Συνέντευξη στην Μαρία Τσακίρη

Στις σελίδες του πολύ ενδιαφέροντος βιβλίου της, η Στελίνα Μαργαριτίδου μας συστήνει μια γυναίκα θρύλο, που όμως η ιστορία της στο πέρασμα του χρόνου ξεθώριασε. Σε ηλικία 4 ετών, διεγνώσθη με το χάρισμα της τηλεπάθειας και της πρόβλεψης. Διέβλεπε και διαισθανόταν αυτά που επρόκειτο να συμβούν και η συμβολή της στον εντοπισμό εγκληματιών – τη δεκαετία του ’50 κυρίως – ήταν καθοριστική. Για να τα καταφέρει η συγγραφέας, έπρεπε να μείνει ανεπηρέαστη από το θέμα που πραγματευόταν και να κάνει αυτό που γνωρίζει πολύ καλά να κάνει εδώ και χρόνια: ερευνητική δημοσιογραφία.

– Πριν ξεκινήσουμε τη συνέντευξη θα ήθελα να μάθουμε εμείς οι φίλοι του Vivlio-life, τι ακριβώς σημαίνει Διαισθητικός, ποια είναι η Ελένη Κικίδου και ποιος ο Άγγελος Τανάγρας.

Η Ελένη Κικίδου, δεν επιθυμούσε να την αποκαλούν μέντιουμ, γιατί ήθελε να διαχωρίσει τη θέση της από το ρόλο των μέντιουμ και των χαρτοριχτρών εκείνης της εποχής. Αυτοσυστηνόταν ως διαισθητική. Ως άνθρωπος, δηλαδή, που διέβλεπε και διαισθανόταν, κυρίως επειδή βίωνε μέσω της ενσυναίσθησης και της πρόβλεψης. Θεωρήθηκε από τις σοβαρές περιπτώσεις ατόμων με πνευματικές ικανότητες. Μέσα από αυτήν την ικανότητα «είδε» το έγκλημα του Δράκου της Βουλιαγμένης και βοήθησε το έργο της αστυνομίας. Σε ηλικία 7 χρόνων οι γονείς της την έφεραν σ’ επαφή με τον ψυχίατρο – απόστρατο του πολεμικού ναυτικού Άγγελο Τανάγρα, ο οποίος είχε δημιουργήσει μια Ομάδα Ψυχικών Ερευνών. Η ομάδα αποτελούνταν κυρίως από γυναίκες για τις οποίες υπήρχαν μαρτυρίες ότι διέθεταν παρόμοιες ικανότητες. Ο Τανάγρας προσπαθούσε να δώσει επιστημονικές εξηγήσεις κι έκανε πειράματα τηλεπάθειας με αντίστοιχες ομάδες στο Παρίσι και το Βερολίνο. Σε αυτά συμμετείχε η Ελένη Κικίδου, ως η μικρότερη σε ηλικία στην Εταιρεία. Από την πρώτη στιγμή που τη γνώρισε κατάλαβε πως είχε ισχυρότατη τηλεπάθεια και διορατικότητα.

– Το βιβλίο σας μας βάζει σ’ έναν κόσμο που είναι αληθινός αλλά όχι ευρέως γνωστός. Δώστε μας μια γεύση, λοιπόν για το τι θα διαβάσουμε.

Μεταφερόμαστε στον Αύγουστο του 1953, όταν η Ελένη Κικίδου προσέφερε αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες της για τον εντοπισμό του δράστη της εν ψυχρώ δολοφονίας στη Βάρκιζα, του Θόδωρου Δέγλερη και τη ληστεία της γυναίκας που τον συνόδευε. Ο αναγνώστης την παρακολουθεί να περπατά στη σκηνή του εγκλήματος και να περιγράφει στη συνέχεια, όχι μόνο τις ακριβείς συνθήκες του εγκλήματος αλλά και το πρόσωπο του δράστη. Το βιβλίο αποκτά ένα επιπλέον ενδιαφέρον, γιατί η συναρπαστική ιστορία της, δε σταματά σ’ αυτήν την ικανότητα. Ξεδιπλώνεται παράλληλα με την ιστορία της Ελλάδας και ο αναγνώστης θα παρακολουθήσει τα βήματά της από την Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών του Άγγελου Τανάγρα στο μεσοπόλεμο, μέχρι την κατασκοπεία στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και από την κοσμική ζωή του Καΐρου μέχρι την εξιχνίαση πολιτικών συνομωσιών και εγκλημάτων.

