Συγγραφέας του βιβλίου «Ποδηλάτες» – Εκδόσεις «ΚΨΜ»

Δεν είναι οι «Ποδηλάτες», μόνο ένας φόρος τιμής στη μνήμη όλων εκείνων που έχασαν άδικα τη ζωή τους στην άσφαλτο όπως η ηρωίδα του η Δανάη. Είναι ένας φόρος τιμής «και για τα προσφυγόπουλα που πνίγονται στον Έβρο, για τα υστερημένα παιδιά που εγκαταλείπονται στην τύχη τους, για τους ανήμπορους, για τους φτερουγισμένους», όπως λέει στο Vivlio-life ο Βασίλης Λαδάς. Στο βιβλίο του βλέπουμε να συγκρούονται δυο κόσμοι: Ο «Ένας κόσμος τελεί υπό την ηγεμονία μιας ισχυρής οικογένειας και ο «άλλος κόσμος είναι οι μικροαστοί της οικογένειας του θύματος. Τι άλλο βλέπουμε; Μια δικαστική υπόθεση που διαρκεί οκτώ χρόνια και μια ετυμηγορία που αργεί και αργεί και αργεί… Στη συνομιλία μας, ο συγγραφέας συμφώνησε με το λατινικό ρητό «Υπέρτατη δικαιοσύνη σημαίνει υπέρτατη αδικία» και πρόσθεσε το απόφθεγμα του Πλάτωνα: «Το δίκαιον δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού».

  • Δανάη. Θύμα τροχαίου θανατηφόρου ατυχήματος, με υπαίτιο ένα συνομήλικό της. Υπήρξε κάποιο αληθινό γεγονός πίσω από τους «Ποδηλάτες», που έγινε αφορμή να γράψετε αυτό το βιβλίο;
    Το βιβλίο είναι μυθοπλασία. Ωστόσο θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα με θύματα ποδηλάτες συμβαίνουν συχνά στην Ελλάδα. Στη Βόρεια Ελλάδα αυτοκίνητο έπεσε σε πορεία ποδηλατών και προκάλεσε θάνατο ποδηλάτη.
  • Το τροχαίο που σκοτώθηκε η φοιτήτρια ποδηλάτισσα «γίνεται αφορμή να αποκαλυφθούν οι συγκρούσεις δυο κόσμων που συνυπάρχουν», γράφετε. Ποιοι πρωταγωνιστούν στους δυο αυτούς κόσμους;
    Ένας κόσμος τελεί υπό την ηγεμονία μιας ισχυρής οικογένειας. Γόνος της είναι ο υπεύθυνος του θανατηφόρου ατυχήματος. Θα κρατούσε το τιμόνι ανθίζουσας βιομηχανίας που δημιούργησε ο παππούς του —ένα χωριατόπαιδο που ήρθε ξυπόλητο στην πόλη τη δεκαετία του 1920. Απόκτησε πλούτο και μετέδωσε στους γιους του και στον εγγονό του το αίσθημα της αλαζονείας και της απληστίας. Συμβαίνουν αυτά. Η ιστορία της οικογένειας εξελίσσεται —σύμφωνα με τον λογοτεχνικό κανόνα και τους μυθολογικούς κύκλους— σε τρεις γενιές.
    Ο άλλος κόσμος είναι οι μικροαστοί της οικογένειας του θύματος. Με αδυναμίες και προτερήματα αμφίδρομα. Υπάρχει και ο κόσμος των αντισυστημικών κινημάτων της νεολαίας και ακτιβιστές που παρεμβαίνουν δυναμικά με κινητοποιήσεις όταν η δικαστική διαμάχη του τροχαίου -κατόπιν παράνομων ενεργειών της ισχυρής οικογένειας για να μην πληρώσει αποζημιώσεις- παίρνει διαστάσεις Ύβρεως κατά της μνήμης της συντρόφου τους Δανάης, της ποδηλάτισσας. Σε ένα συμβολικό επίπεδο, οι δύο πατεράδες των συνομηλίκων -θύματος και θύτη-, για να κρατήσουν ισορροπία στη ζωή τους πρέπει να είναι διαρκώς εν κινήσει, όπως οι ποδηλάτες που αν σταματήσουν να κινούνται, χάνουν την ισορροπία τους πάνω στο ποδήλατο.
