Συγγραφέας του βιβλίου «Άγιο Αίμα» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Δέος! Αυτό ήταν το κυρίαρχο συναίσθημα του Θοδωρή Παπαθεοδώρου καθώς έγραφε το νέο του ιστορικό μυθιστόρημα. Δέος αισθανόμαστε κι εμείς οι αναγνώστες διαβάζοντας για τη λαμπρότερη στιγμή του Ελληνισμού, σ’ ένα βιβλίο που διακόσια χρόνια μετά το “Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος” του Υψηλάντη, εξακολουθεί να ξεσηκώνει την ελληνική ψυχή. Δίπλα στους Κολοκοτροναίους, τους Τζαβελαίους, τον Ανδρούτσο και τον Καραϊσκάκη, ο συγγραφέας τοποθέτησε με την ψυχή της πένας του τη Λέγκω, το Σίμο, τη Δέσπω, τον Νικόλα την Αργυρώ. Όπως λέει στο Vivlio-life «για πολύ καιρό, τους έβλεπα μέχρι και στον ύπνο μου… Ένιωθα την κόψη του χαντζαριού, οσφραινόμουν το καμένο μπαρούτι, άκουγα τις φωνές τους να μιλάνε εντός μου. Έτσι όμως πρέπει να συμβαίνει για να γεννηθεί ένα βιβλίο που δεν θα το διαβάζεις, αλλά θα το νιώθεις».

Ένας τίτλος με δυο λέξεις τόσο συμμετρικές. Τόσο, μα, τόσο δυνατές! Δεν μπορείς παρά να τον κοιτάς και να πλημμυρίζεις από συναισθήματα. Μιλήστε μας για την επιλογή του τίτλου και το κυρίαρχο δικό σας συναίσθημα.
Όταν μελετούσα τις πηγές, πριν ακόμη ξεκινήσω τη συγγραφή, διαβάζοντας τα απομνημονεύματα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (διά χειρός Τερτσέτη) διάβασα μία συγκλονιστική φράση που εντυπώθηκε βαθιά στον νου μου: «Μια φορά εβαπτίσθημεν με το λάδι, βαπτιζόμεθα και μία με το αίμα διά την ελευθερίαν της πατρίδος μας…». Από αυτή τη συγκλονιστική φράση προέκυψε ο τίτλος.


Διακόσια χρόνια απ΄ τον ξεσηκωμό και «από τούτο το ιερό κάλεσμα της μνήμης δε θα μπορούσα να λείψω μήτε ως άνθρωπος μήτε ως συγγραφέας», γράφετε. Πώς είναι να συμμετέχει κανείς τόσο ενεργά σε μια τόσο σπουδαία εθνική πολιτιστική κινητοποίηση;
Η επέτειος είναι μόνο η αφορμή. Η αιτία είναι η βαθιά πεποίθησή μου πως είμαστε λαός ιστορικά αναλφάβητος, δυστυχώς. Η Επανάσταση του Εικοσιένα είναι μακράν η λαμπρότερη στιγμή του Ελληνισμού στα νεότερα χρόνια καθώς του χάρισε τη λευτεριά του μετά από τέσσερις αιώνες σκλαβιάς. Και, απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της προηγούμενης ερώτησή σας, ένα και μόνο ένα είναι το κυρίαρχο συναίσθημα που κυριαρχούσε εντός μου. Δέος!


«Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Προτροπή της φλογερής διακήρυξης του Αλέξανδρου Υψηλάντη, που διακόσια χρόνια μετά συνεχίζει να ξεσηκώνει την ελληνική ψυχή. Πόσο, ξεσηκώνει και τη συγγραφική πένα;
Μα, την πένα την ορίζει η ψυχή, ιδιαίτερα για τα ιστορικά μυθιστορήματα, τουλάχιστον έτσι που προσπαθώ προσωπικά να τα πλάσω, με ένα μείγμα μυθιστορηματικών και ιστορικών προσώπων. Η φράση του Αλέξανδρου Υψηλάντη αποτυπώνει επακριβώς το πώς ένιωθα κι εγώ γράφοντας το μυθιστόρημα. Εξάλλου ο αδερφός του Δημήτριος Υψηλάντης, αρχηγός της Επανάστασης τους πρώτους λαμπρούς μήνες της κι ένας από τους εντιμότερους αγωνιστές, συμμετέχει ενεργά ως πρόσωπο στις σελίδες του μυθιστορήματος.


