Συγγραφέας του βιβλίου «Τι να σημαίνουν οι Σημύδες;» – Εκδόσεις «Ωκεανός»

Ιστορίες μικρών ανθρώπων, που όχι μόνο μπλέκουν αρμονικά αλλά και δένουν χρονολογικά με τη Μεγάλη Ιστορία μας περιγράφει στο μυθιστόρημά του ο Μιχάλης Μπουναρτζίδης. Οι χαρακτήρες που επέλεξε για να πρωταγωνιστήσουν στο βιβλίο του, είναι καθημερινοί άνθρωποι «που παλεύουν να επιβιώσουν με οποιονδήποτε τρόπο στο χάος του πολέμου». Ένα αρχείο με την καταγραφή της ζωής ενός Έλληνα που έζησε στη χιτλερική Γερμανία σαν εργάτης, κάνει το μυθιστόρημά του ακόμη πιο συναρπαστικό. Όπως λέει στο Vivlio-life, είναι ο μοναδικός αληθινός ανάμεσα στους «χάρτινους» ήρωες. Αν και δεν ήξερε πολλά γράμματα κατέγραψε τη ζωή του σε διακόσιες πενήντα σελίδες που ο γιος του αρκετά χρόνια αργότερα εμπιστεύτηκε στο συγγραφέα.

Τι να σημαίνουν οι Σημύδες; ρωτάτε στο εξώφυλλο του βιβλίου σας. Αν και την απάντηση τη δίνει η φωτογραφία του ίδιου του εξωφύλλου, καλό θα ήταν να μας απαντήσετε στο ερώτημα τι είναι οι Σημύδες;
Δεν είμαι βέβαιος πως δίνει την απάντηση το εξώφυλλο, μια προσέγγιση είναι μόνο. Η απάντηση βρίσκεται μέσα στο κείμενο, στη ροή του. «Αυτή τη φορά είδε πρώτα τα λάγκερ κι από κει έβγαιναν, αργά και προσεκτικά, τα τέρατα με τις γκρίζες στολές και τους ρούνους στο πέτο, ένας εδώ, ένας άλλος παραδίπλα, προχωρούσαν χωριστά, ο καθένας μόνος του κρατώντας από μια μικρή σημύδα στο χέρι, τη φύτευαν και μετά έβγαιναν απ’ την πύλη του τρένου….. Τη ρώτησε μόνο για τις σημύδες που είδε στο όνειρό του, τι να σήμαιναν, ίσως να γίνει πάρκο να σβήσουν οι μνήμες, να περιδιαβαίνουν οι άνθρωποι, να χαίρονται τη φύση που κάρπισε πάνω στα ανθρώπινα απομεινάρια σαν συνήγορος της λήθης, ποιος ξέρει». (Το δένδρο σημύδα, στα Γερμανικά είναι μπίρκεν, όλοι ξέρουμε το Άουσβιτς Μπιρκενάου).

Στο οπισθόφυλλό σας κάνετε λόγο για «ισορροπία κατανόησης» που ο ένας εκ των ηρώων σας βάπτισε «ισορροπία του τρόμου». Με βάση αυτές τις δυο εκφράσεις δώστε μας μια γεύση της ιστορίας σας.
Ο αναγνώστης που θα πιάσει για πρώτη φορά βιβλίο μου στα χέρια του, να περιμένει να ζήσει ιστορίες μικρών ανθρώπων που μπλέκουν στην Μεγάλη Ιστορία, αυτήν που έχει καταγραφεί. Αυτήν την συγκλονιστική –τουλάχιστον για εμένα- διαπλοκή της μεγάλης με τις μικρές ιστορίες, την διαπλοκή του μεγάλου ιστορικού χρόνου με τους μικρούς χρόνους των καθημερινών ανθρώπων, θα βιώσουν όσοι πάρουν την απόφαση να περιπλανηθούν στις σελίδες των βιβλίων μου, κι αυτών που προηγήθηκαν αλλά κι αυτού που εκδόθηκε προσφάτως, του «Τι να σημαίνουν οι σημύδες».

