Συγγραφέας του βιβλίου «Στον 5ο όροφο της Νομικής» – Εκδόσεις «ΜΙΝΩΑΣ»

Δύο πτώματα, ένα ως στόχος του δολοφόνου, ένα ως παράπλευρη απώλεια θα βρεθούν «Στον 5ο όροφο της Νομικής» και ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης, δίνει σ’ εμάς τους αναγνώστες –όπως έκανε και στα προηγούμενα μυθιστορήματά του- όλα τα στοιχεία που οδηγούν στον δολοφόνο, αρκεί να τα αξιολογήσουμε σωστά. Όπως λέει στο Vivlio-life, το βιβλίο αυτό, που ήδη έχει αποσπάσει το βραβείο της Académie Du Var «είναι ένας φόρος τιμής (έστω και σκοτεινός!) στην επιστήμη της Εγκληματολογίας και σε όσους με έμαθαν να την αγαπώ». Από τη συνομιλία μας προέκυψαν ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως τα αποτελέσματα γερμανικής έρευνας σύμφωνα με την οποία το 1-5% των θανάτων που έχουν καταγραφεί ως φυσικοί θάνατοι είναι αποτέλεσμα εγκληματικής ενέργειας. Η άποψή του για το τέλειο έγκλημα; Είναι εκείνο «του οποίου τη διάπραξη δεν γνωρίζουμε καν, αυτά τα εγκλήματα που ανήκουν, δηλαδή, στον λεγόμενο «σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας. Εξαφανίσεις, θάνατοι καταγεγραμμένοι ως ατυχήματα ή από φυσικά αίτια, που στην πραγματικότητα είναι δολοφονίες: αυτά είναι τα τέλεια εγκλήματα».

Από το εξώφυλλο, κιόλας, καταλαβαίνουμε πως στον 5ο όροφο της Νομικής συμβαίνουν άσχημα πράγματα. Το ζήτημα είναι πόσο πιο άσχημα μπορούν να γίνουν στις εσωτερικές σελίδες…
Λέμε συχνά πως δεν πρέπει να κρίνουμε ένα βιβλίο από το εξώφυλλο… Δεν είναι πάντα έτσι! Το πρώτο που δίνει στον αναγνώστη μια ιδέα και τον τόνο του περιεχομένου, το πρώτο που θα του κεντρίσει το ενδιαφέρον προκειμένου να διαβάσει την περίληψη στο οπισθόφυλλο είναι το εξώφυλλο. Αυτό του Στον 5ο όροφο της Νομικής είναι δηλωτικό του τι θα βρει ο αναγνώστης στις σελίδες. Ένας κοχλίας, σε σκοτεινό φόντο, που σχηματίζει μια σκάλα, με φύλλα χαρτιού για σκαλοπάτια, και περικυκλώνει ένα πτώμα, του οποίου το φύλο δεν διακρίνουμε. Το εξώφυλλο είναι όντως το πρελούδιο του τι ακολουθεί: ένας λαβύρινθος μυστικών και ψεμάτων, με κινηματογραφικές, νουάρ εικόνες –η οπτική αναφορά στο πόστερ του Vertigo του Χίτσκοκ δεν είναι τυχαία–, δύο νεκροί για αρχή και… βλέπουμε, μιας και τα πράγματα μπορούν όντως να γίνουν πιο άσχημα για τον αστυνόμο Μάρκου και τους περί αυτού. Ευτυχώς, στο τέλος αποκαλύπτεται η αλήθεια και η δικαιοσύνη θριαμβεύει… Ή μήπως όχι;


Οχιά. Είναι η καθηγήτρια Λαμπρινή Σιώμου, στην οποία ανήκει το ένα από τα δύο πτώματα που μας απασχολούν σ’ αυτό το βιβλίο. Τι κρύβεται πίσω από το παρατσούκλι της;
Η Οχιά, κατά κόσμον καθηγήτρια Σιώμου, δολοφονείται πρώτη. Λόγω του απότομου χαρακτήρα της, της έλλειψης οποιασδήποτε συμπάθειας προς κι από συναδέλφους και φοιτητές της, του δηλητηριώδους στόματός της –στα οποία οφείλει το παρατσούκλι της– οι ύποπτοι είναι πολλοί. Όλοι όσους εξετάζει ο αστυνόμος Μάρκου είχαν κίνητρα να την ξεφορτωθούν: παλιές προσωπικές ιστορίες, ανταγωνισμοί, προσωπικές επιθέσεις και υπονοούμενα χτίζουν ένα προφίλ μιας γυναίκας που τα είχε βάλει με όλους. Ήταν όμως πράγματι έτσι; Ή μήπως οι στοχευμένες επιθέσεις της δεν ήταν απόρροια κακίας αλλά μιας ίδιας αίσθησης καθήκοντος και δικαιοσύνης; Και πώς η εξωτερική της εμφάνιση περιπλέκει τελικά τα πράγματα για τον αστυνόμο;


