Γράφει: Ο Κώστας Τραχανάς


Τα δεκατρία περιπλανώμενα διηγήματα συνιστούν αποτέλεσμα τιτάνιας προσπάθειας. Ορισμένα από αυτά ακέραια, κάποια ημιτελή και άλλα διασκευασμένα συγκεντρώθηκαν όλα με περίσσια φροντίδα και θρησκευτική ευλάβεια.
Η ερευνήτρια διεξήγαγε επισταμένη έρευνα για να σταχυολογήσει το υλικό από ταξίδια σε κόσμους υπαρκτούς όσο και μυστηριακούς, σε τόπους οικείους όσο και δυσπρόσιτους. Τα διηγήματα βασίστηκαν σε στιβαρά τεκμήρια που απανθίστηκαν έπειτα από κοπιώδεις διαδικασίες αναζήτησης: σκοτεινοί λαβύρινθοι, φθαρμένες περγαμηνές από τις αγορές της εύφορης Ανατολής, ζουμερές πληροφορίες από πρόθυμους νομάδες της Μαύρης Ηπείρου, τυχαία συναπαντήματα σε χαώδεις μεγαλουπόλεις της γης Κάτω Υποκάτω (Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία), τσιγκούνικα λόγια επ΄ αμοιβή από μαυραγορίτες σε αγνώριμα στενοσόκακα φωλιασμένα σε παραγκουπόλεις στον αφαλό του ισημερινού, καταχωνιασμένους παπύρους σε δύσβατες σπηλιές της πρόσφορης Γηραιάς Ηπείρου, κειμήλια σκόρπια, ανάκατες εικόνες σφηνωμένες σε αζύγωτες γωνιές του μυαλού, χαρτιά γραμμένα με ξέθωρη πια μελάνη και κιτρινισμένα από την πατίνα του χρόνου… Ασφαλώς, κανένας δεν γνωρίζει πού σταματάει η αλήθεια και πού αρχίζει ο μύθος. Ωστόσο, και προκειμένου να καταστεί συμπαγής η αυθεντικότητα των στοιχείων, παρατίθεται πλήθος από αποχρώσες ενδείξεις και μεστές αποδείξεις για τον επίδοξο αμφισβητία.


ΠΡΟΣΟΧΗ
Η ανάγνωση των ιστοριών έγκειται στην προσωπική προαίρεση του εκάστοτε αναγνώστη, τον οποίο και βαρύνει αποκλειστικά η απόφαση να μετουσιωθεί σε κοινωνό αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας.
Η συλλογή διηγημάτων είναι γεμάτη με το ανελέητο κυνήγι των μαγισσών με άχωρο και άχρονο τόπο, με το ταξίδι μιας νεαρής πέτρας γεμάτη με όνειρα, με μια άδολη προσφορά που δεν ζητούσε αντάλλαγμα, για να απαλύνει τον πόνο κακοπαθημένων ανθρώπων, με όνειρα που ήταν παρωχημένες επιθυμίες ή ξορκισμένοι φόβοι, που ο καλύτερος φίλος θα προδώσει τη φιλία με τον χειρότερο τρόπ , με το ολέθριο πλήγμα της φιλίας, με τη δύναμη της προσφοράς, με μια αλεπού που ήξερε να γράφει και να διαβάζει, με ό,τι πονάει πάντα περισσότερο όταν πληγώνεσαι από αυτούς που αισθάνεσαι δικούς σου, επειδή κανένας δεν είναι ποτέ προετοιμασμένος γι΄ αυτό, με αυτό που τρομοκρατούσε κάποιον στον ξύπνο του και βρήκε τελικά τρόπο να χωθεί στο όνειρό του, με τη χελώνα που είχε κανονίσει έτσι ώστε να διαβρώσει το αποτέλεσμα του αγώνα με τον λαγό υπέρ της, με το πώς μαθαίνουμε να αξιολογούμε καλύτερα τα πράγματα, με το μυστικό του πύργου, που μεταμόρφωνε ένα δεκάχρονο περίεργο κορίτσι σε μια ογδοντάχρονη γυναίκα, με το πώς αντιλαλούσε η ηχώ του φόβου, με ένα αυτοδίδακτο μικρό κόκκινο μπαλόνι που ξεκίνησε να ταξιδεύει προς νέα, ανεξερεύνητα μέρη, με το μικρό ποντίκι που δειλιάζει να αδράξει την τύχη του επειδή φοβάται μια γάτα, με το πώς καταφέρνουμε να πολεμήσουμε και να νικήσουμε τον φόβο πετυχαίνοντας να αποδράσουμε από τις προσωπικές μας αγκυλώσεις.


