Συγγραφέας του βιβλίου «Μια νύχτα του Αυγούστου» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Είκοσι χρόνια μετά, «Το νησί», το σήριαλ της ελληνικής τηλεόρασης που μας καθήλωσε κι έγινε αφορμή να γνωρίσουμε τη Σπιναλόγκα, η Victoria Hislop, επέστρεψε και εν μέσω lockdown έγραψε τη συνέχεια της συγκλονιστικής ιστορίας. Η «Μια νύχτα του Αυγούστου» ξεκινά με την εγκατάλειψη του νησιού των λεπρών και τη γιορτή υποδοχής που στήνεται απέναντι, που όμως σημαδεύεται από μία άγρια δολοφονία. Όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας «Ήθελα να απεικονίσω το γεγονός ότι η ζωή μπορεί να αλλάξει απ’ τη μια στιγμή στην άλλη, χωρίς προειδοποίηση. Επειδή αυτό ένιωσα ότι συνέβη στις ζωές όλων μας. Η μητέρα μου πέθανε ξαφνικά τον περασμένο Μάρτιο. Αν υπήρξε μία και μόνη καθοριστική στιγμή αυτών των μηνών που πέρασαν, ήταν αυτή: ένας αδόκητος χαμός που αλλάζει τα πάντα».

Με χαρά υποδεχόμαστε τη συνέχεια του σήριαλ «Το νησί», που κατάφερε να μας καθηλώσει πριν από χρόνια. Με ποιον τρόπο η συγγραφική σκυτάλη έδωσε στη «Μια νύχτα του Αυγούστου», τη συνέχεια εκείνης της συγκλονιστικής ιστορίας που διαδραματίστηκε στη Σπιναλόγκα;
Έχουν περάσει είκοσι χρόνια από τότε που εμπνεύστηκα το Νησί. Ήταν τον Ιούλιο του 2001, που επισκέφθηκα πρώτη φορά τη Σπιναλόγκα. Και ξαφνικά, χωρίς καμία προειδοποίηση, βρεθήκαμε εν μέσω μιας πανδημίας, μια αρρώστια που δεν έχει θεραπεία, και μας είπαν ότι πρέπει να ζήσουμε σε ένα είδος απομόνωσης ο ένας από τον άλλον, για να την αποφύγουμε. Οι συνθήκες και πολλοί άλλοι παράγοντες γύρω από τον Covid-19 μου θύμισαν την κατάσταση της λέπρας τότε στη Σπιναλόγκα. Ένιωσα υποχρεωμένη να επανεξετάσω αυτή την κατάσταση. Ζούσα σε ένα απομακρυσμένο μέρος, στην εξοχή της νότιας Αγγλίας κατά τους περισσότερους μήνες του lockdown, και κατάλαβα το φόβο με τον οποίο οι άνθρωποι ερχόταν αντιμέτωποι πριν βρεθεί η θεραπεία της λέπρας. Δεν μπορούσα να πάω πουθενά, δεν μπορούσα να επισκεφθώ την Ελλάδα. Χρειάστηκε να βρω ένα είδος καταφυγίου στο γράψιμο, αυτός είναι ο φυσικός μου τρόπος διαφυγής. Οπότε ξεκίνησα από τη στιγμή που όλοι φεύγουν από τη Σπιναλόγκα –μια χαρούμενη στιγμή. Τότε η Άννα δολοφονείται το ίδιο εκείνο βράδυ. Ήθελα να απεικονίσω το γεγονός ότι η ζωή μπορεί να αλλάξει απ’ τη μια στιγμή στην άλλη, χωρίς προειδοποίηση. Επειδή αυτό ένιωσα ότι συνέβη στις ζωές όλων μας. Η μητέρα μου πέθανε ξαφνικά τον περασμένο Μάρτιο. Αν υπήρξε μία και μόνη καθοριστική στιγμή αυτών των μηνών που πέρασαν, ήταν αυτή: ένας αδόκητος χαμός που αλλάζει τα πάντα.

Ποιοι είναι οι ήρωες που μας αποχαιρέτησαν στο «Νησί» και μας υποδέχτηκαν «Μία νύχτα του Αυγούστου»;
Λοιπόν, αντίο είπαμε στην Άννα. Πολλοί από τους γνωστούς χαρακτήρες επανεμφανίζονται –Η Μαρία, ο Γιατρός Κυρίτσης, ο Μανώλης, ο Ανδρέας, ο Αντώνης κλπ. Αλλά εμφανίζονται και κάποιοι σημαντικοί νέοι χαρακτήρες, όπως η Αγαθή, η οποία εμφανίστηκε από το πουθενά, όπως κάνουν κάποιες φορές οι χαρακτήρες.

Μια γιορτή, που σημαδεύτηκε από δυο πυροβολισμούς και έναν άδικο θάνατο. «Η Άννα πέφτει νεκρή». Περιγράψτε μας τα τελευταία δραματικά λεπτά πριν τη δολοφονία της και μιλήστε μας για κείνους που θα μείνουν πίσω θρηνώντας για το θάνατό της.
Η Άννα είναι σε πανικό, σχεδόν σε κατάσταση παράνοιας. Πηγαίνει στο γλέντι στην Πλάκα για να καλωσορίσει όλους εκείνους τους ασθενείς από τη Σπιναλόγκα, που τώρα πια θεραπεύτηκαν από τη λέπρα. Είναι ένα χαρμόσυνο γεγονός. Ανάμεσα σε αυτούς που θεραπεύτηκαν είναι η Μαρία, η αδελφή της. Θα έπρεπε να είναι χαρούμενη για την επιστροφή της. Αλλά υπάρχει κάτι που την ανησυχεί. Η Μαρία ήταν κάποτε αρραβωνιασμένη με το Μανώλη, και η Άννα φοβάται ότι η σχέση τους θα αναζωπυρωθεί. Η Άννα είναι ερωτευμένη με το Μανώλη, οπότε την κυριεύει η ζήλεια και η αγωνία. Αυτό την κάνει παράτολμη και παράλογη. Ομολογεί το πάθος αυτό στο σύζυγό της. Γελάει, σχεδόν υστερικά, ενώ ο Ανδρέας την πυροβολεί στο κεφάλι. Θα περιέγραφα την αποκάλυψή της σχεδόν σαν επιθανάτια ευχή.

Καθώς, γράφατε πώς θέλατε να αντιμετωπίσουν οι αναγνώστες την Άννα και τη ζωή που επέλεξε;
Οι αναγνώστες μπορούν να σχηματίσουν τη δική τους γνώμη για την Άννα. Την περιγράφω ως κάποια που η ομορφιά της είναι σχεδόν επιζήμια για ‘κείνη. Η ομορφιά της καθορίζει τη ζωή της και τις αντιδράσεις όλων όσοι τη συναντούν. Προκαλεί αντίδραση στους ανθρώπους, είτε αυτή είναι η ζήλεια, είτε είναι το πάθος, είτε η καχυποψία. Η ομορφιά δεν είναι πάντα προσόν –και οι αναγνώστες μπορούν να αποφασίσουν αν θα τη συμπαθήσουν ή όχι. Στο βιβλίο, ένας από τους χαρακτήρες λέει: «Η ομορφιά της Άννας ήταν ευχή και κατάρα, και μια τέτοια γυναίκα πάντα θα οδηγεί τους άνδρες σε ακραίες συμπεριφορές. Δεν ήταν όλο δικό της το φταίξιμο».

Υπάρχει και μία τρίτη ανδρική παρουσία στη ζωή της Άννας. Διακριτική παρουσία, όπως αντιλαμβανόμαστε στην ανάγνωση. Είναι ο παιδικός της φίλος ο Αντώνης. Μιλήστε μας γι’ αυτόν τον χαρακτήρα.
Ο Αντώνης, από τότε που θυμάται τον εαυτό του, είχε για την Άννα μια αγάπη που ποτέ δεν έσβησε. Οι ελπίδες του να την κάνει δική του δεν πεθαίνουν ακόμα κι όταν εκείνη παντρεύεται. Μόνο ο θάνατός της θα του επιτρέψει να πάει παρακάτω.