Άγγελος Κονδύλης, υποψήφιος διδάκτορας. Το τελευταίο πράγμα που πέρασε από το μυαλό του όταν βρέθηκε μπροστά στο πτώμα της Οχιάς δεν ήταν κάποια σκέψη. Ήταν μια σφαίρα. Τι συνδέει τα δύο θύματα;
Πρώτη και εμφανής σύνδεση η επιστήμη κι ο χώρος όπου βρίσκονται, η Εγκληματολογία κι ο Τομέας της. Έπειτα τους ενώνει η –τυχαία ή όχι– παρουσία τους στο ίδιο σημείο την ίδια σχεδόν στιγμή, που θα αποδειχτεί η τελευταία τους. Δύο θύματα, ένα ως στόχος του δολοφόνου, ένα ως παράπλευρη απώλεια. Σε όσα όμως τους ενώνουν προστίθενται αυτά που τους χωρίζουν. Η Οχιά δεν είναι συμπαθής σε κανέναν, ο Κονδύλης είναι αγαπητός σε όλους, ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται. Οι σχέσεις μεταξύ τους ήταν ανύπαρκτες, τι έκαναν όμως στον σκοτεινό διάδρομο του 5ο ορόφου της Νομικής την ίδια ώρα; Αυτό προσπαθεί να μάθει ο αστυνόμος Μάρκου, μαζί με τον αναγνώστη.


Δυο πτώματα, λοιπόν, κι ένα μυστήριο που καλείται να λύσει ο αστυνόμος του Τμήματος Ανθρωποκτονιών Αττικής Χριστόφορος Μάρκου. Ποιο είναι το πιο δυνατό στοιχείο με το οποίο δομήσατε τον χαρακτήρα του κι εκείνο που θα οδηγήσει στη λύση του διπλού εγκλήματος;
Η επιμονή του, εμμονή θα μπορούσε να πει κάποιος, με την αλήθεια! Ο Μάρκου δεν είναι αλκοολικός, δεν έχει οικογενειακά προβλήματα, αλλά είναι μοναχικός, μονήρης, ζει για τη δουλειά του και –στο πνεύμα των κλασικών ντετέκτιβ, από τον Πουαρό στον Μαιγκρέ ή τον Σέρλοκ Χολμς, που διάβαζε παιδί– δεν τα παρατάει μέχρι να φτάσει στη λύση. Ακόμα κι αν η υπόθεση έχει επίσημα κλείσει, ακόμα κι αν συνεχίζει την έρευνα πίσω απ’ την πλάτη των προϊσταμένων του, ακόμα κι αν ξέρει πως η παράσταση που οργανώνει στο τέλος, εμπνευσμένη κι αυτή από τα whodunit της χρυσής εποχής, δεν θα φέρει παρά μια προσωπική κάθαρση, δεν διστάζει στιγμή.


