Συγγραφέας του βιβλίου «Ολική έκλειψη καρδιάς» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Η ιστορία πίσω από τον τίτλο του νέου μυθιστορήματος της Μαρίας Παναγοπούλου, μπορεί να διαδραματίζεται σε μια αστραφτερή εποχή, κρύβει όμως μέσα της όχι μόνο περιπέτεια και μυστήριο αλλά και ανατροπές που κόβουν την ανάσα. Νεανικοί έρωτες, ανέμελα ταξίδια, μουσική, παιδικές φιλίες σ’ εκείνη τη λαμπερή δεκαετία του ΄80, που όλα ήταν αλλιώς. Η ζωή τα ‘φερε, έτσι που οι έρωτες των πρωταγωνιστών της καλύφθηκαν από σύννεφα, το ανέμελο ταξίδι τους στην Τήνο κατέληξε σε εφιάλτη μετά από μία ανεξήγητη εν πλω εξαφάνιση και οι φιλίες δοκιμάστηκαν σκληρά. Όταν χρόνια αργότερα η αλήθεια θα βγει στην επιφάνεια θα είναι εκτυφλωτική και θα περιστρέφεται πάνω από τα κεφάλια τους σαν ντισκομπάλα, λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας που είδε την «Ολική έκλειψη καρδιάς» να λειτουργεί σαν όαση μέσα σε αυτή τη γκρίζα συννεφιά της εποχής που ζούμε.

Δεκαετία του ’80. Τελικά η διαίσθησή σας επαληθεύτηκε. Όσοι είμαστε κομμάτι εκείνης της παρεξηγημένης εποχής, όπως την αποκαλείτε, τη θυμόμαστε με νοσταλγία. Το πόσο επηρέασε εσάς, φάνηκε μέσα από μια ολική έκλειψη. Πώς ήταν όμως η δική σας ζωή εκείνη τη δεκαετία; Ποιο ήταν το πιο μεγάλο σας όνειρο;
Η αγάπη με την οποία υποδέχτηκε το αναγνωστικό κοινό την “Ολική έκλειψη καρδιάς” μού δείχνει πως πράγματι η διαίσθησή μου επαληθεύτηκε. Όπως αναφέρω και στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου “η δεκαετία του ΄80 είναι τα νιάτα μου, τα πιο ανέμελα χρόνια της ζωής μου”. Μεγάλωσα στον Πειραιά, όπως και η παρέα που πρωταγωνιστεί στην ιστορία μου, σε ένα σπίτι που η πόρτα του ήταν πάντα ανοιχτή για να υποδεχτεί φίλους. Το σταθερό τηλέφωνο ήταν για πολλούς από εμάς πολυτέλεια, ωστόσο ελάχιστα μας ενδιέφερε, αφού επικοινωνούσαμε με τον “ορθόδοξο” τρόπο: κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον στα μάτια. Σε αντίθεση με την Αρετή, την κεντρική ηρωίδα του βιβλίου μου, η οποία από μικρό κορίτσι πίστευε πως ο προορισμός της ήταν ο γάμος, εγώ δεν είχα καλή σχέση με τα νυφικά και ονειρευόμουν να κάνω καριέρα δημοσιογράφου, αφήνοντας για πολύ αργότερα τη δημιουργία οικογένειας. Τελικά η ζωή μου επιφύλασσε μια μεγάλη ανατροπή, αφού παντρεύτηκα στα 22 μου, υπενθυμίζοντάς μου πως όταν οι άνθρωποι κάνουμε σχέδια, ο Θεός γελάει.


Αν και λαμπερή δεκαετία η πραγματική ιστορία που πραγματεύεται το βιβλίο σας είναι στενάχωρη. Μια μυστηριώδης εξαφάνιση ανατρέπει τη ζωή μιας νεανικής παρέας που ταξιδεύει για την Τήνο. Στα πέντε δέκα λεπτά που η Αρετή απομακρύνεται από τον Ανδρέα, εκείνος εξαφανίζεται. Πόσο θα κρατήσει η αναζήτησή του και τι θα προκύψει από την έρευνα στο πλοίο;
Είναι μια αγωνιώδης ιστορία, που εκτυλίχθηκε στην πιο αστραφτερή εποχή. Μια αναγνώστρια μου έγραψε ότι η “Ολική έκλειψη καρδιάς” της φάνηκε σαν ένα σκωτσέζικο ντους, που το καυτό νερό εναλλασσόταν με το παγωμένο σε ταχύτητες που δεν την άφησαν ούτε στιγμή να πλήξει. Η νεανική παρέα, όταν διαπιστώνει την εξαφάνιση του Ανδρέα από το πλοίο, ερευνά κάθε γωνιά του. Ακολουθεί ακόμη πιο εξονυχιστική έρευνα από το πλήρωμα και στη συνέχεια τη σκυτάλη παίρνουν οι λιμενικές αρχές, αλλά χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Ο άνεμος που φυσούσε εκείνο το βράδυ, τους οδηγεί κάποια στιγμή και σε ένα ακατοίκητο νησάκι, τον Σαν Τζώρτζη, με την ελπίδα πως τα κύματα θα έχουν παρασύρει μέχρι εκεί τον Ανδρέα ή έστω ένα στοιχείο που να οδηγεί σε εκείνον, αλλά ούτε αυτό συμβαίνει.