Η αδελφή της Άννας, η Μαρία, είναι από τους θεραπευμένους που θα βγουν στην Πλάκα το μοιραίο βράδυ. Η μοίρα έχει γράψει να μην έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν το κλείσιμο του λεπροκομείου. Πώς θα βιώσει αυτή τη μεγάλη απώλεια;
Είναι ένα γεγονός, για το οποίο ανυπομονούσε εδώ και πολύ καιρό –αλλά οι προσδοκίες της δεν εκπληρώθηκαν. Στην αρχή, το καθήκον της είναι απέναντι στον πατέρα της, να τον φροντίσει μετά από το τεράστιο συναισθηματικό του κενό.

Η «Μία νύχτα του Αυγούστου», έχει κάτι που κάνει την ανάγνωση πιο εύκολη και σίγουρα πιο συναρπαστική. Δε χρειάζεται να φανταστούμε τους ήρωές σας επειδή τους γνωρίζουμε. Πόσο έχετε δεθεί μ’ αυτούς τους ανθρώπους, ώστε δέκα χρόνια μετά να κυριαρχούν στη σκέψη σας;
Είναι ωραίο να νιώθω ότι οι άνθρωποι τους «ξέρουν» ήδη, ίσως όπως τους ξέρω κι εγώ. Νομίζω ότι αυτό προκύπτει σε κάποιο βαθμό εξαιτίας των 26 εβδομάδων προβολής του σήριαλ. Νομίζω ότι η οικειότητα με όλους τους ηθοποιούς, τα πρόσωπά τους, τις φωνές τους κλπ. έκανε πιο έντονη την αίσθηση ότι πρόκειται για ανθρώπους που τους ξέρουμε.

Η απομόνωση που ζούμε λόγω πανδημίας, όπως γράφετε στον πρόλογο σας, ήταν η πηγή έμπνευσης αυτού του βιβλίου. Απομονωμένη κι εσείς, με το φόβο μιας άγνωστης ασθένειας και μακριά από αγαπημένα πρόσωπα, πόσο ταυτιστήκατε με τα συναισθήματα των ηρώων σας;
Πολύ!

Αν αυτή η συγγραφική συνέχεια είχε την ίδια τηλεοπτική τύχη με «Το νησί» θα θέλατε να δείτε τους ίδιους ηθοποιούς να ενσαρκώσουν τους βασικούς ρόλους;
Στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό και ρεαλιστικό, νομίζω ότι θα ήταν καταπληκτικό. Θα δούμε.

Έχετε αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια και πρόσφατα αναγορευτήκατε Επίτιμη Διδάκτωρ των Γραμμάτων από το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ. Πώς βιώσατε τις δυο τιμητικές διακρίσεις στη συνεχιζόμενη κατάσταση περιορισμού των ελευθεριών;
Η επιτιμοποίησή μου ως Διδάκτορα ήταν «ΠΠ» -προ πανδημίας- τώρα μου φαίνεται εξωπραγματικό το ότι πέταξα προς Θεσσαλονίκη, τόσο ανέμελη και έμεινα δυο βράδια, χωρίς μάσκα, έκανα χειραψίες με όλους, πέρασα καταπληκτικά, έβγαλα λόγο στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης, δίπλα στο Γιάννη Μπουτάρη, με εκατοντάδες φοιτητές και γονείς, χωρίς μάσκα. Όλα τώρα μοιάζουν σαν όνειρο. Ήταν καταπληκτικά.
Και οι δύο αυτές μέρες αποτελούν ορόσημα στη ζωή μου. Μου αρέσει όταν βλέπω γράμματα να «προσγειώνονται» στο πατάκι της πόρτας μου και να γράφουν «Δρ Χίσλοπ», όπως κι όταν ρίχνω κλεφτές ματιές στην ελληνική μου ταυτότητα μέσα στο πορτοφόλι μου. Από πού ν’ αρχίσω για να περιγράψω όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα που νιώθω;

