“«Πώς πάμε; Πόσα βγάλαμε;»
«Είκοσι δύο. Και μη μιλάς, γιατί κουνιέται ο σωλήνας και δεν βλέπω.»
«Άντε! Άλλα είκοσι.»
«Μη μου κουνιέσαι – και δεν τα προλαβαίνουμε όλα. Κάποια διαλύθηκαν.»
«Θα ζήσω, τι λέτε;»
«Εσύ θα ζήσεις, εμείς να δούμε.»
«Τι μέρα είναι;»
«Η τυχερή σου. Μην κουνιέσαι τώρα.»


Η γιατρός στα επείγοντα κάνει τη δουλειά της – πλύση στομάχου: μια δουλειά που έχει κάνει εκατοντάδες φορές – και προσπαθεί, συγχρόνως, να με κρατήσει ξύπνιο, γιατί αρκετά απ’ τα χάπια έχουν ήδη απορροφηθεί, κι η πορεία της καρδιακής κι εγκεφαλικής λειτουργίας μου είναι ακόμα αβέβαιη – οπότε είναι καλό να παραμείνω σε εγρήγορση, να διατηρήσω τις αισθήσεις μου. Ανασηκώνοντας ελαφρώς το κεφάλι – «Βρε δεν είπαμε μην κουνιέσαι;» – βλέπω, με την άκρη του ματιού, τον Τάσο και την Τζίνα να στέκονται στο άνοιγμα της πόρτας του θαλάμου, πασχίζοντας να χαμογελάσουν για να μου δώσουν θάρρος – και ν’ αναθαρρήσουν κι οι ίδιοι, μπρος στη δοκιμασία που τους έλαχε.
Χαράματα Παρασκευής, 23 Απριλίου, 2018. Ξημερώνει η χειρότερη μέρα της ζωής μου…”

Ήταν 23 Απριλίου του 2018 που ο ίδιος ο συγγραφέας οδηγείται στα επείγοντα του νοσοκομείου. 42 χάπια για μια απόπειρα αυτοκτονίας και μια πλύση στομάχου για την αποτροπή της.
… Η κατάθλιψη, μεταξύ άλλων, είναι και μια (εκούσια κι ασυναίσθητη συγχρόνως) στάση ζωής, μια χαοτική φιλοσοφία της απόγνωσης…


Φθινόπωρο 2020 και μετά από δύο ολόκληρα χρόνια ο Αύγουστος Κορτώ ανοίγει το νέο του βιβλίο με αυτό ακριβώς το συμβάν. Αυτό είναι ο πρόλογος, μα ολόκληρο το έργο σελίδα την σελίδα, όπως ακριβώς είναι και ο τίτλος του βιβλίου, δείχνει ότι η χειρότερη μέρα της ζωής σου μπορεί να είναι η αρχή για το καλύτερο, μπορεί να είναι η αρχή με την οποία θα οδηγηθείς τελικά από το σκοτάδι στο φως. Και όσο και αν αναγκάζεται σε μια νέα καταβύθιση στην κατάθλιψη προκειμένου να δώσει στο αναγνωστικό κοινό από την σκοπιά του ασθενή το τι πραγματικά συμβαίνει στον ψυχισμό των ατόμων που πάσχουν από κατάθλιψη, καταφέρνει μέσα από αυτό το ώριμο και ολοκληρωμένο έργο του, να δώσει ένα γενναίο μήνυμα ελπίδας σε όλους.
Προσωπικές καταθέσεις και στοχασμοί, αλήθειες και σκέψεις, για το βίωμα αυτής της ψυχικής νόσου είναι το νέο έργο του Κορτώ. Ένα κοινωνικό έργο που εκτός από τον πρόλογο και τον επίλογο, περιλαμβάνει ακόμα 5 κεφάλαια που αφορούν στον χρόνο, το σώμα, το συναίσθημα, τους ανθρώπους και την θεραπεία. Γραμμένο από έναν καταξιωμένο και πολυγραφότατο συγγραφέα που δεν χρειάζεται συστάσεις. Ένα λογοτεχνικό βιωματικό δοκίμιο για όλους τους «εν ασθενεία αδελφούς» -όπως ο ίδιος αποκαλεί τους πάσχοντες από κατάθλιψη- και για όλους μας. Όπως ο ίδιος λέει στις πρώτες σελίδες,

“…Το βιβλίο αυτό – κουβέντες για την κοινή μας εμπειρία της κατάθλιψης, για τον παράλληλο δρόμο μας στο σκοτάδι και την αναζήτηση της αχτίδας που θα μας οδηγήσει στην ίαση – γράφεται αφενός ως αναμέτρηση με το παρελθόν μου ως καταθλιπτικού, κι αφετέρου με την ελπίδα να βοηθήσω έστω και λίγο τα εν ασθενεία αδέρφια μου να σηκώσουν το βάρος που κουβαλούν, τώρα που νιώθω τους δικούς μου ώμους πιο αλαφρωμένους. Η κατάθλιψη, και το καβούκι της, είναι μια συνθήκη τρομερά μοναχική, κι η αίσθηση πως δεν είσαι μόνος – ότι κάποιος ξέρει πως είσαι κουλουριασμένος στο κρεβάτι με τα στόρια κλειστά και τον ύπνο φευγάτο, ότι μπορεί, σχεδόν, να ακούσει την ανάσα σου καθώς αναρωτιέσαι αν έχει νόημα να συνεχίσεις ν’ ανασαίνεις – είναι πολύτιμη. Ζω χάρη στους ανθρώπους που μ’ έπεισαν να ζήσω.
Κι αν το χρωστώ σ’ εκείνους να συνεχίσω, άλλο τόσο, φίλε και φίλη που κράτησες κάποτε στα χέρια σου τις ιστορίες μου – και που τόσα, σκοτεινά και φωτεινά, μας ενώνουν – το χρωστώ και σε σένα…”

“Δε γνωριζόμαστε, αλλά σε ξέρω.
Έχουμε περάσει μέρες και μήνες μαζί, ο καθένας κλεισμένος στο σπίτι του.
Έγραψα το βιβλίο αυτό για σένα και για μένα.
Για να σου θυμίσω και να θυμηθώ την κοινή δοκιμασία μας, τον κοινό μας αγώνα.
Γιατί η κατάθλιψη είναι συνηθισμένη και μοναδική, ύπουλη και διάφανη, τρωτή όπως κι εμείς οι ίδιοι.
Ήταν ένας τρόπος να σου πω: Θα περάσει.
Να σε διαβεβαιώσω – και συγχρόνως να καθησυχάσω τον εαυτό μου: η αρρώστια μας θεραπεύεται.
Η χειρότερή μας μέρα είναι ακριβώς αυτό, και τίποτα περισσότερο: μια μέρα που παρέρχεται και μας φέρνει πιο κοντά στην ίαση.
Ό, τι κι αν μας ψιθυρίζει η κατάθλιψη, πάντα υπάρχει η ελπίδα.
Είμαστε φτιαγμένοι για καλύτερες μέρες. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)