Συγγραφέας του βιβλίου «Εννέα μήνες στη φορμόλη» – Εκδόσεις ΡΩΜΗ

Ένα θεατρικό έργο σε τρεις πράξεις που διαδραματίζεται σε ενοικιαζόμενη γκαρσονιέρα μιας επαρχιακής πόλης απολαμβάνουν οι αναγνώστες στους «Εννέα μήνες στη φορμόλη». Σύμφωνα με τον Δημήτρη Σούκουλη είναι ένα έργο το οποίο «κινείται σε παρενθέσεις και αγκύλες», δηλαδή σε «διαφορετικά πλαίσια και μερικές φορές παράλληλα πλαίσια». Μιλώντας στο Vivlio-life ο συγγραφέας για τον τρόπο γραφής ενός θεατρικού λέει χαρακτηριστικά: «Ξεκινώ να ιχνηλατώ τον κόσμο, ως πρωτόγονος, ως παιδί που ακόμα μαθαίνει. Δεν ακολούθησα κάποια τεχνική και ούτε καν διάβασα πριν ξεκινήσω τη συγγραφή ή συμμετείχα σε εργαστήρια δημιουργικής γραφής. Την τέσταρα ο ίδιος. Τη χρονομέτρησα, την έπαιξα, την απήγγειλα».

  • Ο τίτλος σας, μας παραπέμπει από τη μια σε μία κύηση και από την άλλη σ’ ένα διάλυμα, που όπως γνωρίζουμε έχει έντονη οσμή και χρησιμοποιείται, κυρίως, ως συντηρητικό. Πρόκειται για παραπλανητικό τίτλο;
    Δεν πρόκειται για παραπλανητικό τίτλο. Υπάρχει πάντα ένας γενικός συμβολισμός πίσω από τις κουΐντες, ένας υπόκωφος ήχος πάνω στη σκηνή, ο οποίος διασπάται σε πιο απλές συνθέσεις, σε πτητικά μόρια. Πρόκειται για μία μακρόχρονη κύηση εννέα μηνών, μιας ερωτικής άνοιξης που δεν ξεδιπλώθηκε αν και συντηρήθηκε με ευλάβεια όλους αυτούς τους μήνες. Θρέφω αυτό που πρόκειται να γεννηθεί νεκρό, θρέφω, εν αγνοία, αυτό που πρόκειται να εκβάλλει ως ανεμογκάστρι στη συνείδηση των θιασωτών. Μερικές φορές, βασίζουμε την ίδια μας ύπαρξη στο κενό, σε μια ιδέα φανταστική, σε ένα μύθο που όμως, όπως και τα παραμύθια, κρύβουν στις γωνίες μια αλήθεια που δεν έρχεται στο φως αυτόματα.
  • Τέσσερις χαρακτήρες πρωταγωνιστούν στο θεατρικό σας έργο, διαρθρωμένο σε τρεις πράξεις. Θέλετε να μας συστήσετε τους ήρωές σας;
    Το έργο αποτελείται από τον Άνδρα, την Υπηρέτρια, την Οικονόμο κι ένα βουβό πρόσωπο τον Νεαρό. Ο Νεαρός δεν ομιλεί, απλά συγκαταβαίνει, διατηρώντας την ελάχιστη σκηνική παρουσία, στους μονολόγους του ερωτευμένου άνδρα και στην καθοδική ανυπαρξία.
  • Να πάρουμε και μία μικρή γεύση από την πλοκή;
    Είναι ένα έργο το οποίο κινείται σε παρενθέσεις και αγκύλες. Κινείται, θέλω να πω σε διαφορετικά πλαίσια και μερικές φορές παράλληλα πλαίσια. Κριτικοί που προτιμούν μια σταθερά δομή στην εξέλιξη των θεατρικών έργων, παραξενεύτηκαν. Η πλοκή του, δηλαδή η δομή του έργου, θυμίζει τις δικές μας παρενθέσεις. Στην πρώτη πράξη ο άνδρας, καθώς αποκαλύπτει το πάθος του στον απαθή Νεαρό, λέει: “Τώρα πια, τίποτε δεν με εντυπωσιάζει. Οι ιστορίες ολωνών μας μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους.”
    Θα προσπαθήσω να είμαι φειδωλός όσον αφορά την πλοκή και θα σας παραπέμψω στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ή στο δελτίο τύπου.
    Το έργο σε τρεις πράξεις διαδραματίζεται σε μια ενοικιαζόμενη γκαρσονιέρα ενός θέρετρου μιας επαρχιακής πόλης. Η πρώτη πράξη του έργου ανοίγει με την άφιξη ενός μεσήλικα άνδρα στο διαμέρισμα, στο οποίο έχει ήδη εγκατασταθεί ο τριαντάχρονος εραστής του. Η ακαμψία του Νεαρού – στην τρίτη πράξη η απουσία του συμβολίζεται με μία ανδρική κούκλα βιτρίνας – δίνουν το έναυσμα για εσωτερικές διεργασίες στην αποκάλυψη μιας βαθύτερης αλήθειας της ύπαρξής του μεσήλικα άνδρα.
  • Δώσατε στην οικονόμο και την υπηρέτρια του σπιτιού, στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία σας, δυο ιδιαίτερους αλλά καθοριστικούς ρόλους. Μιλήστε μας για τις δυο αυτές γυναίκες.
    Η προοικονομία τους φαίνεται ακόμα με το εξώφυλλο που φιλοτέχνησε η Νόπη Φουντουκίδου. Οι “αδερφές μορμόνες”, η σταθερότητα του βλέμματος που καρφώνει, που γδύνει, παραμένοντας αμέτοχες στις εξελίξεις, στο δράμα, στην τραγικότητα του ερωτευμένου άνδρα, έχοντας μια “παγωμένη” συνείδηση. Οι δυο γυναίκες είναι οι προεκτάσεις μας. Στο τέλος, στην τρίτη πράξη, πριν το έργο κλείσει, μόνο τότε αποκαλύπτουν την ύπαρξη τους στον Άνδρα, τη νομοτέλεια των δράσεων και των σκοπών τους.
  • Είναι τα πρόσωπα και οι καταστάσεις που αφηγείστε παρμένα από αληθινές καταστάσεις ή η μυθοπλασία τα γέννησε στη λευκή σελίδα του word σας;
    Δεν είναι μυθοπλασία. Μετουσίωση ίσως. Οι δημιουργοί είμαστε χρησμοφόροι μιας προσωπικής αλήθειας η οποία λανθάνουσα ελλοχεύει μέσα μας. Απαντώ με τις λέξεις του ίδιου του Άνδρα στην δεύτερη πράξη: “Εγώ ξεστομίζω μια φοβερή και άκαμπτη αλήθεια στους ανθρώπους”.
  • Πόσο εύκολη είναι η συγγραφή ενός κειμένου που προορίζεται να πάρει τη μορφή προφορικού λόγου;
    Είναι αρκετά χρονοβόρα. Το δύσκολο μερικές φορές, όπως και στην προσωπική μας ζωή, υπερπηδάται χάριν της συντήρησης. Ξεκινώ να ιχνηλατώ τον κόσμο, ως πρωτόγονος, ως παιδί που ακόμα μαθαίνει. Δεν ακολούθησα κάποια τεχνική και ούτε καν διάβασα πριν ξεκινήσω τη συγγραφή ή συμμετείχα σε εργαστήρια δημιουργικής γραφής. Την τέσταρα ο ίδιος. Τη χρονομέτρησα, την έπαιξα, την απήγγειλα. Ενθουσιάστηκα όσο ο πρωταγωνιστής, δίστασα στην αμφιβολία, σιώπησα στην πρόσκληση του πάθους όπως ο Νεαρός, έγινα σκληρός κριτής όπως η Οικονόμος, πήρα τη θέση του τρίτου ανθρώπου όπως η Υπηρέτρια. Ό,τι προσπερνά το μάτι, το συλλαμβάνει το αυτί. Μπήκα ο ίδιος στα σπλάχνα της. Πάντως, έπειτα από τόση τριβή, αποφεύγω πλέον να τη διαβάσω.
  • Πόσο μακρύς και δύσκολος είναι ο δρόμος ώστε η έμπνευση να γίνει θεατρικό βιβλίο και εκείνο με τη σειρά του παράσταση;
    Το θέατρο είναι ένα δύσκολο είδος. Δεν το περίμενα. Δύσκολη κύηση, δύσκολη γέννα. Θυμάμαι τα απογεύματά μου, έπειτα από την δουλειά: άλλα απογεύματα ριγμένα στο κενό, χωρίς να κατορθώνω να συντάξω την επόμενη γραμμή, άλλοτε σταματούσα στις εκατό δακτυλογραφημένες λέξεις, στις πενήντα, άλλοτε η έμπνευση με έβρισκε έξω στο δρόμο και μαγνητοφωνούσα στο κινητό τις στιγμιαίες εμπνεύσεις. Χρειάστηκαν τρία και πλέον ολόκληρα χρόνια για να βγει η Φορμόλη.
    Για παράσταση δεν γνωρίζω ποιος μπορεί να είναι ο χρόνος της αναμονής. Θα ήθελα σύντομα να την δω να ανεβαίνει στο σανίδι.
