Schachnovelle

(Stefan Zweig)

Νουβέλα

Εκδόσεις Άγρα

Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου (Maria Angelidou)

➖”Πήρα την απόφαση, με τη θέληση μου και σε πλήρη διαύγεια, να εγκαταλείψω τη ζωή

Χαιρετώ όλους μου τους φίλους.

Εύχομαι να δουν και πάλι τις αυγές που θα ξημερώσουν μετά τη μακριά νύχτα! Εγώ, που ήμουν πάντοτε ανυπόμονος, προπορεύομαι“.

Αυτό είναι ένα μικρό απόσπασμα από τον αποχαιρετιστήριο λόγο του Στέφαν Τσβάϊχ πριν βάλει τέρμα στη ζωή του από κοινού με την σύζυγο του στη Βραζιλία όπου έχει καταφύγει κατακλυσμένος από απελπιστική απαισιοδοξία για την έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που μαίνεται με την εξάπλωση του ναζισμού το 1942.

Η ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑ είναι το κύκνειο άσμα του, το τελευταίο εν ζωή έργο του το οποίο εκδίδεται ένα χρόνο μετά την αυτοκτονία. Είναι μία αφηγηματική ιστορία με μία πρωτοπρόσωπη αμεσότητα που επιδέχεται πολλές αναγνώσεις για τη σύλληψη της ιστορίας, την αλληγορία που υποκρύπτεται στο νόημα και τη λογική στην σκέψη που, κάτω από μία σκοτεινή συνθήκη, μπορεί να απέχει ελάχιστα από τον παραλογισμό.

Η εξαιρετική μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου αποδίδει λογοτεχνικά το κείμενο και το κάνει απίστευτα ελκυστικό.

Στον μικρόκοσμο επάνω στο μεγάλο καράβι που έχει σαλπάρει από τη Ν.Υόρκη για το Μπουένος Άϊρες στην Αργεντινή, στήνεται ένας απρόσμενος σκακιστικός αγώνας με την συμμετοχή των επιβαινόντων ταξιδευτών. Το σπουδαιότερο παιγνίδι διεξάγεται μεταξύ δύο επιβατών, ενός διεθνούς φήμης παγκοσμίου πρωταθλητή του σκακιού και ενός νομικού συμβούλου, ο οποίος έχει μόλις απελευθερωθεί από τους Ναζί με τραγικές για τον ίδιο ψυχολογικές επιπτώσεις.

Η ικανότητα του πρωταθλητή περιορίζεται στην σκακιστική του ιδιοφυΐα, με ανύπαρκτες τις υπόλοιπες πνευματικές του δυνατότητες, αφού φαίνεται από μικρός να υστερεί πνευματικά και παραμένει αναλφάβητος. Τυχαία ανακαλύπτεται το ταλέντο του μονομερώς στο εγκεφαλικό παιγνίδι και το εκμεταλλεύεται αποκομίζοντας χρηματικά κέρδη μη έχοντας επίγνωση άλλων αξιών.

➖”Αυτοί οι άνθρωποι, οι φαινομενικά περιθωριακοί και απόβλητοι, χτίζουν με τα δικά τους παράξενα υλικά, σαν τους τερμίτες, ένα είδος μικρόκοσμου, που είναι ταυτόχρονα μοναδικός και αξιοσημείωτος“.

Ο αντίπαλος που προκαλείται να τον αντιμετωπίσει έχει εξασκηθεί μέχρι τώρα μόνο θεωρητικά στην τέχνη του σκακιού από ένα βιβλίο που βρίσκει τυχαία κατά την διάρκεια του υποχρεωτικού εγκλεισμού μετά τη σύλληψη του. Είναι η στιγμή της σωματικής και της πνευματικής απομόνωσης που, καθώς όλα διαδραματίζονται στο χώρο της φαντασίας του, χάνεται η επαφή με την πραγματικότητα. Η θεωρητική μέθοδος παιξίματος σε συνέχειες οδηγεί τις δυνάμεις του μυαλού στον παραλογισμό που προσδιορίζεται από την μονοτονία της ανυπαρξίας του.

➖”Το να θέλεις να παίξεις σκάκι εναντίον του εαυτού σου ισοδυναμεί επομένως με παραδοξότητα ίδια με το να θέλεις να πηδήξεις πάνω από τη σκιά σου“.

Η μυθοπλασία κερδίζει πολλά από τα αυτοβιογραφικά στοιχεία του ιδίου του Στέφαν Τσβάϊχ, όπως αυτά διαμορφώνονται από την ψυχοσύνθεση του ατόμου με την εξομολογητική διάθεση την δεδομένη στιγμή. Ο αφηγητής δεν κατονομάζεται, όπως πολλοί από τους συμμετέχοντες στην ιστορία, αποδίδοντας σημασία στον αγώνα του πνεύματος εναντίον της παράνοιας.

Η νουβέλα είναι μία τρανή απόδειξη έμπρακτης συμπύκνωσης νοημάτων σε μόλις 117 ουσιαστικές σελίδες πάνω από ένα πεδίο, μία σκακιέρα, όπου ο άνθρωπος, σαν το πιόνι, κινείται εναλλάξ στο λευκό ή στο μαύρο τετράγωνο…

Ο Στεφάν Τσβάϊχ γεννιέται στη Βιέννη το 1881 και γράφει ποιήματα από τα μαθητικά χρόνια. Ταξιδεύει από νωρίς στις Ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις και συγγράφει μεγάλο αριθμό βιβλίων. Συνδέεται φιλικά με τον επίσης εξαιρετικό ομότεχνό του, τον λογοτέχνη Τζόζεφ Ροτ, και συγκλονίζει στον αποχαιρετισμό για τον φίλο του που χάνεται πρόωρα. Τερματίζει ο ίδιος τη ζωή του στη Βραζιλία το 1942, ομολογώντας ότι οι ψυχικές του δυνάμεις έχουν εξαντληθεί για παράταση ζωής.