Ένα από τα καλύτερα μεταφρασμένα βιβλία του 2021. σελ.455 (Ιαπωνικό Βραβείο Μυστηρίου 2007)

Ένας ύμνος για την παράξενη και μυστηριώδη Ιαπωνία , ένας ύμνος για την οικονομική ανάπτυξη, την τεχνολογία και τις αλλαγές της σύγχρονης Ιαπωνίας, ένας ύμνος για την ψυχή της Ιαπωνίας, ένας ύμνος για τις γυναίκες της Ιαπωνίας, ένας ύμνος για τα πνεύματα, τις ιστορίες, τους θρύλους και τους μύθους της Ιαπωνίας.
Ένα μυθιστόρημα για τέσσερις γενιές γυναικών.

Ένα μυθιστόρημα για τις μαγευτικές ιστορίες των γυναικών των Ακακουτσίμπα (Τάτσου, Μάνγιο, Κεμάρι,Τόκο).

Ένα μυθιστόρημα για την Μάνγιο την μάγισσα και οραματίστρια.
Ένα ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί.
1953-2007.

Πριν από πολλά χρόνια ο παππούς Γιότζι Ακακουτσίμπα έσβησε τις φωτιές της πρωτόγονης τεχνολογίας τατάρα, πριν είκοσι χρόνια εκείνος ο παλιός εργάτης της χαλυβουργίας, Τογιοχίσα Χοζούμι είδε το παλιό εργοστάσιο τατάρα να μεταμορφώνεται σε δυτικού τύπου χαλυβουργία και έφυγε από την σβηστή καμινάδα και πήγε σ΄ άλλα μέρη. Ο Κοντόκου Ακακουτσίμπα ήταν επικεφαλής της κατεδάφισης της χαλυβουργίας των Κόκκινων Νεκρών Φύλλων…
Ταραγμένοι καιροί, φωτισμένοι από τις φλόγες των σιδεράδικων…
Η άνοιξη ξεπάγωνε το χιονισμένο Μπενιμιντόρι. Τα νερά από τα χιόνια που έλιωναν φούσκωσαν το ποτάμι Χίνο, αναγγέλλοντας επίσημα με το βουητό τους τον ερχομό της άνοιξης Τα δέντρα μπουμπούκιασαν. Πλησίαζε η εποχή που θα έσπερναν το ρύζι. Ο ήλιος κατάφερε να διαπεράσει τα γκρίζα σύννεφα και να φωτίσει τα βουνά Τσουγκόκου.


Τα βουνά Τσουγκόκου εκεί πάνω είχε σκαρφαλώσει κάποτε η Μάνγιο Ακαουτσίμπα, συντροφιά με την Μιντόρι Κουρομπίσι. Ανέβηκαν γαλήνια μέχρι που έφτασαν στην κοιλάδα με τις αγριοτριανταφυλλιές. Την είχαν δει στο όνειρό τους ή υπήρχε στ΄ αλήθεια αυτή η κοιλάδα; Εκεί που κρύβονταν τα φέρετρα με τους νεκρούς.
Βρίσκονταν ακόμα εκεί, κρυμμένα στις ομίχλες του δάσους Χόκι οι άνθρωποι αυτοί, ίδιοι και απαράλλαχτοι απ΄ τα πανάρχαια χρόνια; Οι βουνήσιοι εκείνοι ξωτάρηδες που οι λαογράφοι τους αποκαλούσαν «Σάνκα», «Νόμπουσε», «Σαγκάι»; Κανείς δεν το ξέρει. Δεν είναι εργάτες που οικοδομούν τη χώρα .Δεν πληρώνουν φόρους. Δεν χτίζουν την κοινωνία. Απλά υπάρχουν. Ανθρώπινα πλάσματα που περνούν και φεύγουν αόρατα σχεδόν απ΄ το υπόλοιπο έθνος.
Καλώς ήρθατε στον όμορφο κόσμο του Μπενιμιντόρι…
Το πιο ενδιαφέρον όραμα της Μάνγιο, που προφητεύει το μέλλον των ανθρώπων, ήταν εκείνο με τον ιπτάμενο Τογιοχίσα. Τι όμως σήμαινε;
Τι ακριβώς είχε συμβεί σ΄ αυτό το σπίτι (το λαμπρό κόκκινο αρχοντικό των Ακακουτσίμπα που δέσποζε στο Μπενιμιντόρι) που το στήριζαν γυναίκες κρυμμένες στις σκιές και ποιον είχε σκοτώσει η οραματίστρια κυρά Μάνγιο Ακακουτσίμπα;

