(Περπατώ στο δάσος. Ο αέρας είναι κρύος και δεν έχει καλά-καλά ξημερώσει. Τα πόδια μου ανασηκώνονται πάνω από το υγρό έδαφος. Δεν φοβάμαι. Είμαι ελεύθερη. Είμαι καλά, σχεδόν καλά, περίπου καλά, λιγάκι καλά. Καθόλου καλά.

Μήπως αναρωτιέστε πώς έφτασα σ’ αυτό το σημείο; Δώδεκα μήνες πριν έχασα το μυαλό μου.

Ξύπνησα ένα πρωί κι ένιωθα σαν να επρόκειτο να εκραγώ. Ήταν σαν να έβραζε το αίμα μου και δεν μπορούσα να το επαναφέρω σε φυσιολογική θερμοκρασία. Ήμουν μπουχτισμένη. Θυμωμένη. Κουρασμένη. Θλιμμένη. Άδεια. Και αισθανόμουν τελείως μόνη.…]

Από τις εκδόσεις Ιβίσκος και την σειρά Ξένη Λογοτεχνία, κυκλοφορεί το βιβλίο της Tova Leigh , «Γ@Μ@ΤΗ ΣΤΑ 40».

Σύγχρονο και ευκολοδιάβαστο έργο γραμμένο με μοντέρνα γραφή και σύγχρονη γλώσσα, σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Η κεντρική ηρωίδα φτάνοντας στην ηλικία των 40 μέσα από μια κρίση ζωής και ενός φόβου για την υγεία της, θα αφυπνιστεί και θα αναρωτηθεί για την μέχρι τώρα ζωή της, μιας ζωής κυρίως ως μητέρας και συζύγου όπως οι περισσότερες γυναίκες, και θα προσπαθήσει να ξαναβρεί τον χαμένο της εαυτό της.

[…Κάθε μέρα ήταν ίδια με την προηγούμενη. Έψαχνα τα παπούτσια μου, σερβίριζα πρωινό, πήγαινα τα παιδιά στο σχολείο με τις πιτζάμες μου κάτω από το παλτό μου, καθάριζα το σπίτι, βοηθούσα τα παιδιά στα μαθήματα κι έπαιζα τον μόνο ρόλο που ήξερα να παίζω. Μέσα μου όμως ήμουν σαν βόμβα με χρονοδιακόπτη. Και τώρα θα σας σοκάρω: σκεφτόμουν να το βάλω στα πόδια. Να ρίξω πράγματα σε μια τσάντα και να φύγω. Να είμαι ελεύθερη και να μην γυρίσω ποτέ να κοιτάξω πίσω. Ήταν μια σκέψη που με έκανε να χέζομαι πάνω μου από τον φόβο μου και να νιώθω τέτοιες ενοχές, που δεν τολμούσα να τη μοιραστώ με κανέναν, ούτε καν με τους πιο οικείους ανθρώπους της ζωής μου. Ήταν ένα συναίσθημα, το οποίο μόνο αργότερα ανακάλυψα ότι συμμερίζονται πολλές γυναίκες, καμιά τους όμως δεν μιλά γι’ αυτό…]

Επιστρέφει ακόμα και στην παιδική της ηλικία για να «δει» πώς και πότε ξεκίνησαν τα προβλήματα που σήμερα την πνίγουν ως παντρεμένη γυναίκα και μητέρα στη σημερινή κοινωνία. Εξετάζει τους ρόλους της, απομυθοποιεί θεσμούς και θέσεις ζωής, προσπαθεί να αποβάλλει κοινωνικούς κανόνες που απαιτούν από την γυναίκα συγκεκριμένη στάση ζωής και ρόλους και βρίσκει την δύναμη να γίνει ο εαυτός της.

