Συγγραφέας του βιβλίου «Η Ράισα το ‘σκασε» – Εκδόσεις «Πηγή»

Από τo ημερολόγιο το οποίο κρατούσε ως πρωτοδιόριστος καθηγητής, στο οποίο κατέγραφε όλα τα παράξενα περιστατικά που αντιμετώπιζε στο σχολικό περιβάλλον αντλεί τις ιστορίες της σειράς «Σχολικά Παραστρατήματα», ο Γιώργος Κεραμιδάς. Όπως λέει στο Vivlio-life, όλες οι ιστορίες του είναι δραματοποιημένες και έτσι δοσμένες, ώστε να προκύπτει για τον αναγνώστη ηθικό δίδαγμα. Στο βιβλίο του «Η Ράισα το ‘σκασε» ο συγγραφέας καταπιάνεται με τις αναζητήσεις των εφήβων, το ρατσισμό, το σχολικό bullying, τη διαφορετικότητα, τον εθισμό στο διαδίκτυο αλλά και τις ουσίες. Μέσα από τις σελίδες του στέλνει το δικό του μήνυμα στους μαθητές: «Παιδιά, είμαστε εμείς εδώ, μην φοβάστε να μας πείτε το θέμα σας, μην φοβάστε να ρωτήσετε, θα βοηθήσουμε».

Ας ξεκινήσουμε αυτήν την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη με την τοποθέτησή σας στην τελευταία πρόταση του οπισθόφυλλου: «Το βιβλίο αυτό πραγματεύεται την αγωνιώδη αναζήτηση του εφήβου να ανήκει σε μια ομάδα, να είναι κοινωνικά αποδεκτός, θυσιάζοντας κάθε αναστολή στο βωμό της κοινωνικής ενσωμάτωσης…».


Ναι αυτό είναι και το θέμα του βιβλίου. Τα παιδιά πασχίζουν να ανήκουν κάπου, να είναι αποδεκτά από τον κύκλο τους. Βομβαρδίζονται από παντού με μηνύματα για ανθρώπους πετυχημένους, με σχέσεις, με φίλους, και με επαγγελματική αποκατάσταση. Κανένας όμως δεν τους πληροφορεί πόσο κόπο χρειάζεται και τι προσπάθεια πρέπει κάποιος να καταβάλει, για να τα αποκτήσει όλα αυτά. Μετά έχουμε και τα διάφορα τηλεοπτικά θεάματα που περνάνε λάθος μηνύματα. Για να πετύχεις στη ζωή σου αρκεί να πάρεις μέρος σε ένα από αυτά. Δυστυχώς δεν είναι έτσι. Η εφηβεία είναι μια περίοδος αλλαγών. Την χαρακτηρίζει η μοναξιά, η απομόνωση. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αντιμετωπίσεις τα συμπτώματα αυτά. Μερικοί απομονώνονται από τον κόσμο και κλείνονται στον εαυτό τους. Άλλοι γίνονται πιο κοινωνικοί, κάνουν πολλές παρέες. Και στους δύο κάτι λείπει. Οι δεύτεροι όμως είναι σαφώς καλύτερα, έχουν κάποιον να μιλήσουν. Οι πρώτοι τι θα κάνουν στα δύσκολα; Εδώ αρχίζουν όλα.

Η Ράισα είναι η βασική πρωταγωνίστρια του βιβλίου σας. Σκιαγραφείστε την προσωπικότητα αυτού του κοριτσιού.


Είναι ένα δωδεκάχρονο κοριτσάκι που έχει μετακομίσει πρόσφατα στην Αθήνα και προσπαθεί να ενσωματωθεί κοινωνικά. Αν και ξέρει πολύ καλά τα Ελληνικά, έχει πάει σε ελληνικό σχολείο, οι γονείς της την κρατούν στο σπίτι και δεν την αφήνουν να βγαίνει έξω συχνά. Είναι βλέπετε και μουσουλμάνα από ένα χωριό της Ροδόπης. Εκτός λοιπόν από το σοκ της μεγαλούπολης πρέπει να αντιμετωπίσει και την διαφορετικότητά της. Οι λίγοι φίλοι της, και κατά κύριο λόγο η Ζέλα, τα έχουν καταφέρει καλύτερα μια και απολαμβάνουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία από αυτήν. Οι γονείς της όμως, όπως και οι περισσότεροι άλλωστε, φοβούνται τους «ξένους» και προσπαθούν να κρατήσουν τα παιδιά τους κοντά. Έτσι το κοριτσάκι παραμένει μέσα στον δικό του προστατευτικό κύκλο και είναι εντελώς «άβγαλτο». Από εδώ και πέρα όλα είναι θέμα χρόνου και καταστάσεων.