  • «Η δικαστική υπόθεση διαρκεί από το καλοκαίρι του 2012, που συνέβη το τροχαίο, έως και τις αρχές του 2019…». Τι συμβαίνει στο διάστημα που μεσολαβεί όταν αργεί η ετυμηγορία των δικαστών σε τέτοιου είδους υποθέσεις;
    Ακριβώς αυτό που είπα παραπάνω, ανοίγονται χάσματα ανάμεσα στις δύο οικογένειες. Ενοχές συνυπευθυνότητας στο ατύχημα αλλά και συμφέροντα αποζημιώσεων που πρέπει να διευθετηθούν. Υπάρχει όμως και η ανάγκη της λύτρωσης από το γεγονός που βαραίνει τη συνείδησή τους. Η αμετάκλητη απόφαση της Δικαιοσύνης δεν αρκεί για να γεφυρώσει χάσματα ή να λυτρώσει. Οι δικαστικές αποφάσεις στα ποινικά αδικήματα είναι μια αποδεκτή συνθήκη τιμωρίας του αδικήσαντος από την πολιτεία -χάριν της κοινωνικής ισορροπίας, τίποτα παραπάνω. Δεν επηρεάζει τα πάθη, δεν αλλάζει χαρακτήρες, δεν διαμορφώνει την ηθική. Φοβίζει ίσως αλλά όχι τόσο. Γι’ αυτό, παρά τις συνεχείς καταδίκες εγκλημάτων, τα ίδια αδικήματα επαναλαμβάνονται από άλλους δράστες ή από τους ίδιους.
  • Δικαιοσύνη. Ένα μεγάλο κεφάλαιο, που τολμήσατε όμως να αγγίξετε, μέσα από την ιστορία της Δανάης. Γιατί, άραγε, δεν γίνεται κάτι, ώστε τέτοια τραγικά γεγονότα, να μην ενισχύουν τη δυσπιστία μας απέναντί της;
    Το τι συμβαίνει με την απονομή της δικαιοσύνης από τους δικαστές (άνθρωποι είναι και αυτοί, όχι ο Ραδάμανθυς) είναι μεγάλο θέμα. Υπενθυμίζω -για να μη θεωρηθεί ότι κοιμίζω γλαύκα εις Αθήνας- ότι Έλληνες δικαστές έχουν καταδικάσει κι έχουν στείλει φυλακή συναδέλφους τους που είχαν στήσει παραδικαστικό κύκλωμα με το αζημίωτο. Υπάρχουν κι άλλες καταδίκες που δεν έχουν βγει στο φως. Κάτι δεν πάει καλά λοιπόν στην Ελλάδα κι όχι μόνο. Το θέμα το έχουν θίξει ο Τολστόι στην «Ανάσταση», ο Κάφκα στη «Δίκη», ο Ζολά στο «Κατηγορώ». Επί χούντας δεν καταδίκαζαν αγωνιστές, μόνο στρατοδίκες καταδίκαζαν και τακτικοί δικαστές. Βέβαια η συντριπτική πλειοψηφία των δικαστών κάνουν καλά τη δουλειά τους. Και γνωρίζω πως δικαστές έκριναν αντισυνταγματικούς πολλούς άδικους νόμους που περιόριζαν δικαιώματα πολιτών. Τώρα περιμένουμε να μας γλιτώσουν από τα golden boys της ιδιωτικοποιημένης πλέον ΔΕΗ. Η τρίτη εξουσία στην Ελλάδα είναι προς το παρόν καλύτερη από τις άλλες δύο και πάρα πολύ καλύτερη από την εξουσία του Τύπου, των εφημερίδων και της τηλεόρασης. Τους δικαστές πολλές φορές τους πιέζουν οι δύο Συμπληγάδες, η δύναμη της πολιτικής εξουσίας από τη μια, ο λαϊκισμός των ΜΜΕ από την άλλη. Οφείλουν να παραμένουν ανεξάρτητοι και να διέρχονται αλώβητοι ανάμεσά τους.