– Η χρησιμοποίηση ψυχικού ντεντέκτιβ από την Ελληνική Αστυνομία για την εξιχνίαση σκοτεινών υποθέσεων – κυρίως εγκλημάτων – δεν είναι κάτι που γίνεται συχνά. Ή μάλλον είναι κάτι σπάνιο. Γνωρίζετε αν Διαισθητικός βοήθησε σε κάποια άλλη υπόθεση;

Δεν έχω υπόψη μου αν υπάρχει άλλη τέτοια καταγεγραμμένη περίπτωση. Είμαι σίγουρη, όμως – υπάρχουν μαρτυρίες γι’ αυτό – ότι η ΕΛΑΣ έχει ξαναχρησιμοποιήσει μέντιουμ για την εξιχνίαση παρόμοιων υποθέσεων. Στο εξωτερικό ο ρόλος των λεγόμενων ψυχικών ντεντέκτιβ είναι πολύ διαδεδομένος. Στην Ελλάδα υπάρχει ακόμη προκατάληψη διότι άνθρωποι με τέτοιες ικανότητες, συχνά συνδέονται με απατεώνες, τσαρλατάνους και αγύρτες.

– Το ταλέντο στη διαίσθηση το αποκτάς ή γεννιέσαι μ’ αυτό; Τι προκύπτει από το ρεπορτάζ; Η ηρωίδα σας σε ποια ηλικία αντιλήφθηκε πως έχει αυτό το χάρισμα;

Η Ελένη Κικίδου …διεγνώσθη με το χάρισμα της τηλεπάθειας και της πρόβλεψης σε ηλικία των 4 ετών. Δεδομένου ότι ζούσε σε μια δύσκολη εποχή, σε ένα χωριό στην Εύβοια, η καθημερινότητά της ήταν ακόμη πιο δύσκολη λόγω αυτού του χαρίσματος και κινδύνευε να …στιγματιστεί από αυτό και γι αυτόν ακριβώς το λόγο οι γονείς της αποφάσισαν να πάνε στην Αθήνα.

– Αλήθεια το αντιμετώπιζε ως χάρισμα όλο αυτό το «κάτι» διαφορετικό που είχε από τους ανθρώπους γύρω της; Γιατί διάβασα σε μια συνέντευξή σας: «Στις συναντήσεις μας ήταν μονίμως θλιμμένη …»

Οι πνευματικές της δυνάμεις βασάνιζαν την Ελένη Κικίδου. Δυστυχώς δεν μπορούσε να χαρεί τη ζωή γιατί ήταν αναγκασμένη να ζει τις πίκρες δυο φορές. Μια όταν τις προέβλεπε και μία όταν πραγματοποιούνταν. Στην υπόθεση του Δράκου της Βουλιαγμένης, ο κατηγορούμενος εκτελέστηκε μετά την καταδίκη του σε θανατική ποινή. Έφερε βαρέως την εμπλοκή της στο θάνατο ενός ανθρώπου και βίωσε πολύ δραματικά το ό,τι ακολούθησε.

– Επειδή το βιβλίο στηρίζεται στη δημοσιογραφική έρευνα, θα ήθελα να μας πείτε αν στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί άλλες περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν αυτήν την ικανότητα.

