Sayyidat al qamar

International Booker 2019

ΤΖΟΧΑ ΑΛΧΑΡΘΙ

(Jokha Alharthi)

Εκδόσεις Gutenberg (Aldina)

Μετάφραση Ελένη Καπετανάκη (Eleni Kapetanaki)

Δεν είναι πολλές οι ευκαιρίες που δίνονται στον αναγνώστη μέσα από ένα βιβλίο να γνωρίσει τη χώρα αυτή που καλύπτει στον χάρτη τη νοτιοανατολική ακτή της χερσονήσου της Σαουδικής Αραβίας και συνορεύει με την Υεμένη, την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Με τις “ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ” η συγγραφέας ξεναγεί τον αναγνώστη στο μαγευτικό Ομάν με τις αραβικές φυλές και τον διαφωτίζει σχετικά με τον τρόπο ζωής των κατοίκων, τις κελεμπίες και τις μαντήλες στο κεφάλι που εναλλάσσονται με τον μοντέρνο ενδυματολογικό κώδικα σε καθημερινή βάση. Η εξαιρετική μετάφραση, το εισαγωγικό σημείωμα και οι υποσημειώσεις στις σελίδες του βιβλίου από την Ελένη Καπετανάκη (Eleni Kapetanaki) βοηθούν τα μέγιστα την όλη προσπάθεια για το άρτιο αποτέλεσμα.

Με μία πολυτονική έκδοση, το μικρής έκτασης σε σελίδες βιβλίο, μόλις 277, παρέχει επαρκείς γνώσεις για τον σύγχρονο κόσμο του Ομάν με αναφορές σε παρελθόντες χρόνους, διατρέχοντας μία περίοδο ενός περίπου αιώνα, από το τέλος του 19ου μέχρι την εποχή του 20ου, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την κατάργηση της δουλείας με νόμο το 1970 και παύει να είναι βρετανικό προτεκτοράτο το 1971.

Η βραβευμένη με το Διεθνές Booker 2019, Τζόχα Αλχάρθι, μεγαλώνει στο Ομάν, σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο και συνεχίζει τις μεταπτυχιακές σπουδές της στην Κλασική Αραβική Λογοτεχνία στο Ηνωμένο Βασίλειο, πριν επιστρέψει στην πατρίδα όπου ζει με την οικογένεια της.

Στο μυθιστόρημα αυτό στοχεύει να αντικατοπτρίσει με λέξεις το σημερινό “πρόσωπο” μιας χώρας, η οποία από το εμπόριο με το λιβάνι μετατρέπεται σε μία πετρελαιοπαραγωγό χώρα και εκσυγχρονίζεται αισθητά χωρίς να χάνει την αρχική της ταυτότητα.

Η πλοκή εστιάζει στη γυναίκα, χωρίς το μυθιστόρημα να αποτελεί μία αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση. Με μία τριτοπρόσωπη αφήγηση εξιστορείται η ζωή τριών αδελφών, της Μάγια, της Ασμά και της μικρότερης της Χάουλα, αλλά προεξάρχουσα είναι και η φωνή του συζύγου της Μάγια, του Αμπντάλα, ο οποίος κάνει την εμφάνιση του με μία εξομολογητική πρωτοπρόσωπη αφηγηματική διάθεση.

Οι τρεις αδελφές, κόρες του Ααζάν και της Σάλιμα, κατοικούν μαζί με τους γονείς τους στο χωριό Αλ Αουάφι, σε μικρή απόσταση από την πρωτεύουσα Μουσκάτ του Ομάν. Μένουν οι τρεις μαζί στο μικρό παράσπιτο της αυλής, μακριά από τα περίεργα βλέμματα των αρρένων επισκεπτών, αλλά διαφέρουν μεταξύ τους στον τρόπο σκέψης και στόχου για τη ζωή. Ξεδιπλώνονται οι καθημερινές τους συνήθειες, οι τυπικές διαδικασίες με τις παραδόσεις σε περιπτώσεις γάμου, τεκνοποίησης, λοχείας και διαζυγίου που μπερδεύονται ομαλά με τη νέα διαμορφωμένη συνθήκη, η οποία διατηρεί τα στεγανά στην αυστηρότητα μεγαλώματος τέκνων, την πίστη στα ξόρκια και τη δύναμη του μαγικού τζίνι.

Η Μάγια σκυμμένη στη ραπτομηχανή της ράβει καθημερινά, με την σκέψη της απορροφημένη στον πλατωνικό της έρωτα, για την ευόδωση του οποίου προσεύχεται ανελλιπώς. Το όνειρο της διακόπτεται απότομα όταν ο έμπορος Σουλειμάν της στέλνει προξενιό για τον γιο του, τον Αμπντάλα.

➖”…ο λαιμός της ξεράθηκε και είδε μπροστά της την κλωστή του ραψίματος να τυλίγεται γύρω από το λαιμό της σαν τη θηλιά της αγχόνης“.

Ανήμπορη να αρνηθεί, υποκύπτει, παντρεύεται, αποκτά παιδιά, εγκαταλείπει το ράψιμο και πορεύεται χωρίς χαρά ανακαλύπτοντας ότι “ο ύπνος είναι μεγαλύτερο θαύμα από τη σιωπή, επειδή στον ύπνο δεν ακούει κουβέντες κανενός“.

Αντιθέτως, ο Αμπντάλα βρίσκει στη Μάγια “το φως που διέλυσε το σκοτάδι των καιρών του“, αναρωτιέται αν αυτό είναι η αγάπη, το “θείο δώρο”, αν και χωρίς ανταπόκριση…

Σε ένα αεροπορικό του ταξίδι, βρισκόμενος μέσα στο αεροπλάνο που πετάει πάνω από τα σύννεφα, αφήνει τις σκέψεις του να πετάξουν και εκείνες, να ταξιδέψουν πίσω στο χρόνο, να αναμειχθούν με τις συναισθηματικές του μνήμες, τις οδυνηρές από την παιδική του ηλικία που έχουν χαραχτεί βαθιά μέσα του.

Η Ασμά λατρεύει την ανάγνωση βιβλίων και την ποίηση.

Αντί να διατηρείς την ομορφιά των ματιών σου, τα στραβώνεις διαβάζοντας“, την επιπλήττει η μικρότερη αδελφή της, η όμορφη Χάουλα.

Η Ασμά δέχεται πρόθυμα το προξενιό από έναν νέο άνδρα, γιατί θεωρεί τον εαυτό της πλασμένο για τεκνοποίηση και μητρότητα, κάτι που αγαπά όσο και τα βιβλία.

➖”Ο γάμος θα της παρείχε το χαρτί της αναγνώρισής της σε ολοκληρωμένη γυναίκα, του διαβατηρίου της για το πέρασμα σ’έναν κόσμο πλατύτερο από το σπίτι της“.

Η Χάουλα είναι ερωτευμένη από την παιδική ηλικία και έχει δώσει όρκο πίστης για τον γιο του θείου της, τον ξάδελφο Νάσιρ. Αντιδρά στο προξενιό που δέχεται και ανυπομονεί να γυρίσει ο Νάσιρ από τον Καναδά που βρίσκεται. Και εκείνος γυρίζει για να την παντρευτεί συναινώντας στον όρο που έχει βάλει η μητέρα του στη διαθήκη της, ότι μόνο με τον γάμο του με τη Χάουλα αποκτά εκείνος το δικαίωμα στην κληρονομιά της.

➖”Η αγάπη είναι όνειρα, ο γάμος είναι πραγματικότητα, κοινή ζωή, ευθύνες και παιδιά“.

Στον κόσμο του Ααζάν, πατέρα των τριών κοριτσιών, με τους Βεδουίνους στην έρημο, και μέσα από τους εκατομμύρια κόκκους άμμου, ξεπροβάλλει από τους αμμόλοφους μία μαγική σκιά που τον πλησιάζει και τον μεθάει με το άρωμα της. Συστήνεται ως η Νατζίγια, που την φωνάζουν Κάμαρ, και είναι η θεϊκή Σελήνη, ο θρύλος για τους ντόπιους, που, τολμηρή και μεθυστική, τον σαγηνεύει.

➖”…το αντικείμενο του πόθου είναι ένα πλάσμα σαν και σένα, ένα πλάσμα που είναι αδύνατον να κατακτηθεί“.

Στον αντίποδα, η Ζαρίφα είναι η σκλάβα, κόρη σκλάβας, που κληρονομεί αυτή την ιδιότητα από τη μητέρα της. Εξακολουθεί να υπηρετεί τα αφεντικά της πάρα την κατάργηση της δουλείας και την τωρινή θέση της ως ισότιμο μέλος της οικογενείας. Από τη ζωή έχει στερηθεί πολλά, αλλά έχει πριμοδοτηθεί με την ικανότητα να βρίσκει λύσεις επικαλούμενη εύστοχα τα λόγια σοφών που επιδρούν θεραπευτικά στην ψυχή της.

➖”Όποιος προσθέτει γνώση, προσθέτει πόνο”. Αυτά λέει ο σοφός.

Η συγγραφέας υιοθετεί έναν προσωπικό τρόπο γραφής χωρίς να τηρείται η χρονική σειρά στην αφήγηση, με τον χρόνο στο κείμενο να μεταπηδά από το παρόν στο παρελθόν ακόμα και μέσα στην ίδια παράγραφο. Ο λόγος σταθερός, διαπνέεται από μία ποιητική “στόφα” που διαχέεται με λυρισμό στις σελίδες, τροποποιείται κατά την απόδοση και αγγίζει τον προφορικό στα σημεία. Η ιστορία κατανέμεται σε πολλά μέρη τα οποία τιτλοφορούνται με τα ονόματα των προσώπων που διαδραματίζουν ρόλους και αντιπροσωπεύουν μία κοινωνία που εξελίσσεται, με τη γυναίκα να έχει πάρει τη θέση της τόσο στο Πανεπιστήμιο, όσο και στη θέση του οδηγού σε ένα γρήγορο, ακριβό αυτοκίνητο.

➖”…πρόκειται απλώς για ένα παλιό μύθο που έλεγε ότι οι άνθρωποι είχαν όλοι το ίδιο σώμα, θηλυκό και αρσενικό μαζί, ήταν όλοι παιδιά του φεγγαριού…