Η Ζέλα, ο Αϊχάν, ο Τζατίν, είναι τα πρόσωπα που θα παίξουν το καθένα το δικό του ρόλο στην απόφασή της να φύγει από το σπίτι. Εκείνο όμως που θα την οδηγήσει στο πλοίο για την Κω είναι οι απειλές της φίλης της Νεμρούτ από το ΕΠΑΛ, που σε μια κρίση ζήλιας της είπε πως θα αποκαλύψει την αλήθεια στον πατέρα της. Ποια είναι αυτή η αλήθεια και γιατί ήταν μονόδρομος η φυγή για εκείνη;


«Έρως ανίκατε μάχαν», η αλλιώς «έρωτας είναι η αιτία». Η Ράισα αγάπησε, και δυστυχώς για αυτήν, το λάθος άτομο. Ο Τζατίν, ωραίος καλοντυμένος και «μέσα σε όλα», ήταν το ιδανικό ταίρι. Εκτός όμως από την εμπλοκή του με τις «ουσίες», είχε και ένα άλλο μειονέκτημα: ήταν δεσμευμένος. Η Νεμρούτ δεν παραχωρούσε κανένα δικαίωμα στο φίλο της να κάνει παρέα με «άλλες» και όταν το έμαθε έγινε έξω φρενών. Εδώ πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και την κλειστή κοινωνία που δημιουργούν οι διάφορες εθνότητες μέχρι να προσαρμοστούν και να ενσωματωθούν. Εκεί όλα μαθαίνονται, όπως σε ένα μικρό χωριό, και ακολουθούν ζηλοτυπίες, έριδες και απειλές. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον αν σου πάρουν το αγόρι σου… βγάζεις «μάτια», και απειλείς… να «σκοτώσεις». Πρέπει να ξεπλύνεις το άδικο. Τον τελευταίο καιρό μάλιστα, τα κορίτσια όλο και πιο πολύ από τα αγόρια, διεκδικούν τους συντρόφους τους, ανεξάρτητα από την χώρα προέλευσής τους. Τα αγόρια το βλέπουν πιο «cool», δεν τσακώνονται για τα κορίτσια πια. Από την πείρα μου, στο σχολείο, ξέρω ότι αν ένα κορίτσι πει «θα σε σκοτώσω, μου πήρες το αγόρι μου», κατά πάσα πιθανότητα το εννοεί! Θα σου κάνει κάτι κακό. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η Ράισα είναι εντελώς αθώα σε τέτοια πράγματα. Είναι πολύ εύκολο να πανικοβληθεί ειδικά αν την απειλήσουν ότι θα το πουν και στην οικογένειά της, το τελευταίο της καταφύγιο. Και μετά είναι και ο μπαμπάς, βαθιά παραδοσιακός, δεν εγκρίνει καμία παρέκκλιση στην κόρη του. Η Ράισα τον φοβάται. Ξέρει ότι αν το μάθει πάει και η τελευταία της ελευθερία, πάνε τα θελήματα που την έστελνε να κάνει, θα μείνει για πάντα κλεισμένη στο σπίτι. Ποια είναι η λύση λοιπόν; Να φύγει από το σπίτι. Όλοι είναι εναντίον της. Δεν της έμεινε τίποτα.

Το πρώτο τσιγαριλίκι, το πρώτο φτιάξιμο… Εδώ βλέπουμε πως καταπιάνεστε μ’ ένα κεφάλαιο που είναι η μεγαλύτερη αγωνία των γονιών. Τι μερίδιο ευθύνης έχουν οι γονείς στον λάθος δρόμο που ακολουθούν τα παιδιά;


Εδώ πραγματικά έχουμε ένα μεγάλο θέμα. Οι γονείς θέλουν να προστατεύσουν τα παιδιά τους από αυτούς τους «κινδύνους» αλλά από την άλλη δεν τους μιλάνε για αυτά τα θέματα, είναι ταμπού. Λες και κάποιο μαγικό ραβδάκι θα φέρει τα πράγματα στη θέση τους αν κάτι πάει στραβά. Δυστυχώς εκεί έξω υπάρχουν πραγματικοί κίνδυνοι. Υπάρχουν άτομα που δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα. Η υπερπροστασία των γονέων και η έλλειψη ειλικρινούς επικοινωνίας αφήνουν τα παιδιά στο έλεος των ασυνείδητων. Ο Τζατίν είναι ένα βαποράκι. Πουλάει έρωτα στα κορίτσια και μετά τα βάζει στα ναρκωτικά. Αυτές είναι καταστάσεις που συμβαίνουν πραγματικά. Όταν είσαι σε μια παρέα και όλοι οι άλλοι κάνουν τσιγαριλίκι είναι πολύ δύσκολο να πεις όχι, πρέπει να πάς με το ρεύμα, και φυσικά πάνε οι αναστολές σου. Αλλά ακόμα και τότε, αν υπάρχει επικοινωνία με τους γονείς, τα πράγματα μπορούν να αντιστραφούν. Δυστυχώς αυτό δεν γίνεται συχνά. Η οικονομική κρίση έχει σπρώξει τους γονείς μακριά από τα παιδιά τους. Πώς θα τους μιλήσεις αν γυρνάς στις δέκα το βράδυ και πρέπει να κάνεις τα πάντα για να πάς στη δουλειά σου την άλλη μέρα το πρωί; Δυστυχώς δεν υπάρχει χρόνος για επικοινωνία και τα παιδιά αυτά πέφτουν στην παγίδα.

