«… Λόγια και υποσχέσεις, όρκοι σαθροί που η αλαζονεία της νεότητας και η θέρμη της αγάπης παρακινούν τους ανθρώπους να ξεστομίζουν, ξεχνώντας, μέσα στον πυρετό της ζωής, τον ανεξέλεγκτο παράγοντα μοίρα και την απόλυτα θνητή τους φύση…»


Το νέο βιβλίο της Αφροδίτης Βακάλη κυκλοφόρησε ύστερα από μια απουσία της συγγραφέα για πέντε χρόνια δικαιολογώντας απόλυτα την επιλογή της να μη βιαστεί να εκδώσει ένα βιβλίο προκειμένου να «φιλοτεχνήσει» ένα έργο υψηλής αισθητικής που σηματοδοτεί παράλληλα και την προσωπική της λογοτεχνική ταυτότητα. Ένα προσωπικό στοίχημα που η Βακάλη το κέρδισε για μια ακόμη φορά.


Όλα αρχίζουν όταν ένας ξένος φτάνει σε έναν τόπο που κατά την προσφιλή της συνήθεια η Βακάλη δεν ονομάζει. Οι ισορροπίες θα ανατραπούν, όμως, στη δική του παρουσία: «Αργά το βράδυ έφτασε ο ξένος στο Χωριό. Πεζός έφτασε, τυλιγμένος σε χοντρό παλτό με τον γιακά του σηκωμένο, προσπαθώντας να προστατευτεί από το κρύο κι απ’ την ψιλή, επίμονη βροχή». Με αυτή τη φράση η συγγραφέας στήνει από την πρώτη στιγμή μια μαγική ατμόσφαιρα που θα καθορίσει όλο το μυθιστόρημά της. Από εκεί και μετά οι ήρωες που περνούν από την αφήγηση αυτή είναι πολλοί και πάντα αδρά χτισμένοι, και φέρουν ο καθένας τα δικά του βιώματα που θα οδηγήσουν στη λύση της ιστορίας αφήνοντας τον αναγνώστη να σκεφτεί όλες εκείνες τις αξίες που διαπερνούν τις σελίδες τους.


Η αγάπη και η συμφιλίωση, η αφοσίωση και η προσήλωση στον στόχο, η δικαιοσύνη και το άδικο, η λύτρωση και η κάθαρση, η πίστη και η προσμονή, η προδοσία και ο έρωτας. Γιατί όλα αυτά εμπλέκονται στην ιστορία και πρωταγωνιστούν εξίσου με τους ήρωες που δημιουργεί η συγγραφέας, ήρωες σφυρηλατημένοι από τον πόνο, την απώλεια, την απουσία. Όπως εμπλέκεται και η μέγιστη αξία, αυτή του σεβασμού στον άλλον· στον διαφορετικό· σημαντική αλήθεια σε μια κοινωνία που φαίνεται πως έχει ξεχάσει πως οι άνθρωποι γύρω μας μπορεί να είναι διαφορετικοί και συχνά αυτό το διαφορετικό είναι που αγαπάμε. Κι ανάμεσά τους ο μεγάλος πρωταγωνιστής: η φωτιά. Η φωτιά που θα κατακάψει το παρελθόν πυρπολώντας το μέλλον με τις φλόγες της. Το συνηθίζει αυτό η Βακάλη. Διαλέγει ένα φυσικό στοιχείο και το παρακολουθεί να μεταλλάζει τις ζωές των ανθρώπων, να καθορίζει το πεπρωμένο τους και να προσδιορίζει τις επιλογές της. Στο πρώτο της βιβλίο με τίτλο «Και γύρω τους η θάλασσα» πρωταγωνίστρια ήταν θάλασσα. Στο «219 ημέρες βροχής» τον κύριο λόγο έχει η βροχή και στο τελευταίο της η φωτιά.
Η συγγραφέας όμως κάνει και κάτι ακόμα. Παίζει αφηγηματικά διασκορπίζοντας εικόνες μαγικού ρεαλισμού που δίνουν στο μυθιστόρημά της μια παραμυθένια διάσταση και ενισχύουν την ατμόσφαιρα που από την πρώτη σελίδα ως την τελευταία δημιουργεί η συγγραφέας, χωρίς ποτέ να χάνει το ενδιαφέρον του ο αναγνώστης. Κι επειδή ο μαγικός ρεαλισμός δεν είναι ένα συνηθισμένο είδος στην ελληνική λογοτεχνία το βιβλίο αυτό γεννά μια σαγηνευτική γοητεία και συναρπάζει τον αναγνώστη κάνοντας τον να βυθιστεί κυριολεκτικά στις σελίδες του.
Όλα αυτά σε συνδυασμό με τον γρήγορο ρυθμό γραφής και τις περιγραφές που δημιουργούν εικόνες, κάτι που επιλέγει πάντα η Αφροδίτη Βακάλη βοηθούν να βιώσει ο αναγνώστης όλη την ένταση των γεγονότων αλλά και το βάθος των συναισθημάτων των ηρώων, της Βασιλικής, του Σίμου, της αινιγματικής Ελισσώ, για να αναφέρω μερικούς μόνο.
Συγκλονιστικές όμως είναι και οι γυναίκες του χωριού. Μέσα από τις συνομιλίες τους ο αναγνώστης πληροφορείται διάφορες λεπτομέρειες και απολαμβάνει εικόνες λαογραφικές που θυμίζουν εικόνες από οικεία μέρη της Ελλάδας χωρίς ποτέ να αποκαλούνται.
Ένα καλογραμμένο, με σεβασμό στην ελληνική γλώσσα, συγκλονιστικό μυθιστόρημα που αξίζει να διαβαστεί από όλους και να θυμίσει ότι η ελληνική λογοτεχνία δεν έχει χαθεί, αντιθέτως υπάρχουν εκπρόσωποί της που με σεβασμό την υπηρετούν και έχουν πολλά να προσφέρουν ακόμα.

«…Τίποτα δεν μας ανήκει… μονάχα οι στιγμές, ο χρόνος που έχουμε πάνω στη γη. Από το τίποτα ερχόμαστε και στο τίποτα πάμε. Ολόκληρη η ζωή μας μια χαρακιά πάνω στον χρόνο…»

«Μια κοπέλα, εγκλωβισμένη σ’ ένα σπίτι που έχει παντού χαραγμένο τ’ όνομά της, ασφυκτιά μέσα στον γάμο της, στη φυλακή που αντί για σίδερα έχει λέξεις.

Ένας άντρας, μεγαλωμένος με τη ρετσινιά του “γύφτου” και του “μπάσταρδου”, μοναχικός, σκληρός, συναισθηματικά χωλός, ακροβατεί στο περιθώριο μιας κοινωνίας που από νωρίς τον απορρίπτει και τον εχθρεύεται. Ένας έρωτας, μια αμοιβαία ανάγκη, μια φυγή και ένα άδοξο τέλος.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, ένας ξένος, ταλαιπωρημένος απ’ το ταξίδι, βρίσκει θαλπωρή και καταφύγιο στο σπίτι μιας γυναίκας που είναι γεννημένη ν’ αγαπά, να προσφέρει, να γαληνεύει τους ανθρώπους.
Πιο πέρα, στο δάσος, η Ελισσώ. Γιάτρισσα, μαΐστρα, κατέχει τη Γνώση, τη Σοφία της ζωής. Ρίχνει τους ρούνους και βλέπει το πριν και το μετά. Μα δεν τα βλέπει όλα.
Ένα μυστικό. Ένας γρίφος, που ζητάει να λυθεί.

Ψυχές ταραγμένες που προσπαθούν να ισορροπήσουν, να βρουν τον σκοπό τους και να γιατρευτούν. Μόνος δρόμος, η Αλήθεια· αυτή που κρύβεται μέσα τους κι αδυνατούν να δούνε. Αυτή μονάχα μπορεί να τους λυτρώσει. Η Αλήθεια της ψυχής. Τίποτα πέρα απ’ αυτήν, τίποτα χωρίς αυτήν…»
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)