Τα «απομνημονεύματα» της Tova Leigh, σπουδαίας καθώς φαίνεται blogger σήμερα με έντονη παρουσία στα social media, είναι ένα βιβλίο που αν και δεν θα χαρακτηριζόταν απόλυτα βιβλίο αυτοβελτίωσης, θα λέγαμε ότι είναι ένα θαρραλέο βιβλίο που μιλάει με καθημερινή γλώσσα ανοιχτά για την δύναμη και το θάρρος που απαιτείται προκειμένου να πετάξουμε ταμπέλες που η κοινωνία επιβάλλει και που μας καθηλώνουν σε συγκεκριμένες στάσεις ζωής, για να κυνηγήσουμε αυτό που μας αξίζει, αυτό που εμείς θέλουμε. Είναι ένα βιβλίο αυτογνωσίας και σχέσεων, από το οποίο μπορεί κάθε γυναίκα να αντλήσει ιδέες για να αλλάξει ο,τι την πνίγει , να αλλάξει κάθε τι που θεωρεί δυσλειτουργικό για τον εαυτό της πριν καταρρεύσει, κάνοντας πράγματα που φάνταζαν αδιανόητα έως τότε, ίσως και ακραία, για να βελτιώσει όχι μόνο την δική της ζωή αλλά και της οικογένειας της ολόκληρης.

[Για κάθε γυναίκα που έχει αισθανθεί κάποτε παγιδευμένη· μια αστεία, ωμή και εμψυχωτική ιστορία για την κρίση μέσης ηλικίας.

Δημιουργός, μητέρα, ερωμένη και φαινόμενο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η Τόβα Λι διερευνά τι στον διάβολο υποτίθεται ότι πρέπει να κάνετε όταν βρεθείτε να ζείτε μια ζωή για την οποία δεν θυμάστε να είχατε προσυπογράψει.

«Δεν ήθελα να “ντύνομαι σαν μαμά“, να οδηγώ “μαμαδίστικο αυτοκίνητο”, να έχω “μαμαδίστικο κούρεμα” ή να είμαι η μαμά της έτσι και της αλλιώς σε καποιανής το τηλέφωνο. Κι ένιωθα ολομόναχη!

Είχα φίλες· άλλες γυναίκες, άλλες μητέρες· όμως για κάποιον λόγο δεν είχα κανέναν να μιλήσω για οτιδήποτε απ’ όλα αυτά. Όπου κι αν κοίταζα, έβλεπα γυναίκες που φαίνονταν να βιώνουν ευτυχισμένες το όνειρο της ζωής στα προάστια: δύο παιδιά κι ένα ακατάστατο μίνι-βαν, διακοπές μία φορά τον χρόνο, πάρτι με δείπνο και γιόγκα κάθε Τρίτη πρωί για “προσωπικό χρόνο“. Ήθελα να ξεράσω πάνω σ’ όλα αυτά.

Η αλήθεια είναι ότι όταν κοιταζόμουν στον καθρέφτη, δεν είχα ιδέα πλέον ποια ήμουν. Αυτό που έβλεπα ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, μια ξεφτισμένη εκδοχή μου, αυτής που ήμουν προτού κάνω παιδιά και προτού χάσω τελείως τον εαυτό μου.

Πανικοβλήθηκα, σκεπτόμενη ότι πλησιάζω σιγά-σιγά τη μέση ηλικία και την εμμη­νόπαυση, κι αναρωτήθηκα πόσα χρόνια ακόμη μου έχουν απομείνει να είμαι “αξιογάμητη”, προτού αρχίσουν τα πάντα να παίρνουν τον κατήφορο».
Στο πρώτο της βιβλίο, η Τόβα παίρνει τους αναγνώστες μαζί της στο ταξίδι της για να ανακαλύψει εκ νέου ποια είναι μετά τη μητρότητα και πέρα από τους κανόνες που η κοινωνία επιβάλλει στις γυναίκες, ενώ τις ενθαρρύνει να απελευθερωθούν και απλώς να είναι ο εαυτός τους.

