Συγγραφέας του βιβλίου «Το άλλο μισό» – Εκδόσεις Ωκεανός»

Τη δική της οπτική για το θεσμό της νόμιμης γενετήσιας ένωσης που λέγεται γάμος αλλά και την απιστία που ενίοτε γίνεται συνώνυμη του γάμου, καταθέτει με το νέο της βιβλίο η Ελένη Κεκροπούλου. Το μυθιστόρημά της είναι βασισμένο σε αληθινές ιστορίες νυμφευμένων και άπιστων συζύγων. Το γεγονός πως οι πρωταγωνιστές κινούνται γύρω της αλλά και ο τρόπος που προσεγγίζει με τη γραφή της τόσο εκείνους όσο και τους «ξενιστές» που μπαίνουν ανάμεσά τους, κάνει πολύ ενδιαφέρουσα την ανάγνωση. Μιλώντας στο Vivlio-life η συγγραφέας, χαρακτηρίζει τον γάμο ως εύθραυστο, απροστάτευτο και εκτεθειμένο στους πέντε ανέμους θεσμό. «Το θέμα είναι τι κάνεις εσύ για να παρατείνεις την διάρκειά του, αν νομίζεις ότι τελικά αξίζει τον κόπο και τη θυσία…», σημειώνει και καλά είναι όσοι βρισκόμαστε ήδη ή σκεφτόμαστε να γίνουμε μέρος αυτού του θεσμού, να το λάβουμε σοβαρά υπόψη.

«Το άλλο μισό» είναι ένα μυθιστόρημα για τον γάμο και την απιστία, βασισμένο σε αληθινές ιστορίες καθημερινής τρέλας και στην αβάσταχτη ελαφρότητα του ανθρώπινου είναι», όπως διαβάζω στο οπισθόφυλλο. Απευθύνεται στους άπιστους ή στους πιστούς σε μια σχέση που ξεκίνησε με πάθος και κατέληξε σε χωριστά κρεβάτια;
Απευθύνεται σε όλους όσοι δεν θέλουν να κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους. Στους πιστούς, για να δουν την πλάνη τους. Στους άπιστους, για να δουν την ματαιότητα της απιστίας που στο τέλος μπορεί και να τους ματαιώσει στα ίδια τους τα μάτια.

«Αρνημένη γυναίκα. Απαρνημένη σύντροφος…», σημειώνει στη «Σελίδα ημερολογίου» η πρωταγωνίστριά σας. Στο πρόσωπο της πρώτης ηρωίδας σας της Τζένης ίσως πολλές γυναίκες αναγνώστριες θα δουν τη δική τους – περιφρονημένη ερωτικά – ιστορία. Μιλήστε μας γι αυτήν τη γυναίκα…
Με απασχόλησε ακριβώς αυτός ο τύπος γυναίκας. Της απλής, της ήσυχης γυναίκας που καταθέτει τα όπλα της στον γάμο και στην οικογένεια. Που είναι διατεθειμένη να τα δώσει όλα, σίγουρη ότι θα πάρει πίσω ό,τι δίνει. Κι έτσι αφοπλισμένη, κάποια στιγμή βρίσκεται κολλημένη στον τοίχο. Η απιστία του συντρόφου είναι η «εχθρική εισβολή» στο βασίλειό της. Οι περισσότερες κοπέλες, πριν μπουν στην έγγαμη ζωή, είναι γεμάτες όνειρα, αυταπάρνηση για τον έρωτά τους και σίγουρες ότι αυτές δεν θα διαψευσθούν στις προσδοκίες τους όπως άλλες. Πιστεύουν ότι εκείνες, παρά τα μυριάδες ατυχή παραδείγματα γύρω τους, θα καταφέρουν να κάνουν τη σχέση τους να κρατήσει. Ο έρωτας (τυφλός και κουφός) τις κάνει να υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους. Η ηρωίδα μου επικέντρωσε στην οικογένεια. Για χάρη της σιώπησε, για χάρη της έκανε υπομονή, για χάρη της υποχώρησε σε όλα. Θα μπορούσε να πάρει το καπελάκι της και να φύγει. Αυτή θα ήταν η πιο εύκολη λύση, που όμως, μη γελιόμαστε, θα άφηνε πίσω φανερά και αφανή συντρίμμια. Δεν ξεπερνιέται ποτέ, τουλάχιστον από τα παιδιά, η διάλυση της οικογένειας. Στην περίπτωση, λοιπόν, που η ηρωίδα μου θα έπαιρνε το καπελάκι της να φύγει, αυτή θα ήταν η πολλαπλά ηττημένη. Θα υποκλινόταν στην δύναμη της ερωμένης. Θα έβαζε τέλος στην οικογενειακή συνοχή. Τα παιδιά μπορεί αρχικά να την δικαιολογούσαν, αλλά σε βάθος χρόνου θα την κατηγορούσαν ότι δεν πάλεψε περισσότερο. Το έχω δει αυτό το έργο να συμβαίνει συχνά και ομολογώ ότι μου έχει κάνει μεγάλη εντύπωση. Να μη γελιόμαστε, η γυναίκα, ως μητέρα και σύζυγος, είναι τελικά η κολόνα της οικογένειας. Το έλεγαν οι παλιές, κι ας το χωνέψουν κι οι νέες.

