Συγγραφέας του βιβλίου «Οι κόρες της ανάγκης» – «Άνεμος Εκδοτική»

Αν σκοπός της ήταν να μας προβληματίσει, τα κατάφερε η Τζίνα Ψάρρη με το νέο της βιβλίο. Θέτει το «βιοηθικό ζήτημα» όπως το χαρακτηρίζει, αν πρέπει ή όχι να γεννηθεί ένα παιδί, που εκ των προτέρων είναι γνωστό πως θα έχει σοβαρά προβλήματα υγείας για όλη του τη ζωή και ποιος είναι αυτός που νομιμοποιείται να πάρει μια τέτοια απόφαση. Και το κάνει μέσα από πρωτοπρόσωπη αφήγηση για να αισθανθούμε οικεία με τους πρωταγωνιστές της αλλά και για να «σπείρει» όσο το δυνατόν περισσότερα ερωτήματα σ’ εμάς τους αναγνώστες. Όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας, η ζωή όλων μας είναι αντικατοπτρισμός των επιλογών μας και διαβάζοντας το μυθιστόρημά της βλέπουμε πως οι τρεις ηρωίδες της θα παλέψουν μέχρι τον επίλογο με τις δικές τους επιλογές. Από τη συνομιλία που είχα μαζί της κρατώ το εξής: «Παράσημο το λάθος, που το φοράς στο στήθος και πας παρακάτω».

Τι θα λέγατε στην αρχή αυτής της συνέντευξης να εστιάσουμε στον τίτλο του βιβλίου σας; Ποια “ανάγκη” χαρακτηρίζει τις κόρες που είναι οι πρωταγωνίστριές σας;
Ένα λογοπαίγνιο είναι ο τίτλος του βιβλίου. Κατά τον Πλάτωνα, η Κλωθώ, η μοίρα που υφαίνει τη ζωή των ανθρώπων, ήταν η κόρη της θεάς Ανάγκης. Και την υφαίνει με τέτοιο τρόπο, ώστε εκείνοι να αναρωτιούνται ύστερα αν τα χαρίσματά μας τα επιλέγουμε ή είναι με κάποιον τρόπο προαποφασισμένα. Έτσι αναγκεμένες τις ήθελα αρχικά τις κόρες μου, έτσι γεννήθηκε ο τίτλος της ιστορίας τους, για να αποδειχτεί στη συνέχεια ότι είναι ακριβώς αυτό: μόνο η αρχή στις ανάγκες που η κάθε μία θα εκδηλώσει με τον δικό της τρόπο.

Τρεις διαφορετικές γυναίκες λοιπόν θα συναντήσουμε σ’ αυτό το μυθιστόρημα. Τι τις ενώνει και τι τις χωρίζει;
Πράγματι, πρόκειται για τρεις εντελώς διαφορετικές γυναίκες που αλληλεπιδρούν ωστόσο η μία στη ζωή της άλλης, μοιράζονται όνειρα, θλίψεις και χαρές, αρπάζουν ευκαιρίες, άλλες τις χάνουν, πολεμούν και πότε νικούν πότε χάνουν, επουλώνουν τραύματα ή ψάχνουν τον τρόπο να απαλύνουν έστω τις ουλές που τους αφήνουν. Και πάνω απ’ όλα αγαπούν, ερωτεύονται με πάθος και θέτουν σκληρά ερωτήματα στους εαυτούς τους πρώτα αλλά και η μία στην άλλη. Από αυτόν τον προβληματισμό στη διαφορετικότητα των αντιδράσεων γεννήθηκαν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες αδερφές, που όμως είναι άρρηκτα δεμένες με βαθιά αγάπη πέρα από την υποχρεωτική της συγγένειας, καθώς και η κόρη της μιας που γεννιέται, ύστερα από συνειδητή απόφαση, με κινητικά προβλήματα που θα την ακολουθούν σε ολόκληρη τη ζωή της.

Η ιστορία σας θα μπορούσε να αφορά οποιαδήποτε ελληνική οικογένεια. Αφηγείται την αγάπη και τον έρωτα, τα όνειρα και τις προσδοκίες. Αλλά και την αρρώστια και τον θάνατο. Πού πιστεύετε ότι θα εστιάσει την προσοχή του ο αναγνώστης;
Το βιβλίο, το κάθε βιβλίο, ένα ταξίδι είναι που ο καθένας το επιχειρεί με τον δικό του τρόπο, εστιάζοντας την προσοχή του σ’ εκείνα τα σημεία που προσωπικά τον έλκουν περισσότερο. Υπάρχουν αναγνώστες που προβληματίστηκαν εν γένει για την συμπεριφορά των ηρώων, άλλοι που εντόπισαν λάθη που οι ίδιοι δεν θα έκαναν και κάποιοι που έμειναν στο προφανές δίλημμα: “Μοίρα ή επιλογές”;

Δίνει χώρο και χρόνο όμως και στην μικρή αναπηρία που θα αντιμετωπίσει ένα από τα πρόσωπα που συμμετέχουν σ’ αυτή την όμορφη και διδακτική ιστορία. “Τρυφερή ευφυΐα της αναπηρίας” διαβάζω στις σημειώσεις σας και θα ήθελα να μας μιλήσετε γι’ αυτή την διδακτική προσέγγιση.
Το κύριο βιοηθικό ζήτημα που επιχειρώ να θέσω σ’ αυτό το βιβλίο, είναι αν πρέπει ή όχι να γεννηθεί ένα παιδί που εκ των προτέρων είναι γνωστό πως ενδέχεται να έχει για όλη την υπόλοιπη ζωή του σοβαρά προβλήματα και ποιος τελικά είναι αυτός που νομιμοποιείται να πάρει μια τέτοια απόφαση. Δίνω τη διάσταση της άμετρης τρυφερότητας αλλά και ευφυΐας ενός ανάπηρου παιδιού για να δυσχεράνω λίγο τα επιπόλαια τελικά συμπεράσματα και να σπείρω όσο το δυνατόν περισσότερες αναρωτήσεις στο μυαλό των αναγνωστών.

Επιλέξατε την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Πιστεύετε πως μιλώντας μας ως Αγνή ενώ μας κοιτάτε στα μάτια, θα εισπράξουμε στην ακριβή τους διάσταση όλα αυτά που θέλετε να πείτε σ’ αυτή την βαθιά κοινωνική και συγκινητική ιστορία;
Έχει μια γοητευτική αμεσότητα η πρωτοπρόσωπη γραφή, κάνει κατά τη γνώμη μου την αφήγηση περισσότερο οικεία, κάπως σαν διάλογο με έναν φίλο. Την επέλεξα θέλοντας να τονίσω την πολύτιμη αλήθεια, την ειλικρίνεια και την βαθιά αγάπη των ηρώων μου, όχι την ακριβή διάσταση των γεγονότων η οποία θα μπορούσε να περιγραφεί και με τριτοπρόσωπη αφήγηση ή και με εναλλαγή της με την πρωτοπρόσωπη.

Ο τρόπος γραφής σας που συχνά γίνεται ποιητικός, έχει ένα προσωπικό στίγμα διαφορετικό από εκείνο που συναντάμε στα ελληνικά μυθιστορήματα. Διαβάζοντας το βιογραφικό σας που επίσης είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, νομίζω πως βρήκα την αιτία αυτής της διαφορετικότητας στα δικά σας λόγια: “Έμαθα να αγαπώ το διάβασμα, να ψάχνω κρυμμένα νοήματα πίσω από τις λέξεις άλλων και να λαχταρώ να δημιουργήσω τα δικά μου κρυμμένα νοήματα”. Έτσι είναι;
Πολύ σωστά το καταλάβατε. Ως αναγνώστρια, αρέσκομαι στην “καταβύθιση”, στην άγρα του δεύτερου και τρίτου επίπεδου που κρύβεται πίσω από τις λέξεις. Με εντυπωσιάζουν οι ευφάνταστες ανατροπές με προσεγμένα λυρική αλλά όχι φλύαρη γλώσσα. Ως συγγραφέας λοιπόν, δεν θα μπορούσα παρά να προσπαθήσω να ακολουθήσω την αναγνωστική μου έλξη.

Όπου είναι να φτάσεις, καν’ το χωρίς υπεκφυγές”, κι όπως διευκρινίζει η Αγνή, “το λέω συχνά για να το ακούω”. Συμβαίνει το ίδιο με την Τζίνα Ψάρρη;
Μου πήρε χρόνια ώσπου να συνειδητοποιήσω ότι το μόνο ανεπίστρεπτο είναι ο θάνατος και πως η συχώρεση είναι πράξη θεϊκή, αρκεί να υπάρχει ειλικρινής πρόθεση μακριά από το απεχθές επίπλαστο. Ως τότε, έψαχνα δικαιολογίες, ερμήνευα κατά το δοκούν, ανέβαλα δύσκολες αποφάσεις. Αποδείχτηκε περίτρανα ότι έκανα λάθος. Δεν το επαναλαμβάνω πια, δεν υπεκφεύγω και δεν χρειάζεται να το λέω συχνά για να το ακούω.

Στις σελίδες του βιβλίου σας, πραγματικά ο αναγνώστης βρίσκει αρκετή τροφή για να προβληματιστεί, ακόμα και να αναμετρηθεί με τα πιστεύω του. Ποιο είναι εκείνο το μήνυμα που περισσότερο απ’ όλα όσα θα συναντήσουμε στις “Κόρες της Ανάγκης” θέλετε να κρατήσουμε;
Η ζωή όλων μας, είναι αντικατοπτρισμός των επιλογών μας. Είναι τα παράθυρα που ανοίγουμε διάπλατα κι όσα αποφασίζουμε να κρατήσουμε κλειστά. Ακόμα κι όταν επιφανειακά πούμε: «δεν μπορώ να κάνω αλλιώς», κι αυτό αν το καλοσκεφτούμε, επιλογή είναι. Και το να μετανιώνεις, μοιάζει τελικά μάλλον ανούσιο. Παράσημο το λάθος, που το φοράς στο στήθος και πας παρακάτω. Αυτή είναι η προσωπική μου άποψη καθώς και το βασικότερο μήνυμα της ιστορίας μου.

Στον προφορικό σας λόγο επίσης είστε τόσο παραστατική; Μπορείτε και μπλέκετε τόσο ευχάριστα τα συναισθήματα με τις ατάκες και τις ιδέες με τον προβληματισμό;
Είτε γράφω είτε μιλώ, με ενδιαφέρει πολύ το να δημιουργώ προβληματισμούς και το επιχειρώ σχεδόν πάντα. Αγαπώ ιδιαίτερα τις μεταφορές τις οποίες και χρησιμοποιώ συχνά. Νομίζω όμως ότι μάλλον οι συνομιλητές μου είναι περισσότερο αρμόδιοι να απαντήσουν αναλυτικότερα.

Αμείλικτα ερωτήματα τίθενται στην κρίση του αναγνώστη μέσα από μια μυθοπλασία τόσο αληθινή όσο η οικογένεια της διπλανής πόρτας. Κι όπως στη ζωή, οι απαντήσεις δεν βρίσκουν πάντοτε την ίδια χαραμάδα διαφυγής”, καταλήγει το οπισθόφυλλο. Υπάρχουν κάποιοι αναγνώστες που έπιασαν την πάσα που τους κάνατε; Απάντησε κάποιος σε ερώτηση ή προβληματισμό σας;
Πάμπολλες φορές και χαίρομαι ιδιαίτερα που έγινε αντιληπτό αυτό που ήθελα να πω χρησιμοποιώντας τη “χαραμάδα διαφυγής”. Και δεν ήταν άλλο από το ότι ποτέ δεν εκπαιδεύσαμε την συναισθηματική μας νοημοσύνη, δεν έχουμε μάθει, από παιδιά ακόμα, να διαχειριζόμαστε τους φόβους μας σωστά. Όταν δεν τους κοιτάζουμε κατάματα, γίνονται κυρίαρχοι του παιχνιδιού και υπαγορεύουν συμπεριφορές, διαφορετικές βέβαια ανάλογα με την ψυχοσύνθεση του καθένα. Οι απαντήσεις που έχω πάρει με έκαναν να χαμογελώ, πιστεύοντας πως ποτέ δεν θα είναι πολύ αργά για να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος της καλλιέργειας της ψυχής μας.

Τι θα λέγατε σ’ εκείνον που θα σας έλεγε ότι δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τη γραφή σας εξαιτίας όλων αυτών των νοημάτων που αναγκαστικά θα πρέπει να αποκρυπτογραφήσει;
Η γραφή είναι η δική μου ψυχοθεραπεία, ένας τόπος ιερός. Δεν γράφω με πρώτιστο μέλημα αυτό που αναλύω κάθε φορά να γίνεται μαζικά αποδεκτό. Σκέφτομαι ωστόσο πολύ τον αναγνώστη, του βάζω “τρικλοποδιές” σελίδα τη σελίδα και περιμένω να δω πώς θα αντιδράσει. Μου αρέσει να σκέφτομαι πως προκαλώ συναισθήματα και σκέψεις με όσα μοιράζομαι μαζί του.
Ο Λιβανελί είχε πει πολύ όμορφα ότι η λογοτεχνία είναι ο μόνος καθρέφτης που μπορεί να αναγκάσει την τρελαμένη ανθρωπότητα να κοιτάξει τον εαυτό της στα μάτια. Σ’ αυτόν λοιπόν που θα μου έλεγε ότι δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τη γραφή μου, θα απαντούσα να διαβάσει λίγο πιο προσεκτικά τις σκέψεις μου γιατί είναι σίγουρα και δικές του, πως μέσα στις σελίδες θα βρει τη ζωή του, τις αγωνίες και τις χαρές του, τη συμπεριφορά του απέναντι στα παιδιά του αλλά και απέναντι στον θάνατο και τον έρωτα. Και πως όταν φτάσει στο τέλος, ίσως και να έχει βοηθηθεί από τη γνώση του εαυτού του που θα την αποκτήσει χωρίς να την έχει καν επιζητήσει.

Το διήγημά σας “Πρωινό αστέρι”, πήρε το πρώτο βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών το 2016. Είναι κατά κάποιον τρόπο μια ευθύνη η διάκριση αυτή για τις συγγραφικές προσπάθειες που ακολούθησαν;
Η ευθύνη που ένιωσα ήταν διαφορετική και ο λόγος δεν είναι ευρέως γνωστός. Το 2016, όταν υπέπεσε στην αντίληψή μου ο διαγωνισμός διηγήματος που προκήρυσσε η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, «Οι κόρες της Ανάγκης» γράφονταν ήδη. Ιδιαίτερα φορτισμένη λόγω του ευαίσθητου θέματός του, αποφάσισα να ελέγξω τη δυναμική του, μοντάροντας κάποια σημεία του και δίνοντάς τους τη μορφή διηγήματος. Αυτό ήταν το «Πρωινό αστέρι» που κέρδισε το πρώτο βραβείο. Ένιωσα λοιπόν ότι θα πρέπει η ολοκλήρωση του μυθιστορήματος να σταθεί επάξια δίπλα στον έπαινο που εισέπραξε ένα μέρος του.

Διδάξατε για δύο δεκαετίες Ιστορία σε σχολεία. Ποιο απ’ όλα τα ιστορικά γεγονότα των βιβλίων που είχατε στην διάθεσή σας θα μπορούσε να σας εμπνεύσει για ένα ιστορικό μυθιστόρημα;
Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για μένα η περίοδος των νεοελληνικού Διαφωτισμού, αν και δεν είμαι σίγουρη ότι συμφωνώ με τον ορισμό που έχει δοθεί. Θα δοκίμαζα ευχαρίστως ένα ιστορικό μυθιστόρημα για τους πρωταγωνιστές εκείνης της Ελλάδας, με συνεχείς αναδρομές ωστόσο στους Γάλλους που θεωρούσαν εαυτόν φωτοδότες και τάχθηκαν υπέρ της ατομικής ελευθερίας και εναντίον της τυραννικής διακυβέρνησης, αφήνοντας ταυτόχρονα να διαφανεί η προσωπική μου άποψη για το πώς θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, είτε τροποποιώντας είτε μυθοπλάθοντας.