Δεν ξέρω μέχρι και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές αν υπάρχουν πραγματικά μέντιουμ, διαισθητικοί, διορατικοί, ψυχικοί ντεντέκτιβς κλπ. Εκείνο που σίγουρα ξέρω είναι πώς κάποιοι γύρω μας «βλέπουν» με άλλα μάτια, ίσως αυτά της ψυχής, και νιώθουν με άλλο τρόπο …Πολλοί αυτό το λένε τηλεπάθεια, άλλοι διαίσθηση, άλλοι ενσυναίσθηση απλώς, δηλαδή να «μπαίνεις στα παπούτσια του άλλου», να μπαίνεις στη θέση του, με ό,τι συνεπάγεται αυτό… Πάντως αυτό το χάρισμα, θέλει μια συνεχή και επίπονη προσπάθεια για να καλλιεργηθεί και να αναπτυχθεί. Χρειάζεται όμως και προσοχή για να μην υπάρχει εκμετάλλευσή τους. Θυμάμαι η Ελένη μου διηγιόταν πως ο Άγγελος Τανάγρας τους μάθαινε να αυτοϋπνωτίζονται για να προστατευθούν και να μην γίνονται υποχείρια κάποιων που θα ήθελαν να τους υπνωτίσουν και να τους καθοδηγήσουν.

– Πότε τη γνωρίσατε, πώς έγινε και πόσο κράτησε η επαφή μαζί της για την ολοκλήρωση του βιβλίου;

Γνώρισα την Ελένη Κικίδου γύρω στο 2001, για τις ανάγκες μιας συνέντευξης και για να είμαι ειλικρινής περίμενα να συναντήσω μια γυναίκα με το στυλ και ύφος μιας… μάγισσας. Αντίθετα μπήκα σ’ έναν κόσμο… μαγικό, γνώρισα μια εποχή, αυτή της δεκαετίας του ‘30 στη διάρκεια της οποίας η Ελένη Κικίδου έμπαινε στην περίφημη ομάδα του Άγγελου Τανάγρα. Ήταν η εποχή που έκανε πειράματα τηλεπάθειας μακράς απόστασης με ομάδες από το Βερολίνο και το Παρίσι και στην οποία συμμετείχαν μεταξύ άλλων Άγγελος Σικελιανός, ο Παύλος Νιρβάνας, η Αλεξάνδρα Χωρέμη Μπενάκη κ.α. Από εκείνη την πρώτη συνάντηση στο σπίτι της Ελένης στο Πεδίο του Άρεως μέχρι τη μέρα που πέθανε, το 2006 εκτυλίχθηκε μια σχέση μεταξύ μας φιλική, ζεστή. Μάλιστα, πρέπει να σας πω, ότι κατά τη διάρκεια της συγγραφής είδα την ταινία «Minority report» του Σπήλμπεργκ τουλάχιστον τρεις φορές. Στην ταινία οι προγνώστες χρησιμοποιούνταν από την αστυνομία, διότι προέβλεπαν την τέλεση ενός εγκλήματος κι έτσι απέτρεπε την πράξη, πριν αυτή συντελεστεί. Ο ήρωας της ταινίας ήταν ανάμεσα σ’ αυτούς που ήταν έτοιμος να κάνει ένα έγκλημα. Άρα ήταν σύμφωνα με τα προγνωστικά εν δυνάμει ένοχος. Κι όμως. Αντίθετα με όλες τις προβλέψεις ο ήρωας της ταινίας, ενώ ετοιμαζόταν, ενώ είχε στο μυαλό του την ιδέα ενός εγκλήματος δεν προχώρησε ποτέ στην πράξη. Το υπογραμμίζω αυτό γιατί αυτό ακριβώς πιστεύω. Υπάρχουν όντως άνθρωποι – όπως η Ελένη Κικίδου – που έχουν το χάρισμα να «βλέπουν» αυτό που έχουμε στο μυαλό μας. Όμως παρόλα αυτά, παρά τις προγνώσεις και τα προγνωστικά υπάρχει μέσα μας ένα αξιακό σύστημα, μια άλλου είδους συνειδησιακή πληροφορία, που γλιστρά έξω από τις προβλέψεις και επιβεβαιώνει μια άλλη συνθήκη.