Και όλα αυτά σε συνδυασμό με το πρώτο φιλί και το πρωτόγνωρο ερωτικό σκίρτημα έκαναν το κορίτσι πολύ ευάλωτο. Από ποιον θα μπορούσε να ζητήσει βοήθεια η Ράισα και όλα αυτά τα παιδιά εκεί έξω που είναι ευάλωτα από επιτήδειους που φορούν τη μάσκα του φίλου;


Ευτυχώς υπάρχουν πολλές δομές βοηθείας εκεί έξω. Το θέμα είναι να ενημερώνονται τα παιδιά για αυτές, να ξέρουν πού να ζητήσουν βοήθεια. Το «Χαμόγελο του παιδιού» κάνει εξαιρετική δουλειά και ευτυχώς δεν είναι το μόνο. Υπάρχουν οι Συμβουλευτικοί Σταθμοί Νέων, οι Δημοτικοί Ψυχολόγοι – Οικογενειακοί Σύμβουλοι, η Γραμμή Νέων, οι τετραψήφιοι αριθμοί, και άλλα πολλά ακόμα. Τελευταία προστέθηκε και ο σχολικός ψυχολόγος σε κάποιες δομές που το έχουν πολύ ανάγκη, όπως στα ΕΠΑΛ. Μακάρι να επεκταθεί σε όλα τα σχολεία. Αλλά η πιο σημαντική στήριξη είναι από τον στενό σου κύκλο από την οικογένεια και τους φίλους σου. Πρόσεχε λοιπόν ποιους έχεις φίλους. Αυτό κάνει την διαφορά. Όταν έρθει η ώρα ο πραγματικός φίλος θα σε τραβήξει έξω, θα σου σταθεί στα «δύσκολα», ο κακός θα σε σπρώξει πιο βαθειά, και τότε πάει, έγινε το κακό.

Η Ράισα εντοπίστηκε από τους φίλους της μέσω του facebook και είπε πως είναι καλά χωρίς να δώσει πληροφορίες για το πού βρίσκεται. Βλέπουμε λοιπόν πως το διαδίκτυο όταν χρησιμοποιείται σωστά είναι ένα δυνατό εργαλείο. Παιδιά στην ηλικία της Ράισα πόσο εύκολο είναι να παρασυρθούν από την κακή του χρήση;


Δυστυχώς η χρήση διαδικτύου, μέχρι στιγμής, είναι πολύ επιβλαβής. Μη με παρεξηγήσετε σε αυτό που σας λέω, αλλά σαν καθηγητής Πληροφορικής ξέρω πολύ καλά ότι η χρήση του είναι αλόγιστη. Βλέπετε υπάρχει και ένα επιπλέον πρόβλημα. Οι περισσότεροι γονείς των παιδιών σήμερα δεν έχουν ψηφιακή παιδεία. Δεν μπορούν να ελέγξουν τα παιδιά τους. Οι περισσότεροι μάθανε το Διαδίκτυο όταν ήταν πια μεγάλοι και έτσι μπόρεσαν να έχουν κάποιο έλεγχο πάνω του. Νομίζουν λοιπόν ότι είναι το ίδιο και για τα παιδιά. Όμως αυτό είναι μεγάλο λάθος. Τα παιδιά έχουν πολύ μικρές αντιστάσεις. Όλα, από τα δεκάχρονα και πάνω, έχουν Facebook, Instagram, Viber και ένα σωρό άλλα. Πολύ εύκολα λοιπόν πέφτουν σε παγίδες όπως η «Μπλε φάλαινα» που έχει σκοτώσει πολλά παιδιά μέχρι τώρα. Αρκετά χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για να επικοινωνούν με τους φίλους τους. Όταν οι φίλοι όμως γίνονται εχθροί τότε αρχίζουν οι βρισιές, οι ανακοινώσεις μυστικών, οι αναρτήσεις προσωπικών φωτογραφιών, η διασπορά ψευδών ειδήσεων, το cyber bullying. Και ένα στατιστικό που πιθανόν δεν ξέρετε: η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο αριθμό, αναλογικά, ενηλίκων εθισμένων στο διαδίκτυο. Πώς θα μπορέσουν αυτοί οι άνθρωποι να ελέγξουν τα παιδιά τους; Αρκετοί επίσης το χρησιμοποιούν για να τα απασχολήσουν, να ησυχάσουν για λίγο. Αυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Αν το παιδάκι παίζει όλη μέρα με το τάμπλετ από τα τέσσερά του, είναι πολύ εύκολο να αναπτύξει εθισμό. Μετά θα τρέχουν να το μαζέψουν όταν θα ξενυχτάει στις βιντεολέσχες. Ευτυχώς που η Αστυνομία έχει μονάδα Δικτυακού Εγκλήματος και προλαβαίνει αρκετά έκτροπα. Κάπως έτσι ανακαλύψαμε και πού ήταν τελικά η Ράισα.

Το βιβλίο σας, το οποίο έχει την ταυτότητα του κοινωνικού μυθιστορήματος αγγίζει ένα πολύ ευαίσθητο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας: τους έφηβους κι ένα μεγάλο κεφάλαιο της εκπαιδευτικής κοινότητας: το σχολικό bullying. Τι μηνύματα στέλνετε και σε ποιους απευθύνονται μέσα από την ιστορία της Ράισα;


Το πρώτο μήνυμα είναι για τα παιδιά, για τους εφήβους, για τους μαθητές μας. «Παιδιά, είμαστε εμείς εδώ, μην φοβάστε να μας πείτε το θέμα σας, μην φοβάστε να ρωτήσετε, θα βοηθήσουμε». Οι εκπαιδευτικοί είναι κοντά στα παιδιά. Παρ’ όλες τις ταλαιπωρίες που έχουν περάσει τα τελευταία χρόνια παρ’ όλη την απαξίωση και την άρνηση είναι εδώ δίπλα στα παιδιά μας για να βοηθήσουν. Αυτός είναι ο ρόλος τους και τον κάνουν πολύ καλά.
Το δεύτερο μήνυμα, πιστεύω και το πιο αναγκαίο, είναι για τους γονείς. Είναι η απάντηση σε μία πάγια ερώτηση που κάνουν όταν κάτι πάει στραβά με το παιδί τους – «εσείς τι κάνετε;» και φυσικά απευθύνονται στους εκπαιδευτικούς, στους δασκάλους, σε μας. Η απάντηση εδώ είναι -«Πολλά παραπάνω από ό,τι νομίζει ο καθένας». Οι δάσκαλοι καλούνται να κλείσουν όλα τα κενά που δημιουργεί η έλλειψη γονέα στο σπίτι. Ξέρετε, οι περισσότερες οικογένειες είναι πια μονογονεϊκές, στις μεγάλες πόλεις τουλάχιστον. Έτσι ο εκπαιδευτικός καλείται να παίξει το ρόλο του μπαμπά, που λείπει από το σπίτι, της μαμάς, που προσπαθεί να τα φέρει όλα βόλτα: παιδιά, σπίτι, φαΐ, και του σχολικού ψυχολόγου, όταν τα πράγματα έχουν στραβώσει πια και οι γονείς φοβούνται να αποταθούν στις ανάλογες δομές. Εμείς λοιπόν κάνουμε ό,τι μπορούμε για να καλύψουμε τα κενά, αλλά δυστυχώς δεν φτάνει αυτό. Ο εκπαιδευτικός έρχεται σε επαφή με το παιδί μία δύο ή τέσσερις ώρες σε κάποια μαθήματα. Τι να πρωτοκάνει, το δάσκαλο, το γονέα, τον ψυχολόγο. Από την άλλη η κοινή γνώμη είναι εναντίον μας. Αν ο καθηγητής απαξιώνεται από τους γονείς, τι έργο να κάνει; Ποιος μαθητής θα τον ακούσει; Θα ήθελα κάποιες φορές ένας από αυτούς τους γονείς να μείνει μόνος με είκοσι πέντε παιδιά σε μία τάξη. Τότε πιστεύω θα καταλάβει.

