“Νομίζεις ότι με ξέρεις επειδή μπορείς να δεις τις φωτογραφίες και τις αναρτήσεις μου… Αλλά δεν μπορείς να δεις εμένα… Νομίζεις ότι με αγαπούν επειδή μου χαρίζουν παντού “μου αρέσει”, στολίζοντας τις αναρτήσεις μου με άπειρα σχόλια επιδοκιμασίας και αποδοχής… Όμως εγώ δεν μπορώ να δω τα πρόσωπά τους, ούτε να νιώσω την παράξενη, ψηφιακή αγάπη τους… Νομίζεις ότι είμαι κοινωνικός, ότι περιτριγυρίζομαι από πραγματικούς, ζωντανούς ανθρώπους, επειδή στο Προφίλ μου υπάρχουν χιλιάδες φίλοι κι ακόλουθοι… Όμως εγώ αισθάνομαι μόνος… Κάθε απρόσωπο “μου αρέσει”, κάθε ψυχρό, ψηφιακό σχόλιο, κάθε “φίλος” που ποτέ δε γνώρισα… είναι απλώς ένα ακόμη βήμα προς μια αβυσσαλέα και αναπόφευκτη μοναξιά…»


Ελλάδα 2046 και τα social media κατακλύζουν το «μυαλό» των πολιτών του αύριο εγκαθιστώντας το λογισμικό τους μέσω ορού ή χαπιών απευθείας στον ανθρώπινο εγκέφαλο .
«…Εφόσον ήταν γνωστό ότι οι εικόνες σχηματίζονται στον εγκέφαλο και όχι στο μάτι του ανθρωπίνου σώματος, το νέο Δίκτυο θα έπαιρνε υπόσταση κατευθείαν εκεί, στο μυαλό του χρήστη…»
Η επίδραση τους στην καθημερινότητα, το είδος της επικοινωνίας, η χειραγώγηση, ο περιορισμός της ιδιωτικότητας, η αλλοτρίωση των σχέσεων και οι αλληλεπιδράσεις αυτών στην εικονική πραγματικότητα που καθορίζει στάσεις ζωής. Άνθρωποι που ζουν για τα «like» και αυτά επηρεάζουν την ζωή τους θεωρώντας τα ως παραδοχή και ως την «φωνή» τους μέσα στην κοινωνία και άνθρωποι «αντικοινωνικοί» που δεν ασχολούνται με το «δίκτυο» και δεν έχουν καν δημιουργήσει «προφίλ».


Μια παρέα τεσσάρων φίλων, με διαφορετικές ζωές και επαγγέλματα ,εκ των οποίων οι δύο απόλυτα εξαρτημένοι, που ζουν μόνο στο «δίκτυο» ενώ οι άλλοι δύο είναι αρνητές του ψηφιακού κόσμου και ως εκ τούτου ανήκουν στους «αντικοινωνικούς».
Η τεχνολογία του αύριο με την θετική και την αρνητική της χρήση. Είναι ένα τρομαχτικό «θρίλερ» ή μια πραγματικότητα που πλησιάζει; Ένα δυστοπικό μυθιστόρημα ή ένα προφητικό έργο; Μια μυθοπλασία που βγήκε μέσα από πραγματικές καταστάσεις που βιώνουμε ήδη ή μια επερχόμενη εικονική ζωή ανθρώπων με πλήρη εξάρτηση από το «δίκτυο»; Σίγουρα πρόκειται για ένα σύγχρονο έργο με προβληματισμούς και σοβαρά ερωτήματα. Όμως είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι ο Άγις Ντούλιας πρόσφερε ένα έργο καλογραμμένο με πολύ στρωτή γραφή, γρήγορους ρυθμούς και ενδιαφέρουσα πλοκή.

