Συγγραφέας του βιβλίου «Παιδικά τραγουδάκια» – Εκδόσεις BELL

Ένα πραγματικό γεγονός της δεκαετίας του ’50, στο οποίο πρωταγωνίστησε η ηγουμένη της Ιεράς Μονής Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης, ήταν η αρχική αφετηρία για τη συγγραφή του μυθιστορήματος της Μαρίας Ράπτη. Το σίγουρο είναι πως ο τίτλος του είναι παραπλανητικός αν και ο αναγνώστης θα διαβάσει αρκετά «Παιδικά τραγουδάκια» στις σελίδες του. Μόνο που οι στίχοι τους δεν είναι χαριτωμένοι. Αντίθετα, προκαλούν ανατριχίλα, όπως και όλη η συγκλονιστική αυτή ιστορία που έχει χαρακτηριστεί λογοτεχνικό θρίλερ. Η ηρωίδα της θα βρεθεί σε έναν απομονωμένο τόπο και η αποστολή της είναι να μετατρέψει ένα παλιό μοναστήρι Παλαιοημερολογιτών σε πρότυπο δευτεροβάθμιο σχολείο. Δυστυχώς πολύ σύντομα θα διαπιστώσει πως δεν υπάρχει κανένας τρόπος επικοινωνίας. Όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας «Μια σειρά από παράξενα γεγονότα πολύ σύντομα θα βάλουν σε κίνδυνο τόσο την ίδια, όσο και όλο το έργο. Τα άτομα γύρω της θα αρχίσουν να της φαίνονται ύποπτα…»

  • Θα μπορούσε να είναι ένα βιβλίο για παιδιά. Θα μπορούσε επίσης να είναι ένα μυθιστόρημα με το οποίο ο αναγνώστης θα χαλαρώσει. Και όμως η πραγματικότητα απέχει πολύ, επειδή τα «Παιδικά τραγουδάκια» είναι θρίλερ. Μιλήστε για την επιλογή του τίτλου.
    Όταν ολοκλήρωσα τη συγγραφή του βιβλίου, ο συγκεκριμένος τίτλος έμοιαζε η μοναδική επιλογή -κι ενώ προηγουμένως είχα στο μυαλό μου έναν τίτλο σε εντελώς διαφορετικό ύφος. Το στοιχείο της παιδικότητας, η αθωότητα που συνειρμικά φέρνει ο τίτλος, νομίζω ότι επιτείνει την ελαφριά ανατριχίλα που νιώθει κάποιος όταν καταλαβαίνει ότι θα πρόκειται για θρίλερ. Και, βέβαια, έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με το εξώφυλλο του βιβλίου, το οποίο μας υποδεικνύει αμέσως ότι δεν πρόκειται να διαβάσουμε πραγματικά παιδικά τραγουδάκια.
  • Η αλήθεια είναι πως το εξώφυλλο μας προετοιμάζει για την ανατριχίλα που θα ζήσουμε στις σελίδες του. «Τα διαβόλια είναι παιδάκια δεν πρόλαβαν παιχνιδάκια» διαβάζουμε πάνω από ένα μικρό «άσχημο» σκίτσο. Τι κρύβεται πίσω από αυτές τις λέξεις;
    Τα παιδικά τραγουδάκια που συνοδεύουν τα κεφάλαια του βιβλίου κρύβουν και ταυτόχρονα φανερώνουν στοιχεία της πλοκής. Σχολιάζουν, προειδοποιούν, διαμαρτύρονται και καμιά φορά θρηνούν κιόλας. Ο στίχος που βρίσκεται στο εξώφυλλο λειτουργεί κι αυτός «αποκαλυπτικά», μας θυμίζει ότι το κακό στην πραγματικότητα γεννιέται από κάτι που πληγώθηκε, που δεν χάρηκε, που δεν έλαβε τη φροντίδα που έπρεπε. Από κάτι που δεν αγαπήθηκε.
  • Μια νεαρή εκπαιδευτικός είναι η ηρωίδα σας. Την παρακολουθούμε να κινείται στην επαρχία προκειμένου να μετατρέψει ένα παλιό μοναστήρι σε πρότυπο σχολείο. Μιλήστε μας για τον χαρακτήρα της Λίζυ και την απόφασή της.
    Η Λίζυ είναι μια πολύ νέα γυναίκα σε μια εποχή που όλα φαίνονται να κινούνται προς τα εμπρός, ενώ την ίδια στιγμή η συντήρηση, που είναι ακόμη βαθιά ριζωμένη στην κοινωνία, προσπαθεί να τα διατηρήσει όλα ως έχουν. Η Λίζυ το γνωρίζει αυτό κι έτσι είναι προετοιμασμένη για τα εμπόδια που θα αντιμετωπίσει, αλλά, ταυτόχρονα είναι αποφασισμένη να πετύχει. Έχει έναν ανυποχώρητο χαρακτήρα, που αντί να την προστατεύει, πολύ συχνά μπορεί να βάζει σε κίνδυνο τόσο την ίδια όσο και το έργο. Όμως η Λίζυ ξέρει ότι η εποχή της, η εποχή της μεταπολίτευσης είναι μια εποχή για αλλαγή και είναι έτοιμη να την υπερασπιστεί μέχρι τέλους. Και βέβαια, η ίδια κουβαλά τα δικά της βάρη, τον χαμό των γονιών της και μια παλαιότερη τραυματική σχέση, που την έχει στιγματίσει.
  • «Αν ήξερε για πού κινούσε,
    να πετρωθεί θα προτιμούσε.
    Να πετρωθεί και να βουλιάξει,
    παρά εκεί μέσα να κοιτάξει»
    Έτσι καταλήγει το οπισθόφυλλο και περιμένουμε να μας δώσετε μια γεύση από την κατάσταση που συνάντησε χωρίς να γνωρίζει «για πού κινούσε»…

