“Die Hundert Tage” (Joseph Roth)

Μυθιστόρημα

Εκδόσεις Άγρα

Μετάφραση: Μαρίας Αγγελίδου (Maria Angelidou)

Επισυνάπτονται:

*Επίμετρο από τον μεταφραστή της αγγλικής έκδοσης Richard Panchyk

*Κείμενο σχετικό με τον συγγραφέα από τον Michael Hofmann

*Σημείωμα για την μεταφράστρια Maria Angelidou

➖”Θέλω να δείξω πίσω από τον μεγάλο άνδρα τον ταπεινό άνθρωπο“, γράφει ο Τζόζεφ Ροτ τον Νοέμβριο του 1934 και παρεκκλίνει από τη συνηθισμένη του συγγραφική νόρμα σε τόπο και χρόνο.

Συγγράφει το “ΟΙ ΕΚΑΤΟ ΜΕΡΕΣ” όπως φαντάζεται τις τελευταίες ένδοξες μέρες του Ναπολέοντα μετά τη δραπέτευση του από τη νήσο Έλβα έως την ταπεινωτική του ήττα, με τη φύση του στρατηγού και του ανθρώπου να αντιμάχονται η μία την άλλη.

Αντιπαραβάλλει συγκλονιστικά τη ζωή του σημαντικού άνδρα με τη ζωή μιας ασήμαντης γυναίκας. Εκείνος ζει στην κορυφή της ζωής, εκείνη στις παρυφές της, με τους δυο τους να υποτάσσονται στη μοίρα τους.

Η αφηγηματική κατεύθυνση διακλαδίζεται σε τέσσερα βιβλία. Τα δύο βιβλία δίνονται από τη σκοπιά του αυτοκράτορα Ναπολέοντα και τα άλλα δύο από τη σκοπιά μιας νεαρής πλύστρας του αυτοκρατορικού ανακτόρου, της Αντζελίνας Πιέτρι.

Ο Ροτ ερευνά τα αχαρτογράφητα μέρη της ψυχής του αυτοκράτορα – ανθρώπου με τη φθορά που επέρχεται καλύπτοντας τον χρόνο των περίπου τριών μηνών μετά την επιστροφή του στο Παρίσι την άνοιξη του 1815.

Δίνει διάσταση στον ανθρώπινο χαρακτήρα του Βοναπάρτη και εξερευνά τις συνεχείς μεταπτώσεις στην ψυχολογία του καθώς εκείνος διανύει το διάστημα των τελευταίων ημερών του στην εξουσία. Ο βαρύς αυτοκρατορικός ίσκιος του προπορεύεται πάντα στις μάχες και φοβίζει τον εχθρό, αλλά ο ίδιος είναι και άνθρωπος, οσφραίνεται το τέλος και ας τον έχουν θεωρήσει θεό.

➖”Έχω πάψει να πιστεύω στους ανθρώπους και δεν έχω αρχίσει να πιστεύω στον Θεό. Τον νιώθω κιόλας, όμως. Αρχίζω να τον νιώθω“.

Οι κραυγές του πλήθους “Ζήτω ο αυτοκράτορας” ακούγονται πολλές φορές με μία αμφισημία μέχρι τη στιγμή που αμίλητοι οι μαχητές του οπισθοχωρούν στο Βατερλώ.

Η κατάρρευση του δεν αργεί να συγκλίνει με εκείνη της άσημης υπηρέτριας του παλατιού που τον έχει ερωτευθεί και λατρεύει κάθε τι που του ανήκει. Είναι μικρή και ταπεινή και πιστεύει στο θαύμα για μία συνάντηση μαζί του γιατί όσο μεγάλος είναι εκείνος, χωράει άνετα στη μικρή καρδιά της γι αυτό τον υπερασπίζεται στις δύσκολες στιγμές.

➖”Οι κοινοί υπήκοοι του αυτοκράτορα ένιωθαν την τρομερή του βιασύνη, έβλεπαν ότι ήταν ικανός για σπουδαίες αλλά και για ποταπές πράξεις, ικανός να φερθεί έξυπνα αλλά κι ανόητα, με καλοσύνη αλλά με κακία – όπως όλοι τους“.

Ακολουθώντας τη μοίρα του, πάνω σε ένα καράβι στη μέση της απεραντοσύνης της εχθρικής θάλασσας – χειρότερης ίσως από τα εχθρικά πεδία των μαχών όπου ήταν ο φυσικός του τόπος – ο Ναπολέων βλέπει τις αγαπημένες του Γαλλικές ακτές να απομακρύνονται από το οπτικό του πεδίο.

Ένας ανάπηρος από τον πόλεμο, ο Πολωνός τσαγκάρης που ζει ήσυχα, ταπεινά και αθόρυβα με μόνο το ξύλινο πόδι του να “κροταλίζει στις πλάκες”, είναι το τρίτο πρόσωπο που παρεμβάλλεται στην ιστορία.

➖”Ο αυτοκράτορας ήταν μεγάλος, εγώ ήμουν στρατιώτης στον στρατό του, τον αγαπούσα. Αλλά εμείς οι μικροί, βλέπετε, πληρώνουμε πολύ ακριβά την αγάπη μας για τους μεγάλους…“.

Κατά την διάρκεια της συγγραφής ο Ροτ έχει προσωπικούς λόγους να αισθάνεται την δική του κατάρρευση να ταυτίζεται σε ένα βαθμό με το δικό του Βατερλώ που πλησιάζει. Στο γραπτό του κείμενο αποκαλύπτεται η στάση του απέναντι στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, την εξουσία, τον πόλεμο, τη βία, τον Θεό και την εκκλησία. Θέματα που ξεφεύγουν από τα χρονικά πλαίσια της κάθε μυθιστορίας του και εντάσσονται διαχρονικά στα γυρίσματα του κόσμου και της πραγματικής ιστορίας, ώστε μπορεί εύλογα ο Ροτ να χαρακτηριστεί συγγραφικά οικουμενικός.

Οι ατμοσφαιρικές περιγραφές του χώρου αντανακλούν τις ψυχολογικές διαθέσεις των βασικών προσώπων στη μυθοπλασία. Τα χρώματα των επίπλων, των κουρτινών, των ρούχων και ακόμα της φύσης από ψηλά στον ουρανό μέχρι κάτω στη θάλασσα και πέρα στα χωράφια με τα σπαρτά, μόνο τυχαία δεν είναι για το κλίμα που επικρατεί, προσδίδοντας μία ποιητική χροιά στη μυθιστορηματική προσέγγιση της προσωπικότητας του ανδρός.

➖”Για μένα, η καλή μετάφραση είναι αυτή που αποδίδει το ρυθμό της γλώσσας μου“, λέει ο Τζόσεφ Ροτ, και η σπουδαία λογοτεχνική μετάφραση της πολυβραβευμένης Μαρίας Αγγελίδου αποδίδει στη λεπτομέρεια τον ρυθμό αυτόν στην κάθε μία από τις σελίδες του.

Ο Joseph Roth έχοντας συγγράψει πολλά μυθιστορήματα, αφηγήματα, δοκίμια και άρθρα, θεωρείται κορυφαίος στη Γερμανική Λογοτεχνία. Γεννήθηκε το 1894 από Εβραίους γονείς στην Ουγγαρία της τότε αυτοκρατορίας και υπηρέτησε στον αυστριακό στρατό. Την ημέρα που ο Χίτλερ γίνεται καγκελάριος του Ράιχ, το 1933, μεταναστεύει από τη Βιέννη στο Παρίσι, όπου πεθαίνει αλκοολικός το 1939, σε ηλικία μόλις σαρανταπέντε ετών.