Υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος από αυτόν που αναγνωρίζεις και αισθάνεσαι. Βάλε το καλά στο μυαλό σου, πάψε να αμφιβάλλεις. Πάντα υπήρχε. Το αόρατο και το ανύπαρκτο δεν είναι το ίδιο πράγμα, και ας δίνουν την εντύπωση μονοζυγωτικών διδύμων. Παρόλα αυτά, όταν ανοίγει η πόρτα της αναρώτησης, στέκεις ακίνητος μπρος στο σκοτάδι αναμένοντας μια μεταβολή. Μια κίνηση που θα θυμίζει δρασκελιά. Έναν ήχο που θα μοιάζει με του ανθρώπου τη φωνή. Οτιδήποτε παραπέμπει σε παιδική μορφή. Το αόρατο είναι πραγματικό. Σαν τού γυρίζεις πεισματικά την πλάτη, πέφτει με ζήλο στη δουλειά. Διατρυπά λίγο λίγο τους φλοιούς της γης, αλλά μέχρι να ελευθερωθεί, απέχει από το φως. Ταΐζει μπανανόφλουδες τις σόλες της αντίληψής σου και καταγράφει ό,τι φαντάζει χυμένο από το καλούπι του χθες, του σήμερα, του αύριο. Καταγράφει τα στοιχεία της ζωής που άφησε πίσω. Αυτής που ευελπιστεί να συνεχίσει από το ίδιο σημείο.

Έναν χρόνο συνύπαρξης με τους άλλους, μετρά ο Μπαζίλ. Έναν χρόνο ατέρμονου σκότους, ενδεχόμενης τύφλωσης και ενοχλητικής τυφλόμυγας. Όσα του ανήκουν είναι ένα σημειωματάριο κι ένα στυλό διαρκείας. Ο πρωταγωνιστής του νέου μυθιστορήματος του Βασίλη Αλεξάκη, «Πριν», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, όταν δεν σκάβει μαζί τους, γράφει. Αυτό είναι το επάγγελμά του. Κι όταν δεν γράφει, θυμάται. Αυτή είναι η δύναμη κι η αδυναμία του. Έφυγε βιαστικά για να έρθει ως εδώ, κανένας άλλωστε δεν κάνει κράτηση για να κατέβει. Κανένας δεν διαλέγει. Όλα συμπληρώνουν μια πειραγμένη τράπουλα, και οι παίκτες καλούνται να πορευθούν ως επί το πλείστον με άσχημα φύλλα. Οι λογαριασμοί που έχει αφήσει είναι ανοιχτοί. Ή πιο σωστά, παγωμένοι μεταξύ σιγουριάς κι αβεβαιότητος. Η μητέρα του νοσηλευόταν στο νοσοκομείο. Η κατάστασή της ήταν σοβαρή, κι εκείνη άβουλο πιόνι στα χέρια συζύγου, σπλάχνου, γιατρών και μοίρας. Ο ίδιος ανησυχούσε υπερβολικά. Ποιός είπε, άλλωστε πως έχει ηλικία ο χαρακτηριστικός πανικός που νιώθει κανείς όταν οι γεννήτορές του ετοιμάζουν ταξίδι χωρίς επιστροφή; Άραγε τα παιδιά του να τον σκέφτονται συχνά; Σαν σβούρες γυρίζουν στο μυαλό του. Ποιός ξέρει αν θα καταφέρει να τα ξαναδεί, όμως η υπομονή είναι κι η τέχνη της ελπίδας του. Η υπομονή και ο χρόνος που κυλά, συναποτελούν τη δύναμη της ψυχής του. Ο Μπαζίλ ανάμεσα στη Μαργκερίτ, τη Μπριζίτ, τον μικρό Ολιβιέ που δεν διαφέρει σε τίποτα από τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του, τον Γκαμπριέλ που γίνεται ήρωας κάτω από το μελάνι του, τον αυστηρότατο συνταγματάρχη που πρέπει συχνά κάποιος να του υπενθυμίζει πως το ρίσκο είναι αναγκαίο για οποιαδήποτε υπαρξιακή εξέλιξη, και τους άλλους, αφουγκράζεται το μετρό που περνά. Τα δρομολόγιά του γίνονται ο προσωπικός τους προσανατολισμός στην εναλλαγή ημέρας και νύχτας, ενώ τα βήματα του φύλακα, ο ιδιαίτερος συναγερμός που κανείς τους δεν δύναται να αγνοήσει. Όταν η γάτα πλησιάζει, έτοιμη να σκαλίσει με τα νύχια τις ποντικότρυπες, τα συγκεκριμένα ετερόκλητα τρωκτικά κρατούν την ανάσα τους μέχρι να απομακρυνθεί. Κι ύστερα αρχίζουν ξανά να σκάβουν. Τι αναζητούν; Το μέλλον πλέον.