Σχολικός εκφοβισμός. Με την ιδιότητα όχι μόνο του εκπαιδευτικού αλλά και του ανθρώπου που ασχολήθηκε με τη Συμβουλευτική Ευαίσθητων Ομάδων, πού αποδίδετε την έξαρση αυτής της νεανικής παραβατικότητας;


Η νεανική παραβατικότητα και ο εκφοβισμός δεν είναι κάτι νέο. Ας θυμηθούμε λίγο τα νιάτα μας. Πόσοι από τους πιο παλιούς δεν θυμούνται τις φορές που γύρισαν σπίτι από το σχολείο με σκισμένα γόνατα, επειδή κάποιος πιο δυνατός τους έσπρωξε, με ανοιγμένα κεφάλια από τον πετροπόλεμο, με γδαρσίματα και πληγές από τσακωμούς στο προαύλιο. Πόσοι από μας δεν έχουν φάει ξύλο από ένα μεγαλύτερό τους που τους φέρθηκε άσχημα ή τους πήρε τα χρήματα. Και ξαφνικά προέκυψε ο σχολικός εκφοβισμός. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο, η ταμπέλα είναι. Βέβαια τα πράγματα έχουν γίνει πιο πολύπλοκα. Ήρθαν και οι μετανάστες. Η κοινωνία μας βρέθηκε απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Υπάρχουν τόσες διαφορετικές κουλτούρες και μερικές έχουν άλλη άποψη για τη βία. Έχουν έρθει από εμπόλεμες ζώνες, έχουν χάσει τα σπίτια τους, έχουν χάσει δικούς τους, έχουν διαφορετικά ήθη, άλλα έθιμα και συνήθειες. Έχουν απευαισθητοποιηθεί. Έτσι δημιουργείται ένα πιο εκρηκτικό μείγμα από παλιά. Όπως είναι φυσικό σε αυτό το περιβάλλον η παραβατικότητα θεριεύει.

Η εκπαιδευτική κοινότητα στη χώρα μας έχει την αναγκαία κατάρτιση ώστε να αντιμετωπίζει σωστά τέτοιες καταστάσεις; Τι λέει η εμπειρία σας;


Μάλλον όχι. Όταν διορίστηκα, μετά το πανεπιστήμιο, συνειδητοποίησα ότι η θεωρία από την πράξη είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα. Η πρώτη μου φορά στην τάξη ήταν πραγματική εμπειρία, ίσως και λίγο τραυματική. Αμέσως κατάλαβα ότι η συναναστροφή με εφήβους είναι δραστηριότητα για γερά νεύρα και έπρεπε να προετοιμαστώ κατάλληλα. Γύρισα πίσω στο Πανεπιστήμιο και έκανα ένα μεταπτυχιακό στη Γνωσιακή Ψυχολογία για να μπορέσω να ανταποκριθώ. Επέστρεψα στο σχολείο με πολλά περισσότερα εφόδια από αυτά που δίνουν τα προπτυχιακά προγράμματα αλλά, το πιο σημαντικό ίσως, γνώρισα και πολλούς ανθρώπους που έφερα στο σχολείο και με βοήθησαν μετά. Δυστυχώς αυτό δεν είναι ο κανόνας. Ο καθηγητής, ο δάσκαλος κολυμπάει μόνος του στα βαθιά νερά. Αν τα καταφέρει καλώς, γίνεται ένας καλός καθηγητής. Αν όχι, τότε καταφεύγει στα ψυχοφάρμακα όπως η κ.Χλόη στο βιβλίο. Οι επιμορφώσεις από την πολιτεία είναι σποραδικές και δεν παρέχουν κανένα κίνητρο στον καθηγητή. Ποιος θα θυσιάσει όλα τα απογεύματά του για μήνες χωρίς αντίτιμο. Δυστυχώς πολύ λίγοι, και έτσι η κατάσταση χειροτερεύει.

Οι γονείς της Ράισα είναι μουσουλμάνοι από τη Θράκη και κάποιοι από τους κεντρικούς σας ήρωες έχουν καταγωγή από την Αλβανία. Πιστεύετε πως αυτά τα παιδιά αποτελούν πιο εύκολο στόχο σχολικού εκφοβισμού;


Όχι! Ο σχολικός εκφοβισμός δεν μπορεί να περιοριστεί σε εθνοτικές ομάδες. Είναι ένα γενικό φαινόμενο. Ο κόσμος φοβάται το διαφορετικό. Πάντα το φοβόταν, αυτό δεν αλλάζει. Απλά τώρα έχει περισσότερες ευκαιρίες να το εκφράσει. Όταν τα παιδιά βλέπουν κάποιον με μία διαφορά τους κεντρίζει το ενδιαφέρον. Μερικά το σχολιάζουν ή ρωτάνε τους συμμαθητές τους γι’ αυτό. Είναι πολύ εύκολο να παρεξηγήσεις ή να παρεξηγηθείς σε αυτή τη φάση, ειδικά όταν εμπλέκεσαι με διαφορετικά ήθη και έθιμα. Αλλά δεν μπορούμε να το περιορίσουμε στους αλλοδαπούς μόνο. Ποιός δεν θυμάται τον χαζό, τον παλαβό, τον ανάπηρο του χωριού, που όλοι κάποια στιγμή στοχοθέτησαν. Αυτό που θέλει πολύ προσοχή όμως είναι ότι στην πόλη υπάρχουν πολλοί, και μπορούν να ομαδοποιηθούν πιο εύκολα. Τότε σχηματίζονται συμμορίες ανηλίκων, εξωσχολικών, εκβιαστών, μικροαπατεώνων, βαποράκια. Ακούστε λίγο πιο προσεκτικά τις ειδήσεις κάθε μέρα. Οι συμμορίες είναι πολυεθνικές, υπάρχουν όλες οι εθνότητες μέσα και φυσικά δεν λείπουν οι Έλληνες. Στην πόλη επίσης μπορούν να κρυφτούν πιο εύκολα μέσα στη μάζα, να καμουφλαριστούν πιο εύκολα, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί παντού και εμείς και τα παιδιά μας.

