Συγγραφέας του βιβλίου «Ο τέταρτος καβαλάρης» – Εκδόσεις «Πηγή»

Μία λοιμώδης ασθένεια, δυο εποχές και τρείς πρωταγωνιστές συνθέτουν την ιστορία του Μανώλη Παλαβούζη και ομολογώ πως όσο συνομιλούσα μαζί του σκεφτόμουν ένα εφιαλτικό σενάριο και ερωτήματα βασάνισαν τη σκέψη μου: Άραγε πόσο μακριά μας είναι μια βιολογική απειλή; Πόσο απίθανο είναι κάποιος – κάπου – κάποτε αντί για μυθιστόρημα φαντασίας να γράψει κάτω από τον τίτλο του βιβλίου του «Αληθινή ιστορία»; Όπως εξηγεί στο Vivlio-life ο συγγραφέας, ο οποίος ξεκαθαρίζει πως δε διαβάζει ιστορίες αγάπης και ιστορικά μυθιστορήματα, προσπάθησε να μην ακολουθήσει την πεπατημένη που θα παρέπεμπε σε γνωστές ταινίες τέτοιας θεματολογίας, αλλά παρέθεσε ιστορίες προσώπων της καθημερινότητας.

«Ο Τέταρτος Καβαλάρης» είναι ο τίτλος του πρώτου σας βιβλίου. Μιλήστε μας γι’ αυτό το μυθιστόρημα φαντασίας και τους πρωταγωνιστές του.


Ο Τέταρτος Καβαλάρης είναι ένα μυθιστόρημα που συνδυάζει δύο διαφορετικές εποχές, το μεσαίωνα της Ευρώπης του 14ου αιώνα, και τον κόσμο του σήμερα. Η Ελλάδα έχει την πρωτοκαθεδρία και στις δύο περιπτώσεις. Η πανώλη, ο Μαύρος Θάνατος ξεσπά ως επιδημία, που εξαπλώνεται σταδιακά σε όλο τον κόσμο, και στις δύο εποχές. Οι δύο ιστορίες ξετυλίγονται παράλληλα, με τους ήρωες να προσπαθούν να επιβιώσουν στο στίβο που θέτει το θανάσιμο βακτήριο της πανώλης. Ο Πάμφιλος είναι ένας Βυζαντινός πολεμιστής, ο οποίος είναι παρών καθώς η πανώλη μεταδίδεται για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος, και μάλιστα στη διάρκεια μιας πολιορκίας σε μία από τις πρώτες καταγεγραμμένες περιπτώσεις βιολογικού πολέμου στην ιστορία. Από εκεί και έπειτα παρακολουθούμε καθώς ακολουθεί τα βήματα της ασθένειας, ενώ αυτή αρχίζει να εξαπλώνεται όλο και περισσότερο. Στο σήμερα έχουμε δύο πρωταγωνιστές, τον Άλεξ που είναι επιδημιολόγος του ΚΕΕΛΠΝΟ, και την Σκάρλετ που είναι απεσταλμένη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, δύο άνθρωποι -και ιδιαίτερα ρεαλιστικοί και ανθρώπινοι ως χαρακτήρες- που θα προσπαθήσουν να βάλουν φρένο στην εξάπλωση της ασθένειας, μέσα σε έναν κόσμο που αρχίζει να καταρρέει και να γονατίζει, με θύματα να ξεπροβάλλουν από παντού.

Δυο χειμώνες μονοπωλούν το ενδιαφέρον στα κεφάλαιά του, μόνο που αυτές οι δυο εποχές απέχουν η μία από την άλλη περισσότερα από εξακόσια εβδομήντα χρόνια …


Πράγματι οι δύο ιστορίες αρχίζουν να εξελίσσονται χειμώνα. Απέχουν εξακόσια εβδομήντα χρόνια, όμως οι ήρωες έρχονται αντιμέτωποι με τις ίδιες προκλήσεις, τις ίδιες αντιξοότητες, τις ίδιες συναισθηματικές διακυμάνσεις. Μου αρέσει ο χειμώνας, το κρύο, το χιόνι, όμως υπάρχει ένας επιπλέον λόγος που διάλεξα τη συγκεκριμένη εποχή για να αρχίσει το βιβλίο να ξετυλίγεται. Είναι κάτι που γίνεται όμως αντιληπτό στο 2ο μέρος και έχει να κάνει γενικότερα με την ασθένεια. Με τις περισσότερες ασθένειες.