    Η ηρωίδα του βιβλίου φτάνει σε ένα εξαιρετικά απομονωμένο μέρος, από όπου είναι αδύνατον να μετακινηθεί ή να επικοινωνήσει με κάποιον άλλον, σε περίπτωση που υπάρξει ανάγκη. Αποστολή της είναι να μετατρέψει ένα παλιό μοναστήρι Παλαιοημερολογιτών σε πρότυπο δευτεροβάθμιο σχολείο. Το έργο είναι μεγαλεπήβολο και η ίδια πέφτει με όρεξη στη δουλειά, όμως πολύ σύντομα ανακαλύπτει ότι δεν έχουν υποδεχτεί όλοι αυτό το έργο με τον ίδιο ενθουσιασμό. Μια σειρά από παράξενα γεγονότα πολύ σύντομα θα βάλουν σε κίνδυνο τόσο την ίδια, όσο και όλο το έργο. Τα άτομα γύρω της θα αρχίσουν να της φαίνονται ύποπτα και τελικά η μόνη βοήθεια που θα δεχθεί θα έρθει πάλι από το παρελθόν.
  • Το μυθιστόρημα μας έφερε κοντά σ’ ένα πραγματικό γεγονός της δεκαετίας του ‘50, που μάλλον οι περισσότεροι αγνοούμε. Τη σύλληψη και φυλάκιση της ηγουμένης της Ιεράς Μονής Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης στην Κερατέα. Τι μπορείτε να μας πείτε για τη Μαριάμ Σουλακιώτη;
    Παρόλο ο καθένας μπορεί να μάθει για τα πραγματικά γεγονότα από το διαδίκτυο, δεν θα ήθελα να πω πάρα πολλά. Πράγματι, το βιβλίο παραπέμπει στην φοβερή ιστορία της ηγουμένης Μαριάμ Σουλακιώτη, η οποία μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Ματθαίο (Καρπαθάκη) ίδρυσε την Μονή Παναγίας της Πευκοβουνογιάτρισσας Παλαιοημερολογητών στην Κερατέα. Τον Δεκέμβριο του 1950, η αστυνομία εισέβαλε στη Μονή και συνέλαβε την Μαριάμ, κατηγορώντας την για μια σειρά από φριχτές πράξεις , για τις οποίες τελικά και καταδικάστηκε.
  • Επομένως, είχατε εξαρχής μια αληθινή ιστορία στο μυαλό σας πάνω στην οποία προσαρμόσατε τη δική σας με τη βοήθεια της μυθοπλασίας. Χρειάστηκε να κάνετε έρευνα και προς ποια κατεύθυνση;
    Η αληθινή ιστορία ήταν η αρχική μου αφετηρία, ναι. Την ανακάλυψα αρχικά χρόνια πριν, κάνοντας έρευνα για μια θεατρική παράσταση, οπότε είχα ήδη κάποιο υλικό στη διάθεσή μου. Η αλήθεια είναι ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη δράση της συγκεκριμένης ηγουμένης είναι λίγες. Εργάστηκα κατά κύριο λόγο βασισμένη σε πρωτογενείς πηγές, κυρίως εφημερίδες της εποχής που κάλυψαν το θέμα.
  • Τα τραγουδάκια του «μελωδικού» σας τίτλου προσθέτουν αυτό το κάτι που κάνει το μυθιστόρημά σας πρωτότυπο. Εμπνευστήκατε τους στίχους κατά τη διάρκεια της συγγραφής ή προστέθηκαν στη συνέχεια εκεί που κούμπωναν;
    Η ιδέα των παιδικών τραγουδιών (που σχολιάζουν, προειδοποιούν, παίζουν, μοιρολογούν) προϋπήρξε. Μάλιστα, το πρώτο τραγουδάκι γράφτηκε πριν ακόμη ασχοληθώ με ζητήματα πλοκής, ηρώων, πριν ακόμη αρχίσω το σχεδιάγραμμα. Στη συνέχεια, κάθε τραγουδάκι γράφτηκε ακριβώς πριν τη συγγραφή του κεφαλαίου το οποίο προλογίζει.
  • Τα «Παιδικά τραγουδάκια» ήρθαν μετά από ένα άλλο έργο σας με τίτλο «Οι καταραμένοι» και την παράλληλη δραστηριότητά σας στην ομάδα Θέατρο του Άλλοτε, του οποίου είστε ιδρυτικό μέλος, που μας έδωσε τα έργα «Ο εξορκισμός» και «Οι μάγισσες του Βάρντε». Είναι, τελικά, το θρίλερ το λογοτεχνικό και θεατρικό είδος που σας συνεπαίρνει;