Και πώς αποδώσατε «Το άλλο μισό» της; Σε ποιο βαθμό ο Ανδρέας εκπροσωπεί το δύσκολο συγγραφικό κεφάλαιο των ελλήνων συζύγων;
Ο Ανδρέας είναι μόνο ένα είδος των Ελλήνων συζύγων. Ίσως κιόλας το πιο συγχωρήσιμο, δεδομένου του χαρακτήρα του. Γιατί υπάρχει και το άλλο, των ανδρών που παντρεύονται για να βοσκούν σε διάφορα λιβάδια. Έχω περίπτωση ανάλογη, όπου ο σύζυγος έχει ολόκληρη συλλογή από ερωμένες, και η σύζυγος, υπέρβαρη, ασουλούπωτη και ανεκτική, ανέχεται τα πάντα. Ανέχεται, όμως, όχι χωρίς να έχει υποστεί μεγάλη ψυχική φθορά! Μάλιστα το πιο διαστροφικό εδώ, είναι ότι αντλεί έναν λανθάνοντα και άρρωστο ερωτισμό από τις απιστίες του συζύγου της! Όσο αυτός την απατά, τόσο εκείνη εξακολουθεί να είναι ερωτευμένη μαζί του! Αναρωτιέμαι ποιο μοντέλο γάμου θα ακολουθήσουν τα παιδιά τους!