Είναι σίγουρο πως θα μας παιδέψει πολύ ως αναγνώστες η μυστηριώδης αυτή εξαφάνιση και σίγουρα θα λύσουμε κάθε απορία μας καθώς φθάνουμε στην κορύφωση της πλοκής. Ήταν, όμως, ο Ανδρέας ένας άνθρωπος που θα εξαφανιζόταν έτσι… ξαφνικά;
Τη δεκαετία του ΄80 οι σχέσεις ήταν πολύ πιο απλές σε σχέση με σήμερα και δεν υπήρχαν ορισμοί όπως “χειριστικός σύντροφος”, ωστόσο ο Αντρέας ήταν αυτό ακριβώς. Ένας άνθρωπος που επιδίωκε να χειραγωγεί τους άλλους, να παίζει με τα αισθήματά τους, να πληγώνει και να προδίδει, με μοναδικό στόχο να ικανοποιεί τις δικές του επιθυμίες. Χαίρομαι όταν μου λένε πως μέχρι και την τελευταία σελίδα του βιβλίου, εξηγείται κάθε συμπεριφορά του, γιατί είναι ένας χαρακτήρας που μελέτησα σε βάθος και δούλεψα πολύ για να τον δημιουργήσω. Μπορώ λοιπόν με βεβαιότητα να σας πω ότι ο Αντρέας είναι ο τύπος του ανθρώπου που εξαφανίζεται απροειδοποίητα, εάν έχει να κερδίσει κάτι από την εξαφάνισή του.


Αρετή, Βαρβάρα και Χριστίνα αυτοαποκαλούνται άγγελοι του Τσάρλι, επηρεασμένες από τη σειρά που επίσης θυμόμαστε με νοσταλγία. Μιλήστε μας γι’ αυτή τη φιλία που θα τις κρατήσει για πάντα δεμένες.
Η φιλία, κατέχει εξέχουσα θέση στο βιβλίο μου, όπως κατείχε τη δεκαετία του ΄80 στις ζωές των περισσότερων από εμάς. Τα τρία κορίτσια γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στις γειτονιές του Πειραιά, κάθισαν στα ίδια θρανία, μοιράστηκαν αγωνίες για το παρόν και όνειρα για το μέλλον τους και δέθηκαν με αυτόν τον αόρατο δεσμό που μας ενώνει με τους παιδικούς μας φίλους. Στο βιβλίο, όπως και στην πραγματικότητα, η φιλία τους δοκιμάζεται σκληρά και ο τρόπος που αγωνίζονται γι’ αυτήν είναι ένα σπουδαίο μάθημα που πήρα από τις τρεις τους.


Κοντά στις κοπέλες σε καλές και δύσκολες στιγμές, ο Παντελάρας, ο Μιχαλάκης και ο Μπης. Πόσο κοντά τους αισθανθήκατε όσο κινούσασταν στο δικό τους κόσμο και θα δούμε τελικά τη φιλία να συγκρούεται μετωπικά με τον έρωτα σ’ αυτό το συγγραφικό ταξίδι;
Τα ονόματα όλων των ηρώων του βιβλίου, ανήκουν σε συμμαθητές μου από το 1ο Λύκειο Πειραιά. Οι ίδιοι δεν έχουν σχέση με την αληθινή ιστορία, αλλά χωρίς αυτούς η δεκαετία του ΄80 δεν θα ήταν το ίδιο συναρπαστική για εμένα. Ο Παντελάρας, ο Μιχαλάκης και ο Μπης, λοιπόν, αποτελούν κομμάτια της νεανικής ζωής μου και στα δικά τους πρόσωπα προέβαλα στιγμές που βίωσα εκείνα τα χρόνια. Η σύγκρουση της φιλίας με τον έρωτα, ένα από τα κεντρικά θέματα της “Ολικής έκλειψης καρδιάς”, είναι επίσης κάτι που έζησα τη δεκαετία του ΄80 και γνωρίζω καλά πως είχε μεγάλη βαρύτητα στις ζωές των ανθρώπων. Η απόρριψη του συντρόφου μας από τους φίλους ή και το αντίστροφο, ήταν πηγή δυστυχίας.


