«Το Κορίτσι στην ομίχλη διαβάζεται απνευστί».
Πρόκειται για ένα απόσπασμα κριτικής, και όποια άποψη και αν επικρατεί γι αυτά τα αποσπάσματα που κοσμούν τα οπισθόφυλλα των βιβλίων, με τη συγκεκριμένη άποψη για το βιβλίο του ΝΤΟΝΑΤΟ ΚΑΡΡΙΖΙ, «Το κορίτσι στην ομίχλη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, λίγοι θα διαφωνήσουν κι αυτό γιατί πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζεται αβίαστα. Σε κάποια στιγμή, ο αναγνώστης συνειδητοποιεί, πως η ανάγνωση έχει ήδη ξεπεράσει τις 100 πρώτες σελίδες και η πλοκή δεν έχει «ξυστεί» παρά μόνο επιφανειακά. Και δεν το καταλαβαίνεις, γιατί δεν προκαλεί κούραση ή βιασύνη για να εξελιχθούν τα πράγματα. Ας μην ξεχνάμε πως βασικό στοίχημα για κάθε βιβλίο, το να διαβάζεται ευχάριστα, ο Καρρίζι το κερδίζει εύκολα.
Η πλοκή του έργου διαδραματίζεται στο φανταστικό Αλπικό χωριό, Αβεσσό, με μια ιδιαίτερα κλειστή κοινωνία και με μια τοπική εκκλησία που λειτουργεί με τα χαρακτηριστικά θρησκευτικής σέχτας. Και εδώ ακριβώς, αξίζει να αναφερθεί το γεγονός πως ένας λίγο πιο άπειρος συγγραφέας, θα μπορούσε να χάσει λίγο τον προσανατολισμό του, βάζοντας τέτοια στοιχεία στην ιστορία του. Έχουμε δει και διαβάσει πάμπολλα έργα που περιστρέφονται γύρω από ιδέες όπως «Μικρή κοινωνία, μεγάλα μυστικά» ή τη «σκοτεινή πλευρά της Εκκλησίας». Ο Καρρίζι όμως, έχει άλλα σχέδια και τούτα τα στοιχεία απλώς συμπληρώνουν το περιβάλλον γύρω από την σύνθετη και καλά δομημένη πλοκή του έργου, η οποία ξεκινά με την άφιξη του Ειδικού Πράκτορα Φόγκελ στο Αβεσσό.
Ο Φόγκελ είναι ένας ήρωας, ένας χαρακτήρας που θα ιντριγκάρει τον αναγνώστη. Τρανός ερευνητής, μοναδικός στον τομέα του, που η επιτυχία του τον έχει κάνει διάσημο με μια αναγνωρισιμότητα την οποία εκμεταλλεύεται, είτε για να ικανοποιήσει τον ναρκισσισμό του, είτε ακόμα και για να διευκολύνει την εκάστοτε έρευνα του. Στο πλευρό του βρίσκεται ο νεαρός αστυνομικός Μπόργκι, ο οποίος θέλει να εκμεταλλευτεί τη συνεργασία του με τον Φόγκελ για να χτίσει ένα καλύτερο βιογραφικό. Σκοπός των δύο είναι να διαλευκάνουν την εξαφάνιση της 16χρονης Άννας Λου Κάστνερ, η οποία δεν έφτασε ποτέ στο τέλος της διαδρομής που ξεκίνησε ένα Χριστουγεννιάτικο απόγευμα. Την επίβλεψη των ερευνών έχει αναλάβει η νεαρή και μαχητική εισαγγελέας Μάγερ. Το τραγικό συμβάν κεντρίζει το ενδιαφέρον των καναλιών και δεκάδες συνεργεία καταφτάνουν με αιχμή του δημοσιογραφικού δόρατος την Στέλλα Χόνερ.
Και κάπου εδώ το βιβλίο «εκτροχιάζεται» από τα στεγανά ενός τυπικού αστυνομικού μυθιστορήματος και γίνεται βαθύτατα κοινωνικό. Μπορεί σε όλα τα αστυνομικά βιβλία, όταν το ζήτημα φτάνει στην αντιμετώπιση ενός τραγικού γεγονότος από το σύνολο της κοινωνίας, να θίγονται ζητήματα όπως η υποκρισία, η ελαστικότητα της κοινής γνώμης και ο οπορτουνισμός, όμως εδώ τα στοιχεία αυτά που δίνει ο συγγραφέας γίνονται το καύσιμο που θέτουν την ιστορία σε κίνηση.
Ο Φόγκελ χρησιμοποιεί τα ΜΜΕ για να ξετρυπώσει υπόπτους και να ασκήσει πίεση στους ανωτέρους του, τα ΜΜΕ χρησιμοποιούν γεγονότα και εμπλεκόμενους για κέρδος, το κοινό είναι έτοιμο να συμπονέσει, να καταδικάσει, να αγιοποιήσει, και να κατασπαράξει. Στο τέλος της ημέρας κανείς δε θέλει την αλήθεια ή τη δικαιοσύνη. Όλοι θέλουν έναν θύτη για να ολοκληρωθεί το δίπολο με το θύμα το οποίο περιμένει για εξιλέωση. «…Δεν είναι κυνισμός. Είναι ένστικτο επιβίωσης. Κάποιοι το έχουν, κάποιοι όχι…» διαβάζουμε σε κάποιο σημείο στο βιβλίο.
Ενώ δεν υπάρχουν σκηνές βίας, το βιβλίο αφήνει τη γεύση ενός σχετικά «σκληρού» αναγνώσματος. Εδώ δεν υπάρχουν ιδεαλιστές ή μάρτυρες. Υπάρχουν απλά άνθρωποι. Η έρευνα οδηγεί στην υπόδειξη πως ο ήσυχος καθηγητής Μαρτίνι είναι μάλλον ο θύτης που όλοι έψαχναν. Η αφήγηση μετατοπίζεται και για μερικά κεφάλαια ο Μαρτίνι γίνεται ο πρωταγωνιστής, έως την τελική ευθεία που μάλλον… παύει να υπάρχει καν πρωταγωνιστής. Η μετατόπιση αυτή, περιλαμβάνει flashbacks και κάποιες χωροχρονικές μεταβολές που αν και θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια μικρή σύγχυση, το σίγουρο είναι ότι δεν θα δυσκολέψουν τη ροή της ανάγνωσης.
Ο θύτης βρέθηκε (;) όμως η Άννα Λου εξακολουθεί να αγνοείται. Και όσο συνεχίζει να αγνοείται, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τίποτα. Κι αν έκαναν λάθος; Έχει αποκαλυφθεί η αλήθεια; Και αν όχι, ποιοι θα έρθουν στη δυσάρεστη θέση από την αποκάλυψη της; Και αν ναι, η Άννα Λου; Το τέλος; Ποιος είναι ο ένοχος; Το τέλος περιλαμβάνει ανατροπές στις οποίες ενώ μας έχει συνηθίσει ο Καρρίζι, ανακαλύπτουμε ότι για μια ακόμα φορά μας πιάνει απροετοίμαστους.
Το «Το κορίτσι στην ομίχλη», γραμμένο σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, σε πολύ καλή μετάφραση από την Μαρία Οικονομίδου, με ένα προσεγμένο, ταιριαστό και αρκετά ατμοσφαιρικό εξώφυλλο, δεν είναι ένα συνηθισμένο αστυνομικό μυθιστόρημα. Είναι έναν έργο που ο Καρρίζι με έξυπνα τεχνάσματα αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη στον αφηγηματικό του κόσμο και τον κρατάει σελίδα τη σελίδα μέχρις ότου κλείσει και την τελευταία.

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)

[«Η δικαιοσύνη δεν κάνει ακροαματικότητες.
Η δικαιοσύνη δεν ενδιαφέρει κανέναν. Ο κόσμος θέλει ένα τέρας… Κι εγώ θα τους δώσω αυτό που θέλουν».
Η νύχτα που όλα άλλαξαν για πάντα ήταν μια παγωμένη νύχτα με ομίχλη στο Αβεσό, ένα χωριό φωλιασμένο σε μια βαθιά κοιλάδα ανάμεσα στις σκιές των Άλπεων. Ίσως να ήταν ακριβώς εξαιτίας της ομίχλης που το αυτοκίνητο του ειδικού πράκτορα Φόγκελ κατέληξε σ’ ένα χαντάκι. Ένα συνηθισμένο ατύχημα. Ο Φόγκελ είναι καλά, αλλά έχει πάθει σοκ.
Δε θυμάται γιατί βρίσκεται εκεί, ούτε πώς έφτασε.
Ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο ειδικός πράκτορας Φόγκελ θα έπρεπε να βρίσκεται κάπου αλλού, μακριά από το Αβεσό. ]