  • Και ο ρόλος του σκηνοθέτη; Είναι ο σημαντικότερος στο μεγάλο κεφάλαιο «δραματική τέχνη»;
    Δεν νομίζω, αν και ο ρόλος του είναι σημαντικός για την σκηνική συγκρότηση. Η εγκεφαλική επικοινωνία μεταξύ του υποκριτή και του συγγραφέα, μία σύγκλιση αισθήσεων και ενοράσεων, μια κατάσταση συγκοινωνούντων δοχείων, θα μπορούσε να φέρει πάρα πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα. Στο θέατρο – πράγμα που βλέπω ότι έχουμε ξεχάσει – δεν είναι η ικανοποίηση του θεατή που αναζητά την τέρψη αλλά το στήσιμο μιας άυλης, προς το παρόν, ιδέας, αυτής του συγγραφέα.
  • Το θεατρικό βιβλίο δείχνει να κερδίζει συνεχώς έδαφος, καθώς σημαντικοί ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι το εντάσσουν στο εκδοτικό τους πρόγραμμα. Είναι, όμως, το ρήμα «δείχνει» αρκετό για σας τους δημιουργούς;
    Δεν γνωρίζω. Ειλικρινά. Ίσως να κερδίζει κάθε φορά κάποια εκατοστά σε έναν ατελείωτο δρόμο. Πιθανόν. Πιστεύω πως οι εκδοτικές προσπάθειες έχουν μόνο καθαρά οικονομικό χαρακτήρα και ίσως η ένταξη των θεατρικών κειμένων στην εκδοτική παραγωγή να ανταποκρίνεται ακριβώς σε αυτές τις ανάγκες. Για εμάς τους δημιουργούς η έντυπη αποτύπωση, σαρξ εκ της σαρκός μας, των αισθήσεων, των αισθημάτων είναι απλά η προέκταση της ύπαρξής μας, με μία μεταφυσική ίσως νομοτέλεια. Ο θάνατος, η ανθρώπινη τρωτότητα, τα γεωγραφικά όρια υπερπηδούνται με τον Έρωτα ή, εν απουσία του, με την Τέχνη.
  • Πού απευθύνεται ένα θεατρικό έργο; Το αναγνωστικό του κοινό κινείται μόνο γύρω από το θέατρο και την υποκριτική;
    Το θεατρικό έργο “πουλάει” μόνο στους θεατρόφιλους, σε όσους δηλαδή ασχολούνται με το θέατρο. Πιστεύω, όμως, ότι θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερο αναγνωστικό κοινό. Δεν χρειάζεται παίδευση, χρειάζεται την ώρα της ανάγνωσης ο ιχνηλάτης αναγνώστης να βρει τις σωστές συντεταγμένες στο χώρο και στο χρόνο. Οι Εννέα μήνες στη φορμόλη, εντούτοις, λόγω του ύψους από το οποίο κατακρημνίζονται και παρασύρουν τον πρωταγωνιστή και την πραγματικότητά του σε έναν εσωτερικό – εξωτερικό μονόλογο, σε ένα παραλήρημα, προορίζονται και για την ανάγνωση. Γι αυτό το λόγο το έργο είναι πλαισιωμένο από σκηνικές οδηγίες για να μην χαθεί σε ένα ατέλειωτο media res ο αναγνώστης. Εγώ εφορμώ από την ποίηση. Αυτή διδάχτηκα.