 

Τον καλωσορίζουμε στην σελίδα μας και τον ευχαριστούμε πολύ για την συνέντευξη που μας παραχώρησε.
«7+1 ερωτήσεις από τον «Φιλαναγνώστη» Αυγερινού»

Σε ποιο βαθμό η λογοτεχνική σας ενασχόληση μετατρέπεται σε ελευθερία στη ζωή σας;

Κάθε άνθρωπος που θέλει να αποκαλείται «ελεύθερος» και που σέβεται στοιχειωδώς τον εαυτό του οφείλει να επενδύει τον «ελεύθερο» προσωπικό του χρόνο σε δημιουργικές δραστηριότητες που του προσφέρουν ευεξία και ευχαρίστηση, του εξασφαλίζουν την ψυχοσυναισθηματική του ισορροπία και τον εξελίσσουν σαν οντότητα. Οι επιλογές αυτές, φυσικά, είναι διαφορετικές για τον καθένα. Για εμένα η γραφή (και η ανάγνωση, καθώς είναι δυο διαδικασίες άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους) είναι ίσως ο πιο σημαντικός τρόπος αξιοποίησης του «ελεύθερου» προσωπικού μου χρόνου, απόλυτα συνδεδεμένος με το «είναι» μου, καθώς αισθάνομαι ότι όσο περισσότερο διαβάζω, τόσο εξελίσσομαι σαν άνθρωπος (ανάλογα βέβαια και με την ποιότητα του αναγνώσματος) ενώ όσο γράφω τόσο ξεκαθαρίζω και βάζω σε τάξη σκόρπιες ιδέες και σκέψεις που βολοδέρνουν κατά καιρούς στο νου μου.
Βέβαια, επειδή η μονομέρεια δεν οδηγεί στην ελευθερία και επειδή ο δρόμος της γραφής είναι μοναχικός, επιλέγω επίσης τη σωματική άσκηση αλλά και την επικοινωνία και συναναστροφή με ανθρώπους που έχουν πράγματα να μου προσφέρουν και που με κάνουν να αισθάνομαι ευχάριστα. Το «νους υγιής εν σώματι υγιή» και το «ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό», του Αριστοτέλη, αν και χιλιοειπωμένα κρύβουν μια διαχρονική δύναμη σαν φράσεις. Οι επιλογές αξιοποίησης του ελεύθερου μας χρόνου είναι ιερές. Το βάρος της ευθύνης που φέρουμε απέναντι στον εαυτό μας είναι τεράστιο…

Πότε καταλάβατε για πρώτη φορά τη ροπή σας προς τη γραφή;

Έπλαθα από μικρός ιστορίες στον νου μου, ενώ κάποιες από αυτές τις είχα μετουσιώσει και σε γραπτό λόγο (χωρίς να τις δώσω σε κάποιον να τις διαβάσει όμως). Στα φοιτητικά χρόνια είχα εξασκηθεί πολύ στη γραφή κειμένων δοκιμιακού τύπου και φιλοδοξούσα από τότε να γράψω κάποιο μυθιστόρημα μεγαλύτερου μεγέθους. Όμως δεν το έκανα για μεγάλο χρονικό διάστημα γιατί δεν πίστευα στην αξία και την πρωτοτυπία των ιδεών μου. Μέχρι που μια μέρα, πριν μερικά χρόνια, είδα στον κινηματογράφοo την ταινία κινουμένων σχεδίων «Τα μυαλά που κουβαλάς» (Inside Out) και βίωσα ένα προσωπικό σοκ: η ιδέα της «προσωποποίησης των συναισθημάτων» μας, με τη χαρά, τη λύπη, τον θυμό και τα υπόλοιπα συναισθήματα να αντιπροσωπεύονται από πρόσωπα-χαρακτήρες που αντιμάχονται μέσα στον νου μας, υπήρχε στο μυαλό μου ήδη από την παιδική μου ηλικία. Πέρα από το ότι είναι μια εκπληκτική ταινία για τη διαχείριση των συναισθημάτων και τη συνιστώ ανεπιφύλακτα, για εμένα ήταν κάτι παραπάνω από αυτό. Μου απέδειξε ότι η ιδέα που είχα τότε, ως μικρό παιδί δημοτικού, είχε τελικά μεγάλη αξία, καθώς είχε μετατραπεί σε μια αριστοτεχνική ταινία που παιζόταν σε όλες τις κινηματογραφικές αίθουσες παγκοσμίως. Επομένως δεν μπορούσαν παρά να έχουν αξία και άλλες ιδέες που κατά καιρούς βομβαρδίζουν τον εγκέφαλό μου. Έτσι τα τελευταία χρόνια πήρα την απόφαση αυτές τις ιδέες να τις μετουσιώνω σε λέξεις στο χαρτί. Και αυτό λοιπόν κάνω: γράφω.