Ο αναγνώστης παίζει σημαντικό ρόλο στην αναζήτηση των δραστών, κάνοντας τη δική του έρευνα με τα στοιχεία που του δίνετε. Την επιδιώξατε τη σχέση αυτή μαζί μας;
Η σχέση με τον αναγνώστη είναι η πιο σημαντική. Χωρίς εσάς δεν υπάρχει το μυστήριο, χωρίς εσάς δεν έχουν λόγο ύπαρξης ούτε οι ήρωες της μυθοπλασίας ούτε ο συγγραφέας. Γράφω για να μοιραστώ, προσφέρω στους αναγνώστες τα εργαλεία για να ταξιδέψουν, να σχηματίσουν εικόνες, να παρακολουθήσουν από κοντά την έρευνα και να βγάλουν συμπεράσματα απ’ τα στοιχεία που απλόχερα τους παρέχω – άλλα ανοιχτά, άλλα κεκαλυμμένα, άλλα ακριβή, άλλα απατηλά. Ως φανατικός αναγνώστης του είδους, δεν υπάρχει τίποτα που να με εκνευρίζει περισσότερο απ’ το να εμφανίζει ο συγγραφέας στο τέλος «από μηχανής θεούς» και στοιχεία που απέκρυψε απ’ τον αναγνώστη για να φτάσει στο τέλος με μια –έωλη– έκπληξη. Γι’ αυτό και στα μυθιστορήματά μου ο αναγνώστης έχει όλα τα στοιχεία στα χέρια του, πολλές φορές περισσότερα κι από τον αστυνόμο. Έτσι ώστε στο τέλος, χτυπώντας το χέρι στο μέτωπο, όπως κάνω κι εγώ πολλές φορές, να πει: «Μα πώς δεν το είχα καταλάβει;».


Το μυθιστόρημά σας έχει εκδοθεί και στα γαλλικά και ήδη έχει αποσπάσει το βραβείο της Académie Du Var. Αισθάνεστε πως στο πρόσωπό σας βραβεύεται και γενικότερα η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία, που κάνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια;
Είμαι πολύ χαρούμενος που τα αστυνομικά μου μυθιστορήματα και τα δοκίμια για την αισθητική του εγκλήματος έχουν κυκλοφορήσει στα γαλλικά, στα αγγλικά και στα γερμανικά κι έχουν αποσπάσει βραβεία. Κάθε επιβράβευση, όπως και κάθε θετική κριτική απ’ τους αναγνώστες, είναι ένα περαιτέρω κίνητρο για να συνεχίσω τη συγγραφή, στην οποία έχω αφιερώσει όλες τις δυνάμεις και τον χρόνο μου.
Στη Γαλλία, στην Ευρώπη γενικά, την ελληνική αστυνομική λογοτεχνία την έμαθαν χάρη στον μετρ του είδους, τον Πέτρο Μάρκαρη. Το ότι κάποιοι κάνουμε καριέρα στο εξωτερικό το οφείλουμε σε πολύ μεγάλο βαθμό σ’ εκείνον. Του είμαι, λοιπόν, ευγνώμων γι’ αυτό – κι ας μην τον γνωρίζω προσωπικά. Η ελληνική λογοτεχνία όντως έχει κάνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια. Μέχρι πριν από μια δεκαετία οι Έλληνες αναγνώστες δεν εμπιστεύονταν με ευκολία Έλληνες συγγραφείς αστυνομικού. Αυτό έχει αλλάξει, κάτι που οφείλεται στη μεγάλη, και συχνά ποιοτική παραγωγή νέου ελληνικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Ζώντας στο εξωτερικό, συμμετέχοντας σε φεστιβάλ βιβλίου σε όλο τον κόσμο, παραθέτοντας ομιλίες για «το έγκλημα στην τέχνη κι ως μια εκ των καλών τεχνών», σε σχολεία, πρεσβείες, μουσεία, εθνικά κέντρα τέχνης, εκπροσωπώ τη χώρα μου. Το αν όμως βραβεύεται γενικότερα η ελληνική λογοτεχνία στο πρόσωπό μου δεν μπορώ να το πω. Άλλωστε, πριν από λίγα χρόνια, δεν έγινα δεκτός στη μεγαλύτερη ελληνική ομάδα συγγραφέων του είδους, δεν έχω λοιπόν το… δικαίωμα να τους εκπροσωπώ. Εκπροσωπώ, ωστόσο, την Ελλάδα στη διεθνούς κύρους και εξαιρετικά ενεργή βρετανική Crime Writers’ Association, μία απ’ τις παλαιότερες στο είδος, της οποίας είμαι μέλος εδώ και τρία χρόνια (αν δεν απατώμαι, ο μόνος Έλληνας προς το παρόν).