Πώς βλέπετε τον ρατσιστικό σχολικό εκφοβισμό; Ποια συμβουλή θα δίνατε στους μαθητές που ίσως διαβάσουν το βιβλίο σας;


Είμαστε όλοι μετανάστες. Ας το καταλάβουμε κάποτε. Δεν μπορούμε να είμαστε ρατσιστές, ειδικά εμείς οι Έλληνες που έχουμε πάει στα πέρατα της γης. Το παιδί που έφυγε από το χωριό του για να πάει στην πόλη, ο μετανάστης που πάει στο εξωτερικό για μια καλύτερη μοίρα, ακόμα και το παιδί που αλλάζει σχολείο πιστεύω ότι μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει πρόσφυγας. Άμα σκεφτούμε λιγάκι όλοι έχουμε βρεθεί σε μια τέτοια θέση και ίσως να έχουμε συγγενείς σε κάποια χώρα στο εξωτερικό. Μπορεί να ήταν και πιο δύσκολο για μας, δεν μπορώ να πω. Ο βαθμός ποικίλει ανάλογα με τις καταστάσεις. Δεν έχουμε λοιπόν δικαίωμα να είμαστε ρατσιστές. Θα συμβούλευα λοιπόν τους λίγους αυτούς εξυπνάκηδες να αναλογιστούν αν θα ήθελαν να βρίσκονται στην ίδια θέση με αυτόν που ενοχλούν και κοροϊδεύουν. Αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους, να μην ανέχονται τέτοιες συμπεριφορές σε τρίτους από κανένα. Όταν ο ταραξίας διαπιστώσει ότι απομονώθηκε από το σύνολο σταματάει αμέσως, τις περισσότερες φορές ό,τι κάνει είναι για να τραβήξει την προσοχή. Μηδενική ανοχή λοιπόν σε φαινόμενα σχολικής βίας η ρατσισμού.

Με αφορμή αυτό που διαβάζω στην πρώτη σας σελίδα: «Για το παιδί της διπλανής πόρτας αλλά και κάθε παιδί» ρωτώ το εξής: Πότε οι γονείς πρέπει να καταλάβουν πως η διπλανή πόρτα μπορεί να είναι η πόρτα του παιδικού δωματίου του δικού τους σπιτιού;


Όταν παρατηρήσουν κάτι διαφορετικό στο παιδί τους, θα πρέπει «να χτυπήσει ένα καμπανάκι». Αυτό όμως, ιδιαίτερα στην εφηβεία, είναι πολύ δύσκολο να τεκμηριωθεί αν πρόκειται για κάτι καλό η καλό. Ο έφηβος αλλάζει διαθέσεις πολύ εύκολα. Πρέπει να δείχνουν σημασία σε κάθε σύμπτωμα σε κάθε μεταβολή είτε εξωτερική είτε εσωτερική. Και αν αντιληφθούν ότι κάτι πάει στραβά τότε πρέπει να είναι ακόμα πιο προσεκτικοί. Ξέρετε, η πρώτη αντίδραση είναι πάντα η άρνηση. Αμέσως μετά ακολουθεί ο θυμός. Οι δύο αυτές καταστάσεις κάνουν τα πράγματα δύσκολα, δεν μπορούν να διαχειριστούν τις καταστάσεις. Όταν βρίσκεσαι σε άρνηση λες – «ποτέ το δικό μου παιδί!». Όταν βρίσκεσαι σε θυμό λες «γιατί το δικό μου παιδί;». Πώς με αυτή τη διάθεση θα καταλάβεις το πρόβλημα του παιδιού σου, την κραυγή αγωνίας του, την προσπάθειά του να σου τραβήξει την προσοχή; Οι περισσότεροι γονείς θα βιαστούν να το κουκουλώσουν, σαν κάτι ασήμαντο, που δεν τους αφορά. Τότε θα πρέπει να καταλάβουν!

Ποια είναι τα πρώτα δείγματα ότι κάτι δεν πάει καλά στη ζωή του παιδιού μας;


Τα σημάδια είναι σχετικά εύκολα να εντοπιστούν αλλά πολύ δύσκολο να αναλυθούν ως προς την αιτία τους. Για μένα κυρίαρχο σημάδι είναι η ανορεξία και η αϋπνία. Μετά ακολουθεί η αφηρημάδα, οι άσχημες σκέψεις, οι εξάρσεις, οι διαπληκτισμοί, η ασυνέπεια και όλα τα υπόλοιπα. Η έλλειψη φαγητού και ύπνου όμως δείχνει ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι κάτι το βασανίζει το παιδί. Εκεί οι γονείς θα πρέπει να ζητήσουν βοήθεια, από όπου μπορούν. Δεν πρέπει να διστάσουν, και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να το αγνοήσουν.

Ας αφήσουμε τους αναγνώστες να διαπιστώσουν αν η Ράισα επέστρεψε ή όχι στο σπίτι και στην τάξη της. Η πραγματικότητα είναι πως ένας αριθμός παιδιών που εξαφανίζονται δεν επιστρέφουν ποτέ. Τι γίνονται αυτά τα παιδιά;


Καταλήγουν σε άλλες «υποστηρικτικές δομές» συχνά παράνομες. Κάνουν χρήση ουσιών ή εκδίδονται. Ο κύκλος είναι γνωστός. Ξεκινάνε από τα ναρκωτικά και μετά πέφτουν στην παρανομία. Για να φτιαχτούν κάνουν μικροκλοπές η μπαίνουν σε συμμορίες. Όσο αντέξουν! Πολύ λίγα καταφέρνουν να επιβιώσουν, και αλήθεια τι κόστος πληρώνουν για αυτό. Υπάρχει όμως και μια άλλη πολύ πιο επικίνδυνη πιθανότητα, να πουληθούν για ανταλλακτικά σε κάποιο συμβατό δότη. Το βλέπουμε συχνά τα τελευταία χρόνια.

«Το παρόν βιβλίο είναι το πρώτο της σειράς «Σχολικά Παραστρατήματα», αναφέρετε στον τίτλο του οπισθόφυλλού σας. Μιλήστε μας γι αυτήν τη σειρά.


Από πρωτοδιόριστος καθηγητής μου άρεσε να κρατάω ημερολόγιο. Σε αυτό κατέγραφα όλα τα παράξενα περιστατικά που αντιμετώπιζα στο σχολικό περιβάλλον. Και είναι πολλά. Οι συνάδελφοί μου παρατηρούσαν – «όλο γράφεις, μα τι γράφεις πια;». Δεν σκέφτηκα ποτέ ότι κάτι μπορεί να προκύψει από αυτό. Όμως τα περιστατικά όλο και πληθαίνανε έγιναν πολλά σαν διαδήλωση, θέλανε να φωνάξουν. Από εκεί λοιπόν αντλώ τις ιστορίες μου, αλλά όχι μόνο. Τα «Σχολικά Παραστρατήματα» είναι βγαλμένα από τις εμπειρίες μου, τα γεγονότα που με σημάδεψαν, τα παιδιά που ψάχνανε να μεγαλώσουν και κάνανε λάθη. Υπάρχει πολλή αγάπη για αυτά τα παιδιά, που θέλω να την δώσω με κάθε τρόπο, και ένας από αυτούς είναι και τα βιβλία που γράφω. Ίσως κάποιος μαθητής να τα διαβάσει και να δει τον εαυτό του εκεί, να βρει μια λύση. Όλες οι ιστορίες μου έχουν πραγματικό υπόβαθρο αλλά είναι δραματοποιημένες κατάλληλα ώστε να βγάζουν ένα «ηθικό δίδαγμα». Σε πολλές συνδυάζονται παρόμοια περιστατικά και δίνονται πιθανές λύσεις. Μερικές είναι αυτές που θα ήθελα να είχα δώσει τότε και εγώ, αλλά δεν μπόρεσα, κατά κύριο λόγο από απειρία. Μακάρι να το δουν τα παιδιά αλλά και οι γονείς τους.

Η επόμενη συγγραφική σας δουλειά θα αποτελεί μέρος της ίδιας σειράς;


Και ναι, και όχι. Έχω ανοίξει πολλά θέματα και είμαι και εγώ περίεργος να δω ποιο θα με κερδίσει πρώτο. Το επόμενο βιβλίο της σειράς «Ο μπελάς με το αγγελικό πρόσωπο» προχωράει πολύ καλά και το υλικό είναι τρομερά επίκαιρο. Περιγράφει μια συμμορία ανηλίκων που σχηματίστηκε στο χώρο του σχολείου και περιγράφει τις αμαρτίες των γονέων που ταλανίζουν αυτά τα παιδάκια. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που με «πνίγει» και θέλω να το βγάλω στην επιφάνεια. Το άλλο βιβλίο, το «Εμείς δεν τα φάγαμε μαζί», που ασχολείται με την αμαρτωλή περίοδο των επιδοτήσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πρώτο και δεύτερο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Είναι η περίοδος που δούλευα στον ιδιωτικό τομέα, και εκεί τα πράγματα ήταν πιο άγρια. Ας δούμε ποιο θα κερδίσει.

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Ένας μεσόκοπος άντρας γύρω στα πενήντα, με φθαρμένα ρούχα και ένα μαύρο σακάκι, μπήκε μέσα. Κοίταζε γύρω του σαν χαμένος, δεν τον είχα ξαναδεί στο σχολείο. «Καλημέρα σας, είστε ο πατέρας της Ράισα;» ρώτησα βιαστικά. «Όχι, ο θείος της…» μου διευκρίνισε διστακτικά. «Η Ράισα αγνοείται από χθες το βράδυ» πρόσθεσε χαμηλόφωνα, κοιτάζοντας κάτω. «Περάστε στο γραφείο μου» του είπα έκπληκτος. «Μα καλά, σας έχω ειδοποιήσει από χτες το μεσημέρι», συνέχισα επικριτικά. Η έκπληξή μου είχε μετατραπεί σε θυμό τώρα. «Η Ράισα έκανε κοπάνα από το σχολείο δύο ώρες στο τέλος της μέρας, τηλεφώνησα στην μητέρα της και την ενημέρωσα, δεν ανησυχήσατε;» ρώτησα απότομα. «Είχαμε δουλειές, δεν μπορούσαμε», μου απάντησε κοφτά. Στο ύφος του διέκρινα μια έκφραση ενοχής. Ποιος δεν θα είχε, αν είχε χάσει το παιδί του από δική του αμέλεια. «Δεν μπορούσατε; Και τώρα τι κάνετε εδώ;»
Σε κάποιον ειδικό, τα σημάδια είναι εμφανή: Παραμέληση ανηλίκου, κοινωνικός αποκλεισμός, ύποπτες παρέες, μοναξιά. Και μετά γίνεται η έκρηξη, η φυγή του παιδιού από το σπίτι και η αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης, που τις περισσότερες φορές μόνο περιπέτειες και κακουχίες φέρνει. Το βιβλίο αυτό πραγματεύεται την αγωνιώδη αναζήτηση του εφήβου να ανήκει σε μία ομάδα, να είναι κοινωνικά αποδεκτός, θυσιάζοντας κάθε αναστολή στον βωμό της κοινωνικής ενσωμάτωσης. Αυτή είναι η ιστορία της Ράισα και του Νικόλα, αλλά και τόσων άλλων παιδιών δίπλα μας.

Βιογραφικό
Ο Γιώργος Κεραμιδάς σπούδασε στη Νέα Υόρκη, από όπου πήρε πτυχίο στη Φυσική και μεταπτυχιακό στη Φυσική και την Ηλεκτρολογία. Από το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο της Αθήνας, πήρε ειδίκευση στη Γνωσιακή Επιστήμη, με έμφαση στις θεωρίες μάθησης. Παράλληλα, ασχολήθηκε με τη Συμβουλευτική Ευαίσθητων Ομάδων και την Προσωπική Ανάπτυξη, παρακολουθώντας μαθήματα του Πανεπιστημίου Αιγαίου, σεμινάρια και διαλέξεις. Εργάστηκε επί σειρά ετών ως Τεχνικός Σύμβουλος και αργότερα ως υπεύθυνος του Τεχνικού Τμήματος, επιβλέποντας έργα τηλεματικής και ΕΠΕΤ του 2ου ΚΠΣ για τον ιδιωτικό τομέα. Στη συνέχεια διορίστηκε καθηγητής Πληροφορικής. Έπειτα ως υπεύθυνος ΠΛΗΝΕΤ της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Α΄ Αθήνας, επόπτευε τα εργαστήρια πληροφορικής της Διεύθυνσης. Οργάνωσε πλήθος σεμιναρίων, ενώ συντόνισε και διηύθηνε την επιμόρφωση των καθηγητών Πληροφορικής της Α΄ Αθήνας στο μέτρο 4.1 της ΚτΠ. Τα τελευταία χρόνια διετέλεσε Διευθυντής σε γυμνάσιο όπου εισήγαγε πλήθος καινοτόμων προγραμμάτων, όπως «Συνεργατική Μάθηση», «WRS Robotics», «LEGO Mindstorms», «Σεμινάρια διδακτικής και προσωπικής ανάπτυξης», hip-hop, μαγειρική, αλλά και προγράμματα σίτισης για ευπαθείς ομάδες της περιοχής.