Ακολουθείτε κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα την περίοδο που γράφετε;

Η έμπνευση είναι κάτι που δεν ελέγχεται. Έρχεται και φεύγει. Όμως από τη στιγμή που θα «καρφωθεί» μια ιδέα στο μυαλό μου είναι θέμα πειθαρχίας να αποτυπώσω γραπτά. Συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν έχω. Όλα εξαρτώνται από τις υποχρεώσεις, επαγγελματικές και μη, της εκάστοτε χρονικής περιόδου που άλλοτε αφήνουν περισσότερο, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε καθόλου χρόνο για γράψιμο. Πάντοτε όμως θέτω ένα όριο στις ώρες γραφής που, όταν συμπληρωθεί, «αναγκάζω» τον εαυτό μου να αθληθεί, να δραστηριοποιηθεί σωματικά αλλά και να απολαύσει την παρέα φίλων. Πέρα από την ψυχοσυναισθηματική διάσταση του ζητήματος, το όριο αυτό εξασφαλίζει και την παραγωγικότητα/δημιουργικότητα καθώς και την ποιότητα που απαιτώ να έχει το γραπτό μου. Οι πολλές συνεχόμενες ώρες ή μέρες γραφής, τουλάχιστον όσον αφορά εμένα, δεν φέρνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

«Πάντα φανταζόμουν τον παράδεισο σαν ένα είδος βιβλιοθήκης», έχει γράψει ο Μπόρχες. Είναι πράγματι ο παράδεισος κρυμμένος στις γραμματοσειρές της παγκόσμιας λογοτεχνίας;

Για εμένα η ζωή είναι ένας ανήφορος, με την «Καζαντζάκεια» διάσταση του όρου. Ο «παράδεισος» δεν αποτελεί το τέρμα αυτού του ανήφορου, αλλά την όλη διαδικασία του ανηφορικού ταξιδιού. Υπό αυτήν την έννοια ο παράδεισος έχει μια δυναμική και όχι στατική διάσταση. Είναι οτιδήποτε μας εξελίσσει και μας κάνει πιο ανθρώπινους. Η εξέλιξη αυτή συντελείται είτε μέσα από τις βιωματικές μας εμπειρίες (αρκεί να έχουμε την ωριμότητα και το σθένος να τις αφουγκραστούμε και να τις επεξεργαστούμε) είτε μέσα από την ενασχόληση με την τέχνη και τη δημιουργία.
Ο προσωπική αντίληψη του Μπόρχες περί παραδείσου με βρίσκει σύμφωνο. Μια βιβλιοθήκη είναι ένας ναός της τέχνης και του ανθρωπισμού, ένα δυναμικό ταξίδι εξέλιξης, μια πνευματική και συναισθηματική ανηφόρα. Σκεφτείτε πόσα παιδιά (ή και ενήλικες) βρήκαν καταφύγιο, εμπνεύστηκαν και έδωσαν σκοπό και κατεύθυνση στη ζωή τους χάρη στη λογοτεχνία.

Είναι η φιλαναγνωσία μια εσωτερική επανάσταση και πώς βλέπετε τη σχέση των νεαρότερων γενιών με το βιβλίο;

Η φιλαναγνωσία είναι ένας από τους πιο σημαντικούς και αποδοτικούς τρόπους να έρθουμε σε επαφή με το «είναι» μας, τα συναισθήματά μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και να τον αποδεχτούμε. Για τον λόγο αυτό έχει μεγάλη σημασία η διείσδυση στον συναισθηματικό κόσμο του εκάστοτε μυθιστορηματικού χαρακτήρα. Ο συγγραφέας είναι/πρέπει να είναι και «ψυχολόγος». Μέσα από την ταύτιση με τους χαρακτήρες ο αναγνώστης «βλέπει» τον εαυτό του, προβληματίζεται και εξελίσσεται ψυχοσυναισθηματικά. Πρόκειται για την πρώτη χρονικά και σημαντικότερη επανάσταση, την εσωτερική, που πρέπει να συντελεστεί. Μετά ακολουθεί η εξωτερική επανάσταση, όπου ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται και συλλαμβάνει με μεγαλύτερη ευκρίνεια και εύρος τον κόσμο, αλληλεπιδρά πιο λειτουργικά και προσπαθεί να επιφέρει θετικές αλλαγές σε αυτόν.
Δυστυχώς η παντοδυναμία της εικόνας και των αδιάκοπων φαντασμαγορικών οπτικών ερεθισμάτων στην σύγχρονη εποχή έχουν περιορίσει την επαφή των νεαρότερων γενιών με τη λογοτεχνία. Σε καμία περίπτωση δεν θέλω να υποβιβάσω την αξία και τη δύναμη της εικόνας ως μέσο τέχνης και πολιτισμού. Ωστόσο η άποψή μου είναι ότι το βάθος της ψυχοσυναισθηματικής ανάλυσης των ηρώων ενός καλογραμμένου βιβλίου δύσκολα το φτάνει ακόμη και η πιο αριστοτεχνική ταινία. Και λάβετε υπόψη ότι είμαι λάτρης του κινηματογράφου και των ταινιών.
Ως συγγραφέας και ως εκπαιδευτικός βάζω τα δυνατά μου ώστε να ξαναφέρω τους μαθητές σε επαφή με τον μαγικό και λυτρωτικό κόσμο της λογοτεχνίας. Το βιβλίο σίγουρα δεν είναι τόσο εύπεπτο και προσιτό όσο ένα βίντεο στο youtube ή μια ταινία. Η ανάγνωση απαιτεί προσήλωση και πειθαρχία, γι’ αυτό και απωθεί πολύ κόσμο. Είναι όμως ένας ανήφορος που αξίζει όσο λίγοι.

Πείτε μας για το τελευταίο σας βιβλίο.

