Συγγραφέας του βιβλίου «Μια ιστορία μόνο – Η κληρονομιά» – Εκδόσεις Μεταίχμιο

Η πολύπλοκη αινιγματικότητα των οικογενειακών σχέσεων. Αυτό είναι που προβληματίζει, γοητεύει αλλά και προκαλεί την Καλή Δοξιάδη, στα μυθιστορήματά της. «Βρίσκεται στο κέντρο της έννοιας «δράμα» που περιλαμβάνει και τραγωδία και κωμωδία», λέει στο Vivlio-life αναλύοντας αυτή την πολυπλοκότητα και τα οικογενειακά μυστικά που την περιβάλλουν. Με την «Κληρονομιά» της, ταξιδεύουμε στην όμορφη Κέρκυρα, όπου ύστερα από πολλά χρόνια επιστρέφει η ηρωίδα της για να πουλήσει το σπίτι που κληρονόμησε μετά τον θάνατο του πατέρα της. Το σπίτι των παιδικών της χρόνων που αγαπάει και φοβάται συγχρόνως. Εκεί, στο όμορφο νησί του Ιονίου διαπιστώνουμε αυτό που γνωρίζουν ήδη συγγραφέας και πρωταγωνιστές: «Τελικά σε ξαφνιάζει η Κέρκυρα όποια και να ’ναι».

  • Ένα δεκαπεντάχρονο αγοροκόριτσο ήταν η Ανθή Βελισσάρη όταν τη γνωρίσαμε. Και, να, τώρα, που τη βλέπουμε μεσόκοπη να επιστρέφει στο νησί της είκοσι επτά χρόνια μετά. Πού βρισκόταν η ηρωίδα σας όλο αυτό το διάστημα και ποιοι είναι οι κεντρικοί τίτλοι της ενήλικης ζωής της;
    Βρισκόταν στο εξωτερικό, αρχικά Αγγλία κι αργότερα Αμερική, όπου ακολούθησε μια πολύ επιτυχημένη δημοσιογραφική καριέρα. Τα ταξίδια της στην Ελλάδα δεν περιλάμβαναν την Κέρκυρα.
  • «Πήρα την απόφαση να ξεμπερδεύω με την Κέρκυρα μια και καλή» καταλήγει ο πρόλογός σας και είναι η ευκαιρία να συνδέσουμε το τέλος του πρώτου μέρους της τριλογίας σας με το δεύτερο.
    Με τον θάνατο του πατέρα της η Ανθή έμαθε ότι είχε κληρονομήσει το σπίτι της Κέρκυρας που θεωρούσε χαμένο από χρόνια. Οι συνθήκες της διαθήκης επέβαλλαν την επιστροφή της στο νησί, εάν ήθελε να το πουλήσει.
  • Άνοιξη 1976 ήταν όταν επέστρεψε η ηρωίδα στο νησί και στις σελίδες σας. Ποια Ελλάδα είχε αφήσει φεύγοντας και ποια Ελλάδα βρήκε επιστρέφοντας στο σπίτι των παιδικών της χρόνων;
    Είχε αφήσει μια Ελλάδα που μόλις στεκόταν στα πόδια της μετά τις καταστροφές του Β´ Παγκοσμίου πολέμου και του Εμφυλίου. Επιστρέφοντας βρήκε μια Ελλάδα που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται και να ελπίζει.
  • Σ’ αυτό, το πολύ ενδιαφέρον δεύτερο μέρος της τριλογίας σας, διαπιστώνουμε πως το σπίτι της Ανθής παίζει τόσο δυνατό πρωταγωνιστικό ρόλο όσο και οι κεντρικοί σας ήρωες. Γιατί, όμως, αφού είχε υπόψη της να το πουλήσει;
    Επειδή είχε παίξει τόσο καθοριστικό ρόλο στην παιδική της ηλικία. Το αγαπάει και το φοβάται συγχρόνως. Μένοντας μακριά, πιστεύει ότι έχει διατηρήσει την ισορροπία που κέρδισε στη μετέπειτα ζωή.
  • Ωστόσο, η θεία Ελένη το περιγράφει ως «Ένα ξεθωριασμένο ανάπηρο φλαμίνγκο περικυκλωμένο από πεύκα που του δίνουν σφαλιάρες». Πώς μπορεί άραγε ένα σπίτι στα βράχια να χαρακτηριστεί έτσι;
    Η Θεία Ελένη έχει έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο να εκφράζεται. Αντικειμενικά το σπίτι αποτελεί αισθητική και ιστορική παραφωνία στο κερκυραϊκό τοπίο, πράγμα που δεν επηρεάζει καθόλου όσους το αγαπούν.
  • Διαπιστώνουμε και κάτι ακόμα: Πρόσωπα που επιλέξατε ως δευτεραγωνιστές στο πρώτο μέρος παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σήμερα. Νιώσατε πως είχατε αδικήσει στο πρώτο μέρος τη Λωξάντρα, τις γκουβερνάντες, τον κηπουρό, τους παραγιούς;
    Δεν ένιωσα ότι αδίκησα κανέναν. Σε κάθε βιβλίο κάθε πρόσωπο αντιμετωπίζεται με διαφορετική έμφαση και προσοχή.
  • Οικογενειακά μυστικά. Κακές σχέσεις αδερφών, δίδυμα με πολύ διαφορετική σχέση και πολύ διαφορετικές ανάγκες, άγνωστος αδερφός. «Είναι το θέμα του βιβλίου… Το βιβλίο το πολεμάει και το αναλύει» είπατε. Γιατί αυτή η σχέση και η πολυπλοκότητά της γοητεύει τόσο τους συγγραφείς;
    Δεν μπορώ να μιλήσω για άλλους συγγραφείς. Εμένα με προβληματίζει, με γοητεύει και με προκαλεί η πολύπλοκη αινιγματικότητα των οικογενειακών σχέσεων. Βρίσκεται στο κέντρο της έννοιας «δράμα» που περιλαμβάνει και τραγωδία και κωμωδία.
  • Μιλώντας πέρσι για «Το σπίτι στα βράχια» στην ερώτηση αν στο βιβλίο «διαβάζουμε» τη δική σας ψυχή, είχατε πει πως «Μόνο με την έννοια ότι η ψυχή του συγγραφέα αποτυπώνεται σε κάθε του κείμενο. Αλλιώς τα γεγονότα, οι συνθήκες και τα πρόσωπα δεν έχουν αντιστοιχίες με τη δική μου πραγματικότητα». Στην παρουσίαση του δεύτερου μέρους της τριλογίας σας είπατε «Έχει αυτοβιογραφία αυτό το βιβλίο…». Σε ποιο βαθμό, λοιπόν, «Η κληρονομιά» μας φέρνει πιο κοντά στην προσωπική σας ιστορία;
    Δεν νομίζω ότι αλλάζει τίποτα ουσιαστικό. Η δεύτερη απάντηση είναι λιγότερο απόλυτη.
  • «Ένα πράγμα που έμαθα από τα αστυνομικά είναι να ρίχνω υπαινιγμούς», έχετε πει στην παρουσίαση του βιβλίου σας. Θέλετε να μας δώσετε ένα ίχνος από τον βασικό υπαινιγμό που θα μας απασχολήσει στο τελευταίο μέρος της τριλογίας σας;
    Ίσως το πιο τρανταχτό παράδειγμα είναι το θέμα της πατρότητας του Γιάγκου, που ήδη στο τέλος του δεύτερου βιβλίου πρέπει να είναι φανερό σε αρκετούς αναγνώστες. Άλλοι υπαινιγμοί αναφέρονται στον ρόλο της Μαρκέλλας στην ιστορία μας.
  • «Τελικά σε ξαφνιάζει η Κέρκυρα όποια και να ’ναι». Λόγια του Τηλέμαχου Χυτήρη που χρησιμοποιήσατε στην αρχή του βιβλίου σας. Ποια είναι για σας η Κέρκυρα και πόσο συνεχίζει να σας ξαφνιάζει κυρία Δοξιάδη;
    Συνεχίζει να με ξαφνιάζει. Καθημερινά ανακαλύπτω στοιχεία και τοπία και λύνω ή εξακολουθώ να παιδεύω, μικρά και μεγάλα αινίγματα.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Είκοσι εφτά χρόνια μετά το τέλος του πρώτου βιβλίου Το σπίτι στα βράχια η Ανθή φτάνει στην Κέρκυρα με σκοπό να πουλήσει το εγκαταλελειμμένο πια σπίτι. Τρεις μέρες γεμάτες συναντήσεις και αναμνήσεις καταλήγουν με τη συνειδητοποίηση ότι γύρισε εκεί που ανήκει.
Σε αυτό το βιβλίο η χρονιά που πρωτοστατεί είναι το 1976, η χρονιά που μαθαίνει πολλά, μέσα από νέες ιστορίες για τον Γιάγκο, τη θεία Ελένη, τον πατέρα της, τον θείο Βίκτωρα, τη Λοξάντρα, και ανταμώνει νέα πρόσωπα από τα παλιά. Κυρίως όμως η χρονιά που συνειδητοποιεί πολλά για τον εαυτό της.

Βιογραφικό
Η Καλή Δοξιάδη γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε εκεί και στην Κηφισιά. Σπούδασε λογοτεχνία και θέατρο στην Αμερική. Έχει ζήσει στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας, στην Καλιφόρνια, τη Βοστώνη, την Ουάσιγκτον, τη Νέα Υόρκη και τη Μαδρίτη. Έχει εργαστεί στον εκδοτικό, τον πολιτικό, και τον δημοσιογραφικό κόσμο. Τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα στην Κέρκυρα. Γράφει από παιδί αλλά, εκτός από ένα μικρό βιβλίο ποιημάτων στα αγγλικά που δημοσιεύτηκε στην Αμερική, το πρώτο της έργο που εκδόθηκε είναι ο πρώτος τόμος της τριλογίας «Μια ιστορία μόνο» με τίτλο Το σπίτι στα βράχια.