Αν διαβάσει κανείς τη συλλογή διηγημάτων της Μανίνας Σεβαστιάδου θα ακούσει τους αρμούς να τρίζουν, τις προσωπικότητες να διολισθαίνουν, την ψυχολογική τους πανοπλία να θρυμματίζεται, το άλας της ζωής τους να χάνει τη σπιρτάδα του.
Σ’ αυτά τα διηγήματα το αδιέξοδο διαλάμπει, δεν κρύβεται ούτε ωραιοποιείται. Έχουμε να κάνουμε με μια συλλογή που επιδιώκει να ψάξει πίσω από τις λέξεις και τις ιστορίες. Που το ζητούμενο είναι σ’ αυτά που δεν λέγονται ή δεν γίνονται από τους πρωταγωνιστές παρά σε όσα εκστομίζουν ή πράττουν. Υπάρχει, σίγουρα, ενότητα ύφους και λόγου στα διηγήματα. Η Σεβαστιάδου επιλέγει έναν στρωτό ρεαλισμό με λιτή γλώσσα και επιλεγμένες εξάρσεις. Το οικοδόμημα στηρίζεται κυρίως στην ανατροπή του τέλους κάθε ιστορίας. Όταν αυτή επιτυγχάνεται τότε, όντως, το κείμενο δείχνει να εξακτινώνεται προς διάφορες κατευθύνσεις και προσφέρει πολλαπλές ερμηνείες. Όσο για τον άνθρωπο, αυτός παραμένει πάντα στο κενό. Πέφτει, σηκώνεται, ξαναπέφτει, ξανασηκώνεται. Το λες και ζωή αλλιώς.


«Οι ιστορίες της ερευνήτριας Νίνας Σίγμα» δεν μας είναι άγνωστες, δεν πρόκειται να μας διηγηθούν κάτι που ενδεχομένως δεν έχουμε φανταστεί ή δεν έχουμε ξανακούσει. Πιστεύουμε ότι θα τις απολαύσουν οι αναγνώστες.
Πού οφείλεται αυτή η επιτυχία της συγγραφέως; Στην πρωτοτυπία των ιστοριών της και κυρίως στη γλωσσική επεξεργασία των κειμένων της. Ένα κέντημα.
Η γλώσσα είναι άνετη, οι περιγραφές της πυκνές, η αφήγηση δυναμική, η τεχνική της κατακτημένη. Κάθε διήγημα είναι εξίσου σαγηνευτικό, με άλλον τρόπο. Η ευρηματική αφήγηση κρατάει αδιάπτωτο το ενδιαφέρον και φτάνει σε κορύφωση που δικαιώνει τη γραφή.
Διαβάστε το.


Η Μανίνα (Μαρία) Σεβαστιάδου γεννήθηκε στην Πάτρα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών – όπου άφησε σε ακροσφαλή εκκρεμότητα το μεταπτυχιακό της στη γλωσσολογία- και έκτοτε ζει στην Αθήνα. Εργάζεται από το 2008 ως επιμελήτρια εκδόσεων, ενώ παράλληλα «συν-περιγράφει, μετα-ποιητεύει και δια-στιχοπλοκεί, ρεαλίζοντας σε πομφόλυγες φαντασιοπληθίας». Ποιήματά της από έναν μακρύ κατάλογο ανέκδοτης ακινδυνότητας έχουν συμπεριληφθεί κατά καιρούς σε δημιουργικά ανάλεκτα. Μέσα σε ένα κλίμα έκφρασης που αποκαλεί «ποιητική πρόζα», επελαύνει στην πεζογραφία με δεκατρείς παράξενες ιστορίες – μια φρέσκια νότα λογοτεχνικής έμπνευσης με άρωμα ενήλικης παιδικότητας. Φιλοδοξεί να συμπαρασύρει σύντομα στον καλοδαίμονα δρόμο της έκθεσης και το πρώτο της εφηβικό μυθιστόρημα.