– Πείστηκε εξαρχής να σας μιλήσει για την τόσο ενδιαφέρουσα ιστορία της;

Με δέχτηκε εύκολα – οι συστάσεις μου άλλωστε ήταν καλές. Ο εκδοτικός οίκος «Αρχέτυπο», με τον οποίο συνεργάζομαι, με παρέπεμψε στην Ελένη Κικίδου, γιατί ήταν η μόνη από αυτούς για τους οποίους έκανα την έρευνα, η οποία ζούσε. Γενικά, πρέπει να πω, πως ήταν ένας άνθρωπος που μιλούσε με πολύ μεγάλη δυσκολία. Είχε ένα σπίτι φορτωμένο με όλη αυτήν τη μνήμη. Υπήρχαν πολλές φωτογραφίες κι επίσης θυμάμαι μια ωραία προσωπογραφία της στενής της φίλης, ηθοποιού Ίλυας Λιβυκού. Βλεπόμασταν τουλάχιστον τρεις-τέσσερις φορές τον χρόνο, περνούσα πολλές ώρες στο σπίτι της. Η σχέση μας εξελίχθηκε σε φιλία και αμοιβαία εκτίμηση. Τελευταία φορά που ειδωθήκαμε ήταν λίγο πριν πεθάνει.

– Συνομιλώντας μαζί της, ποιες άλλες περιπτώσεις κατά τις οποίες διαισθάνθηκε γεγονότα πριν συμβούν, σας ανέφερε;

Τέσσερα χρόνια μετά τη σύλληψη του δράκου της Βουλιαγμένης η Κικίδου προσέφερε και πάλι τις υπηρεσίες της στην εξιχνίαση ενός ακόμη στυγερού εγκλήματος στον Κολωνό με θύμα τον σιδηροδρομικό υπάλληλο Δημήτρη Πέπε. Το θύμα είχε δεχθεί από τον δράστη 19 μαχαιριές και η πόρτα του διαμερίσματος δεν είχε κανένα ίχνος παραβίασης. Και όχι μόνο. Σε ένα δείπνο, με καλεσμένους πολιτικούς, σηκώθηκε από το τραπέζι και φώναξε: «Αυτήν την ώρα σκοτώνουν τον Κένεντυ». Στην Ελλάδα η είδηση έφθασε το επόμενο πρωί. Το σημαντικό είναι πως υπάρχουν μαρτυρίες γι’ αυτό, οι οποίες έχουν καταγραφεί και δημοσιευθεί στις εφημερίδες της εποχής. Θυμάμαι πόσο είχε στεναχωρηθεί και με τον Άλεξ. Κοιτούσε μια φωτογραφία του άτυχου παιδιού από την εφημερίδα κι έκανε την πρόβλεψη ότι δεν πρόκειται να τον βρουν ποτέ κι αυτό μόλις λίγα 24ωρα μετά την εξαφάνιση του. Μετά, όπως και με όλες τις άλλες περιπτώσεις, έπεσε σε μελαγχολία.

– Τι θα λέγατε σε κάποιον που ίσως αμφισβητούσε πως υπάρχουν γύρω μας τέτοιοι «ιδιαίτεροι» άνθρωποι;

Η χρησιμοποίηση της Ελένης Κικίδου από την Ελληνική Αστυνομία το 1953 είναι αποδεδειγμένη από τα ρεπορτάζ των συναδέλφων της εποχής. Από τη δεκαετή έρευνα που έκανα για να αποδώσω την πραγματική της ιστορία, μέχρι να ολοκληρώσω το βιβλίο, η κάθε πληροφορία που μου έδωσε διασταυρώθηκε δημοσιογραφικά. Ανέτρεξα σε πηγές, όπως εφημερίδες και περιοδικά της εποχής και συνέλεξα μαρτυρίες που έκρινα πως θα φωτίσουν την έρευνα. Χρησιμοποίησα, επίσης, αρκετό υλικό από το αρχείο που διατηρούσε η ίδια η Ελένη Κικίδου και στο οποίο περιλαμβάνονταν ευχαριστήριες επιστολές ανθρώπων που είχε κατά καιρούς βοηθήσει. Προσπάθησα να ισορροπήσω μεταξύ της προσωπικής σχέσης που αναπτύχθηκε με την ελληνίδα Διαισθητικό και της ανάγκης του ρεπορτάζ, ώστε να προσεγγίσω με μεγαλύτερη πληρότητα τα γεγονότα και στη συνέχεια – όταν αποφάσισα να γράψω το βιβλίο – να κρατήσω το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο.

Η Ελένη Κικίδου δεν ήταν η πρώτη σας συγγραφική δουλειά. Παράλληλα με τη δημοσιογραφία ασχοληθήκατε και στο παρελθόν με τη συγγραφή …

Δεν είναι αυτό το πρώτο μου βιβλίο. Κατά κάποιο τρόπο είναι μια συνέχεια του βιβλίου «Έλληνες Μάγοι του 20ου αιώνα», όπου καταγράφεται η ιστορία τριών ανθρώπων… σοφών: Του Σπύρου Νάγου, της Ελένης Κικίδου, του Στέλιου Ατεσλή. Πρόκειται για ένα ταξίδι εσωτερικής αναζήτησης και συνάντησης με ξεχωριστούς ανθρώπους που κάποιοι θα μπορούσαν να ονομάσουν πνευματικούς… Στη συνέχεια έγραψα το βιβλίο «Σε δίνω Στεγνά», το οποίο σκέφτομαι να ξανακυκλοφορήσω, μια που έχει έλθει στην επικαιρότητα με το σκάνδαλο Novartis. Πρόκειται για ένα διήγημα με πολλά στοιχεία ρεπορτάζ που αφηγείται την ιστορία του ανθρώπου που δημιούργησε μια φαρμακοβιομηχανία, ένα δίκτυο νομότυπων και εντελώς παράνομων συναλλαγών, δύο οικογένειες και στο τέλος δολοφονήθηκε από τον άνθρωπο που πραγματικά αγάπησε…

– Πόσο επηρεάστηκε η γραφή σας από το γεγονός ότι είστε δημοσιογράφος; Μπορεί να «παντρευτεί» η ερευνητική δημοσιογραφία με τη λογοτεχνία;

Το γεγονός ότι εργάστηκα πολλά χρόνια σε εφημερίδες και περιοδικά με εξοικείωσε σ’ ένα βαθμό με τον γραπτό λόγο και την έρευνα. Η ερευνητική δημοσιογραφία θα πρέπει να γίνεται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βάθος, να είναι όσο το δυνατόν ανεπηρέαστος ο ερευνητής και να μπορεί να έχει μια απόσταση ασφαλείας από τα γεγονότα που ερευνά. Αυτό που με δυσκολεύει ακόμη είναι να γράφω… πολλά. Συχνά σκέφτομαι πως αυτό που θέλω να διηγηθώ είναι σύντομο, παραείναι σύντομο…

– Και στο … μέλλον; Ετοιμάζετε κάτι καινούριο;

Υπάρχουν κάποια πράγματα στα σκαριά, αλλά όταν εργάζεσαι πολλές ώρες την ημέρα για να επιβιώσεις, η ζωή ορίζει τα σχέδια σου και συχνά στα ανατρέπει.


Βιογραφικό

Η Στελίνα Μαργαριτίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην Αθήνα μέχρι τα 20 της χρόνια. Τελείωσε ιδιωτική σχολή δημοσιογραφίας και δημοσίων σχέσεων και παρακολούθησε σειρά σεμιναρίων στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη: (Ευρωπαϊκοί θεσμοί. Χρηματοδοτικά εργαλεία Ε.Ε., Οργάνωση γραφείου τύπου κλπ). Φοίτησε στο Deree College, ακολουθώντας τον ανθρωπιστικό κύκλο σπουδών. Έχει ασχοληθεί με τη μουσική (Ανώτερα Θεωρητικά και πιάνο) και Χορό (επαγγελματική σχολή χορού Σόνιας Μοριάνοβα). Εργάστηκε επί σειρά ετών στην εφημερίδα «Μακεδονία» και συνεργάστηκε με τα περισσότερα περιοδικά που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα τη χρυσή εποχή του ’90 (Έψιλον Ελευθεροτυπία. Αν Απογευματινή, Κλικ, ΜΕΝ, ΜΑΧ κά).Συνεργάστηκε με το ΥπΑΑΤ και με τον ΝΟΗΣΙΣ και με εκδοτικούς οίκους στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Συμμετείχε στην έκδοση 18 συλλογικών βιβλίων από τις εκδόσεις «Αρχέτυπο» και έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο «Σε δίνω στεγνά» εκ.Ι Write, «Έλληνες Μάγοι του 20ου αιώνα εκδ. «Αρχέτυπο»