Ο Ανδρέας είναι το πρόσωπο που μας κρατά ξάγρυπνους και αυτό το γνωρίζετε. Γνωρίζετε, επίσης, πως κάποια πρόσωπα συνδέονται στενά μαζί του, έκαναν πιο βασανιστικό το ξενύχτι μας. Πόσο σας παίδεψε αυτός ο χαρακτήρας και πόσο ανακουφιστήκατε όταν φθάσατε στον επίλογο του βιβλίου και επιτέλους «τα θαμμένα ψέματα βγαίνουν ορμητικά στην επιφάνεια»;
Κατ΄ αρχάς να σας πω ότι στο βιβλίο δεν τον αποκαλώ Ανδρέα αλλά Αντρέα, όπως συνηθιζόταν εκείνα τα χρόνια. Τον βάπτισα έτσι μετά από μια παρατήρηση του 28χρονου γιου μου, που μου είπε “ένας μοιραίος ήρωας στην Ελλάδα της δεκαετίας του ΄80, μόνο Αντρέας μπορεί να λέγεται”. Αντιμετώπισα μεγάλο πρόβλημα με τον εν λόγω χαρακτήρα αφού δεν κατάφερα ούτε στιγμή να τον κατανοήσω, κάτι που μου συμβαίνει πρώτη φορά σε βιβλίο μου. Το ενδιαφέρον είναι πως δέχομαι μηνύματα από αναγνώστριες που μου λένε πως οι ευθύνες δεν είναι όλες δικές του και εντυπωσιάζομαι από αυτό. Γράφοντας την ιστορία, είχα πρόθεση να τις επιρρίψω όλες πάνω του, αλλά βλέπω πως ο Αντρέας πήρε μια διάσταση που ξεπέρασε τη συγγραφική επιθυμία μου.


Περιπέτεια και μυστήριο εναλλάσσονται με γεγονότα μιας άλλης εποχής. Μυστικά και αγωνία κορυφώνονται μέχρι που κατάσταση θα μπλέξει πολύ όταν θα φθάσει σ’ εμάς τους αναγνώστες η λάμψη της αλήθειας. Δώστε μας κάτι από αυτή τη λάμψη…
Αντιλαμβάνομαι σε τι αναφέρεστε όταν λέτε «η λάμψη της αλήθειας» αλλά αντιλαμβάνεστε κι εσείς πως αν επεκταθώ θα προδώσω την εξέλιξη της ιστορίας που έχει ως βασικό χαρακτηριστικό τις ανατροπές. Θα σας δώσω μόνο ένα στοιχείο, χρησιμοποιώντας μια φράση από το βιβλίο: «Εκτυφλωτική η αλήθεια, άρχισε ξαφνικά να περιστρέφεται σαν ντισκομπάλα πάνω από τα κεφάλια τους, με τα μικροσκοπικά καθρεφτάκια να αντανακλούν το φως στους τοίχους του δωματίου».


Ο Ι. που στο μυθιστόρημά σας ονομάζετε Ισίδωρο, άνοιξε την καρδιά του και σας εμπιστεύτηκε την ιστορία του. Ζήτησε, όμως, από σας κάτι. «…Το σκοτάδι βλάπτει σοβαρά την ψυχή μας, γι’ αυτό βρες έναν τρόπο να κυριαρχήσει το φως στο βιβλίο σου». Πόσο σας προβλημάτισε και σας άγχωσε η επιθυμία του;
Με προβλημάτισε, με άγχωσε και με ταλαιπώρησε. Το ότι ο Ι. μου εμπιστεύτηκε μια τέτοια ιστορία, αποτελεί ούτως ή άλλως μεγάλη ευθύνη. Το γεγονός δε, πως μου προκαθόρισε την έκβασή της, με έβαλε σε ένα καλούπι που συχνά το ένιωσα να με περιορίζει. Είχα αντιμετωπίσει ακριβώς την ίδια κατάσταση γράφοντας το προηγούμενο βιβλίο μου “Η πενθερά”, που επίσης βασιζόταν σε γεγονότα. Μάλλον αυτό είναι το «αντίτιμο» των αληθινών ιστοριών, το οποίο τελικά θεωρώ ελάχιστο σε σχέση με τη μαγεία τους.


