Μιχάλης Αλμπάτης
Εκδόσεις νήσος 2022

Η φύση του θανάτου, η προετοιμασία της ψυχής για το “ειρηνικό πέρασμα” και ο αργός αποχωρισμός της συνείδησης από το υλικό σώμα έδωσαν την μαγική έμπνευση στον Μιχάλη Αλμπάτη για την συγγραφή του πρωτότυπου αυτού βιβλίου με τίτλο που παραπέμπει σε ιερό κείμενο της Καινής Διαθήκης και υπαινίσσεται την διαφορά των “πνευματικά νεκρών” από τους “σωματικά νεκρούς”.
Παρόμοιοι συλλογισμοί στην κηδεία ενός συγγενικού του προσώπου τού έδωσαν την αφορμή για να πλάσει τον ήρωα-“ενδιάμεσο” Φανούρη. Συνάμα, αντλώντας υλικά από την ηθογραφία, τις παράξενες δοξασίες και τις παραδόσεις του γενέθλιου τόπου σκάρωσε μια ιστορία φρέσκια, στοχαστική και απολαυστική που έχει τη στόφα των παραμυθιών της υπαίθρου με τη ντοπιολαλιά και την χαρακτηριστική κρητική ευθυμία χωρίς ωστόσο να μιμείται τη βουκολική λογοτεχνία.


<< Μεγάλωσα σε ένα ορεινό χωριό της Κρήτης, δεν κατάφερα να σπουδάσω κάτι, δεν μιλάω ξένες γλώσσες, έχω ζήσει πολύ μικρά διαστήματα εκτός νησιού, κι όσο μεγαλώνω τόσο πιο δύσκολο μου φαίνεται να φύγω…>> έχει δηλώσει ακομπλεξάριστα ο ίδιος σε συνέντευξή του υποδηλώνοντας μία ψυχοσύνθεση που έχει δομηθεί στο κλειστό περιβάλλον της κρητικής υπαίθρου με τις επικρατούσες αντιλήψεις αλλά και με όλα τα ντόπια χαρίσματα, του ιδιότυπου χιούμορ συμπεριλαμβανομένου.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 σ’ ένα χωριό της Κρήτης, ο δεκαπεντάχρονος Φανούρης ανακαλύπτει στην κηδεία ενός θείου του πως μπορεί να ακούει τη μιλιά των νεκρών και να συζητάει μαζί τους όσο εκείνοι βρίσκονται ακόμη στο μεταίχμιο ύπαρξης και ανυπαρξίας.
Ο αριβίστας, φιλοχρήματος θείος του, άρτι αφιχθείς από Αμερική, τού προτείνει να επισκεφθούν μαζί τα χωριά του Ηρακλειώτικου κάμπου και να προσφέρει τις ιδιαίτερες υπηρεσίες του στις κηδείες έναντι αμοιβής. Ο Φανούρης δελεάζεται από το “χρώμα του χρήματος” και από την έξαψη που του προξενεί η περίεργη ικανότητά του και δέχεται.


Η περιπλάνησή τους διαρκεί περίπου έξι μήνες, διάστημα ικανό να τον οδηγήσει σε μία απότομη ενηλικίωση, σ’ ένα δυνατό ερωτικό ξύπνημα αλλά και στην ψυχική ταλαιπωρία της αμφιβολίας για το εάν το χάρισμα που διαθέτει είναι ευλογημένο ή καταραμένο.
Όντας ικανός να φέρει σε επαφή τους νεκρούς με τους οικείους τους χρίζεται αυτόματα “διερμηνέας των νεκρών” οι οποίοι έχοντας πλέον απελευθερωμένη την ειλικρίνεια προβαίνουν σε αποκαλυπτικές εξομολογήσεις με αλήθειες που δεν τόλμησαν να αποκαλύψουν όσο ζούσαν και σε θαρραλέες συγνώμες που δεν δόθηκαν εν ζωή. Ακόμα, εκφράζουν τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες τους και δίνουν οδηγίες προς τις οικογένειές τους στις περιπτώσεις που ο θάνατος ήταν αιφνίδιος.
Η πλοκή της μυθιστορίας είναι γραμμική καθώς παραθέτει με χρονική συνέπεια τις ιστορίες – εν είδει αυτοτελών διηγημάτων- που διαδραματίζονται σε κάθε χωριό και με την περιπλάνηση να κάνει τον κύκλο επιστροφής στο χωριό του Φανούρη. Ο Φανούρης όμως δεν θα είναι ποτέ πια ο ίδιος…

