Ο συγγραφέας Βουδούρης Νίκος Αδάμ με το έργο του “Καϊάφας” δίνει το λογοτεχνικό του στίγμα ως πεζογράφος. Εμφανίστηκε με τη συλλογή διηγημάτων “Ο βυθός είναι δίπλα” που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Μέσα από το συγγραφικό του έργο αναδεικνύονται οι αρετές και η ύπαρξη του εσωτερικού κενού του ήρωα. Αίσθηση προκαλεί η ανατρεπτική εικόνα με την οποία ξεκινά το μυθιστόρημα.

Ποιο ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Το διάβασμα, το πολύ διάβασμα, υποθέτω, και μια παιδιόθεν βαθιά επιθυμία να ανήκω κι εγώ στον κόσμο αυτόν. Τον μαγικό κόσμο των ανθρώπων που γράφουν βιβλία, για να μη σας πω πως θα ήθελα κι εγώ να ζήσω ζωές σαν και των ηρώων στα βιβλία που διάβαζα μικρός.

Κυκλοφόρησε το πόνημά σας “Καϊάφας” από τις εκδόσεις Πατάκη. Ποιο ερέθισμα στάθηκε αφορμή για τη συγγραφή του;

Δεν γράφω κατόπιν ερεθίσματος, ούτε γράφω ερεθισμένος. Λογαριασμούς κλείνω κι εκκρεμότητες τακτοποιώ μα τελειωμό δεν έχουν.

– Κατά την πορεία συγγραφής του βιβλίου σας εσείς οδηγήσατε τους ήρωές σας ή αυτοί σας οδηγούσαν;

Εγώ ήμουν ο μηχανοδηγός, εγώ και οι ράγες.

– Ποιο μήνυμα θα θέλατε να περάσετε μέσα από το βιβλίο σας στους αναγνώστες σας;

Μηνύματα δεν στέλνω. Αναστάτωση ή σκίρτημα αν καταφέρω να προκαλέσω, θα ’μαι τυχερός και θα ’ναι άξιος ο μισθός μου.

Το πόνημα “Καϊάφας” πραγματεύεται την περιπλάνηση και την ερήμωση του ανθρώπου. Ποια εσωτερική ανάγκη υπαγορεύει αυτή την αναζήτηση;

Φαντάζομαι πως με ρωτάτε για την εσωτερική ανάγκη του ήρωα. Αταίριαστος είναι και σαν τέτοιος πράττει. Σκοπός του είναι η περιπλάνηση που εγκυμονεί τον στόχο. Με άλλα λόγια, πάει για να βρει το τέρμα και το τέλμα ή ακόμα καλύτερα, δοκιμάζει μια τζούρα απ’ την οριστική κατάληξη, για να δει αν του αρέσει.

Σε ποιο σκοπό υπακούει το ταξίδι αναζήτησης;

Σε έναν αργό σκοπό που έχει κάτι από βάδισμα σε ασταθές έδαφος: αμμουδιά, βάλτος, χιόνι…

“Σαμψών” ένας όρος σύμβολο. Δηλώνει τον ήλιο, τη φυσική ρώμη. Ποια η νοηματική του διάσταση;

Για κάθε συγγραφέα η ονοματοθεσία είναι πραγματικό γλέντι. Εγώ επέλεξα το όνομα του σκύλου πρώτον διότι έχει μουσικότητα: τα δυο φωνήεντα, το ανοιχτό άλφα και το κλειστό ωμέγα το κάνουν εύηχο, σχεδόν τραγουδιστό. Μου αρέσουν επίσης και τα δυο σύμφωνα στη σειρά: μ,ψ. Τέλος, το όνομα Σαμψών μ’ αρέσει, διότι γενικώς μ’ αρέσουν τα ονόματα από την ιστορία και τα θρησκευτικά.

Τι παρακινεί τον ήρωά σας να αποδομεί τον εαυτό του διηγούμενος ψευδή σενάρια στους κατά τόπους περαστικούς;

Πρώτον η πλήξη, δεύτερον του αρέσει να εκμαιεύει την προσοχή των άλλων, τρίτον είναι ένας θεατράλε ήρωας και τέταρτον δεν μπορεί να κάνει αλλιώς ούτε αυτός, ούτε όμως κι εγώ.

Η ρήση “το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον” γίνεται αποδεκτή από τον πρωταγωνιστή;

Ο πρωταγωνιστής προσκυνά το πεπρωμένο, ναό του χτίζει και το δοξάζει και στο έλεός του βρίσκει παρηγοριά.

Ποιο είδος γραφής προτιμάτε;

Πεζογράφος είμαι με εμμονές που ξεκινούν από την αρχαία ελληνική γραμματεία μέχρι τα βιβλία των σημερινών 25αρηδων. Πρώτα στην λίστα των προτιμήσεών μου είναι τα σύντομα κείμενα επιγράμματα χοϊκού μικρά διηγήματα.

Ποια είναι η αγαπημένη σας φράση:

Απ’ το βιβλίο; Η φράση: εγώ από μικρός κολύμπαγα σε δαχτυλήθρες. Εκτός βιβλίου: όλες όσες μου προκαλούν παρόμοια συναισθήματα.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Νίκος Αδάμ Βουδούρης γεννήθηκε στο Γλυκορρίζι της Μεσσηνίας. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά “Οδός Πανός”, “Εντευκτήριο” και “Μπιλιέτο”, καθώς και σε ανθολογίες νεοελληνικού διηγήματος. Παρακολούθησε σεμινάρια δημιουργικής γραφής στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. Το “Ο βυθός είναι δίπλα” είναι το πρώτο βιβλίο του.

Περιγραφή βιβλίου
Ο Καϊάφας είναι ένα καλοκαιρινό ταξίδι στα νοτιοδυτικά παράλια της Πελοποννήσου. Ένας µοναχικός άντρας συναντά αναπάντεχα σε µια αµµουδιά µετά την Πάτρα έναν κατάµαυρο, µεγαλόσωµο, αγέρωχο σκύλο. Τον παίρνει µαζί του αδιαφορώντας για το τηλέφωνο επικοινωνίας που είναι χαραγµένο στο περιλαίµιό του. Οι δυο τους πασχίζουν να κάνουν διακοπές, να κάνουν κάµπινγκ, να κάνουν τουρισµό. Τέλος, ο άντρας αποφασίζει να δουλέψει σε εποχιακή ταβέρνα κοντά στη λίµνη Καϊάφα και να ζήσει µια όµορφη κανονική ζωή σαν εργαζόµενος, έχοντας πάντα τον σκύλο µαζί του. Αντιλαµβάνεται, ίσως για πρώτη του φορά, την ιαµατική δύναµη της αγάπης και κάνει όνειρα ανέµελης και ήρεµης συµβίωσης µε το χαρισµατικό τετράποδο. Όµως, τα όνειρά του αυτά, όπως κι άλλα όνειρα που έκανε στο παρελθόν, θα ναυαγήσουν. Με τις φαντασιώσεις του στρογγυλεύει και εξωραΐζει τα πάντα, σε µια απέλπιδα προσπάθεια να γλιτώσει απ’ τον εαυτό του και να µην παραδοθεί για άλλη µια φορά, την οριστική ίσως, στην πραγµατική του κλίση: τον σπαραγµό και την υπερβολή. Αυτοσκηνοθετούµενος και εθελοτυφλώντας, παγιδεύεται στις ίδιες του τις εµµονές και οδεύει, χρίζοντας τους γύρω του οδηγούς και κουµανταδόρους, για εκεί που είναι πραγµατικά ταµένος.