«Υπάρχει, τελικά, το τέλειο έγκλημα;» καταλήγει το οπισθόφυλλο του μυθιστορήματος και την απάντηση θα τη βρούμε, φαντάζομαι, στον επίλογο. Στα χρόνια που εργαστήκατε ως δικηγόρος αλλά και στα χρόνια που ασχολείστε με την εγκληματολογία έχετε συναντήσει ένα πραγματικά τέλειο έγκλημα;
Την απάντηση στο ποιο είναι το τέλειο έγκλημα, το αν αυτό υπάρχει κι αν ένας εγκληματολόγος –κάποιος που ασχολείται, δηλαδή, θεωρητικά με το εγκληματικό φαινόμενο– μπορεί να είναι ο τέλειος εγκληματίας θα τα ανακαλύψει ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο, δεν θα σας κάνω spoiler! Αυτό που μπορώ να σας πω, ωστόσο, είναι πως κατ’ εμέ, το τέλειο έγκλημα είναι αυτό του οποίου τη διάπραξη δεν γνωρίζουμε καν, αυτά τα εγκλήματα που ανήκουν, δηλαδή, στον λεγόμενο «σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας». Εξαφανίσεις, θάνατοι καταγεγραμμένοι ως ατυχήματα ή από φυσικά αίτια, που στην πραγματικότητα είναι δολοφονίες: αυτά είναι τα τέλεια εγκλήματα. Πρόσφατες γερμανικές έρευνες έδειξαν πως αν γινόταν νεκροψία σε όλους όσοι πεθαίνουν, θα ανακαλύπταμε πως 1-5% των θανάτων που έχουν καταγραφεί ως φυσικοί θάνατοι είναι αποτέλεσμα εγκληματικής ενέργειας. Για να σας δώσω να καταλάβετε για τι νούμερα μιλάμε, στη Γαλλία, με 550.000 νεκρούς κάθε χρόνο (προ covid), 5.000-27.000 θάνατοι θα αποδεικνύονταν δολοφονίες!


Από το σημείωμά σας στην αρχή του μυθιστορήματος αφήνετε να εννοηθεί πως υπάρχουν προσωπικές μνήμες στο μυθιστόρημά σας. Άλλωστε ο 5ος όροφος της Νομικής δεν σας είναι καθόλου άγνωστος…
Ο συγγραφέας διυλίζει τα πάντα με τη φαντασία για να υπηρετήσει τις ανάγκες της πλοκής. Όπως η Νήσος στο Μυθιστόρημα με κλειδί είναι ένα δημιούργημα της φαντασίας μου, ένα αμάλγαμα των αγαπημένων μου καλοκαιρινών προορισμών και των προσώπων που έχω συναναστραφεί εκεί, έτσι κι ο 5ος όροφος της Νομικής είναι αποκύημα της έμπνευσης (όταν σπούδαζα Νομική στην Αθήνα, πριν από κάμποσα χρόνια, δεν υπήρχε 5ος όροφος). Ο χώρος και τα πρόσωπα, οι καταστάσεις και οι αντιδράσεις είναι αθροίσματα και δημιουργικές συνθέσεις μνήμης πραγματικών χαρακτηριστικών, πραγματικών προσώπων, μεταμορφωμένα με πολλή φαντασία για να γίνουν ολοκληρωμένες, ρεαλιστικές προσωπικότητες και συνθήκες. Αυτό, άλλωστε, καθιστά τους πρωταγωνιστές και τον χώρο οικεία στον αναγνώστη, παρά το ότι του είναι άγνωστα.


Άραγε θυμάστε τον 5ο όροφο της σχολής σας τόσο σκοτεινό όσο σκοτεινός ήταν την ημέρα της διπλής ανθρωποκτονίας;
Όπως σας ανέφερα, δεν υπήρχε 5ος όροφος στη Νομική όσο σπούδαζα, ενώ το Πάντειο, όπου ο Τομέας Εγκληματολογίας στον οποίο έκανα το μεταπτυχιακό μου πράγματι βρίσκεται στον 5ο όροφο, μόνο καλές αναμνήσεις μου έχει αφήσει, μαζί με γνώσεις κι επιθυμία για περαιτέρω εμβάθυνση στο αντικείμενο. Τα φοιτητικά μου χρόνια ήταν υπέροχα, ενώ χρωστάω πολλά στους καθηγητές μου τόσο στην Αθήνα όσο και στο Παρίσι. Το βιβλίο αυτό, λοιπόν, είναι ένας φόρος τιμής (έστω και σκοτεινός!) στην επιστήμη της Εγκληματολογίας και σε όσους με έμαθαν να την αγαπώ.