Στο μυθιστόρημά σας μια ντουζίνα μοναχοί και «μοναχοί» αναγκάζονται σε μια συμβίωση με ιδιόμορφους χαρακτήρες ανθρώπων. Άλλοι είναι δραπέτες, άλλοι φασίστες ακόμη και λαθρέμποροι. Σε ποιους όμως δώσατε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους;
Δεν είναι μόνο οι μοναχοί, υπάρχουν κι άλλες «συμβιώσεις», πριν και μετά απ’ αυτήν στο μοναστήρι. Οι χαρακτήρες δεν είναι ιδιόμορφοι, είναι καθημερινοί άνθρωποι, που οι μικρές τους ιστορίες έμπλεξαν στα γρανάζια της Μεγάλης Ιστορίας και παλεύουν να επιβιώσουν με οποιονδήποτε τρόπο στο χάος του πολέμου. Είναι νομίζω αναπόφευκτο, όταν σκαρώνει κανείς και αφηγείται μια ιστορία, κάποια απ’ τα πρόσωπα να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Κάποιοι ξεχωρίζουν και γύρω από το δικό τους δράμα υφαίνονται παράλληλα και οι ιστορίες των άλλων. Αυτό συμβαίνει σ’ όλες σχεδόν τις ιστορίες, είτε είναι αληθινές, είτε φτιαγμένες στο χαρτί.

Ανάμεσά τους ο Κυριάκος. «Είδε στα δεκατρία του τον τόπο του στις ακτές του Βόρειου Αιγαίου να γίνεται Βουλγαρία…». Στη συνέχεια βρέθηκε εκεί και δούλεψε ως βοσκός. Μιλήστε μας γι’ αυτόν τον Έλληνα.
Ο Κυριάκος είναι ο μοναδικός αληθινός, ανάμεσα στους χάρτινους «ήρωες». Ήταν ο πατέρας ενός συμμαθητή και φίλου μου, που παρ’ όλο που δεν ήξερε πολλά γράμματα, θέλησε να καταγράψει τη ζωή του. Είναι ένα αρχείο 250 σελίδων που ο φίλος μου, μου το εμπιστεύθηκε. Το κομμάτι της ιστορίας του Κυριάκου που αφορά το πέρασμά του από την Χιτλερική Γερμανία, σαν εργάτης στα χρόνια του πολέμου, κατάφερα να το δέσω με τις υπόλοιπες ιστορίες, και ομολογώ πως με βοήθησε πολύ ώστε να φτάσω τον Αλεξάντρ στη γενέτειρά του, τη Θεσσαλονίκη.
Σε ό,τι αφορά αυτό που λέτε, «τον τόπο του στις ακτές του Βορείου Αιγαίου να γίνεται Βουλγαρία», έχω και τις μαρτυρίες των παππούδων μου γι’ αυτό, που περιγράφονται στο πρώτο μου βιβλίο «Προσευχή για τις καινούργιες πατρίδες».

Στο κεφάλαιο: «Το βιβλίο που δεν γράφτηκε ακόμη» ξεχώρισα μία σύνθετη λέξη: «γλωσσοκάθαρση». Ποια έννοια της προσδίδετε και πείτε μας αν μπορεί να εφαρμοστεί στα σημερινά δεδομένα.
Το βιβλίο που δεν γράφτηκε ακόμη, είναι προφανώς το 1984, ο ήρωας βλέπει στον ύπνο του τον Όργουελ, που του μιλάει για το βιβλίο που σκεφτόταν να γράψει, πράγμα που έγινε λίγα χρόνια αργότερα και εκδόθηκε το 1949. Σε μια συνέντευξη στον καθηγητή Τσουκαλά («BHMAgazino», 21.10.2000) ο Λαφοντέν έδωσε, χρησιμοποιώντας εύστοχο δειγματισμό, τον ορισμό της Οργουελικής Newspeak, χωρίς όμως να αναφέρει αυτόν τον όρο: είναι η Newspeak, η «γλωσσοκάθαρση», με τη συνακόλουθη κήρυξη πτώχευσης της Oldspeak, της Παλαιάς Γλώσσας (και του νου). Ο στόχος της Νέας Γλώσσας είναι να περιοριστούν τα όρια της σκέψης. Να ισχύσει αυστηρά η αρχή της ήσσονος προσπάθειας στον λόγο.
Σε ό,τι αφορά τα σημερινά δεδομένα όπως λέτε, το αντιλαμβανόμαστε σε κάθε μας βήμα ότι συμβαίνει, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις λέξεις που χρησιμοποιούν ιδίως οι νέοι, στην ξύλινη γλώσσα των πολιτικών και των δημοσιογράφων, παντού.