«Όταν βρίσκεις την αυθεντικότητα, είναι δύσκολο να γυρίσεις πίσω. Είναι σαν να ανοίγεις μια πόρτα στην αλήθεια και να αρχίζεις να αναπνέεις έναν και­νούριο τύπο αέρα. Αυτή η ανακάλυψη με ώθησε να γράψω. Είναι ο τρόπος μου να πω ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ»]

Η Tova Leigh

Η Τόβα γεννήθηκε στο Ισραήλ, όπου άσκησε τη δικηγορία για μερικά χρόνια προτού μετακομίσει στην Αγγλία το 2006 για να επιδιώξει μια καριέρα στην υποκριτική. Με μεταπτυχιακό στις παραστατικές τέχνες και πτυχίο στη συγγραφή σεναρίων, η Τόβα συνέχισε να γράφει, να παίζει ρόλους και να αναλαμβάνει την πα­ραγωγή αρκετών ταινιών, προτού δημιουργήσει οικογένεια το 2011 με τον σύζυγό της τον Μάικ. Το 2015 λανσάρισε το επιτυχημένο της μπλογκ My Thoughts About Stuff, όπου μοι­ράστηκε τις σκληρές αλήθειες για τη μητρότητα, το οποίο μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια απέκτησε φανατικούς και πιστούς χιλιάδες ακολούθους.

Τα ωμά και συχνά ξεκαρδιστικά ξεσπάσματά της περί μητρότητας, σεξ, εικόνας του σώματος και παντός είδους ταμπού, ενέπνευσαν γυναίκες και μητέρες σε όλον τον κόσμο να εναγκαλιστούν τον εαυτό τους, ενώ η δημοφιλής διαδικτυακή της σειρά Mom Life Crisis, όπου κατέγραψε έναν χρόνο από τη ζωή της μετά τη συμπλήρωση των 40, είχε απήχηση σε εκατομμύρια γυναίκες και αργότερα έγινε ντοκιμαντέρ στο Amazon Prime Video. Επίσης διατηρεί μαζί με τον σύζυγό της μία εβδομαδιαία διαδικτυακή ραδιοφωνική εκπομπή, την #nailedit.

Η ζωή μου εξωτερικά φαινόταν τέλεια. Δεν είχα λόγους να παραπονιέμαι. Είχα μια καλή δουλειά, έναν σύζυγο που δεν πηδούσε τη βοηθό του, τρία παιδιά τα οποία –εκτός από τις φορές που περιστασιακά γίνονταν σκατόπαιδα– ήταν πολύ καλά παιδιά, ένα σπίτι, έναν σκύλο και όλα όσα μας έλεγαν όταν ήμασταν μι-κρές ότι θα έπρεπε να φιλοδοξούμε να αποκτήσουμε. Παρ’ όλααυτά, εσωτερικά ήμουν άνω-κάτω. Είχα σιχαθεί να κάνω τις ίδιεςανούσιες συζητήσεις για προγράμματα διατροφής και εξωσχολικές δραστηριότητες των παιδιών. Είχα απογοητευτεί που έκανα το ίδιο έγγαμο σεξ που έκανα τα τελευταία οκτώ χρόνια ή που δεν έκανα και καθόλου σεξ. Δεν ήθελα να με βλέπουν σαν «μαμά». Ήθελα να είμαι επιθυμητή, να κόβω την ανάσα κάποιου και να τον κάνω να τρελαίνεται για μένα. Δεν ήθελα να ζω κάτω από μιαν ετικέτα που δεν με εκπροσωπούσε… Δεν ήθελα να «ντύνομαι σαν μαμά», να οδηγώ «μαμαδίστικο αυτοκίνητο», να έχω «μαμαδίστικο κούρεμα» ή να είμαι η μαμά της έτσι και της αλλιώς σε καποιανής το τηλέφωνο.

Ήθελα να είμαι εγώ