    Δεν θα το έλεγα, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με το θέατρο, στο οποίο το μόνο καθαρόαιμο θρίλερ που έχω γράψει είναι «Ο εξορκισμός». Μεταξύ άλλων έχουν προηγηθεί δύο ερωτικοί μονόλογοι, «Το αγόρι και το Κορίτσι μέσα στο σπίτι», αλλά και το έργο «Κάτω Κόσμος», μια δουλειά πάνω στη δημοτική λογοτεχνική παράδοση, το οποίο γράφτηκε εξ ολοκλήρου σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο. «Οι μάγισσες του Βάρντε», η παράσταση που παρουσιάζεται 31 Μαρτίου και 1 και 2 Απριλίου στο Θέατρο Αυλαία, αφορά τις δίκες των μαγισσών της Νορβηγίας κατά τον 18ο αιώνα, σχετίζεται δηλαδή και πάλι με πραγματικά γεγονότα.
    Βέβαια, το θρίλερ είναι από τα λογοτεχνικά είδη που με γοητεύουν, αναμφισβήτητα. Η σφιχτή, δομημένη πλοκή τους δρα ως καμβάς για να υφανθούν πάνω του ένα σωρό άλλα θέματα, ίσως πιο ουσιαστικά και αρκετά πιο πολύπλοκα, πιο δύσκολα. Και, βέβαια, αυτή ακριβώς η πλοκή είναι που τα κάνει και πάρα πολύ διασκεδαστικά.
  • Λέτε το crime που κερδίζει συνεχώς αναγνώστες επειδή πρώτα κέρδισε τους συγγραφείς και το θρίλερ – creepy (ανατριχιαστικό) που εκπροσωπείται επάξια στα ράφια των βιβλιοπωλείων, να δημιουργήσουν την ανάλογη ελληνική σχολή;
    Νομίζω ότι έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Υπάρχουν πολλά και πολύ αξιόλογα έργα Ελλήνων συγγραφέων στα είδη αυτά –και πιστεύω ότι όσο περνά ο καιρός η παραγωγή θα πλουτίζει τόσο σε ποιότητα όσο και σε ποσότητα.
  • Μυθιστόρημα, διήγημα και θεατρικό κείμενο από τη μια και από την άλλη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με ειδίκευση στην εφαρμογή της τεχνολογίας στην εκπαίδευση. Τα έχω τοποθετήσει στη σωστή σειρά προτεραιότητάς σας;
    Δεν έχω προτεραιότητες, υπό αυτή την έννοια, δεν ξεχωρίζω κάτι. Η ζωή μου περιστρέφεται σε επίπεδο καθημερινότητας πρώτα γύρω από τη δουλειά στην εκπαίδευση, όμως το γράψιμο με απασχολεί εξίσου, είναι και τα δύο μέρος της ταυτότητάς μου.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Δεκέμβριος 1975
Η Λίζυ, μια νεαρή εκπαιδευτικός, φτάνει σε μια ορεινή περιοχή της ελληνικής επαρχίας, με στόχο να μετατρέψει ένα παλιό μοναστήρι σε πρότυπο σχολείο.
Καθώς ο χειμώνας περικυκλώνει το βουνό, μια σειρά από ανεξήγητα, ανατριχιαστικά γεγονότα βάζουν την ίδια -αλλά και όλο το έργο- σε κίνδυνο, ενώ, καθώς περνούν οι μέρες, οι άνθρωποι γύρω της φαίνονται όλο και πιο ύποπτοι.
Η Λίζυ πρέπει να προλάβει να ανακαλύψει την αλήθεια, πριν η ιστορία της γίνει τραγουδάκι, σαν αυτά που σιγοψιθυρίζουν τα παιδιά για να τρομάζουν…

Αν ήξερε για πού κινούσε
να πετρωθεί θα προτιμούσε.
Να πετρωθεί και να βουλιάξει,
παρά εκεί μέσα να κοιτάξει.

Βιογραφικό
Η Μαρία Ράπτη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία και –σε μεταπτυχιακό επίπεδο– Θέατρο. Εργάζεται ως φιλόλογος στην ιδιωτική δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με ειδίκευση στην εφαρμογή της τεχνολογίας στην εκπαίδευση. Έχει εκδώσει ένα μυθιστόρημα και δύο συλλογές διηγημάτων. Είναι ιδρυτικό μέλος της ομάδας Θέατρο του Άλλοτε, από την οποία έχουν παρουσιαστεί εφτά θεατρικά της έργα.