Στο ίδιο κεφάλαιο διάβασα και την έκφραση «φτηνή λογοτεχνία». Ποιος είναι για σας ο ορισμός της φτηνής λογοτεχνίας;
Η ερώτησή σας είναι εύστοχη και πολύ σημαντική και μ’ έβαλε σε σκέψεις. Οι δυο αυτές λέξεις υπάρχουν στο ίδιο παραπάνω κείμενο, και καταλήγω στο συμπέρασμα πως μάλλον είναι λάθος της μετάφρασης. Αν το είχα επισημάνει τότε, θα χρησιμοποιούσα τον όρο «φτηνά αναγνώσματα» ή κάτι ανάλογο. Η λογοτεχνία, με την έννοια που έχει η λέξη, δεν μπορεί να είναι φτηνή. Σας ευχαριστώ και ζητώ συγνώμη. Αν υπάρξει άλλη έκδοση, θα φροντίσω να διορθωθεί.

Πιστεύετε ότι ο αναγνώστης σήμερα έχει το αισθητήριο να εντοπίσει ένα φθηνό ανάγνωσμα πίσω από ένα λαμπερό εξώφυλλο;
Στις εκδόσεις, μιλάνε συνήθως για εξώφυλλα που «τραβάνε το μάτι». Αυτό ίσως οδηγεί στην ανάγνωση του οπισθόφυλλου, ακόμη και στο να ξεφυλλίσει κανείς ή να διαβάσει τυχαία μερικές σελίδες. Μόνο του όμως, ένα λαμπερό, όπως λέτε, εξώφυλλο μπορεί να οδηγήσει και σε αντίθετα συμπεράσματα. Δεν ξέρω αν χαρακτηρίζετε το εξώφυλλο των «Σημύδων» λαμπερό, αλλά στους περισσότερους έχει αρέσει.

Πώς βιώσατε αυτό το συγγραφικό ταξίδι στην Ευρώπη της δεκαετίας του ’40;
Ενδιαφέρον. Σε κάποια απ’ αυτά τα μέρη έχω βρεθεί, άλλα πάλι τα μελέτησα, σήμερα υπάρχουν μεγάλες ευκολίες στο διαδίκτυο. Το ταξίδι όμως ήταν πάνω απ’ όλα στις ψυχές των ανθρώπων, στις μικρές ιστορίες τους. Σε ανθρώπους που ζουν με την ελπίδα να φτάσουν κάπου, που έχουν ένα προορισμό, ο καθένας τον δικό του, και παλεύουν να διαχειριστούν τον δικό τους μικρό χρόνο που έχει μπλέξει στον μεγάλο ιστορικό χρόνο και να επιβιώσουν μέσα στο χάος που δημιούργησε η Μεγάλη Ιστορία.
Στόχος μου αρχικός ήταν να εξελιχθούν οι μικρές ιστορίες αυτών των ανθρώπων κυρίως στον όλεθρο που υπήρξε μετά τη λήξη του πολέμου, αλλά για κάποιο λόγο, ίσως σαν ένα είδος σύνδεσης, διάλεξα να ξεκινήσουν λίγους μήνες πριν, τη μέρα που μπαίνει ο Σοβιετικός Στρατός στο Άουσβιτς. Επειδή το γράψιμο προχώρησε μάλλον αυτόνομα και χωρίς έλεγχο, κι επειδή στην πορεία προέκυψαν πολλά πράγματα που μπορεί ν’ αφήσει ένας γραφιάς σαν παρακαταθήκη, σαν καταγραφή προσωπικών σκέψεων, έφτασε το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης να φθάνει χρονικά στον Μάη του ’45 και από εκεί και πέρα να απομένει λίγος χώρος μέχρι τη λύση, τον Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς στη Θεσσαλονίκη. Το αποτέλεσμα πάντως δεν με ενόχλησε, άλλο ο προγραμματισμός και άλλο οι ζωές των ανθρώπων, έστω κι αν αυτές υπάρχουν μόνο στο χαρτί.