Τα σημαντικότερα για εσάς στοιχεία ενός αστυνομικού μυθιστορήματος είναι η ψυχολογία του εγκλήματος και τα κίνητρα. Το «γιατί διαπράχτηκε το βαρύτερο των εγκλημάτων» σ’ αυτό το μυθιστόρημα πόσο θα μας εκπλήξει; Να προετοιμαστούμε για μεγάλες ανατροπές, όσον αφορά το κίνητρο;
Η ψυχολογία του εγκλήματος, του εγκληματία, των υπόπτων και του περιβάλλοντος είναι ένας από τους λόγους που άρχισα να γράφω. Έχοντας εργαστεί ως ποινικολόγος, έχοντας δηλαδή άμεση τριβή με υποθέσεις ανθρωποκτονίας, και χάρη στις σπουδές στην εγκληματολογία, κάποια best sellers που είχα διαβάσει τότε με είχαν τόσο ενοχλήσει με το αβάσιμο των αντιδράσεων των πρωταγωνιστών, που ήθελα απλώς να γράψω κάτι βάζοντας τα πράγματα στα σωστά τους μέτρα. Έτσι γεννήθηκε αυτό το βιβλίο.

Όπως θα διαβάσει ο αναγνώστης στη σημείωση που προηγείται της εισαγωγής, όσο κι αν εξελιχθούν η τεχνολογία, οι αστυνομικές μέθοδοι και οι κοινωνίες, η ανθρώπινη ψυχολογία και τα κίνητρα για τα οποία κάποιος σκοτώνει μένουν πάντα τα ίδια (δύναμη, χρήμα, εκδίκηση). Ως πού μπορεί κάποιος, σαν όλους εμάς, να φτάσει για να αποκτήσει ή να προστατεύσει το στάτους του ή τις πηγές εισοδημάτων του, για να διορθώσει κάτι που λαμβάνει ως προσωπική ή επαγγελματική αδικία; Από κίνητρο σε κίνητρο, από ύποπτο σε ύποπτο, με ανατροπές που έρχονται φυσικά κι όχι απλώς για να υπάρχουν, ο αναγνώστης ακολουθεί τον Μάρκου, από το σκοτάδι στο φως… Καλό ταξίδι!

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Πέμπτος όροφος της Νομικής Αθηνών, Τομέας Εγκληματολογίας. Ο υποψήφιος διδάκτορας Άγγελος Κονδύλης ανακαλύπτει το πτώμα της Οχιάς, κατά κόσμον καθηγήτριας Λαμπρινής Σιώμου, πριν δολοφονηθεί κι αυτός με τη σειρά του.
Ο αστυνόμος του Τμήματος Ανθρωποκτονιών Αττικής Χριστόφορος Μάρκου, απόφοιτος του τομέα και παλιός γνώριμος των θυμάτων, αναλαμβάνει την έρευνα της διπλής ανθρωποκτονίας.
Κινούμενος στο σκοτάδι του πέμπτου ορόφου, σ’ έναν λαβύρινθο μυστικών, διαπλοκής, προσωπικών εμπαθειών κι ακαδημαϊκών φιλοδοξιών, καλείται να ανακαλύψει με τη βοήθεια ενός «πασπαρτού» ποιος μετέτρεψε το κτίριο του πανεπιστημίου σε σκηνικό δολοφονιών, και ν’ απαντήσει: Υπάρχει, τελικά, το τέλειο έγκλημα;

Βιογραφικό
Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης γεννήθηκε το 1980 στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου και μεγάλωσε. Με σπουδές στη Νομική και την Εγκληματολογία στην Αθήνα και το Παρίσι, και έχοντας εργαστεί ως δικηγόρος, τα τελευταία χρόνια ζει στη γαλλική πρωτεύουσα.
Είναι συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας και δοκιμιακών βιβλίων για την αισθητική του εγκλήματος, εμπνευστής της έννοιας criminart και μέλος της Crime Writers’ Association.
Το Μυθιστόρημα με κλειδί είναι το τρίτο του αστυνομικό μυθιστόρημα το οποίο εκδίδεται στα ελληνικά, ενώ θα ακολουθήσει και η έκδοσή του στα γαλλικά.