«Τότε αρχινά τούτο δω το μυθιστόρημα, όταν οι γονατισμένοι πιάνουν τ’ άρματα και ορθώνουν ψυχή και μπόι στον πανίσχυρο δυνάστη». Βάλτε μας στα βάθη της ελληνικής ψυχής στην πιο ηρωική στιγμή της νεότερης ιστορίας μας.
Νομίζω ότι δεν χρειάζονται περισσότερα λόγια. Εάν συνταιριάξετε τις τρεις φράσεις που αναφέρατε στις προηγούμενες ερωτήσεις σας, αποτυπώνεται πλήρως ο αγώνας της Ανεξαρτησίας μας. Ιδιαίτερα η φράση του Κολοκοτρώνη, θεωρώ πως αποδίδει στην εντέλεια τη φλόγα που πυροδότησε τούτο τον ξεσηκωμό των πεινασμένων σκλάβων ενάντια σε μια από τις ισχυρότερες αυτοκρατορίες.


Δίπλα στους Κολοκοτροναίους, τους Τζαβελαίους, τον Ανδρούτσο και τον Καραϊσκάκη, η μυθοπλασία τοποθέτησε μεταξύ άλλων τη Λέγκω, το Σίμο, τη Δέσπω, τον Νικόλα την Αργυρώ. «Ήρωες που βαφτίστηκαν μία φορά στο λάδι για την πίστη τους και μια φορά στο αίμα για την πατρίδα τους». Πώς ήταν οι συγγραφικές σας -ατελείωτες φαντάζομαι- ώρες, μ’ αυτούς τους επινοημένους ήρωες;
Για πολύ καιρό, τους έβλεπα μέχρι και στον ύπνο μου, για να το πω στην καθομιλουμένη. Ένιωθα την κόψη του χαντζαριού, οσφραινόμουν το καμένο μπαρούτι, άκουγα τις φωνές τους να μιλάνε εντός μου. Έτσι όμως πρέπει να συμβαίνει για να γεννηθεί ένα βιβλίο που δεν θα το διαβάζεις, αλλά θα το νιώθεις.


Από την πανελλαδική έρευνα του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών, προκύπτει, πως κυρίαρχη προσωπικότητα της Ελληνικής Επανάστασης αναδεικνύεται με μεγάλη διαφορά (92,7%) ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και τον ακολουθεί ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Εντύπωση όμως προκαλεί – κατά την έρευνα – πως στην τρίτη θέση βρίσκεται μια γυναίκα, η Μπουμπουλίνα. Προκαλεί εντύπωση και σε εσάς;
Εντύπωση μου προκαλεί πως πολλές σπουδαίες ακόμη γυναίκες της Επανάστασης παραμένουν στην αφάνεια και το σκοτάδι, γυναίκες επώνυμες κι ανώνυμες, γυναίκες που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν, γυναίκες που προσπάθησα να αναδείξω μέσα από το μυθιστόρημά μου όπως έχω κάνει και με τα υπόλοιπα ιστορικά μου μυθιστορήματα.


Σπουδαίες γυναίκες, άλλωστε πρωταγωνιστούν και στο «Άγιο Αίμα»: «Σουλιώτισσες, Μοραΐτισσες, δολιομάνες, μορφές σκλαβωμένες μα και μορφές θεριεμένες που ρίχνονται σε αγώνα ανείπωτο για ν’ αλλάξουν την αλυσόδετη μοίρα τους». Μιλήστε μας για τις γυναίκες της επανάστασης και τον τρόπο που ρίχτηκαν στον αγώνα.
Σε όλους τους αγώνες του λαού μας, οι γυναίκες μπορεί να μη στρατεύονταν συμβατικά, μα έδιναν μάχη πελώρια πίσω ή στο πλάι των στρατιωτών μας. Στην Επανάσταση, βεβαίως, στρατός με την σημερινή έννοια δεν υπήρχε, μα σιμά στους αρματωμένους αγωνιστές της στεριάς και της θάλασσας πολέμησαν γυναίκες που, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, παραμένουν άγνωστες στους πολλούς. Όπως η καπετάνισσα Δόμνα Βιζβίζη, η «αρχικαπετάνα» του Αιγαίου, που πολεμούσε ορθή στην τιμονιέρα του καραβιού της, ξόδεψε όλη την περιουσία της στον Αγώνα και πέθανε ικετεύοντας για μία ισχνή σύνταξη προκειμένου να επιβιώσει. Όπως η Δέσπω και η Μόσχω Τζαβέλα στο Σούλι, όπως η Μανιάτισσα Στεριανή που πολέμησε στο Βαλτέτσι στο κεντρικό ταμπούρι δίπλα στον γέρο καπετάνιο Μητροπέτροβα, όπως η Μαριώ, συνοδός και ακοίμητος φρουρός του Καραϊσκάκη σε όλες τις μάχες που έδωσε. Δεκάδες, εκατοντάδες τα παραδείγματα.


Το τελευταίο διάστημα διαβάσαμε πολλά και ακούσαμε ακόμη περισσότερα για διαστρέβλωση κεφαλαίων της ιστορίας όπως την κρατούμε στο μυαλό από τις σελίδες των βιβλίων που διδαχθήκαμε. Πιστεύετε πως η επίσημη καταγραφή της ιστορίας δίνει το «δικαίωμα» για αμφισβήτηση;
Ασφαλώς. Έχουμε μία «επίσημη» τάση να στρογγυλεύουμε τα γεγονότα. Ιδιαίτερα τα μαύρα, τα άραχλα, τα κρύβουμε επιμελώς. Για τούτο και σπάνια μιλούμε για τους δύο Εμφυλίους πολέμους καταμεσής της Επανάστασης. Αιματηρούς και τραγικότατους. Ιδιαίτερα ο δεύτερος, όταν οι πολιτικάντηδες Κωλέττης και Μαυροκορδάτος, μίσθωσαν κι έστειλαν Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς να διαγουμίσουν τον Μοριά. Έλληνες έκαψαν, βίασαν και σφαγίασαν Έλληνες. Αυτή είναι η αλήθεια και πρέπει να τη λέμε δίχως κανέναν δισταγμό γιατί η κοινοτοπία που διακηρύσσει πως όποιος δεν αναγνωρίζει τα ιστορικά του λάθη τα επαναλαμβάνει, είναι απολύτως αληθής.


Το ποσοστό των Ελλήνων που γνωρίζουν την ιστορία της Ελληνικής επανάστασης είναι εξαιρετικά μικρό. Η επέτειος των 200 ετών και οι διεθνείς διαστάσεις που πήρε, είναι η ευκαιρία μας να επαναπροσεγγίσουμε το κορυφαίο ιστορικό γεγονός και την ουσία του;
Οι περισσότεροι έχετε δίκιο, δεν γνωρίζουν την ιστορία του Αγώνα, έχουν μία γενική, ασαφή εικόνα για την Επανάσταση. Ίσως κι εξαιτίας της γραφικότητας που προσεγγίζαμε παλιότερα τα γεγονότα και δημιουργούσαμε τραγελαφικά σκηνικά, που, δυστυχώς, κυρίως μειδιάματα και γέλωτες προκαλούσαν. Η ευκαιρία είναι τώρα να προσεγγίσουμε το κορυφαίο γεγονός της νεότερης Ιστορίας μας και τους εθνικούς ήρωες με τη σοβαρότητα, την υπευθυνότητα και τον σεβασμό που αξίζουν, αυτό είναι για εμένα το πρωτεύον.


Το ιστορικό σας μυθιστόρημα χωρίζεται σε δυο μέρη. Το δεύτερο, θα είναι στη διάθεση των αναγνωστών σύντομα και επιλέξατε τον τίτλο «Άγιες ψυχές». Πρωταγωνιστούν οι ίδιοι ήρωες ή εντάξατε και νέα πρόσωπα στη βαθιά αυτή ιστορική προσέγγιση;
Πάντα εμφιλοχωρούν και νέα πρόσωπα στις διλογίες και τις τριλογίες προκειμένου κάπως να ανανεωθεί το κείμενο. Μα οι βασικοί πρωταγωνιστές, παραμένουν οι ίδιοι, μέσα από τα μάτια τους και την ψυχή τους πορεύεται ο αναγνώστης σ’ αυτό το συγκλονιστικό ταξίδι στα γεγονότα και την Ιστορία, μέσα από αυτούς τη νιώθει και την αισθάνεται.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Το μικρό αγόρι κρεμιέται απάνω της, τα χεράκια του δεμένα στον λαιμό της, το προσωπάκι του φωλιασμένο στον κόρφο της. Η μάνα τον σφίγγει στην αγκάλη της, ανασαίνει με λαχτάρα τις ανάσες του και μια στιγμή καρτερά. Μια στιγμή για το στερνό της κοίταγμα, το στερνό της δάκρυ, τα στερνά της λόγια. «Γιε μου… Αϊτέ μου…» Μια στιγμή μονάχα πριν ριχτεί στο βάραθρο.
Σουλιώτισσες, Μοραΐτισσες, δολιομάνες, μορφές σκλαβωμένες μα και μορφές θεριεμένες που ρίχνονται σε αγώνα ανείπωτο για ν’ αλλάξουν την αλυσόδετη μοίρα τους.
Στο Σούλι και στα Γιάννενα, στον Μοριά και στα Ψαρά, στη Ρούμελη και στο Μεσολόγγι, φτάνει η στιγμή του σηκωμού, η ώρα της Επανάστασης. Τότε αρχινά τούτο δω το μυθιστόρημα, όταν οι γονατισμένοι πιάνουν τ’ άρματα και ορθώνουν ψυχή και μπόι στον πανίσχυρο δυνάστη.
Η Λέγκω, ο Σίμος, η Δέσπω, ο Νικόλας, η Αργυρώ και σιμά τους οι Κολοκοτρωναίοι, οι Τζαβελαίοι, ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης, οι αρματωμένοι της Kλεφτουριάς κι οι απόστολοι της Φιλικής, οι μπουρλοτιέρηδες κι οι καπετάνισσες. Ήρωες και ηρωίδες του λαού μας που βαφτίστηκαν μια φορά στο λάδι για την πίστη τους και μια φορά στο αίμα για την πατρίδα τους. Αυτός είναι ο αγώνας τους. Αυτή είναι η Ιστορία μας.

Βιογραφικό
Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου γεννήθηκε στα Δίκαια του Έβρου και κατοικεί στην Αθήνα. Έχει δημοσιεύσει δεκαεφτά μυθιστορήματα ενηλίκων, τέσσερα μυθιστορήματα για παιδιά και δύο βιβλία για παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας, ενώ έχει συμμετάσχει σε τρεις συλλογές διηγημάτων. Ασχολείται επίσης με τη συγγραφή σεναρίων και θεατρικών έργων. Το μυθιστόρημά του ΤΟ ΑΣΤΡΟΛΟΥΛΟΥΔΟ ΤΟΥ ΒΟΣΠΟΡΟΥ τιμήθηκε με το Βραβείο Καλύτερου Έργου Μνήμης 2003-2004 στο πλαίσιο του 20ού Πανελλήνιου Συμποσίου Ποίησης και Πεζογραφίας. Επίσης, το μυθιστόρημα ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΛΗΣΜΟΝΙΑΣ ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Αναγνωστών – ΕΚΕΒΙ 2010, ενώ το ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ υποψήφιο για το ίδιο βραβείο το 2012, όπου και κατέλαβε τη δεύτερη θέση στις ψήφους των αναγνωστών και των Λεσχών Ανάγνωσης.