<<…Ήξερε πως το ταξίδι του ήταν τόσο μεγάλο, τόσο μακρύ και τόσο δαιδαλώδες, γιατί δεν είχε περιπλανηθεί μόνο από χωριό σε χωριό και από σπίτι σε σπίτι, αλλά είχε ταξιδέψει μέσα στις αναμνήσεις τόσων και τόσων ανθρώπων, μέσα σε τόσες ζωές λιωμένες σαν πολυφορεμένα παπούτσια, και καθεμιά από τις τόσες ζωές, καθένας από τους τόσους ανθρώπους είχε αφήσει ένα μικροσκοπικό αποτύπωμα στη νεανική εύπλαστη ψυχή του>>.

Η διαμονή σε διαφορετικούς τόπους, οι περίεργες καταστάσεις που βίωσε, οι ιστορίες ζωής των άγνωστων ανθρώπων και οι αιφνιδιαστικές αλήθειες των νεκρών τον άλλαξαν δραματικά οδηγώντας τον σε μια βίαιη ενηλικίωση και αυτεπίγνωση μέσω των προσωπικών στοχασμών του που προέκυψαν από τις εμπειρίες του.
Η χαρισματική γλώσσα γραφής εμπλουτισμένη με τα τοπικά ιδιόλεκτα -τόσο ώστε να γίνεται γενικότερα καταληπτή-, με έντονους λυρισμούς και έξυπνο χιούμορ, γίνεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα όταν ο αναγνώστης εντοπίζει την θέση των ρημάτων να βρίσκεται στο τέλος των προτάσεων.
Ο Αλμπάτης έχοντας όλα αυτά τα λογοτεχνικά “όπλα” στην φαρέτρα του εξελίσσεται σε έναν υπέροχο διασκεδαστή που αφηγείται συναρπαστικά παραμύθια στους αναγνώστες του παρασύροντάς τους σε ταύτιση με τους ήρωες.
Με μια έκδηλα φροντισμένη εμφάνιση κειμένου και με ένα υπέροχο εξώφυλλο που φιλοξενεί εικόνα αρχαίου νεκρικού θρήνου, οι Εκδόσεις νήσος δικαιούνται επαίνους καθώς εκτός των άλλων ήταν ο μοναδικός εκδοτικός οίκος που αφουγκράστηκε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του βιβλίου και το οδήγησε στην πρόσφατη αναγνωστική φρενίτιδα.
Πρόκειται για ένα αξιοδιάβαστο βιβλίο που φιλοδοξεί θαρρείς να αποτυπώσει με λέξεις τις πολύχρωμες εικόνες του Θεόφιλου.


Αποσπάσματα-δείγματα γραφής.
,◾<<Και σκέφτηκε πως ως τότε αυτός, όπως και όλοι οι νέοι, δεν έβλεπε στους γερόντους τίποτα πέρα από ναυαγισμένες υπάρξεις, ξεκουτιασμένες και ετοιμόρροπες, σκιάχτρα παραγεμισμένα με συμβουλές και θολωμένες αναμνήσεις, χωρίς να συνειδητοποιεί πως κάθε άνθρωπος δεν είναι μονάχα αυτό που βλέπουμε εμπρός μας, αλλά όλα όσα έχει ως τότε ζήσει…>>
◾<<είμαστε κάτι περισσότερο από το σώμα μας αλλά όχι κάτι πέρα απ’ αυτό>>.

Βιογραφικό
Ο Μιχάλης Αλμπάτης γεννήθηκε το 1973 στον Ζαρό, στους νότιους πρόποδες του Ψηλορείτη. Από τα δεκαοχτώ του ζει στο Ηράκλειο, όπου, κατά τη νεότητά του, διέπρεψε στους κύκλους των οδοιπόρων της απώλειας και της αριστοκρατίας των αφανών. Το 2018 δημοσίευσε την πρώτη του νουβέλα “Ο κώλος της Άννας”, εκδ. Απόπειρα. Το διήγημά του “Ο άνδρας που έκλαιγε” έχει συμπεριληφθεί στη συλλογή “Παράξενες μέρες στο Ηράκλειο”, εκδ. Παράξενες Μέρες, 2018.