά».
Η Ινδία είναι άλλη ιστορία, κι έχει τον δικό της λόγο που βρίσκεται στο μυθιστόρημα. Οι μυθιστορίες μου επιζητώ να μεταφέρουν στον αναγνώστη και γνώση, ευκολοδιάβαστη και ταιριαστά δοσμένη. Πριν κυκλοφορήσει το «Από δρυ παλιά κι από πέτρα», ελάχιστοι έως κανείς στην Ελλάδα ήξεραν το ιστορικό γεγονός πως οι Βρετανοί πολίτες της Αθήνας πριν μπουν οι Γερμανοί στην πόλη εγκατέλειψαν την πόλη με πλοίο με τον ίδιο τρόπο που συνέβη στη Σμύρνη το ’22. Κόπια σαν «ντεζαβού». Στην Ινδία, χωμένος στο Μποϊκατόρε, λειτούργησε προσφυγικός καταυλισμός για βρετανικές οικογένειες από την Ελλάδα. Οι οποίοι μετά επέστρεψαν στην Αθήνα, στα σπίτια τους. Στον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, για πολλούς μόνιμη από το ’22.
Στην Ινδία περιγράφεται μια δύσκολη νέα εγκατάσταση. «Ακόμα μία» δύσκολη νέα εγκατάσταση για τους Σμυρνιούς ήρωες του βιβλίου. Οι απόγονοι προσφύγων καταλαβαίνουμε πολύ καλά τι σήμαινε αυτό για τους ανθρώπους. Τα ίδια ισχύουν για τους μυθιστορηματικούς ανθρώπους.

Ένα μπαούλο γεμάτο μνήμες κληρονομεί η Πηνελόπη σας. Με ποια συναισθήματα ανοίγει το μπαούλο και ποια μυρωδιά αναδύεται από τα αντικείμενα που κρατά μέσα του ασφαλή εκατό χρόνια;
Η λέξη «ασφαλή» που χρησιμοποιήσατε είναι το κλειδί του μπαούλου της μνήμης. Γι’ αυτό φυλάχτηκαν κλεισμένα, ώστε να προστατευθούν αναμένοντας τον σωστό χρόνο. Η φθορά, η απώλεια, η απουσία είναι τρομακτικές λέξεις για οποιονδήποτε άνθρωπο έχει χάσει όσα έχασαν οι Σμυρνιοί το ’22. Η άγνοια ακυρώνει το ιστορικό παρελθόν τους, σαν να μην υπήρξαν ποτέ στη Σμύρνη τους, μα, τραγικότερο αυτού, εξατμίζεται ό,τι αγάπησαν. Δεν πικρίζει η γλύκα με τα χρόνια. Ή συνεχίζει να υπάρχει ή σταματάει να υπάρχει. Το μπαούλο δεν αποτυπώνει κατά την άποψή μου αγωνία αλλά τη χαρά της γλύκας που, χάρη στην ασφαλή φύλαξη στο κλειδωμένο μπαούλο, θα νιώσει κι η εγγονή και το παιδί της εγγονής και όσο πάει παραπέρα… Όπως το βλέπω εγώ, επειδή το έχω ζήσει, όχι ως μπαούλο δυστυχώς αλλά με κιτρινισμένα ντοσιέ παραγεμισμένα με ό,τι μπορείτε να φανταστείτε, το πρώτο που θα αισθανθεί η κοπέλα που θα ανοίξει χρόνια μετά το μπαούλο της γιαγιάς της είναι ευωδία.

Ανάμεσά τους και μια αρμαθιά κλειδιά. Οι πόρτες που θα ανοίξουν κρύβουν πίσω τους και τις αλήθειες που αναζητά;
Αν αναφερόμαστε στη Σμύρνη, όχι. Οι πόρτες ούτε συμβολικά δεν ανοίγουν με την αρμαθιά, επειδή είναι όλα ορφανά κλειδιά. Οι αλήθειες που αναζητάει ο απόγονος, όμως, σαφώς υπάρχουν και κρύβονται παντού. Αιωρούνται όπως οι κόκκοι, σαν χρυσόσκονη. Διά της ψυχής του συγκεντρώνονται στο μυαλό του. Τις αλήθειες θα πρέπει να τις αναζητήσει εκεί. Η καρδιά και το υπόλοιπο κορμί του συμμετέχουν. Συνεργάζονται και τον κάνουν ακούραστο. Αδάμαστο!
Το κλειδί είναι ένα γοητευτικό σύμβολο και, ως σχήμα, μια σκυτάλη για να μεταφέρεται εύκολα από γενιά σε γενιά. Θεωρώ τυχερούς όσους παρέλαβαν το κλειδί του σμυρναίικου σπιτιού από τους παππούδες τους, κι ας μην υπάρχει εκείνο το σπίτι εκατό χρόνια τώρα. Άτυχοι κι εκείνοι, εξίσου άτυχοι κι εμείς οι υπόλοιποι, όσοι δεν έχουμε το κλειδί. Γι’ αυτό τοποθετώ την αναζήτηση των αληθειών αλλού.

Η επιστροφή στη γη των προγόνων μας κρύβει πάντα έντονη συγκίνηση. Όταν όμως αφορά τη Σμύρνη, τότε τα συναισθήματα γιγαντώνονται. Γιατί αισθάνονται αυτή τη μεγάλη ανάγκη επιστροφής οι ηρωίδες της διλογίας σας;
Η νοσταλγία δείχνει ως ο πιο πιθανός λόγος μα, στην πράξη, δεν αποδεικνύεται το ίδιο καθοριστικό, τελικά, όσο το κενό της αφής. Με τα χρόνια μεγαλώνει και πιέζει για ανακούφιση. Υποσυνείδητα, υπογείως στα σκοτεινά ποτάμια, την εγγονή, την τρίτη απόγονο, την έσπρωξε η ισχυρή εσωτερική ανάγκη επαφής με το πονεμένο μέλος του παρελθόντος της. Η αβάσταχτη επιθυμία εγγύτητας, έστω για λίγο, όσο κρατάει ένα ταξίδι, με τους αγαπημένους ανθρώπους της προηγούμενης γενιάς της που χάθηκαν στον χρόνο. Ο τόπος για να συμβεί αυτό το μαγικό είναι μόνο εκεί όπου συνέβησαν τα γεγονότα.
Πιστεύω ακράδαντα πως για κάθε απόγονο υπάρχει ο χρόνος του, ο σωστός χρόνος για εκείνον, να επιστρέψει, να γνωρίσει, να διαχειριστεί την κληρονομιά του. Τρία είναι τα βήματα.

Όσοι είμαστε απόγονοι των ανθρώπων που έζησαν τον μεγάλο διωγμό αλλά και την ανταλλαγή πληθυσμών μπορεί να μην έχουμε μνήμες έχουμε όμως καρφιτσωμένες στο μυαλό μας τις συγκλονιστικές διηγήσεις τους. Ποιοι ήταν εκείνοι που μοιράστηκαν μαζί σας μνήμες δικών τους ανθρώπων;
Χαίρομαι ιδιαίτερα για αυτήν την ερώτηση, γιατί μου δίνεται η ευκαιρία να μιλήσω για την Καβάλα των παιδικών μου χρόνων και για τους σπουδαίους ανθρώπους που συνάντησα εκεί. Η Καβάλα, όπου βρέθηκε ο πατέρας μου το 1953 για επαγγελματικούς λόγους, για τα καπνά της, είναι προσφυγική πόλη. Ως παιδί ξένου δεν είχα κοινωνική ομάδα κοινής καταγωγής, ήμουν επομένως ένα άγραφο τετράδιο. Στα σπιτικά των συμμαθητριών μου από τη Μικρασία, τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη άκουγα ιστορίες καθισμένη σε ντιβάνια σε κουζίνες που μύριζαν διαφορετικά φαγητά από του πατρικού σπιτιού μου. Από νωρίς διδάχτηκα να κοιτάω έξω από τον εαυτό μου. Το «τετράδιό» μου σιγά σιγά γέμιζε.
Την ελληνική ματιά στην Καταστροφή την απέκτησα στην Καβάλα. Το ίδιο χρονικό διάστημα, παράλληλα, μάθαινα φαρσί από την αδελφή του πατέρα μου την οικογενειακή μας τραγική προσφυγική ιστορία, και μέσω αυτής τι συνέβη στην ξένη κοινότητα της Σμύρνης το ’22. Όχι μόνο στους Βρετανούς Σμυρνιούς. Η γιαγιά μου ήταν Γαλλοαυστριακή της Σμύρνης. Έτσι απέκτησα τις δύο όψεις στα γεγονότα – και την ελληνική και την ξένη.

Έχετε πει σε μια συνέντευξή σας πως «Η επιστροφή της Πηνελόπης» είναι ξεκάθαρα ένα βιβλίο τρίτης γενεάς, επομένως το ίδιο ισχύει και για το πρώτο βιβλίο της διλογίας. Σ’ αυτή την τρίτη γενιά ανήκουμε εμείς και τα παιδιά μας που χτίζουν τη δική τους επόμενη γενεά. Σε ποιο βαθμό, πιστεύετε, πως οι νέοι μας σήμερα γνωρίζουν τον όγκο αλλά και τον πόνο που κρύβει μέσα της η λέξη Σμύρνη;
Οι νέοι μικρασιατικής καταγωγής σήμερα, η αποκαλούμενη γενιά των τριτοαπογόνων, είναι εξοικειωμένοι και με τον όγκο και με τον πόνο που κρύβει μέσα της η λέξη Σμύρνη. Τα κατέχουν όμως σε μεγαλύτερο βαθμό ατομικά παρά συλλογικά, εννοώ ως γνώση του τι ιστορικά συνέβη το ’22. Παρέλαβαν μια αρκετά κλειστή γνώση, με κοινά σημεία σαφώς, όπως το καράβι της σωτηρίας, η φωτιά στη συνοικία, οι εφιαλτικές νύκτες στην προκυμαία, η άγρια όψη των Τσετών, η αρπαγή μιας κοπέλας μπροστά στα μάτια του κόσμου κ.λπ. Η εθνική αυτογνωσία είναι το κορυφαίο θέμα της δημόσιας συζήτησης.
Η μνημόσυνη χρονιά του 2022 άνοιξε και μεγάλωσε την εικόνα της Καταστροφής. Διευρύνθηκε σημαντικά η ομαδική μας γνώση κι αυτό είναι σπουδαίο. Εξαιρετικά ενημερωτικά βιβλία κυκλοφόρησαν και πλούσια αρθρογραφία, και διαλέξεις έχουν γίνει, πολλές μάλιστα διαδικτυακές με δυνατότητα πρόσβασης από κάθε σημείο της χώρας. Βρίσκω πολύ ενδιαφέρον πως χρόνιες δοξασίες, παγιωμένες και φαινομενικά ακούνητες, προσεγγίστηκαν με ιστορική επιχειρηματολογία και μεταστράφηκαν. Οι νέοι απόγονοι προσφύγων συμφωνώ ότι είναι η γενιά της έρευνας και της γνώσης.
Γι’ αυτήν τη γενιά ειδικά που εκπροσωπεί το μικρασιατικό προσφυγικό μέλλον, η επέτειος αποτέλεσε τεράστια ευκαιρία. Έχει επίγνωση της ευθύνης της για τη συνέχεια. Δεν την αρνείται ούτε τη φοβάται. Αναζητάει τον τρόπο πώς να τη διαχειριστεί. Έχουν δίκιο, γιατί ως τα παιδιά των παιδιών των πρώτων προσφύγων δεν έχουν πρωτογενή γνώση στα της παλιάς Σμύρνης. Τα πάντα τα κατέχουν εκ μεταφοράς. Είναι ουσιαστικής σημασίας κατά τη γνώμη μου να προσθέσουν και πρωτογενή γνώση, όση άφησαν τα εκατό μετρημένα χρόνια που διέσχισαν και πέρασαν πάνω από την προσφυγιά τους. Επανέρχομαι πάλι στην επιστροφή και στην επιτόπου αναζήτηση. Γιατί μόνο εκεί, στο «πίσω» του καθενός, οι εικόνες αποκτούν βάθος και χρώματα, και μόνο εκεί βγαίνουν στην επιφάνεια τα ντόπια θαμμένα αισθήματα.
Το να εμπλουτίσουν τη σμυρναίικη γνώση τους τα εγγόνια των θυμάτων της Καταστροφής και με δική τους εμπειρία είναι, πιστεύω, άκρως βοηθητικό για τη συνέχεια. Σήμερα, ο όγκος και ο πόνος χρειάζονται κι άλλο ακόμα κάτι.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
«Ήρθε η ώρα να σου πω για το σκισμένο γράμμα, για ένα τόπι κασμίρι και για µια Κύπρια που μύριζε η αγκαλιά της πασχαλιά. Για µια μαγευτική πόλη, τη Σμύρνη µου, που κάηκε σαν φωτογραφία και για ένα πλοίο που μετέφερε µια γυναίκα που έσταζε γάλα. Για µια Τουρκάλα που χάθηκε και σώθηκε µόνο το τραγούδι της. Κι αν θέλεις, µόνο αν το θέλεις, θα σε αφήσω να κρατήσεις στα χέρια σου τα δυο μονάκριβα κλειδιά µου, του σπιτιού στο Αϊδίνι και του σπιτιού στη Σμύρνη»
Από το Αϊδίνι και τη Σμύρνη ως την Κύπρο, την Αθήνα και την εξωτική Ινδία, ξεδιπλώνεται η ιστορία μιας σύγχρονης Πηνελόπης µε φόντο τις Χαμένες Πατρίδες. Γύρω από την Πηνελόπη, σαν γαϊτανάκι, πρόσωπα που τη σημάδεψαν: η Ζόι, ο Καλφατζής που «ξέρει να σώζει», ο Παρασκευάς µε το «παρασκευάκι» του, η Κατίνα που ο «Ιορδάνης της πέθανε», ο βροχερός Φίλιππος και ο φωτεινός Φώτης, η μαγείρισσα η Φραγκώ…
Μια οικογένεια, τρεις γενιές ανθρώπων µε φόντο τις χαμένες πατρίδες. Ένα σαγηνευτικό, πολυεπίπεδο μυθιστόρημα, µια εξαίσια τοιχογραφία του ελληνικού 20ού αιώνα, πλημμυρισμένο µε εικόνες και μυρωδιές εποχής.
Το πρώτο μέρος της διλογίας που ολοκληρώνεται µε την Επιστροφή της Πηνελόπης.

Βιογραφικό
Η Νοέλ Μπάξερ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960 από Βρετανό πατέρα και Ελληνίδα μητέρα. Τα παιδικά της χρόνια τα έζησε στην Καβάλα. Σπούδασε στην Ελλάδα (ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων) και στην Αγγλία (μεταπτυχιακές σπουδές στην αρχαιολογία). Εργάστηκε στη διαφήμιση και, μετά, ως υπεύθυνη επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων σε ελληνικές επιχειρήσεις. Αρθρογραφεί σε περιοδικά και εφημερίδες. Για χόμπι γράφει παιδικές ιστορίες για την κόρη της. Ξεκίνησε εκδοτικά με σειρά από διηγήματα.