Εβραίοι, Άουσβιτς, εξόντωση, πειράματα, φυλετική υπεροχή. Θα πονάνε πάντα αυτές οι λέξεις μέσα από τις σελίδες των βιβλίων;
Για όσους νοιάζονται πραγματικά, οι λέξεις κι όσα κρύβονται μέσα τους θα πονάνε πάντα.

Το γεγονός πως είστε απόφοιτος της Γεωπονοδασολογικής Σχολής μπορούμε να πούμε πως έχει σχέση με τις σημύδες; Ασχοληθήκατε ποτέ μ’ αυτό το πανύψηλο δέντρο;
Εξήγησα ήδη πιο πριν το τι σημαίνουν οι σημύδες στο βιβλίο μου, καμία σχέση με την βοτανική πλευρά. Σαν δένδρο όμως, είναι όμορφο και ιδιαίτερο, – το πανύψηλο εξαρτάται. Στον τόπο μας, υπάρχει στη Ροδόπη, μεμονωμένα, αλλά στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, είναι κυρίαρχο.

Σπουδάσατε θετικές επιστήμες, ασχοληθήκατε με τα Οικονομικά και εργαστήκατε σε τράπεζα. Πότε και πού έγινε η «συνάντησή» σας με τη μυθοπλασία;
Ήμουν πάντα φανατικός αναγνώστης, κάθε είδους βιβλίων, είχα όμως μια προτίμηση στην Ιστορία. Κάποια στιγμή, τελειώνοντας την Ιστορία των Σικελικών Εσπερινών, ρώτησα τον εαυτό μου: «Καλά, κι αυτό το έμαθες, την Ιστορία της πατρίδας σου της Θράκης, την ξέρεις;». Η απάντηση ήταν, όχι. Άρχισα να ψάχνω λοιπόν, βρήκα πολλά επιστημονικά συγγράμματα, πληροφορήθηκα. Παράλληλα, έψαχνα στα βιβλιοπωλεία και για μυθιστορήματα, απ’ αυτά που τα λέμε ιστορικά. Έβρισκα είκοσι και παραπάνω για τη Σμύρνη και τη Μικρασία, λιγότερα αλλά αρκετά για τον Πόντο, για τη Θράκη τίποτε. Ξέρω επίσης, πως από τους λίγους στον τόπο μας που διαβάζουν, ακόμη λιγότεροι, ως ελάχιστοι, θα ασχοληθούν να διαβάσουν ένα σύγγραμμα, αλλά πιο εύκολα θα πάρουν στα χέρια τους ένα μυθιστόρημα. Αυτό ήταν το «κενό» που φιλοδοξούσα να συμπληρώσω κι έτσι γεννήθηκε η ιδέα να γράψω κάτι τέτοιο, μια που είχα κι αυτό που λένε «μαγιά», που ήταν η ιστορία των δυο παππούδων μου, που ήταν σχεδόν ίδια με την ιστορία των περισσότερων ανθρώπων στη Θράκη, την εποχή που άλλαξε ο κόσμος στην περιοχή, την περίοδο δηλαδή από τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78 μέχρι το 1922. Ο ένας παππούς είχε βρεθεί φαντάρος σε τρεις στρατούς, Οθωμανικό, Βουλγάρικο, Ελληνικό, ο άλλος σε κανέναν, αλλά δεν γλύτωσε την ομηρία στη Βουλγαρία, στη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου, το 1917-18. Αποτέλεσμα ήταν η «Προσευχή για τις καινούργιες πατρίδες». Όλοι σχεδόν το βρήκαν εξαιρετικό, κατατοπιστικό, πολλοί συγκινήθηκαν, φαίνεται πως τα πάω καλά με το γράψιμο. Γεγονός είναι πως κυκλοφορεί ακόμη, μετά από δέκα χρόνια, και η προσδοκία μου, να μάθουν οι άνθρωποι την πρόσφατη Ιστορία της Θράκης, εκπληρώθηκε. Από εκεί και πέρα το γράψιμο έγινε και ανάγκη, έτσι ήρθε το 2015 «Η περιπλάνηση ενός βιολιού», ένα άλλο οδοιπορικό, στη Θεσσαλονίκη του Διχασμού και της μεγάλης πυρκαγιάς, στη εκστρατεία στην Ουκρανία, στον Ρώσικο Εμφύλιο, στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου, στον Ισπανικό Εμφύλιο.