  • «Επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί, στημένα ΜΜΕ, τραμπούκοι, ψευδομάρτυρες, αλλά και ακτιβιστές, αλληλέγγυοι, κινήματα νεολαίας, δικαιοσύνη», γράφετε. Ο αναγνώστης θυμώνει πολύ με όσα διαβάζει. Εσείς είχατε θυμό όταν γράφατε αυτό το μυθιστόρημα;
    Όταν έγραφα δεν είχα θυμό. Άλλωστε το μυθιστόρημά μου δεν γράφτηκε μία κι έξω. Αν με παράσερνε ο θυμός, ίσως να μην πετύχαινα τον δευτερεύοντα στόχο μου, να εμπνεύσω θυμό στον αναγνώστη. Πρωτεύουσας σημασίας για μένα ήταν να αρέσει η αφήγηση της ιστορίας μου. Ο θυμός είναι έντονο συναίσθημα κι απομακρύνει τον συγγραφέα από τη φροντίδα της αφήγησης. Αναγνωρίζω ωστόσο ότι υπάρχουν λίβελοι με λογοτεχνικά χαρίσματα. Του Ανδρέα Λασκαράτου ας πούμε, ή του Περικλή Γιαννόπουλου, του οποίου τη σκέψη απεχθάνομαι.
  • «Και στη μέση ο πατέρας της νεκρής ποδηλάτισσας, ένας πράος βασανισμένος άνθρωπος με αδυσώπητες μνήμες». Ο αναγνώστης σκύβει πάνω του και αναρωτιέται πόσες πιθανότητες έχουν να βρουν το δίκιο τους, άνθρωποι όπως ο ήρωάς σας.
    Ο ήρωας αυτός βρήκε το δίκιο του μέσω του κινήματος της νεολαίας αλλά και των καλών δικαστών που πήραν στα χέρια τους την υπόθεση. Όμως τον άνθρωπο αυτόν, τον άγιο -μέχρι ηλιθιότητας, όπως θα ‘λεγαν- του βιβλίου, δεν τον ενδιέφερε και τόσο πολύ η καταδίκη του ενόχου, αποποιήθηκε και τις χρηματικές αποζημιώσεις. Αναζητούσε τη λύτρωσή του μέσω του πόνου και της πνευματικής άσκησης. Ίσως να κατανοούσε ότι κι ένας δολοφόνος έχει πόνο.
  • Είναι πολλοί εκείνοι που πιστεύουν πως μεταξύ της δικαιοσύνης και της απονομής δικαιοσύνης υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που τις χωρίζει. Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτόν τον κόσμο στο μυθιστόρημά σας;
    Ένας Αμερικανός πολιτικός θα τους ονόμαζε «η δύναμη του κακού». Εγώ θα τους έλεγα απλώς ανήθικους, του συμφέροντος. Είναι μερικοί -ελπίζω ελάχιστοι- επίορκοι δικαστές, οι ψευδομάρτυρες -γιατί χωρίς αυτούς δεν γίνεται δουλειά- και αυτοί που χρηματίζουν τους ψευδομάρτυρες κ.λπ. Να παρατηρήσω όμως ότι γενικώς, μεταξύ του επικρατούντος δικαίου και της απόδοσής του δεν παρεμβαίνουν μόνο συμφέροντα των ισχυρών αλλά και επιθυμίες όλων μας. Ένα παράδειγμα: Αρέσουν σε όλους τα χοιρινά σουβλάκια αλλά και πιο γκουρμέ συνταγές, όπως κοτόπουλο ψητό με μαρμελάδα. Ε, λοιπόν, είμαστε αυστηροί ως προς την κακομεταχείριση των ιπποειδών που οι αγωγιάτες τούς δένουν τα πόδια να μη δραπετεύσουν ή με τις αρκούδες που χόρευαν όταν χτυπούσε το ντέφι ο γύφτος, και κλείνουμε τα μάτια όταν βασανίζονται εφ’ όρου ζωής ζώα του μενού μας. Γιατί δεν υπάρχουν πιο μεγάλα βασανιστήρια από τις φυλακίσεις ισοβίως ζώων στα ορνιθοτροφεία και τα χοιροστάσια. Ζουν παγιδευμένα σε ένα τετραγωνικό μέτρο χωρίς φως, αέρα, ήλιο, τρώγοντας ακατάπαυστα για να παχύνουν.
  • Είναι οι «Ποδηλάτες» ένας φόρος τιμής στη μνήμη όλων εκείνων που έχασαν τόσο άδικα τη ζωή τους αλλά κάποιοι φρόντισαν να μην ησυχάσει ποτέ η ψυχή τους;
    Είναι, πράγματι. Δεν είναι μόνο για τη Δανάη αλλά και για τα προσφυγόπουλα που πνίγονται στον Έβρο, για τα υστερημένα παιδιά που εγκαταλείπονται στην τύχη τους, για τους ανήμπορους, για τους φτερουγισμένους.