«Η επώαση», είναι ο υπότιτλος του βιβλίου και μάλλον η αγωνία των αναγνωστών θα κορυφωθεί. Πώς πιστεύετε θα αντιδράσουν όταν αντιληφθούν πως αφορά την επιδημία της μεσαιωνικής πανώλης; Πόσο θα κορυφώσετε την αγωνία τους;


Η επώαση, ένας τίτλος που προκύπτει από το χώρο της ιατρικής, από το χρόνο επώασης αναφορικά με τους μικροοργανισμούς, που είναι το χρονικό διάστημα από την είσοδο ενός παθογόνου στον οργανισμός μέχρι τη στιγμή που εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα. Για όποιον ξέρει κάποια πράγματα από ιστορία, θα καταλάβει από την περίληψη στο οπισθόφυλλο ότι πρόκειται για την πανώλη, άλλωστε αναφέρετε το έτος 1347 που είναι κάτι σαν σημείο αναφοράς για το μεσαιωνικό κόσμο. Δεν ξέρω πώς θα αντιδράσουν. Προσπάθησα να μην ακολουθήσω την πεπατημένη. Όχι κάτι που να παραπέμπει σε ταινίες του Χόλυγουντ για το συγκεκριμένο θέμα, προτιμώντας να χρησιμοποιήσω ανθρώπινες ιστορίες, προσώπων της καθημερινότητας, με όσο πιο αληθινά και «κοινά» αν θέλετε χαρακτηριστικά. Η αγωνία κορυφώνεται στο 2ο μέρος, εκεί όπου εντείνεται η έκταση του προβλήματος, ο αριθμός των θυμάτων, η σοβαρότητα της κατάστασης. Στο 2ο μέρος είναι που η κοινωνία αρχίζει να «τρέμει», αρχίζει να πτοείται από τη βιολογική απειλή.

Τι μαθαίνουμε από την ιστορία για την πανώλη; Πότε και πώς αντιμετώπισε η Θεσσαλονίκη αυτόν τον θανάσιμο εφιάλτη;


Η πανώλη είναι μία μολυσματική νόσος, θανάσιμη σε μεγάλο βαθμό ακόμα και σήμερα, δίχως κάποιο εμβόλιο να έχει ανακαλυφθεί. Η πανώλη ευθύνεται για το θάνατο του 25-50% του παγκόσμιου πληθυσμού του 14ου αιώνα, κάποιοι κάνουν λόγο για ακόμα περισσότερο, αφήνοντας πίσω της ίσως και 100 εκ. νεκρούς. Είναι η ασθένεια με την μεγαλύτερη επίδραση στον άνθρωπο από την αρχή του χρόνου, στην εξέλιξη της κοινωνίας, ιδίως στον ευμετάβλητο κόσμο του μεσαίωνα. Η πανώλη ήρθε στον ελλαδικό χώρο λίγο πριν φτάσει στις χώρες της δυτικής Ευρώπης. Χτύπησε το Βυζάντιο που εκείνη την περίοδο παρέπεε. Για το λόγο αυτό και δεν υπάρχουν πολλά αριθμητικά δεδομένα για τη Θεσσαλονίκη. Ξέρουμε ότι πέρασε από εκεί, ξέρουμε ότι άφησε θύματα, όμως δεν γνωρίζουμε πόσα και πόσο καθοριστική υπήρξε για το μέλλον της περιοχής. Αν αναλογιστούμε αντίστοιχες περιπτώσεις από τη Γαλλία ή την Ιταλία της εποχής, τότε μιλάμε για μια κοσμογονική καταστροφή.

Ένα μικρόβιο που κάπου κοντά στον επίλογο μεταλλάσσεται. Πόσο άσχημα θα γίνουν τα πράγματα;


Ένα μικρόβιο, ένα βακτήριο που μεταλλάσσεται, κάτι που οι ήρωες του βιβλίου αργούν πολύ να μάθουν. Κάτι που μπορεί να σημαίνει ένα σωρό επιπλέον προβλήματα για εκείνους. Τα πράγματα θα γίνουν άσχημα. Πολύ άσχημα για την ακρίβεια, αλλά αυτό αφορά το 2ο μέρος της διλογίας και τα spoil καταστρέφουν τη μαγεία της ανάγνωσης, της αναμονής.

Αυτό το αληθοφανές σενάριο θα μπορούσε να συμβεί στις μέρες μας; Για να είμαι ειλικρινής, πολλές φορές σκέφτομαι πως βιβλία σαν και το δικό σας αλλά και ταινίες με παρόμοια θεματολογία μας προετοιμάζουν για την επόμενη μέρα…


Πολλά βιβλία ή ταινίες παρουσιάζουν έναν κόσμο που δύσκολα θα μπορούσε να αποτελεί αποτέλεσμα της επιστημονικής πραγματικότητας, κάτι του μέλλοντος, όσο δυσοίωνα και αν είναι τα σημάδια. Τα περισσότερα από αυτά που διαβάζουμε και βλέπουμε είναι καθαρά προϊόντα μυθοπλασίας, χωρίς ίχνος δεδομένων ή έστω ενδείξεων που να προοικονομούν ότι κάτι μπορεί να βρίσκεται στο μέλλον. Σχετικά με την πανώλη, γενικά, δεν είναι μια ασθένεια που μεταδίδεται τόσο γρήγορα. Ούτε σκοτώνει τόσο πολλούς. Βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα, έχουμε αντιβιοτικά, έχουμε νοσοκομεία και όλα τα σχετικά. Η πανώλη με την μορφή που υπάρχει σήμερα σε απομακρυσμένες περιοχές της Αφρικής δεν θα μπορούσε ποτέ να εξελιχθεί σε πανδημία. Όμως κανείς δεν ξέρει μια μετάλλαξη ποιες νέες ιδιότητες θα προσδώσει στον κάθε μικροοργανισμό. Η φύση, η βιολογία των βακτηρίων και των ιών είναι τέτοια, που καταφέρνει να δημιουργεί συνεχώς φονικές μηχανές που ουκ ολίγες φορές έχουν χτυπήσει την πόρτα της ανθρωπότητας. Κανείς δεν ξέρει ποιο νέο μηχανισμό θα βρει η φύση για να περιορίσει τον υπερπληθυσμό. Ότι θα το κάνει είναι το μόνο σίγουρο, απλώς δεν ξέρουμε πότε και πώς. Μάλλον θα το μάθουμε όταν θα είναι ήδη αργά.

Σε ποιο σημείο της ιστορίας σας μπαίνει η μυθοπλασία;


Η μυθοπλασία κυριαρχεί στο βιβλίο, όπως και σε κάθε μυθιστόρημα. Απλώς υπάρχουν κάποιες πινελιές επιστήμης, ιστορίας, κοινωνικών φαινομένων που είναι πέρα για πέρα αληθινά. Χωρίς μυθοπλασία ο κόσμος μας θα ήταν πεζός και ανιαρός. Αυτοσχεδίασα σε πολλά σημεία. Εκεί όπου δεν ήμουν σίγουρος ότι πατάω σε αληθινά δεδομένα.

Το βιβλίο αυτό είναι καρπός της αγάπης σας για τη βιολογία και την ιστορία, όπως έχετε πει. Ήταν εύκολη υπόθεση αυτό το «πάντρεμα»;


Δεν είμαι σίγουρος. Σαν ιδέα όπως το σκέφτομαι τώρα, ναι ήταν δύσκολο, κυρίως ώστε να μην υπερκαλύπτει το ένα το άλλο. Όμως καθώς έγραφα το βιβλίο, νομίζω έβγαιναν εντελώς αβίαστα και η ιστορία την οποία αγαπώ και διαβάζω από παιδί, και η βιολογία, την οποία εν μέρει έχω σπουδάσει ως περιβαλλοντολόγος, την αγαπημένη μου επιστήμη.

Υπάρχει κάποιο σημείο στη ρεαλιστική σας – όπως τη χαρακτηρίζετε – αφήγηση που ο αναγνώστης χαλαρώνει; Θα συναντήσουμε στην ιστορία σας κάποια αισθηματική ή ερωτική σκηνή;


Δεν νομίζω ότι αφήνω τον αναγνώστη να χαλαρώσει. Τουλάχιστον όχι πολύ. Ίσως στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου που ακόμα ο αναγνώστης δεν γνωρίζει τι γίνεται. Και σίγουρα όχι γι’ αυτά που έπονται. Υπάρχει κάποια ιστορία αγάπης όπως θα τη λέγαμε που αρχίζει να γεννιέται. Δύο για την ακρίβεια. Και κάποιες ερωτικές σκηνές, αν και όχι των πρωταγωνιστών, δεν μου αρέσει να το κάνω. Ίσως θέλω να διαφυλάξω με κάποιον τρόπο την ιδιωτικότητά τους. Γενικότερα δεν μου αρέσει να διαβάζω για ιστορίες αγάπης σε βιβλία. Δεν θα αγόραζα ποτέ ένα ιστορικό μυθιστόρημα, τα απεχθάνομαι. Έτσι και εδώ, οι ιστορίες αγάπης είναι μικρές. Υπάρχουν φυσικά, όμως απέχουν πολύ από το κεντρικό θέμα.

Γεννηθήκατε και ζείτε στο Σουφλί του Έβρου και σπουδάσατε στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Πώς αποφασίσατε να μπλέξετε τη Θεσσαλονίκη στην ιστορία σας;


Η Θεσσαλονίκη πάντα μου άρεσε ως πόλη. Η ρυμοτομία της, ο τρόπος που όλα τα αξιοθέατα ή χώροι με ενδιαφέρον είναι συγκεντρωμένα στο κέντρο. Η Ροτόντα, ο Λευκός Πύργος, το κάστρο, είναι ό,τι πιο κοντινό έχουμε στις μεσαιωνικές πόλεις της Αγγλίας, την οποία αγαπώ. Έχω βρεθεί αμέτρητες φορές στην συμπρωτεύουσα, είτε με σχολικές εκδρομές, είτε με την οικογένεια, είτε για βόλτα, οπότε είναι μια πόλη την οποία γνωρίζω αρκετά καλά. Τουλάχιστον όσο χρειαζόμουν για το βιβλίο. Από την άλλη η ιστορία του βιβλίου, δεν θα ταίριαζε έτσι όπως τη σκέφτηκα σε μια αγροτική περιοχή του Έβρου ή σε ένα νησί. Ήθελα μια αστική περιοχή. Με μεγάλο σχετικά πληθυσμό και σύνδεση με το εξωτερικό. Έχει να κάνει με τον τρόπο, ή το μέρος όπου οι ασθένειες λατρεύουν να εξελίσσονται.

Την επιλέξατε μεταξύ κάποιων άλλων πόλεων και αν ναι ποια ήταν η δεύτερη επιλογή σας;


Για να συνεχίσω λοιπόν την προηγούμενη ερώτηση, η δεύτερη επιλογή ήταν η Αθήνα, την οποία όμως δεν γνωρίζω καλά σαν πόλη, και οι περιγραφές τοποθεσιών δεν θα ήταν αντικειμενικές και ζωντανές. Μου αρέσει να γράφω για αληθινά μέρη, κάτι στο οποίο με βοήθησε υπερβολικά το GoogleEarth. Δεν θα φανταζόμουν να γράφω ένα τέτοιο βιβλίο χωρίς αυτό το εργαλείο.

Εκτός από την βιολογία και την ιστορία διαβάζω στο βιογραφικό σας πως σας αρέσουν και τα πάζλ. Είναι ένας τρόπος χαλάρωσης μεταξύ βιολογικού πολέμου και μικροβίων;


Πράγματι μου αρέσουν πάρα πολύ από παιδί ακόμα. Έχω αρκετές αναμνήσεις από την παιδική ηλικία να φτιάχνω παζλ σε κάθε δωμάτιο και γωνιά του σπιτιού μου. Η αλήθεια είναι πως δεν σχετίζεται καθόλου με το βιβλίο φυσικά. Απλώς με χαλαρώνει, ιδίως σε στιγμές όπου έχω «πολλά στο κεφάλι μου». Τα παζλ πάντα καταφέρνουν να κρατούν το μυαλό απασχολημένο. Δεν το αφήνουν να ξεστρατίζει. Γι’ αυτό και έχω πάντα δύο τρία εύκαιρα παζλ, στο κουτί τους ακόμα.

Πόσα κομμάτια είχε το μεγαλύτερο παζλ που φτιάξατε;


3000, αλλά είναι μόνο ένα. Είναι δύσχρηστα όταν ολοκληρωθούν, και τόσο μεγάλες επιφάνειες δύσκολο να βρεθούν. Όλα τα υπόλοιπα είναι των 1000 κομματιών, είναι διαχειρίσιμα.

Τι θα περιλαμβάνει το δεύτερο μέρος της διλογίας σας;


Το 2ο μέρος παρουσιάζει την κορύφωση της πανδημίας, όπως και των προσπαθειών των ηρώων. Παρουσιάζονται περισσότερες σκηνές και από άλλα σημεία του κόσμου, εντός και εκτός Ευρώπης. Στην ιστορία του παρελθόντος, βλέπουμε επίσης σκηνές, τραγικές οι περισσότερες που συνέβησαν πριν από αιώνες, καταγράφηκαν ιστορικά και από τότε χαρακτηρίζουν αυτό που αποκαλούμε μεσαίωνα, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τον σκοταδισμό, τις απαρχαιωμένες αντιλήψεις για θρησκεία, επιστήμη, και όλα τα σχετικά. Και έτσι καταλήγουμε στο τέλος του βιβλίου, το οποίο προσωπικά λάτρεψα από την πρώτη στιγμή που το σκέφτηκα. Που το φαντάστηκα. Οι δύο ιστορίες επιτέλους εμπλέκονται. Και μαθαίνουμε τελικά ποιος είναι ο άνθρωπος στον οποίο ανήκει ο τάφος στο υπέδαφος της πόλης. Νομίζω ότι το κοινό θα το αγαπήσει το τέλος, ίσως περισσότερο από όλο το βιβλίο. Είναι το μοναδικό σημείο του βιβλίου που είναι τόσο κινηματογραφικό.

Βιογραφικό


Ο Μανώλης Παλαβούζης κατάγεται από το Σουφλί του νομού Έβρου, όπου και γεννήθηκε το 1994. Σπούδασε την επιστήμη του περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Ανάμεσα στους αγαπημένους του συγγραφείς ξεχωρίζουν ο Τόλκιν, ο Μάρτιν, και ο Κινγκ. Λατρεύει τα βιβλία, τα ταξίδια, τη ζωγραφική και τα παζλ. Ζει με την οικογένειά του στο Σουφλί. Το διήγημά του “Πέρα απ’ τον τάφο” έχει συμπεριληφθεί στη συλλογική ανθολογία διηγημάτων “Το Έπος της φαντασίας ΙΙ” (Εκδόσεις iWrite). Ο Τέταρτος Καβαλάρης αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη λογοτεχνική του προσπάθεια, καρπός της αγάπης του για τη βιολογία και την ιστορία. Το δεύτερο μέρος της διλογίας αναμένεται να κυκλοφορήσει σύντομα.

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Χειμώνας 1347 μ.Χ.: Στις στέπες της Κιργισίας γεννιέται ένας θανάσιμος εχθρός. Ο Πάμφιλος, ένας Βυζαντινός πολεμιστής, βρίσκεται στο επίκεντρο της καταστροφής. Μία πολιορκημένη πόλη καίγεται συθέμελα, και οι επιζώντες, αγωνιζόμενοι για την επιβίωσή τους, καταφεύγουν για σωτηρία στην Κωνσταντινούπολη, μεταφέροντας μαζί τους κάτι που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας.
Χειμώνας 2017 μ.Χ.: Σε ένα εργοτάξιο του μετρό της Θεσσαλονίκης, ένας εργάτης ανακαλύπτει μία υπόγεια κρύπτη. Άθελά του, θα ξυπνήσει τον μεγαλύτερο βιολογικό εχθρό της ιστορίας. Η πανδημία εξαπλώνεται ταχύτατα σε όλο τον κόσμο, κι ο Άλεξ, επιδημιολόγος του ΚΕΕΛΠΝΟ, βρίσκεται αντιμέτωπος με υπέρτερες δυνάμεις, έχοντας στο πλευρό του την Σκάρλετ, απεσταλμένη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Καθημερινοί άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με την απειλή σε ένα θανάσιμο παιχνίδι. Οι κανόνες διαχρονικοί. Η επιβίωση μονόδρομος.
Το πρώτο μέρος της διλογίας «Ο Τέταρτος Καβαλάρης» πραγματεύεται ένα θανάσιμο σενάριο στον σύγχρονο κόσμο του υπερπληθυσμού και της άμεσης αεροπορικής σύνδεσης κάθε γωνιάς του πλανήτη, όπου τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας μοιάζουν λεπτότερα από κάθε άλλη φορά.