«Θέα Ακρόπολη» το πέμπτο βιβλίο της Λουκίας Δέρβη που κυκλοφόρησε από την νέα της εκδοτική οικογένεια, τις Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ.


Αθήνα 1992. Καλοκαίρι. Ελάτε να επισκεφθούμε μαζί το πολυτελέστατο φανταστικό ξενοδοχείο «Athens Excelsior» στην Πλατεία Συντάγματος, με θέα την Ακρόπολη, και να δούμε όλα όσα διαδραματίζονται εκεί. Να δούμε την αθέατη πλευρά των ξενοδοχείων μέσω των εργαζομένων του και την εικόνα μέσα από τους πλούσιους πελάτες του. Να δούμε τις προσωπικές τους ιστορίες, τις αντιθέσεις τους και την ιδιότυπη συμβίωση τους. Κι όλα αυτά με… «Θέα Ακρόπολη». Μια ακρόπολη που και οι δυο πλευρές θαυμάζουν. Με διαφορετικά συναισθήματα, όμως. Οι μεν είναι οι πελάτες που θαυμάζουν τον ιερό βράχο, το ιστορικό μνημείο της Αθήνας και χαίρονται που πραγματοποίησαν αυτό το ταξίδι έχοντας την μεγάλη οικονομική άνεση να απολαύσουν την απίστευτη θέα από το μπαλκόνι της σουίτας τους. Οι δε είναι οι υπάλληλοι του Ξενοδοχείου. Αυτοί που αντικρίζουν την ίδια θέα όμως διαφορετικά. Με μια γλυκόπικρη γεύση. Κάποιοι δεν αξιώθηκαν ποτέ να πάνε να την δουν από κοντά κι ας είναι Έλληνες. Άλλωστε, «εδώ είναι η Ακρόπολη δεν φεύγει». Και ο χρόνος περνάει και κάποιοι δε θα τη δουν ποτέ τελικά.

Και τα ερείπια της; Ίσως να τους θυμίζουν τα ερείπια της δικής τους ζωής, της δικής τους ψυχής, του δικού τους σώματος. Όπως ο Μάκης, ο άριστος και υποδειγματικός ρεσεψιονίστ, που κουτσαίνει από το ένα του πόδι εξαιτίας ατυχήματος από το οποίο έχασε την ζωή του ο πατέρας του και που πρόσφατα έχασε και την μητέρα του. Όπως η Θέκλα, η γοητευτική καμαριέρα, με την δυστυχισμένη συζυγική της ζωής. Θα μπορούσε για την Θέκλα ο Μάκης, να ήταν η δική της Ακρόπολη. Είχε κύρος, γοητεία και λάμψη. Και η μικρή του αναπηρία στο πόδι, η βαριά ιστορία του, σαν τα ερείπια του ιερού βράχου. Αλλά και για τον Μάκη, η Θέκλα, θα μπορούσε να ήταν η δική του Ακρόπολη. ‘Όμορφη. Γοητευτική μα με τον βίαιο Παρμενίωνα, τον πρώην σύζυγο της, να μην την αφήνει σε ησυχία. Και μαζί τους, η Χαρούλα, ο Στέλιος, ο Λάμπρος. Η Σμαρώ, ο Ηλίας, η Έμιλι και η Ναντίν. Η χήρα του Ανδρόνικου του Εφοπλιστή. Και ο έμπορος όπλων ο Λουκάς Πριβάλοφ. Και η Ραμίρεζ, η πλούσια κυρία με τις φυτείες μπανάνας. Και οι διάσημοι που περνούν από κει. Πολυπρόσωπο έργο. Όλοι με τα μυστικά τους, τις φιλίες τους, την προσωπική τους ζωή ακόμα και τις αντιπαλότητες τους.
Θα μπορέσουν τελικά να ανέβουν την δική τους Ακρόπολη μαζί ή θα μείνουν απλώς να την κοιτούν; Και αυτό το ερώτημα ισχύει για όλους τους πρωταγωνιστές του έργου. Ένα μυθιστόρημα που θα σας διασκεδάσει μα και θα σας συγκινήσει. Ίσως να ξυπνήσει και σε σας μνήμες. Ως εργαζόμενους σε ξενοδοχείο ή ακόμα και ως πελάτες ξενοδοχείου.
Η επαγγελματική ιδιότητα της συγγραφέως είναι αυτή που έκανε το έργο τόσο ρεαλιστικό. Είναι αυτή που την έκανε να στήσει ένα αληθινά ξενοδοχειακό περιβάλλον τόσο για τους πελάτες, όσο και για τους εργαζόμενους του «Athens Excelsior». Ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο ζωντανεύουν εκτός από την ομαλή λειτουργία του ξενοδοχείου και η εργασία τους και οι αγωνίες τους και η ζωή τους μέσα σε αυτό. Τριάντα ήρωες παρελαύνουν από το ξενοδοχείο και όλοι άρτια σκιαγραφημένοι. Έτσι που ο αναγνώστης θα νομίζει ότι υπήρξαν κάπου, κάποτε. Η δομή του έργου και η γραφή είναι τα στοιχεία που καταφέρνουν να δείξουν τις ταξικές διαφορές, την αντίθεση των δύο κόσμων-εργαζομένων και πελατών- και τελικά την ένωση τους και την συνύπαρξη τους.
Κρατήστε το δικό σας δωμάτιο στο ξενοδοχείο «Athens Excelsior». Με «Θέα Ακρόπολη». Και γνωρίστε τον δικό του κόσμο. Τους εργαζόμενους του και τους πελάτες του. Αυτούς που δημιούργησε η Λουκία Δέρβη.

«Καλοκαίρι του 1992. Πίσω από την επιβλητική πρόσοψη του ξενοδοχείου Athens Excelsior στην πλατεία Συντάγματος, μια αόρατη κυψέλη εργαζομένων ζει και δρα μακριά από τα βλέμματα της πελατείας, στα γραφεία, στα υπόγεια, στους διαδρόμους και στα δωμάτια των ορόφων. Ανάμεσά τους, ένας υποδειγματικός ρεσεψιονίστ, μια ιδιόρρυθμη καμαριέρα, ένας πρώην σεκιουριτάς και μια νεαρή διοικητική υπάλληλος αποκαλύπτουν τα οικογενειακά τους δράματα, τους δυνατούς έρωτες και τους προσωπικούς τους δαίμονες. Παράλληλα, ένα πλήθος επώνυμων και μη πελατών ζωντανεύουν το κλίμα της εποχής και την ατμόσφαιρα του ξενοδοχείου. Μυστικά του επαγγέλματος και απόκρυφα της γοητευτικής παράστασης που δίνουν οι ένστολοι υπάλληλοι χρωματίζουν τους χαρακτήρες τους, ενώ όταν ο ρόλος του καθενός έχει τελειώσει, σαν ηθοποιοί αλλάζουν ρούχα και επιστρέφουν σε μια πολύ διαφορετική καθημερινότητα.»
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)