Τριάντα χρόνια γάμου δεν είναι λίγα. Η καθημερινότητα σκοτώνει τον έρωτα και το φλερτ που ένωσε δυο ανθρώπους καταλήγει σε βαρεμάρα και με μαθηματική ακρίβεια στο διαζύγιο. Αν ζητούσαμε από την Τζένη να μιλήσει στα κορίτσια που ετοιμάζονται να παντρευτούν αύριο ποια συμβουλή θα τους έδινε;
Ο έρωτας πράγματι υποτονεί και υποχωρεί όταν μεσολαβούν πολλά χρόνια γάμου. Άλλωστε ακούμε συχνά τη φράση «Ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα». Όμως ακόμη κι αν τον σκοτώνει, ωστόσο μετά από είκοσι-τριάντα ή παραπάνω χρόνια, έχει καταγραφεί μέσα μας. Αφήνει πάντα κάτι. Προσωπικά πιστεύω ότι μπορεί να διατηρηθεί, να αναγεννηθεί, ή και μεταμορφωθεί σε τρυφερή συντροφικότητα, αγάπη και βαθιά φιλία, όταν αντιληφθούν και οι δύο, ότι τίποτε δεν είναι δεδομένο. Όταν έχει καλλιεργηθεί ανάμεσά τους ο αλληλοθαυμασμός, η αλληλοεκτίμηση, παρά τις όποιες αναπόφευκτες τριβές που μπορεί η πολυετής συμβίωση να προκαλέσει. Ο καθένας πρέπει να διατηρεί ένα κομμάτι ιδιωτικότητας. Και βέβαια, τα παιδιά είναι τις περισσότερες φορές η αιτία σύγκρουσης του ανδρόγυνου. Στα κορίτσια που ετοιμάζονται να βάλουν τον χαλκά του γάμου στον λαιμό τους, τις συμβουλεύω να έχουν ανοχή, υπομονή, και να καλλιεργούν πάντα στον μικρό κήπο της αγάπης τους. Ο γάμος είναι πιο βαρύς για τις γυναίκες, παρά για τους άνδρες. Αλλά αν πιστεύουν στην μαχητικότητά τους, αν πιστεύουν στην δύναμη της αγάπης τους, ας το κάνουν.

Η οικογένεια που έκανε με «Το άλλο μισό» της κράτησε τριάντα χρόνια. «Ώσπου μπήκε ο ξενιστής στη ζωή μας εν αγνοία μου», λέει η Τζένη. Τι θα μπορούσε να κάνει η κάθε μία από εμάς ώστε ο «ξενιστής» να μη βρει ελεύθερο μονοπάτι να διαβεί; Τι μαθαίνουμε από την ηρωίδα σας;
Ο ξενιστής θα μπει, όταν θα χαλαρώσει η σχέση, όταν κάποιος απ᾽ τους δυο θα του αφήσει χώρο. Όταν ο χαρακτήρας δεν είναι αρκετά δυνατός, δεδομένου ότι γύρω μας θα υπάρχουν πάντα αδέσποτοι ωραίοι, διαθέσιμοι επίδοξοι εραστές και ερωμένες. Έξω η κοινωνία είναι γεμάτη από ανθρώπους με συναισθηματικά κενά (ή και οικονομικά κενά) που ψάχνουν να βρουν μέρος να πιαστούν. Η Τζένη από τη μεριά της, (μια γυναίκα με παιδεία και ανατροφή) δεν μπορούσε να κάνει τίποτε περισσότερο απ᾽ αυτό που έκανε. Περιφρούρησε στωικά την οικογένειά της, αγνοώντας τον ξενιστή. Ήταν μόνο στο χέρι του Ανδρέα, να αναχαιτίσει τον ξενιστή. Και τον αναχαίτισε με την στωική και συμφιλιωτική στάση της γυναίκας του, γιατί ο παλιός έρωτας είχε αφήσει τις ρίζες του…

Και το όνομα του … ξενιστή «Λιουντμίλλα Πέτροβα. Για συντομία Λούμπα». Ποια χαρακτηριστικά επιλέξατε για τη γυναίκα που ξελόγιασε «Το άλλο μισό» της Τζένης;
Το άλλο μισό της Τζένης ξελογιάστηκε από τα «δεκαεπτά χρόνια νεότερη», από την ανάγκη του συζύγου να «κλέψει» στην παρτίδα του με τον χρόνο που κυλάει, παίρνοντας μαζί του τον άλκιμο ανδρισμό του. Η Λιουντμίλα δεν έχει χαρακτηριστικά, δεν μπορεί να έχει, γιατί διαθέτει μόνο το κορμί και τα νιάτα για να εισπράξει ωφέλεια. Άνδρες κοντά στην τρίτη ηλικία, εκεί που αναπτύσσονται συνήθως τέτοιου τύπου ερωτικές σχέσεις, δεν αναζητούν ασφαλώς τον τρυφερό έρωτα αυτόν καθαυτόν, αλλά το χαμένο σφρίγος τους, το ωμό σεξ. Βέβαια, αργά ή γρήγορα θα αντιληφθούν ότι στον χρόνο δεν πας κόντρα ποτέ, τον δέχεσαι, αλλιώς δεν μπορείς να προχωρήσεις μπροστά.

«Μήπως ο γάμος είναι τελικά ένας θεσμός – φιάσκο με την ημερομηνία λήξεως χαραγμένη στην ούγια του;», αναρωτιέται η ηρωίδα σας. Μήπως…;
Είναι όντως ένας εύθραυστος θεσμός. Τίποτε δεν τον προστατεύει. Είναι εκτεθειμένος στους πέντε ανέμους. Και σίγουρα έχει ημερομηνία λήξεως. Όλα έχουν ημερομηνία λήξεως. Το θέμα είναι τι κάνεις εσύ για να παρατείνεις την διάρκειά του, αν νομίζεις ότι τελικά αξίζει τον κόπο και τη θυσία, πώς το κάνεις, με τι ψυχικό κόστος. Η ζωή δεν είναι καθόλου εύκολη. Και οι ανθρώπινες σχέσεις ακόμη πιο δύσκολες.

Είναι πολλοί εκείνοι που πιστεύουν πως κάποιος πρέπει να είναι πάντα ερωτευμένος και γι’ αυτό δεν πρέπει να παντρεύεται. Τι θα μας έλεγε η πρωταγωνίστριά σας επ’ αυτού;
Κακά τα ψέματα, ο έρωτας είναι η κινητήριος δύναμη των πάντων. Είναι αυτός που δίνει τον ενθουσιασμό και την ελπίδα, τουλάχιστον, ότι ο γάμος θα μακροημερεύσει. Αν παντρεύεται κανείς χωρίς έρωτα, τότε απλώς συναλλάσσεται. Κάτι δίνει, κάτι περιμένει να πάρει. Παλιά οι γάμοι γίνονταν κυρίως από συνοικέσιο, γι᾽ αυτό και πιο ανεκτικοί, αλλά και χωρίς ουσία. Ο γάμος είναι ένα ρίσκο. Αν είσαι γενναίος και μαχητικός, το παίρνεις. Είτε νικήσεις είτε ηττηθείς, θα μάθεις από την εμπειρία αυτή.

Μία από τις αληθινές ιστορίες που συμπεριλάβατε στο βιβλίο σας είναι εκείνη στην οποία πρωταγωνιστεί η Αργυρώ. Μιλήστε μας γι’ αυτήν και τον τρόπο που αποφάσισε να αντιδράσει στην απιστία…
Η Αργυρώ είναι μια γυναίκα που τελικά την πλακώνει το βάρος της οικογένειας, την απογυμνώνει από την θηλυκότητά της και αυτό κυρίως είναι που την φέρνει σε απόγνωση, σε αδιέξοδο. Δεν βρίσκει τη δύναμη ν᾽ αντιδράσει ψύχραιμα. Δεν έχει την συναισθηματική ευφυΐα ν᾽ αντλήσει δύναμη από τα παιδιά της, αγνοεί ότι είναι δημιουργός ζωής. Ένας μικρός θεός. Έχει βάλει τον σύζυγο σε ένα ψηλό βάθρο, βλέπει σ᾽ αυτόν το στήριγμά της, ενώ εκείνος είναι ένας ευθυνόφοβος και αδύναμος χαρακτήρας που δεν μπορεί να στηρίξει κανέναν στην ουσία, ούτε τον εαυτό του. Η ερωμένη είναι γι᾽ αυτόν το δεκανίκι στην ψυχική αναπηρία του.

Απιστία είναι η εφαρμογή της δημοκρατίας στον έρωτα είχε πει κάποιος διάσημος αμερικανός αρθρογράφος και πολλοί ήταν εκείνοι που συμφώνησαν μαζί του. Εσείς τι λέτε;
Μα αυτή η «απιστία» που διατείνεται ο Αμερικανός αρθρογράφος, είναι η αμφοτεροβαρής. Απιστία win–win! Άρα όχι απιστία. Απλά συναίνεση σε μια ελεύθερη σχέση. H δημοκρατία αφορά και τους δυο, μπορεί και τους τρεις! Ενώ συνήθως οι άνδρες την απιστία τη θέλουν όλη μόνο για τον εαυτό τους. Σπάνια ανέχονται ατασθαλίες από τις γυναίκες τους, αν τις ανέχονται καθόλου! Είναι άκαμπτοι σ᾽ αυτό, γι᾽αυτό και πιο αδύναμοι. Η γυναίκα που «συγχωρεί», πάντα είναι κερδισμένη στο τέλος.

Ίσως είστε από τις λίγες ελληνίδες συγγραφείς που βρίσκεστε τόσο κοντά σε όλη τη διαδικασία έκδοσης ενός βιβλίου. Μεταφράστρια – επιμελήτρια – συγγραφέας – εκδότρια. Ποια ιδιότητα κρύβει τις μεγαλύτερες συγκινήσεις;
Είναι όλες αυτές οι ιδιότητες πραγματικά ιδιαίτερα δημιουργικές και επωφελείς σε βάθος χρόνου. Είναι επίπονες και κουραστικές, αλλά είναι μαθητεία ζωής. Ένα συνεχές πανεπιστήμιο. Σαν μεταφράστρια έμαθα πώς γράφει ένας φτασμένος συγγραφέας, σαν επιμελήτρια είδα τις δυνατότητες που σου δίνει η γλώσσα να περιγράψεις εικόνες με λέξεις και να διορθώσεις αστοχίες, ή να καλύψεις κενά. Η εκδοτική δουλειά είναι πιο απλή, παράγεις ένα προϊόν κατά το μάλλον ή ήττον ελκυστικό και το διαθέτεις στην αγορά. Είναι σαν να παίζεις ρουλέτα. Ποντάρεις σε ένα νούμερο και περιμένεις να δεις τι θα φέρει η Τύχη. Συγγραφέας, όμως είναι άλλο πράγμα. Συγγραφέας, όχι γραφιάς. Εκεί χρειάζεσαι πείρα ζωής, γνώση πολυεπίπεδη, θεατρικές και σκηνοθετικές ικανότητες (για να μην είσαι ένας απλός αφηγητής γραμμικών ιστοριών) ώστε το βιβλίο που θα δώσεις στον αναγνώστη να είναι στην ουσία λέξεις που παράγουν εικόνες, συναισθήματα, δράση, πλοκή, λύσεις σε αδιέξοδα, φως στο τέρμα του τούνελ.

Με όλες αυτές τις ιδιότητες, το σίγουρο είναι πως το βιβλίο το πονάτε. Όμως το βιβλίο στην Ελλάδα δεν είναι προτεραιότητα. Μπορεί να αλλάξει και με ποιον τρόπο αυτή η διαπίστωση;
Το βιβλίο το πονάω, γιατί κι αυτό με πόνεσε, με τύλιξε στη στοργή του από τότε που ήμουν παιδί ακόμη, (μιλάω για το εξωσχολικό βιβλίο κυρίως) με παρηγόρησε, με δίδαξε, μου έδωσε ιδέες, γνώση και τελικά σιγουριά κι αυτογνωσία, έχτισε αυτό που έγινα. Δεν μπορώ να φανταστώ μια ζωή χωρίς βιβλίο. Λυπάμαι βαθύτατα αυτούς που λένε ανερυθρίαστα ότι δεν διαβάζουν γιατί δεν προλαβαίνουν, ή ότι τους κουράζει το διάβασμα! Το διάβασμα ξεκουράζει, δεν κουράζει. Αν ο Δυτικός Πολιτισμός έγινε αυτό που είναι σήμερα, αυτό το χρωστάει πρωταρχικά στο βιβλίο. Στο ελληνικό βιβλίο που φυγαδεύτηκε απ᾽το παραπαίον Βυζάντιο στην Εσπερία. Στην Οδύσσεια και στην Ιλιάδα, στους αρχαίους τραγικούς, στον Αριστοφάνη, στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη, στον Πυθαγόρα, στον Αρχιμἠδη, στον Ευκλείδη, στον Παρμενίδη… για να πω μόνο μερικούς Έλληνες. Η Εσπερία γέμισε με το ανέσπερο φως της ελληνικής γνώσης που μεταλαμπαδεύτηκε και εξελίχθηκε κι από άλλους λαούς που τελικά μας ξεπέρασαν με τα δικά μας όπλα εφοδιασμένοι. Αν το βιβλίο δεν είναι προτεραιότητα στην Ελλάδα που το γέννησε, τότε οι οιωνοί δεν είναι καλοί για τον λαό της χώρας αυτής…