  • Σύμφωνα με ένα λατινικό ρητό «Υπέρτατη δικαιοσύνη σημαίνει υπέρτατη αδικία». Λέτε να το πιστέψουμε;
    Συμφωνώ απόλυτα. Με στυγνή προσήλωση στο γράμμα του νόμου κινδυνεύουμε να χάσουμε τον ανθρωπισμό μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα από τη λογοτεχνία ο Ιαβέρης του Ουγκώ στους «Άθλιους». Να σας θυμίσω με τη σειρά μου και το απόφθεγμα του Πλάτωνα, εξίσου καίριο: «Το δίκαιον ουκ άλλο τι ή του κρείττονος ξυμφέρον», ήτοι «Το δίκαιον δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού». Δι’ ο και οι μικρές ποινές στα οικονομικά αδικήματα, ενώ οι μικροκλέφτες, αν δρουν δυο–τρεις μαζί, πάνε και για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης!
  • Το βιβλίο σας είναι μία κραυγή διαμαρτυρίας και απογοήτευσης για τα όσα απίθανα αλλά πραγματικά συμβαίνουν στην ελληνική κοινωνία. Μπορεί, άραγε, και σε ποιο βαθμό να συσχετιστεί με τα κοινωνικά προβλήματα και να παίξει ενεργό ρόλο, η λογοτεχνία;
    Η γνώμη μου είναι ότι η λογοτεχνία πρέπει να αντλεί θέματα από την κοινωνική πραγματικότητα. Τουλάχιστον εγώ αυτό κάνω. Δεν νομίζω όμως ότι μπορεί η λογοτεχνία να παίξει άμεσα ενεργό ρόλο στην επίλυση κοινωνικών προβλημάτων. Ευαισθητοποιεί βέβαια αλλά δεν εξεγείρει. Ο αναγνώστης είναι μόνος του με το βιβλίο και προέχει η αισθητική ευχαρίστησή του όταν το διαβάζει. Κάτι όμως από το βιβλίο θα μείνει στα συναισθήματά του και τη σκέψη του. Κι αυτό δεν είναι λίγο. Για να επιτευχθεί όμως, προέχει η αφήγηση και όχι το μήνυμα.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ένα μυθιστόρημα πολιτικό, κοινωνικού ρεαλισμού, από τον Βασίλη Λαδά, βραβευμένο με Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 2013 για το βιβλίο του «Παιχνίδια κρίκετ».
Ένα τροχαίο θανατηφόρο ατύχημα με νεκρή μία φοιτήτρια ποδηλάτισσα και υπαίτιο έναν συνομήλικό της –γόνο οικογένειας βιομηχάνων μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής επιφάνειας, που παρεμβαίνει με κάθε μέσο στη δικαστική υπόθεση του ατυχήματος– γίνεται η αφορμή να αποκαλυφθούν οι συγκρούσεις δύο κόσμων που συνυπάρχουν.
Επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί, στημένα ΜΜΕ, τραμπούκοι, ψευδομάρτυρες, αλλά και ακτιβιστές, αλληλέγγυοι, κινήματα νεολαίας, δικαιοσύνη. Και στη μέση ο πατέρας της νεκρής ποδηλάτισσας, ένας πράος βασανισμένος άνθρωπος με αδυσώπητες μνήμες. Η δικαστική υπόθεση διαρκεί από το καλοκαίρι του 2012, που συνέβη το τροχαίο, έως και τις αρχές του 2019, χρόνια κρίσης και μνημονίων, αποτέλεσμα οικονομικής και ηθικής χρεωκοπίας.

Βιογραφικό
Ο Βασίλης Λαδάς γεννήθηκε το 1946 στην Πάτρα, όπου ζει μέχρι σήμερα. Σπούδασε Νομικά στη Θεσσαλονίκη. Γράφει πεζά και ποίηση και δημοσιεύει άρθρα και δοκίμια σε εφημερίδες και περιοδικά για την τέχνη και την πολιτική. Το 2013, μετά την έκδοση του μυθιστορήματός του «Παιχνίδια κρίκετ», του απονεμήθηκε το Ειδικό Κρατικό Βραβείο για βιβλίο το οποίο προάγει τον διάλογο σε ευαίσθητα κοινωνικά θέματα. Το 2005 το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου παρουσίασε μία θεατρική διασκευή του διηγήματός του «Ρίον-Αντίρριον», ενώ το 2006 ανέβηκε από το Ιόνιο Θέατρο το έργο του «Ανήθικη ποίηση», στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Πάτρα – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης