«Πώς δολοφονείς εκείνους που σε δολοφόνησαν;»

 

Γνωρίσαμε τη Μαρία Καραγιάννη το 2015, όταν έκανε τα πρώτα της συγγραφικά βήματα στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, με το βιβλίο της: «Στη σκιά της σιωπής», ένα βιβλίο το οποίο διαδραματίζεται στα χρόνια της κατοχής, ένα βιβλίο που ξεχώρισε και αγαπήθηκε από το αναγνωστικό κοινό.

Μάιος του 2017 και η Καραγιάννη επιστρέφει με ένα διαφορετικό αυτή τη φορά βιβλίο, με το κοινωνικό-αστυνομικό μυθιστόρημα μυστηρίου «Το σπίτι των γλάρων», μια συναρπαστική ιστορία, η οποία διαδραματίζεται στη Ρώμη χαρίζοντάς μας ένα ακόμη ξεχωριστό βιβλίο.
Ιούνιος 2019 εκδίδεται το 3ο της βιβλίο με τίτλο «Η ΕΥΧΗ» και υπότιτλο «Πώς δολοφονείς εκείνους που σε δολοφόνησαν;» από τις Εκδόσεις ΠΗΓΗ.


Με ένα πολύ δυνατό εισαγωγικό κεφάλαιο ξεκινά το νέο έργο της Μαρίας Καραγιάννη με φόντο αυτήν την φορά το Μπουένος Άιρες της Αργεντινής από το 1996 έως το 2001 αν και ξεκινά από την Ύδρα το 2016. Και είναι μέσα του ενταγμένη η πρόσφατη ιστορία της Αργεντινής αποτέλεσμα της μεγάλης έρευνας που φαίνεται ότι έκανε η συγγραφέας προτού καταπιαστεί ακόμα με την συγγραφή του έργου της. Υπέροχες περιγραφές μέσα από την στρωτή και προσεγμένη γραφή της συγγραφέως δημιουργούν εικόνες στο μυαλό του αναγνώστη καθ όλη την διάρκεια αυτού του αναγνωστικού ταξιδιού. Και είναι αυτή που κάνει τον αναγνώστη να «βλέπει» ολοζώντανα το Μπουένος Άιρες, να «περπατάει» στους δρόμους του, να «νοιώθει» τους ήρωες ζωντανούς, να «ακούει», όχι μόνο όσα αποκαλύπτονται από τους προσεγμένους διαλόγους, αλλά και όσα κρυμμένα μηνύματα υπάρχουν μέσα στις σκέψεις και τις ενέργειες των ηρώων. Η κινηματογραφική αφήγηση της ιστορίας, η καταιγιστική του δράση και η πλοκή του σε συνδυασμό με ένα συναρπαστικό τέλος θα δικαιώσουν τον αναγνώστη για την επιλογή αυτού του βιβλίου.


Κεντρική ηρωίδα η Ισαβέλλα Μορένο και γύρω της όλοι οι ήρωες, άρτια σκιαγραφημένοι αλληλεπιδρούν έντονα στην ιστορία που χτίζει έντεχνα η συγγραφέας. Θα τους γνωρίσετε όλους σε αυτό το αναγνωστικό ταξίδι, μα δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στο ότι θεωρούμε δεδομένο ότι όλοι θα αγαπήσουν την εκπληκτική ηρωίδα Σινιορίτα Ζοϊ.
Και πώς να το κατατάξεις σε μια κατηγορία; Βιβλίο πολύπλευρο. Είναι αστυνομικό; Έχει αστυνομική πλοκή και ήρωες που υπηρετούν στο Σώμα. Είναι ψυχολογικό θρίλερ αφού ένας εμμονικός έρωτας καταπιέζει και πνίγει το αντικείμενο της λατρείας του; Είναι κοινωνικοπολιτικό με αρκετά ιστορικά στοιχεία μέσα στην πλοκή του έργου; Η οικονομική κατάρρευση ενός κράτους, οι ταραχές που ξεσπούν, ο φόβος, οι λεηλασίες, οι διαταραχές στην κοινωνική δομή, οι δυνάμεις καταστολής, η παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου, το εμπόριο γυναικών και οι διακινητές, μα και η διαφθορά ατόμων υπεράνω πάσης υποψίας, που μας παρουσιάζονται κατά την ανάγνωση του βιβλίου; Είναι κοινωνικό; Μέσα στις σελίδες του συναντάμε κάποια πρότυπα γονέων. Συναντάμε την ενδοοικογενειακή βία με μια μητέρα άβουλη και έναν πατέρα που κακοποιεί και απορρίπτει το παιδί του. Συναντάμε την ψυχική ασθένεια και την αρρωστημένη κτητικότητα που μπορεί να εμφανίζει. Συναντάμε την βία. Ίσως όλα αυτά μαζί, μα καλύτερα να μην γνωρίζει ο αναγνώστης τι θα συναντήσει κατά την ανάγνωση του βιβλίου. Υπάρχουν εκπλήξεις και ανατροπές που θα ανακαλύψει μόνος του. Υπάρχουν ηθικά διλήμματα που θα προβληματίσουν, υπάρχουν αποφάσεις που ο αναγνώστης θα αποφασίσει αν ήταν σωστές ή αν έγιναν λάθη.
Η Μαρία Καραγιάννη καταθέτει ένα ακόμα αξιόλογο και προσεγμένα δουλεμένο βιβλίο με ώριμη γραφή που θα γοητεύσει τον αναγνώστη.

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Μερικές φορές δυσκολεύομαι να το πιστέψω, αλλά κάποτε υπήρξα νέα. Στη ζωή μου δεν κατάφερα τίποτα σπουδαίο. Ήμουν απλώς μια γυναίκα που ήθελε να αγαπηθεί πολύ, κι όχι από πολλούς. Αυτό ήταν το έγκλημά μου. Όμως, η μοίρα μου, παρά τις μάταιες προσδοκίες μου, είχε γραφτεί με το πρώτο μου κλάμα χρόνια πριν, κι όπως πάντα το μέλλον είχε κριθεί και αποφασιστεί πριν καν ξεκινήσει εκείνη η ιστορία – η ωραιότερη και φρικτότερη ιστορία που θα μπορούσε κανείς να ευχηθεί, κι όταν πια ξεκίνησε ήταν ήδη πολύ αργά…»

Έτσι ξεκινά την αφήγησή της η Ισαβέλλα Μορένο, η οποία εγκατέλειψε για πάντα τη χώρα όπου γεννήθηκε, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξεφύγει από οδυνηρές αναμνήσεις, πεπεισμένη πως, αν έβαζε ανάμεσα σ’ εκείνη και στο παρελθόν έναν ολόκληρο ωκεανό, η φωτιά που έκαιγε μέσα της σιγά-σιγά θα κόπαζε. Δεκαπέντε χρόνια αργότερα τα φαντάσματα που στοίχειωσαν τη νιότη της επιστρέφουν και τότε αρχίζει να θυμάται…


Η Μαρία Καραγιάννη έχει δηλώσει πως για τα βιβλία της επιλέγει χώρες που η ιστορία τους τις βαραίνει. Μετά τα “Στη σκιά της σιωπής” και “Το σπίτι των γλάρων“, επιστρέφει με την “Ευχή“, για να μεταφέρει αυτή τη φορά τον αναγνώστη στο σύγχρονο Μπουένος Άιρες, όπου κάτω από τις φωτεινές μαρκίζες των λεωφόρων του, απλώνεται ένα ολόκληρο θέατρο σκιών βαθιά ριζωμένο στα χρόνια της πιο απάνθρωπης δικτατορίας. Γιατί στην Αργεντινή αν δεν ξέρεις τα πάντα για τον άλλον, είναι σαν να μην ξέρεις τίποτα.
Ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα ρεαλισμού, άλλοτε άγριο κι άλλοτε βαθιά συγκινητικό που θέτει ηθικά διλήμματα, κι εστιάζει στα γονεϊκά πρότυπα, στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη θυσία της υπέρτατης αγάπης. ]