Στην προηγούμενη ερώτηση χρησιμοποίησα την έκφραση “είχατε στη διάθεσή σας”, περιμένοντας την τοποθέτησή σας στο ερώτημα αν τα παιδιά μας διδάσκονται στα σχολεία την πραγματική και όχι την διαστρεβλωμένη ιστορία.
Με λύπη μου δηλώνω απογοητευμένη για πολλούς λόγους. Μαθαίνουμε στα παιδιά – μέσα από άθλια πολλές φορές βιβλία – να μην σκέφτονται, να μην αναπτύσσουν κανενός είδους κριτική σκέψη αλλά να παπαγαλίζουν παραμυθάκια, ημερομηνίες, μάχες και βασιλικές δυναστείες. Τα αντιμετωπίζουμε σαν εκείνα τα κουβαδάκια που ένα μωρό παίρνει στην άμμο και δεν ησυχάζει αν δεν τα γεμίσει ως επάνω. «Σοφοί» ενήλικες παραμένουν εμμονικά προσηλωμένοι στην στείρα πνευματική τροφή, την έως και άχρηστη πολλές φορές, πάντα όμως όχι αρκετή. Δεν κατάφερα ποτέ να καταλάβω ποιο είδος στρεβλής ματαιοδοξίας υπαγορεύει την απόφαση να μυθοπλάθουμε την πραγματική Ιστορία. Γιατί αυτό γίνεται και δεν είναι ασφαλώς απόφαση των εκπαιδευτικών, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν τις άνωθεν εντολές. Ποιο «κρυφό σχολειό», «παιδομάζωμα» και «συνωστισμός», κρίθηκε απαραίτητο για το εθνικό μας φρόνημα να μνημονευθεί είτε μονομερώς είτε ψευδώς και για ποιον ακριβώς λόγο, μάλλον δεν θα το μάθω ποτέ.

Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Το επόμενο μυθιστόρημά μου πρόκειται να κυκλοφορήσει από την Άνεμος Εκδοτική και πάλι. Πρόκειται για τη συνέχεια του πρώτου μου βιβλίου στο οποίο απόλυτα συνειδητά είχα αφήσει «ανοιχτό» το τέλος, έχοντας την επιθυμία ο κάθε αναγνώστης να δώσει το τέλος που εκείνος θέλει. Γιατί σ’ εκείνη την ιστορία, το ταξίδι είχε για μένα μεγαλύτερη σημασία από τον τελικό προορισμό. Τώρα, ένιωσα μέσα μου έντονα πως ήρθε η ώρα να δώσω την δική μου εκδοχή για το οριστικό και αμετάκλητο πλέον τέλος. Μαζί του θα επανεκδοθεί και η αρχή του, το πρώτο βιβλίο δηλαδή, αισθητά βελτιωμένο, διορθωμένο, σχεδόν γραμμένο από την αρχή.

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Τρεις γυναίκες σε μια λεπτή σχέση εξάρτησης που ορίζεται από τις περιστάσεις,, τις επιλογές και την Μοίρα. Και προπάντων από την αγάπη, σε όλες της τις μορφές.
Η αφηγήτρια Αγνή, ρεαλίστρια δυναμική και απόλυτη στις αξίες της, έχει αφήσει σκόπιμα τον έρωτα έξω από την ζωή της, αφού θεωρεί πως μόνο προβλήματα φέρνει και απολαμβάνει τις φιλίες, τη δουλειά και τα ενδιαφέροντά της. Ώσπου να ερωτευθεί πραγματικά και να ανατρέψει όλα όσα πίστευε. Η αδελφή της Ιφιγένεια στον αντίποδα, ρομαντική, τρυφερή, γεννημένη μαμά, ψάχνει τον πρίγκηπα που θα της χαρίσει την οικογενειακή ευτυχία που πάντα ονειρευόταν. Παρά τις οφθαλμοφανείς διαφορές στον χαρακτήρα και τα θέλω τους, μοιάζουν σαν δυο μισά κομμάτια ενός ολόκληρου, που περικλείει μέσα του τις βαθιές ρίζες μιας αληθινής αδελφικής αγάπης, ενός σπάνιου δεσίματος. Όταν γεννιέται η κόρη της Ιφιγένειας, η Αγγελίνα, καρπός του έρωτά της με τον άντρα που πίστευε ως το ιδανικό της ταίρι, η ανεπαρκής αρτιμέλειά της ανατρέπει τις ζωές όλων. Οι σχέσεις δοκιμάζονται, κλονίζονται και επαναπροσδιορίζονται, αναγκάζοντας τις κίβδηλες μάσκες των ανθρώπων να πέσουν.