  • Οι «Εννέα μήνες στη φορμόλη» είναι το πρώτο μέρος μια συγγραφικής προσπάθειας. Σύντομα πρόκειται να εκδώσετε και ποιήματα. Με τον ίδιο τίτλο και τους ίδιους ήρωες–καταστάσεις στους στίχους τους;
    Η Φορμόλη, το θεατρικό, ξεπήδησε από ένα ποίημα. Η πρώτη πράξη της από μια σύνθεση που ανέρχεται το φθινόπωρο του 2017. Μια συμπαγής ποιητική μάζα το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου μπήκε στη διαδικασία της επεξεργασίας: η δεύτερη και η τρίτη πράξη. Κατά την απαρχή της πανδημίας η τρίτη πράξη αποκτά την τελική δομή της. Τα ποιήματα πρόκειται να βγουν όταν τελειώσει ο κύκλος της προβολής του πρώτου μέρους. Είναι απόντες οι χαρακτήρες του θεατρικού. Μένει ο άνδρας να διαγράφει φυγόκεντρους στον πυρήνα μιας “ιστορίας που δεν ευόδωσε”. Γι αυτό το λόγο διατηρώ την αρχική μορφή τους, χωρίς να έχουν υποστεί τα ποιήματα καμία επεξεργασία και επιμέλεια: τα περισσότερα είναι αυτόματης γραφής, καθώς αποτυπώθηκαν σε λίγα λεπτά. Η ποιητική συλλογή χωρίζεται σε δύο πυρήνες, ίδιας θεματικής αλλά διαφορετικής έντασης. Η συνείδηση, βλέπεις, είναι μια βουβή λέξη, γιατί γεννιέται από τη σιωπή.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ο ένατος μήνας στη φορμόλη, διαδραματίζεται σε μια ενοικιαζόμενη γκαρσονιέρα ενός θέρετρου μιας επαρχιακής πόλης. Η πράξη της κύησης λήγει με την άφιξη ενός μεσήλικα άντρα στο διαμέρισμα στο οποίο μόλις είχε τακτοποιηθεί ο τριαντάχρονος εραστής του. Η πρώτη πράξη, ανοίγει με τη σκηνή της επίκλησης έντονου λυρικού ύφους «μικρού παρακλητικού κανόνα του ερωτευμένου» άνδρα για να κλείσει μεταλλασσόμενος, με τις επόμενες σκηνές, μπροστά στην απάθεια του νεαρού, σε έναν κάθετο μονόλογο, όπως ακριβώς είχε ξεκινήσει, με έναν λόγο απόμακρο, παγωμένο, ξύλινο και υπολογιστικό. Η απόφαση του άνδρα να αποχωρήσει από το διαμέρισμα δίνει το έναυσμα για να παρέμβει πρώτα η οικονόμος κι έπειτα η υπηρέτρια εμβάλλοντάς του με τις διαλογικές παρεμβάσεις τους την αμφιβολία για τον τρόπο διαχείρισης της ερωτικής υπόθεσης. Ποιες είναι, στην πραγματικότητα, αυτές οι δύο γυναίκες; Και πώς συνδέεται ο λόγος τους με τις ηθελημένες μεταπτώσεις του δρώμενου προσώπου; Πώς γνωρίζουν τον πρότερο βίο του άνδρα; Και πώς έχουν την ικανότητα να είναι πάντα παρούσες στη ζωή του; 3 Πράξεις – 4 χαρακτήρες – Διάρκεια: 1 ώρα και 40 λεπτά. Οι Εννέα μήνες στη Φορμόλη, το θεατρικό αποτελεί το πρώτο μέρος μιας συγγραφικής προσπάθειας, ενώ μελλοντικά θα ακολουθήσει το φως του τυπογραφείου το δεύτερο μέρος Εννέα μήνες στη Φορμόλη, τα ποιήματα.

smart

Βιογραφικό
Ο Δημήτρης Σούκουλης γεννήθηκε το 1973 στο Περιγιάλι Κορινθίας. Σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Λέτσε, στην Ιταλία. Στη διπλωματική του εργασία ασχολήθηκε με το έργο του Κ. Καρυωτάκη, συμπεριλαμβάνοντας σε ιδιαίτερο παράρτημα, σε ιταλική απόδοση, τα κυριότερα ποιήματα και ανέκδοτα πεζά. Διαμένει και εργάζεται στη Ραβένα της Ιταλίας ως φιλόλογος στο γυμνάσιο I.C. Darsena. Θεωρεί, όμως, τη διαμονή του εκεί προσωρινή. Στο προσωπικό του ιστολόγιο «Φυγόκεντρες Λέξεις – No Sense Words» εκπέμπονται συστηματικά ασύρματα σήματα, ποιήματα, διηγήματα, glimpse, collage, παραμύθια για ονειροπόλους που μεγάλωσαν αλλά πεισματικά επιμένουν να πιστεύουν σ’ έναν άλλο παράλληλο κόσμο, στον οποίο επιθυμούν να μετοικήσουν συντόμως. Λατρεύει τους συμβολιστές, τον υπερρεαλισμό, το παράλογο και φοβάται το κενό και τη μετριότητα, όπως ο Κάφκα, του οποίου τα έργα λατρεύει. Ασχολείται με το analog collage. Η πρώτη του συνεργασία με λογοτεχνικό ιστότοπο έγινε το 2014, με το διήγημα «Vaffanculo Lei» και δημοσιεύτηκε στο Microstory, το οποίο τη στιγμή της σύνταξης αυτού του «βυθογραφικού σημειώματος» δεν είναι πια ενεργό. Διηγήματα, ποιήματα και άλλα καλούδια έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα ηλεκτρονικά περιοδικά, όπως Bibliothèque, Fractal, Στάχτες και βιβλίο.net. Πρόσφατα έγινε μόνιμος συνεργάτης του Animartists. Τον Μάιο του 2017 συμμετείχε σε συλλογική έκδοση Ανθολογίας ποιημάτων από τις Εκδόσεις Όστρια.