Το παρελθόν έχει ήδη εξατμιστεί στο νέο βιβλίο του Βασίλη Αλεξάκη. Ο Μπαζίλ όμως λαχταρά να αδράξει το ξεχειλωμένο ύφασμα του πριν κι όλο πάθος να αφομοιωθεί στην τροχιά του μετά. Έτσι δεν κάνουν όσοι έλειπαν και επιστρέφουν; Τους περιμένουν οι δικοί τους, σωστά; Η ρουτίνα και το σπίτι. Η οικογένεια και η δουλειά. Ο Μπαζίλ αδημονεί να μιλήσει για την περιπέτειά του, κι ας μην γίνει πιστευτός. Του φτάνει που πρόκειται να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο και να ανακατατάξει τα μπερδεμένα κομμάτια στο παζλ της ζωής του. Για την ώρα, μες στο ομοιόμορφο σκοτάδι κάθε του κύτταρο συγγραφικής φαντασίας ανθίζει. Εκείνος ακονίζει το μυαλό του ρίχνοντας υποθετικές πασιέντζες. Έχει φτάσει στην άκρη του σχοινιού, έχει δέσει έναν γερό κόμπο εκεί, και κρατιέται. Σταδιακά αντιλαμβάνεται πως η πεμπτουσία της μνήμης είναι η προσήλωση, η σιωπή που μοιάζει με ομολογία γίνεται απαραίτητη, και η κατανόηση των πραγμάτων δρόμος διπλής κυκλοφορίας. Είναι από αυτούς που νιώθουν έντονη την υποχρέωση εκεί όπου δεν υπάρχει διέξοδος, να ανοίξουν μία, κι όλα να γίνουν όπως πριν. Μπορούν; Το μετά είναι γκρεμός ή μυστική πύλη; Το μόνο βέβαιο για τον αναγνώστη πάντως, είναι πως το να επιστρέφεις εκεί από όπου ξεκίνησες, σπανίως είναι το ίδιο με το να μην είχες φύγει καθόλου. Ο Μπαζίλ τι να έχει στο μυαλό του; Ό,τι κι αν είναι, στέκεται στη μέση ενός χρονικού πουθενά, μα για καλή του τύχη δεν είναι μόνος, και αν κάποιος θέλει να μάθει πώς είναι οι άνθρωποι πνιγμένοι στο σκοτάδι και την αποξένωση, η απάντηση θα είναι αφοπλιστική: οι άνθρωποι είναι παντού οι ίδιοι. Ικανοί για όλα και για τίποτα. Στα ίχνη εκείνης της ελευθερώτριας λέξης που επιτέλους θα τους επιτρέψει να συλλάβουν αυτό που βαραίνει τη συνείδησή τους χωρίς να ξέρουν το πώς και το γιατί.

Για τον Βασίλη Αλεξάκη από την άλλη, less is more. Σε όλα του τα έργα. Το «Πριν» δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα. Μετατρέπει το περίπλοκο σε απλό, φοβερά απλό, και αυτό είναι απτή δημιουργικότητα. Η αξία της γραφής του έγκειται στη συγκροτημένη φιλοσοφική σκέψη που διέπει τον μυθοπλαστικό πηλό του, στο γεγονός πως γράφει για ψυχές που ονειρεύονται μιαν επιστροφή, για την ευτυχία που πολλές φορές είναι βυθισμένη στο άγνωστο, αλλά είναι φτιαγμένη για να μοιράζεται, για τις απώλειες που είναι απροκάλυπτα γυμνές, για τις μανάδες μας που θα παραμένουν οι πιο αλλόκοτοι και ταυτόχρονα οι πιο αγαπημένοι μας άνθρωποι. Γράφει για τη γνώση που αποκτούμε χάρη στην επαφή μας με τα πράγματα, και για τη σοφία που αποκτούμε χάρη στην απόστασή που διατηρούμε από αυτά. Το «Πριν» είναι ακριβώς αυτό: ό,τι μάς δίνει από την κλειδαρότρυπα, ένας άλλος τρόπος να βρισκόμαστε κάπου, κι ας γαργαλά τα ρουθούνια η υγρασία του χώματος. Η απλότητα που στη συγγραφική τέχνη, δεν είναι παρά η πιο περιζήτητη φινέτσα.