Τα τελευταία χρόνια έχω γράψει διάφορα μυθιστορήματα και διηγήματα, χωρίς ωστόσο να μπω στη διαδικασία της έκδοσης. Επιδίωξα πρώτα να φτάσω την γραφή με σε ένα επίπεδο που θα ικανοποιούσε πρώτα από όλους εμένα και ύστερα να εκδώσω κάτι. Και αυτό το «κάτι» ήρθε πρόσφατα με τη μορφή του πρώτου μου μυθιστορήματος που εξέδωσε ο εκδοτικός οίκος 24γράμματα, με τα τίτλο «Ψηφιακό Εγώ».
Πρόκειται για ένα δυστοπικό μυθιστόρημα που εξελίσσεται στο άμεσο μέλλον και αφορά τις σχέσεις των ανθρώπων μέσα από τα social media. Στον κόσμο του βιβλίου μου κυριαρχεί ένα και μοναδικό μέσο κοινωνικής δικτύωσης, το Δίκτυο, το οποίο δημιουργεί έναν παράλληλο εικονικό κόσμο στο νου των χρηστών. Το Δίκτυο καθορίζει σχεδόν όλες τις πτυχές της ζωής των ανθρώπων, προσωπικές και επαγγελματικές. Για παράδειγμα η κοινωνική θέση, η αποδοχή από τους άλλους ή το αν θα προσληφθεί κανείς σε μια θέση εργασίας εξαρτάται από τον αριθμό των φωτογραφιών και των βίντεο που ανεβάζει στο Δίκτυο ή από τα like που λαμβάνουν οι αναρτήσεις του, ενώ όσοι δεν έχουν Προφίλ αποκαλούνται «αντικοινωνικοί» και δεν επιθυμεί κανείς να συσχετίζεται μαζί τους.
Σε αυτόν τον κόσμο ζει και αλληλεπιδρά μια παρέα τεσσάρων ετερόκλητων φίλων. Οι δύο από αυτούς είναι πλήρως απορροφημένοι στον κόσμο της εικονικής τους πραγματικότητας, με όποια προέκταση μπορεί να έχει αυτό στον ψυχισμό και στις σχέσεις τους. Οι άλλοι δύο προβληματίζονται τόσο για την αλλοτρίωση που έχει επιφέρει το Δίκτυο στην ανθρώπινη επικοινωνία, όσο και για τον κίνδυνο να διαρραγεί η έννοια του προσωπικού χώρου και της προσωπικής ζωής, σε έναν κόσμο όπου όλοι την εκθέτουν εκούσια ακόμη και σε μάτια αγνώστων. Το Δίκτυο ξέρει τα πάντα και είναι αλάνθαστο…
Το καίριο ερώτημα εδώ είναι πόσο απέχει ένας τέτοιος κόσμος από τον δικό μας, πόσο έχουμε εκθέσει τις ζωές μας μπρος στα αδηφάγα βλέμματα αγνώστων, πόσο έχει επηρεαστεί ο προσωπικός μας χρόνος, η ψυχοσύνθεσή μας αλλά και οι σχέσεις μας από την ενασχόλησή μας με τα social media και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό. Η τεχνολογία έχει τεράστια δύναμη αλλά απαιτεί ανθρώπους-χρήστες με ωριμότητα και σύνεση ώστε να αξιοποιηθεί με ορθό τρόπο. Σε αντίθετη περίπτωση μπορεί πολύ εύκολα ο χρήστης να μετατραπεί σε αντικείμενο χρήσης…

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις 24 γράμματα

Νομίζεις ότι με ξέρεις επειδή μπορείς να δεις τις φωτογραφίες και τις αναρτήσεις μου… Αλλά δεν μπορείς να δεις εμένα… Νομίζεις ότι με αγαπούν επειδή μου χαρίζουν παντού “μου αρέσει”, στολίζοντας τις αναρτήσεις μου με άπειρα σχόλια επιδοκιμασίας και αποδοχής… Όμως εγώ δεν μπορώ να δω τα πρόσωπά τους, ούτε να νιώσω την παράξενη, ψηφιακή αγάπη τους… Νομίζεις ότι είμαι κοινωνικός, ότι περιτριγυρίζομαι από πραγματικούς, ζωντανούς ανθρώπους, επειδή στο Προφίλ μου υπάρχουν χιλιάδες φίλοι κι ακόλουθοι… Όμως εγώ αισθάνομαι μόνος… Κάθε απρόσωπο “μου αρέσει”, κάθε ψυχρό, ψηφιακό σχόλιο, κάθε “φίλος” που ποτέ δε γνώρισα… είναι απλώς ένα ακόμη βήμα προς μια αβυσσαλέα και αναπόφευκτη μοναξιά…

   

Αθήνα, 2046… Η εικονική πραγματικότητα του Δικτύου, του παγκόσμιου και μοναδικού πλέον μέσου κοινωνικής δικτύωσης, έχει κυριαρχήσει σε κάθε σφαίρα της ανθρώπινης ζωής, προσωπικής και επαγγελματικής. Ένα χαπάκι μόνο αρκεί ώστε ο χρήστης να εισέλθει στον θαυμαστό αυτόν νέο κόσμο! Μέσα σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, τέσσερις φίλοι θα έρθουν αντιμέτωποι με τις συνέπειες αυτής της κατάστασης, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις ανθρώπινες σχέσεις, την επικοινωνία, τον εαυτό τους… Ακόμη και την ίδια τους την ύπαρξη… Άραγε πόσο απέχει ένας τέτοιος κόσμος από τον δικό μας;

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)