Η Μάνγιο, ένα εγκαταλειμμένο παιδί που έγινε γυναίκα και παντρεύτηκε στους κόλπους του κεντρικού κλάδου της οικογένειας, εξελίχθηκε σε μια παρουσία λες και ήταν ο ίδιος οίκος των Ακακουτσίμπα.
Αρχαίοι πρόγονοι είχαν διατηρήσει ασφαλές αυτό το σπίτι κι η γραμμή του αίματος είχε συνεχιστεί μέχρι και σήμερα. Εγώ, η τελευταία της γενιάς μου, ήμουν ανίκανη να συνδεθώ με το μέλλον. Μήπως κατέστρεφα εκείνο το πολύτιμο κάτι, που είχε υπάρξει όλον αυτόν τον καιρό; Να ήμουν ,τάχα, η απονήρευτη καταστροφέας όλης αυτής της ιστορίας;
Εδώ τελειώνει η έρευνα για τον ιπτάμενο άντρα που είδε η γιαγιά μου η Μάνγιο Ακακουτσίμπα πριν από εξήντα χρόνια και η ιστορία της δολοφονίας, που την αφηγήθηκα προσπαθώντας αδέξια να ορίσω το μέλλον μου. Μπορεί να μην είμαι αξιόπιστη σαν τη προγιαγιά μου, την Τάτσου Ακακουτσίμπα και τη μητέρα μου, την Κεμάρι Ακακουτσίμπα (η απαράμιλλη καλλιτέχνης των μάνγκα), αλλά τούτη είναι η ιστορία ενός πνεύματος του Μπενιμιντόρι, που έρρεε σαν λιωμένο σίδερο, κατακόκκινο από τη φωτιά…
Εδώ, τελειώνει η ιστορίας μιας εποχής κατορθωμάτων και κενού. Μιας εποχής νιάτων και απώλειας και πολέμου μεταξύ αδελφών. Εγώ, η Τόκο Ακακουτσίμπα ήμουν τότε εννέα χρόνων.
Εδώ αρχίζει το μέλλον μου, το μέλλον της Τόκο Ακακουτσίμπα, ανάξια εγγονή, αλλά ήμουν η κόρη, η κληρονόμος αυτού του οίκου Ακακουτσίμπα, όπως αρχίζει και το δικό σας. Ελπίζω, σ΄ αυτό το μέλλον, τούτη η χώρα η Ιαπωνία, να παραμείνει η ίδια παράξενη, μυστηριώδης κι όμορφη χώρα…
Πρόκειται για Αριστούργημα.

Η Καζούκι Σακουράμπα γεννήθηκε το 1971. Άρχισε να δημοσιεύει γραπτά της ενώ σπούδαζε ακόμα. Οι πρώτες ελαφρές νουβέλες της που τις βάφτισε Γκόσικ (από το Γκόθικ) έγιναν μπεστ σέλερ και μεταφράστηκαν στα Αγγλικά. Εξίσου δημοφιλή είναι και τα μυθιστορήματά της που απευθύνονται σε ενήλικους. Τα Κόκκινα κορίτσια κέρδισαν το Ιαπωνικό Βραβείο Μυστηρίου το 2007, ενώ το Watashi no otoko, ένα μυθιστόρημα αγωνίας με επίκεντρο μια αιμομικτική σχέση, κέρδισε το βραβείο Ναόκι το 2008.