Λίγα λόγια για το βιβλίο
«…Μέχρι πριν λίγο καιρό πίστευα ότι είχα ένα ζεστό κι όμορφο σπιτικό που μάτωσα για να του δώσω τα καλύτερα υλικά. Του έβαλα μέσα όλη μου την αγάπη, τη στοργή, την αφοσίωση, την αθώα εμπιστοσύνη μου, την ανοχή μου, την κατανόηση, τα όμορφα παιδιά μου… κι εσένα πρώτ’ απ’ όλους και όλα.
Μόνο που τυφλωμένη από τη λάμψη της εφήμερης ευτυχίας μου, δεν είδα ότι δεν μπήκες ποτέ μέσα για τα καλά. Φοβήθηκες το απόλυτο δόσιμο, φοβήθηκες τη φλογερή αγάπη μου, εμένα… Ήσουν με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω απ’ αυτό. Το έξω τελικά σε κέρδισε. Και μείναμε εμείς, εγώ και τα παιδιά μας, να σε κοιτάμε ν’ απομακρύνεσαι…
Ο γάμος μου κι όσα επένδυσα σ’ αυτόν, ένα δένδρο στον χειμώνα, γυμνό από τα φύλλα του. Όλα πεσμένα κάτω στο υγρό χώμα, κιτρινισμένα, ψυχομαχούν…»
Ένα μυθιστόρημα για τον γάμο και την απιστία, για τα πλήγματα και τα τραύματα που η ανθρώπινη επιπολαιότητα μπορεί να καταφέρει σε έναν εύθραυστο θεσμό, τον θεσμό του γάμου, πάνω στον οποίο στηρίζεται το ίδιο το κύτταρο της κοινωνίας: η οικογένεια.
Βασισμένο σε αληθινές ιστορίες καθημερινής τρέλας και στην αβάσταχτη ελαφρότητα του ανθρώπινου είναι.

Βιογραφικό
Η Ελένη Κεκροπούλου γεννήθηκε στον Ζυγό της Καβάλας, αλλά μεγάλωσε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας. Σπούδασε στο Καποδιστριακό πολιτικές επιστήμες και νομικά, καθώς και ξένες γλώσσες. Εργάζεται στον εκδοτικό χώρο εδώ και σαράντα δύο χρόνια ως μεταφράστρια, επιμελήτρια, εκδότρια και συγγραφέας.

Το συγγραφικό της έργο:

Παιδικά
• Πες μου, μπαμπά, μια ιστορία, σε παρακαλώ

Ιστορικά Μυθιστορήματα
• Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, η Καπετάνισσα
• Αγγέλικα η Μαντενούτα
• Σαν τα Κυνηγημένα Αγρίμια
• Το σημάδι του Κάιν

• Αναστασία, η Ρωμιά Σουλτάνα

Σύγχρονη Λογοτεχνία
• Σκέψου εμένα όταν πονάς.