Ευχαριστώ

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Τη ρώτησε μόνο για τις σημύδες που είδε στο όνειρό του. Τί να σήμαιναν;
Είχε περάσει κιόλας μια εβδομάδα από τότε που έφυγε με το τρένο ο αδελφός Ευγένιος, και οι ρυθμοί στο μοναστήρι επανήλθαν στο κανονικό. Το κανονικό είχε φθάσει να είναι μια ντουζίνα μοναχοί και “μοναχοί” που συμβίωναν αναγκαστικά με έναν Ρώσο, μια Ρωσίδα, έναν Πολωνό, όλοι τους λιποτάκτες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έναν άλλο Ρώσο κι έναν Ελληνογάλλο, δραπέτες από στρατόπεδα, και μια Γερμανορωσίδα χήρα που ακολουθούσε τον έναν δραπέτη. Όλο αυτό ήταν το “κανονικό” που το αναστάτωσε για λίγο η παρουσία ενός φυγάδα Ναζί. Με περίσσεια διπλωματική γλώσσα ο Αβάς Αλόις μίλησε για ισορροπία κατανόησης, όταν ο Αντρέγιεφ τη βάφτισε “ισορροπία του τρόμου”.
Δεν είχε κατασταλάξει τι από τα δύο ήταν.
Θυμήθηκε κι άλλους απ’ αυτόν τον θίασο του δρόμου, τον Κροάτη Επίσκοπο, έπειτα τους Έλληνες φασίστες, τον Ναζί λαθρέμπορο, και τον Κυριάκο. Αυτό το οδοιπορικό που ξεκίνησε τέλος Γενάρη του 1945 λίγο έξω από το Άουσβιτς, θα τέλειωνε παραμονή Χριστουγέννων στη Σαλονίκη…
Ένα επικό μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί.

Βιογραφικό
Γεννήθηκα το 1947 στην Ξάνθη, όπου και τέλειωσα το σχολείο. Σπούδασα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στη Γεωπονοδασολογική Σχολή. Έχω τίτλο Μεταπτυχιακών Σπουδών από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, και έχω γράψει πολλές εργασίες, πάντα στις Θετικές Επιστήμες και στα Οικονομικά, μια και εργάστηκα στην ΑΤΕ απ’ όπου και πήρα σύνταξη το 2007. Η λογοτεχνία και το διάβασμα όμως, ήταν πάντα η προτεραιότητα και η ανάγκη μου, το γράψιμο ήρθε σχετικά αργά, αφού χωνεύθηκαν κάποιες χιλιάδες βιβλία. Το πρώτο μου βιβλίο, η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ, εκδόθηκε το 2010 από την ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ, Α.Β.Ε.Ε. Το δεύτερο βιβλίο μου, Η ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΕΝΟΣ ΒΙΟΛΙΟΥ, εκδόθηκε το 2015 από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ.