Συγγραφέας του βιβλίου «DRIFTER #2: Καρμανιόλα» – Εκδόσεις «Bell»

Ο αντισυμβατικός αλλά και ρομαντικός ήρωας του Λευτέρη Μπούρου, αν και δεν εκπροσωπεί τον νόμο θα προσπαθήσει να διαλευκάνει ένα έγκλημα και οι αναγνώστες θα τον δούμε να αντιμετωπίζει ό, τι περικλείει η λέξη παρανομία: Εμπόριο λευκής σαρκός, μαφιόζικες εκτελέσεις, διεφθαρμένους επιχειρηματίες, παράνομη χαρτοπαιξία. Θα δούμε τον άσκοπα περιφερόμενο (drifter) Στράτο, να μπλέκει και στα δίχτυα μιας μοιραίας γυναίκας που θα τον βάλει σε μια απίστευτη περιπέτεια από την οποία δύσκολα θα ξεμπλέξει. Η μυθοπλαστική αυτή ιστορία έχει συνεχή δράση και εναλλαγές συναισθημάτων που κρατά τον αναγνώστη σε εγρήγορση. «Όταν συνειδητοποιεί ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος του στην ιστορία, είναι πολύ αργά: ξέρει ήδη πάρα πολλά, και εκείνοι που θέλουν να του κλείσουν το στόμα βρίσκονται τώρα στο κυνήγι του», λέει στο Vivlio-life o συγγραφέας.

H «Καρμανιόλα» είναι το δεύτερο μέρος της pulp noir σειράς “Drifter”. Ξεκινώντας τη συνομιλία μας, εξηγείστε μας τον τίτλο, ο οποίος συνδυάζει μία ελληνική λέξη, μία αγγλική, ένα νούμερο και ένα σύμβολο.
Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω θερμά για την συνέντευξη. Η «Καρμανιόλα» είναι ουσιαστικά το δεύτερο μέρος της σειράς βιβλίων με τίτλο «Drifter»που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Bell. H σημασία του τίτλου της σειράς είναι διπλή: Αφενός αναφέρεται σε ένα ομώνυμο μπαρ στην περιοχή του Ζωγράφου -από το οποίο ξεκινάει ουσιαστικά μια ιστορία παρανομίας – και αφετέρου, πρόκειται για μια αναφορά ή ένα ‘’κλείσιμο του ματιού’’ προς τον αναγνώστη, που τον προϊδεάζει για την ιδιοσυγκρασία του αφηγητή/πρωταγωνιστή.

Ομολογουμένως ιδιαίτερος τίτλος. Ποιες σκέψεις σας κρύβονται πίσω του και πώς καταλήξατε σ’ αυτόν; Θα μπορούσατε να κλείσετε την ιστορία σας σε μία παράγραφο;

Ένας άσκοπα περιφερόμενος λούζερ μπαίνει κατά λάθος σε μια ιστορία γεμάτη πτώματα, με μοναδική παρακινητική δύναμη τον έρωτά του για μια μοιραία γυναίκα. Όταν συνειδητοποιεί ποιος ακριβώς είναι ο ρόλος του στην ιστορία, είναι πολύ αργά: ξέρει ήδη πάρα πολλά, και εκείνοι που θέλουν να του κλείσουν το στόμα βρίσκονται τώρα στο κυνήγι του.

Ο Στράτος δε μας είναι άγνωστος. Τον είδαμε να πρωταγωνιστεί στο «Χέρι του Νεκρού». Τι είναι αυτό που τον κάνει αντισυμβατικό;
Σε γενικές γραμμές, το Drifter χαρακτηρίζεται αντισυμβατικό, λόγω του ότι πρόκειται για για μια νουαρ σειρά βιβλίων, στην οποία ο βασικός πρωταγωνιστής δεν είναι ντετέκτιβ, αστυνομικός ή κάτι παρόμοιο. Εδώ ο ήρωάς μας δεν έχει καμία σχέση με την επιβολή του νόμου – είναι απλώς ένας άεργος νέος που μπλέκεται χωρίς να το θέλει στη διαλεύκανση ενός εγκλήματος. Πέρα από αυτό, υπάρχουν κι άλλοι λόγοι που κάνουν τον πρωταγωνιστή αντισυμβατικό, όπως για παράδειγμα οι ριζοσπαστικές απόψεις του, το ύφος της αφήγησης, το καυστικό χιούμορ, ο αυτοσαρκασμός κλπ.

Θα δούμε το παρελθόν να στοιχειώνει τον ήρωά σας. Συνδέστε το παρελθόν με το παρόν του για να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα.
Δύο είναι τα βασικά στοιχεία του παρελθόντος που στοιχειώνουν τον ήρωά μας: Το πρώτο έχει να κάνει με τον θάνατο του πατέρα του, του οποίου ο υπαίτιος αποκαλύπτεται στο τέλος του πρώτου βιβλίου, και το δεύτερο έχει να κάνει με τα γεγονότα που διαδραματίζονται στο «Χέρι του Νεκρού», τα οποία και δίνουν στον πρωταγωνιστή μας τον ρόλο του ‘’αυτόπτη μάρτυρα’’ σε μια υπόθεση-αγκάθι για την Ελληνική Αστυνομία.

Ποια πρόσωπα τοποθετήσατε δίπλα του και άραγε πόσα από αυτά έπαιξαν κάποιο ρόλο στο «Χέρι του νεκρού»;
Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να το αποκαλύψω με σαφήνεια, καθώς έτσι μπορεί να μαρτυρούσα πτυχές σε αναγνώστες που δεν έχουν διαβάσει το πρώτο μέρος του Drifter. Μπορώ όμως να σας πω, ότι σημαντικό ρόλο παίζουν ένας δημοσιογράφος, ένας επιχειρηματίας, ένας αστυνομικός που ισορροπεί ανάμεσα στην διαφάνεια και την παρανομία, και μια κακοποιημένη γυναίκα που διψάει για μια καθυστερημένη εκδίκηση.

Ιστορία εκδίκησης, λοιπόν, στην οποία όπως λέτε «όλα μπορούν να συμβούν». Δώστε μας μια γεύση από το «όλα».
Παράνομη χαρτοπαιξία, εμπόριο λευκής σαρκός, εξ’ επαφής πυροβολισμοί, μαφιόζικες εκτελέσεις, αστυνομικές ενέργειες που βοηθούν διεφθαρμένους επιχειρηματίες, και όλα αυτά, μέσα από τα μάτια ενός ρομαντικού νεαρού, με αγαθές προθέσεις.

Λένε πως τίποτε δεν εμπνέει περισσότερο τη συγχώρεση από την εκδίκηση. Μπορεί σ’ ένα βιβλίο αστυνομικής δράσης και έντασης να χωρέσει η συγχώρεση; Ή μήπως θα επαληθευτεί η συγκεκριμένη ρήση;
Πιστεύω πως, ναι, υπάρχει χώρος για συγχώρεση σε όλες τις ιστορίες. Μιλώντας συγκεκριμένα για την «Καρμανιόλα», ο αναγνώστης σύντομα θα καταλάβει ότι η έννοια της συγχώρεσης έχει πρωταρχικό ρόλο στα γεγονότα που θα συμβούν.

Η καρμανιόλα του τίτλου υπάρχει. Θα τη συναντήσουμε με κομμένη την ανάσα σ’ αυτό το συγκλονιστικό μυθιστόρημα. Το ερώτημά σας «Εξάλλου, πόσες πιθανότητες έχει κανείς να βγει ζωντανός από μια Καρμανιόλα;», είναι ρητορικό;
Ναι είναι ρητορικό. Περισσότερο χρησιμοποιείται για να δώσει στον αναγνώστη κάτι από το ύφος και την ένταση του βιβλίου.

Σε μια εποχή που η βία αποτελεί ένα θλιβερό κεφάλαιο της κοινωνίας μας, στο οποίο προστέθηκαν και όλοι αυτοί οι πληρωμένοι εγχώριοι ή μη δολοφόνοι που δρουν στη χώρα μας, πόσο προφητικά είναι τέτοιους είδους μυθιστορήματα;
Θα έλεγα ότι είναι περισσότερο ένα καθρέφτισμα της σημερινής κοινωνικοπολιτικής εικόνας των μεγάλων αστικών κέντρων, παρά προφητικά.

Πότε γνωριστήκατε με ιστορίες μυστηρίου, ερασιτέχνες δολοφόνους, θηρευτές, ομερτά και αιματοχυσίες;
Η πρώτη φορά ήταν όταν έπεσε στα χέρια μου μια συλλογή διηγημάτων του Έντγκαρ Άλλαν Πόε. Ακολούθησε ο Γκι Ντε Μωπασσάν, ο Ντίκενς, ο Τζιμ Τόμσον, και έπειτα όλα πήραν το δρόμο τους.

Η σειρά σας ολοκληρώνεται με την «Καρμανιόλα» ή θα δούμε τον αντισυμβατικό Στράτο και σε κάποια επόμενη συγγραφική δουλειά;
Το τέλος της «Καρμανιόλας» μένει ‘’ανοιχτό’’ επίτηδες, αλλά σίγουρα θα δούμε τον Στράτο στο επόμενο βιβλίο της σειράς.

Πόσο ταυτιστήκατε με τον ήρωά σας κατά τη συγγραφή; Έχει κάποια δικά σας στοιχεία αυτή η ιδιαίτερη προσωπικότητα;
Ταυτίστηκα σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό. Τα κοινά μας σημεία με τον Στράτο είναι πάρα πολλά: Μείναμε στα ίδια σπίτια, κάναμε παρόμοιες παρέες, δουλέψαμε στα ίδια μπαρ, έχουμε το ίδιο χιούμορ… Τα περισσότερα όμως από τα στοιχεία του, οφείλω να ομολογήσω ότι ανήκουν στη σφαίρα του φανταστικού, μέσα στα αληθοφανή όρια που μου επιτρέπει η μυθοπλασία.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η καραμπίνα του σημάδευε κατευθείαν το στήθος μου.
«Ποιος είσαι;» είπε. «Ποιοι είναι αυτοί;»
Ήξερα ότι αν του έλεγα ψέματα θα πέθαινα μέσα σ’ εκείνο το σφαγείο. Το σώμα μου θα τυλιγόταν μέσα σε κάποια κουβέρτα και, πριν ακόμη ξημερώσει, θα βρισκόμουν θαμμένος ανάμεσα σε δύο ελαιόδεντρα με θέα το ποτάμι. Τα πάντα θα πήγαιναν στράφι· τα όνειρα, τα κλεμμένα χρήματα, η μεγάλη μου απόδραση· όλα καπνός, από ένα πάτημα της σκανδάλης του.
Τους είχα κοροϊδέψει.
«Με λένε Στράτο Μαύρο», είπα. «Τον περασμένο Αύγουστο, είπαν στις ειδήσεις ότι πέθανα».
Ένας συνταξιούχος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας εξαφανίζεται μυστηριωδώς, ένας απατεώνας με ευγενικές προθέσεις βρίσκει καταφύγιο σ’ ένα απομακρυσμένο χωριό και δύο πληρωμένοι θηρευτές παλεύουν με όλα τα μέσα για μια εξαναγκασμένη ομερτά.
Η αιματοχυσία μοιάζει αναπόφευκτη: οι εχθροπραξίες πληθαίνουν, η αδράνεια του Νόμου κάνει τη βία να κλιμακώνεται και, την ώρα που η διπλωματία φαντάζει ως η ύστατη πιθανότητα επιβίωσης, μια οδυνηρή εκτέλεση θα οπλίσει τα χέρια εκείνων που δεν έχουν πια να χάσουν τίποτα.
Στο δεύτερο μέρος της pulp noir σειράς DRIFTER το παρελθόν στοιχειώνει τον Στράτο, τον αντισυμβατικό ήρωα που γνωρίσαμε στο Χέρι του Νεκρού. Σ’ αυτή την ιστορία εκδίκησης όλα μπορεί να συμβούν. Οι δήμιοι παίρνουν το ρόλο των καταδικασμένων και αθώοι ήρωες οδηγούνται σε μια στροφή Καρμανιόλα.

Βιογραφικό
Ο Λευτέρης Μπούρος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1989 και μεγάλωσε στο Αγρίνιο. Το 2014 αποφοίτησε από τη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Η/Υ του ΕΜΠ και από τότε ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Διηγήματά του έχουν βραβευτεί και εκδοθεί σε συλλογικούς τόμους. Η πρώτη προσωπική του συλλογή με ιστορίες μυστηρίου, Ερασιτέχνες Δολοφόνοι (Εκδόσεις Πηγή), κυκλοφόρησε το 2018. Ήταν υποψήφιος για το Βραβείο Νέου Λογοτέχνη 2018 από το λογοτεχνικό περιοδικό κλεψύδρα.