Μέσα από τις σελίδες των βιβλίων σας αναβλύζει η μεγάλη αγάπη σας για την Ελλάδα. Ποια ήταν η πρώτη στιγμή που νιώσατε ότι η καρδιά σας χτυπά σε ελληνικούς ρυθμούς;
Ήμουν 17 χρονών. Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στην Αθήνα (το αεροδρόμιο ήταν στη Γλυφάδα τότε). Κατέβηκα τα σκαλιά. Ήταν νύχτα. Την ερωτεύτηκα.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ


25 Αυγούστου 1957: Η αποικία λεπρών στη Σπιναλόγκα κλείνει και ακολουθεί ένα γλέντι για την περίσταση στην Πλάκα, στο χωριό ακριβώς απέναντι. Οι υγιείς συναντούν τους πρόσφατα θεραπευμένους και όλοι μαζί τρώνε, χορεύουν και γιορτάζουν αυτή τη σπουδαία στιγμή απελευθέρωσης από τον φόβο και την αρρώστια.
ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΣΤΑΘΗΚΕ Ο ΧΡΟΝΟΣ
Όλα παγώνουν, ωστόσο, όταν ακούγονται δυο πυροβολισμοί. Η Άννα πέφτει νεκρή. Και το κλείσιμο της αποικίας θα μείνει συνδεδεμένο για πάντα με την τραγωδία.
ΔΥΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΠΟΥ ΣΗΜΑΔΕΥΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΙΡΑ
Το ζήτημα είναι πώς θα συνεχίσουν να ζουν αυτοί που έμειναν πίσω. Η αδελφή της η Μαρία, ο σύζυγος της Άννας ο Αντρέας, ο εραστής της ο Μανόλης… Πώς θα αντιμετωπίσουν το στίγμα και το σκάνδαλο. Πώς θα χτίσουν ένα μέλλον πάνω στα ερείπια του παρελθόντος.

Βιογραφικό
H Victoria Hislop γεννήθηκε στο Λονδίνο. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στην Οξφόρδη και έχει εργαστεί στον εκδοτικό χώρο αλλά και ως δημοσιογράφος, προτού στραφεί στη συγγραφή. Αντλώντας έμπνευση από μια επίσκεψη στη Σπιναλόγκα, την εγκαταλειμμένη αποικία των λεπρών στα ανοιχτά της Κρήτης, έγραψε Το Νησί το 2005. Το βιβλίο έχει πουλήσει πάνω από 5 εκατομμύρια αντίτυπα και έχει μεταφραστεί σε 35 γλώσσες, ενώ έγινε σειρά στην ελληνική τηλεόραση το 2010. Η Βικτόρια αναδείχθηκε κορυφαία Πρωτοεμφανιζόμενη Συγγραφέας στα British Book Awards και απέσπασε πολλές διακρίσεις στη Γαλλία. Επίσης, το μυθιστόρημά της Το Νήμα μπήκε στη βραχεία λίστα των British Book Awards. Τα επόμενα βιβλία της έφτασαν στο Νο 1 της λίστας της Sunday Times. Το ΟΣΟΙ ΑΓΑΠΙΟΥΝΤΑΙ κατέλαβε κατευθείαν την πρώτη θέση στα μπεστ σέλερ της Sunday Times με το που εκδόθηκε, τον Ιούνιο του 2019. Η Βικτόρια μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στην Αγγλία και την Ελλάδα. Μιλάει άψογα γαλλικά και ελπίζει να φτάσει στο ίδιο επίπεδο και στα ελληνικά. Πρόσφατα αναγορεύτηκε Επίτιμη Διδάκτωρ των Γραμμάτων από το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ στη Θεσσαλονίκη.