Φαντάζομαι πως είναι από τους πρώτους που κράτησε το βιβλίο στα χέρια του. Θα είχε ενδιαφέρον να μας περιγράψετε τη στιγμή αυτή. Τον ικανοποίησε το φως της αστραφτερής σας δεκαετίας σας αλλά και ο ευρηματικός τρόπος που παρουσιάσατε την ιστορία του;
Ο Ι. ζει σε μια ευρωπαϊκή πόλη τα τελευταία 30 χρόνια, αφού η ιστορία πάνω στην οποία βασίστηκε το βιβλίο μου, δεν έπαψε ποτέ να τον «καταδιώκει». Η φυγή, ήταν ο μόνος δρόμος να αποφύγει τις όποιες συνέπειες. Γνώριζε εξ΄αρχής πως το βιβλίο θα το διάβαζε όταν πια θα ήταν έτοιμο για κυκλοφορία, δεδομένου ότι δε διαβάζει κανείς τα έργα μου πριν αυτά εκδοθούν. Και αυτό είναι ένας όρος απαράβατος καθώς (δυστυχώς!) είμαι προληπτική. Του το έστειλα αμέσως μόλις το πήρα στα χέρια μου και για μία εβδομάδα έχασα τον ύπνο μου. Αγωνιούσα μήπως τον έχω άθελά μου προσβάλλει, μειώσει ή αδικήσει, αλλά όταν έλαβα το μήνυμά του στο viber αισθάνθηκα λύτρωση: «Μαράκι με έκανες πολύ καλύτερο από όσο μού αξίζει», έγραφε μεταξύ άλλων. Δεν συμφωνώ μαζί του. Ένας υπέροχος άνθρωπος που αδίκησε τον ίδιο του εαυτό με τις επιλογές του, αυτός είναι ο Ι. , αυτός είναι και ο «Ισίδωρος» του βιβλίου μου.


Ένα σημαντικό στοιχείο αυτού του βιβλίου είναι οι παραπομπές σας. Δεν ξέρω αν τις έχετε μετρήσει, πάντως εγώ το έκανα. 190 παραπομπές κατέγραψα… Ένα ευχάριστο, χρηστικό και διασκεδαστικό ενημερωτικό συγγραφικό παιχνίδι που έδεσε ιδανικά με την έκλειψή σας. Ήταν κάτι που εξαρχής είχατε αποφασίσει ή μήπως η μία παραπομπή έφερε την άλλη και η άλλη…
Η “Ολική έκλειψη καρδιάς” στάλθηκε για αξιολόγηση στην κυρία Αγγέλα Σωτηρίου, Διευθύντρια Εκδόσεων στις εκδόσεις Ψυχογιός, μαζί με το έργο μου «Η πενθερά». Είναι τα δύο έργα που μου άνοιξαν την πόρτα των εκδόσεων Ψυχογιός και έχουν ιδιαίτερη συναισθηματική σημασία για εμένα. Σε εκείνη την εκδοχή του, δεν υπήρχαν καθόλου οι παραπομπές. Όταν πια πήρα το πράσινο φως για την έκδοσή του, κουβέντιασα με τον γιο μου την ιστορία και κάποια στιγμή του ανέφερα πως τη δεκαετία του ΄80 τα αγόρια ξημεροβραδιάζονταν στα «ουφάδικα». Με κοίταξε σαν να ήμουν…εξωγήινη και με ρώτησε τι ήταν τα «ουφάδικα». Ήταν η στιγμή που αντιλήφθηκα πως ένα τέτοιο βιβλίο δεν αρκεί να καταγράφει τη δεκαετία του ’80, αλλά πρέπει να την εξηγεί κιόλας στις νεότερες γενιές.


Εμείς οι πρωταγωνιστές εκείνης της δεκαετίας χαμογελούμε, γιατί πράγματι την κάναμε ψώνιο, χαιρόμασταν όταν παίζαμε αγαλματάκια στη γειτονιά, μας έτρεχαν τα σάλια για τις καριόκες του Μπακάλογλου και διασκεδάζαμε υπέροχα στου Μπελαμή. Αναρωτιέμαι πόσος χρόνος χρειάστηκε για τη συγγραφή του βιβλίου και πόσος για το καλοδεχούμενο αυτό υλικό των παραπομπών.
Η συγγραφή κράτησε τουλάχιστον δύο χρόνια, αφενός γιατί γράφω αργά και ξαναγράφω αρκετές φορές το κάθε έργο, αφετέρου γιατί την «Ολική έκλειψη καρδιάς» την έγραψα το 2000, τότε που δεν περνούσε καν από το μυαλό μου πως θα εκδοθεί κάποιο βιβλίο μου και όλα γίνονταν σε ερασιτεχνικούς ρυθμούς. Το υλικό των παραπομπών, το συγκέντρωσα το 2019 πια και μου πήρε περίπου έξι μήνες. Για πολλά γεγονότα χρειάστηκε να μιλήσω με ειδικούς, όπως π.χ. γιατί παίρναμε το μηδέν για να «καθαρίσει» η τηλεφωνική γραμμή, ενώ για άλλα ήταν αναγκαία η δημοσιογραφική έρευνα, όπως π.χ. η συναυλία του Λουκιανού Κηλαηδόνη στη Βουλιαγμένη ή η τρομοκρατική επίθεση στο κρουαζιερόπλοιο City of Poros.


Έχετε μια εξαιρετική σχέση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και πάρα πολλούς φίλους. Πώς εισέπραξαν οι αναγνώστες την επιστροφή σε μια δεκαετία που καμία σχέση δεν έχει με το εφιαλτικό μας σήμερα; Την ήθελαν αυτή τη νοσταλγική ανάσα;
Είναι τόσο θερμή η υποδοχή του βιβλίου μου, που καταλαβαίνω πως όλοι είχαμε ανάγκη από αυτή τη νοσταλγική ανάσα. Τον τελευταίο χρόνο οι άνθρωποι επικοινωνούμε αναγκαστικά εξ αποστάσεως, τα μάτια έχουν αντικατασταθεί από τις κάμερες των έξυπνων συσκευών, τα social media έχουν πάρει τη θέση της αγκαλιάς. Η «Ολική έκλειψη καρδιάς» και η αστραφτερή δεκαετία του ΄80, λειτουργούν σαν όαση μέσα σε αυτή τη γκρίζα συννεφιά και είμαι πολύ χαρούμενη γι’ αυτό.


Έχει ενδιαφέρον να μας μιλήσετε και για τα μηνύματα που δέχεστε από νεότερους ανθρώπους, οι οποίοι δεν είναι κομμάτι εκείνης της εποχής. Για κείνους που συνάντησαν ίσως για πρώτη φορά την Αμάντα Ληρ, τον Τιμόθεο Κώνστα, ή άκουσαν πειρατικά!
Τους πειρατικούς σταθμούς οι νεότεροι τους γνωρίζουν κυρίως μέσα από την ταινία του Στάθη Ψάλτη «Βασικά καλησπέρα σας». Την Αμάντα Ληρ, τον Τιμόθεο Κώνστα, την Παταπούφα ή τα κόκκινα τηλέφωνα με τους κερματοδέκτες, όμως, διαπιστώνω πως τα συναντούν για πρώτη φορά στις σελίδες του βιβλίου. Εντύπωση προκαλεί στους νεότερους αναγνώστες και ένας διάλογος που κάνουν οι ήρωές μου σχετικά με τα κινητά τηλέφωνα, τα ασύρματα όπως τα λέγαμε τότε: «Είναι εντελώς άχρηστη αυτή η εφεύρεση. Γιατί να θέλω να πάρω το τηλέφωνο μαζί μου στην καφετέρια; Για να μπορεί να με βρίσκει παντού η μάνα μου και να με πρήζει;», διερωτάται μεταξύ άλλων ένας από αυτούς.


Ο τίτλος σας είναι εμπνευσμένος από το τραγούδι Total eclipse of the heart που ερμήνευσε η Μπόνι Τάιλερ του 1983. Ποιο ήταν το τραγούδι που θυμάστε να χορεύετε στην ντίσκο με τα ξεβαμμένα τζιν, τις περμανάντ, τις φράντζες και τις χαίτες – λασπωτήρες;
Τη δεκαετία του ΄80 το κέφι επιβίωνε ακόμη και μέσα στις μεγαλύτερες δυσκολίες, οπότε έχω χορέψει και έχω τραγουδήσει όλα τα τραγούδια που αναφέρονται στο βιβλίο μου και άλλα τόσα. Ελπίζω και εύχομαι, μόλις τελειώσει ο εφιάλτης της πανδημίας να μπορέσουμε να κάνουμε κάποιες ντίσκο βιβλιοπαρουσιάσεις για την «Ολική έκλειψη καρδιάς» και να τα χορέψω ξανά μαζί με τους αναγνώστες.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Μερικές φορές αισθάνομαι κι εγώ κουρασμένη ακούγοντας τον ήχο των δακρύων μου. Άλλες, φοβάμαι πως τα καλύτερά μας χρόνια έχουν ήδη περάσει. Μα δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Βιώνω μια ολική έκλειψη καρδιάς. A total eclipse of the heart.

Ιούλιος 1983. Μια παρέα, φίλοι από τον Πειραιά από την παιδική τους ηλικία, ταξιδεύει για την Τήνο. Ενώ βρίσκονται εν πλω, ο σύντροφος της Αρετής εξαφανίζεται μυστηριωδώς και οι αρχές θεωρούν πως έπεσε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες στη θάλασσα και πνίγηκε.

Ιούλιος 1988. Η Αρετή παντρεύεται αιφνιδιαστικά με έναν συνάδελφό της και προσκαλεί τους φίλους της στο νέο της σπίτι. Το έκτακτο δελτίο ειδήσεων της κρατικής τηλεόρασης ανατρέπει μέσα σε μια στιγμή τα πάντα! Τα θαμμένα ψέματα βγαίνουν ορμητικά στην επιφάνεια. Οι λανθασμένες επιλογές τού χθες στοιχειώνουν το σήμερα. Η φιλία συγκρούεται μετωπικά με τον έρωτα…

Μια καταιγιστική περιπέτεια με φόντο την αστραφτερή δεκαετία του ’80. Το θρυλικό πάρτι του Κηλαηδόνη στη Βουλιαγμένη και το λούνα παρκ Ροντέο στο Καλαμάκι. Οι πούλιες και τα ξεβαμμένα τζιν. Οι περμανάντ, οι φράντζες και οι χαίτες-λασπωτήρες. Οι θρυλικές ατάκες, οι μουσικές και οι ταινίες. Όλα μαζί μάς μεταφέρουν σε μια εποχή χωρίς κινητά τηλέφωνα, διαδίκτυο και σόσιαλ μίντια. Τότε που τα απλά πράγματα ήταν «και πολλή φάση, δικέ μου». Τα φιλαράκια «την έβρισκαν» να τα λένε από κοντά. Οι ερωτευμένοι επικοινωνούσαν με τραγούδια «αφιερωμένα εξαιρετικά». Και οι άνθρωποι, «βασικά», κοιτάζονταν στα μάτια…

Βιογραφικό

Η Μαρία Παναγοπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Το πραγματικό της επίθετο είναι Παναγοηλιοπούλου, αλλά, όταν σε ηλικία 19 ετών άρχισε να εργάζεται στο ραδιόφωνο, αναγκάστηκε να το περικόψει αφού ήταν γλωσσοδέτης για τους παραγωγούς των εκπομπών. Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάστηκε ως ρεπόρτερ στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ και συνεργάστηκε με
περιοδικά και με την πρωινή τηλεοπτική εκπομπή του STAR, «Star Cafe». Ο γάμος και η γέννηση του γιου της έβαλαν για κάποια χρόνια σε δεύτερη μοίρα την καριέρα, καθώς επέλεξε συνειδητά τον ρόλο της full time μαμάς, ξεδίνοντας μέσα από το καθημερινό γράψιμο ιστοριών που κατέληγαν πάντα στα συρτάρια της. Όταν ο γιος της μεγάλωσε αρκετά, επέστρεψε στη δουλειά της επιλέγοντας «το πιο μαγικό κομμάτι των Μέσων Ενημέρωσης», όπως το αποκαλεί, δηλαδή αυτό που βρίσκεται πίσω από τις κάμερες. Σήμερα δραστηριοποιείται στον χώρο των δημοσίων σχέσεων και της επικοινωνίας, αρθρογραφεί και διατηρεί το προσωπικό της blog thisimarias.com. Είναι παντρεμένη με τον δημοσιογράφο Κώστα Χαρδαβέλλα και περήφανη μανούλα του Κωνσταντίνου Χαρδαβέλλα, που είναι διαιτολόγος-διατροφολόγος. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο της Η ΠΕΝΘΕΡΑ.