Συγγραφέας του βιβλίου Σχεδόν λευκή – Εκδόσεις Ψυχογιός

Μπάι και Ελπίδα. Η πρώτη, επινοεί μια καλή φίλη με την οποία να μπορεί να μοιράζεται τη θλίψη, τους φόβους και τα όνειρά της. Η δεύτερη γεννήθηκε από λευκό πατέρα και έγχρωμη μητέρα. Από την ιστορία της προέκυψε και ο τίτλος του νέου μυθιστορήματος της Ιφιγένειας Τέκου. Όπως λέει στο Vivlio-life «Αυτό το “σχεδόν” του τίτλου αποκαλύπτει κατά κάποιο τρόπο τον πυρήνα του βιβλίου, δηλαδή πώς είναι να ζεις ανάμεσα σε δύο κόσμους νιώθοντας ότι δεν ανήκεις εντελώς ούτε στον ένα μα ούτε και στον άλλο». Η αφήγησή της, μάς μεταφέρει στη Νότια Αφρική στα δύσκολα χρόνια του απαρτχάιντ. Μια ευχάριστη νότα στην ανάγνωση, οι δύο αφρικανικές παροιμίες που η συγγραφέας χρησιμοποίησε επειδή θαύμασε τη φιλοσοφία που εμπεριέχουν. «Η μία είναι: Κανένας ήλιος δε δύει χωρίς την ιστορία του και η άλλη: Η λεοπάρδαλη τρέφεται με τις βούλες της (σημαίνει ότι ο καθένας από εμάς χρησιμοποιεί όποια ταλέντα διαθέτει προκειμένου να επιβιώσει)».

Μπάι. Είναι μόνο εννιά χρόνων αλλά η ζωή της ανατρέπεται ξαφνικά. Μοναδική της παρηγοριά η επινοημένη της φίλη. Βοηθήστε μας να γνωρίσουμε αυτό το κορίτσι.
Η τραγική ιστορία της Μπάι ξεκινάει με το θάνατο της μητέρας της, μια απώλεια οδυνηρή ειδικά για ένα κορίτσι στην ηλικία της, και το γάμο του πατέρα της με μια γυναίκα που από την πρώτη στιγμή έψαχνε τρόπο να την ξεφορτωθεί. Το πένθος που βιώνει σε συνδυασμό με το δυσφορικό αίσθημα μοναξιάς που έχει αρχίσει να την καταλαμβάνει, την ωθούν να επινοήσει μια φίλη, μια καλή φίλη με την οποία να μπορεί να μοιράζεται τη θλίψη, τους φόβους και τα όνειρά της. Χάρη στη φανταστική της φίλη θα καταφέρει να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που συναντά στο διάβα της βγαίνοντας, μάλιστα, από αυτές δυνατότερη από ποτέ.

Η Ελπίδα, είναι το δεύτερο κορίτσι που γνωρίζουμε. Είναι η σχεδόν λευκή ηρωίδα σας. Να μας εξηγήσετε το “σχεδόν”;
Χαρακτηρίζω την Ελπίδα σχεδόν λευκή επειδή γεννήθηκε από λευκό πατέρα με καταγωγή από τη Λήμνο και έγχρωμη μητέρα από τη Νότια Αφρική με αποτέλεσμα το χρώμα του δέρματός της να είναι περισσότερο λευκό… αλλά όχι ακριβώς. Αυτό το «σχεδόν» του τίτλου αποκαλύπτει κατά κάποιο τρόπο τον πυρήνα του βιβλίου, δηλαδή πώς είναι να ζεις ανάμεσα σε δύο κόσμους νιώθοντας ότι δεν ανήκεις εντελώς ούτε στον ένα μα ούτε και στον άλλο.

Το ελληνικό στοιχείο κατέχει ένα σημαντικό μέρος του μυθιστορήματός σας. Ποιο ήταν το σημείο που «κούμπωσαν» οι δυο κόσμοι;
Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα να γράφω το «Σχεδόν Λευκή», ο βασικός μου στόχος ήταν να παρουσιάσω αυτούς τους τόσο διαφορετικούς κόσμους μέσα από τις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων και, ειδικότερα, το ερωτικό συναίσθημα που αναπτύσσεται ανάμεσα σε μια έγχρωμη γυναίκα κι έναν λευκό άντρα. Η μεταξύ τους σχέση και οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν για να είναι μαζί ζώντας σε μια χώρα που θεωρούσε μιαρή και λίγα χρόνια αργότερα, παράνομη, την αγάπη τους, λόγω χρώματος, αποτέλεσε το κομβικό σημείο για την εξέλιξη της πλοκής του βιβλίου μου.

Σίγουρα υπάρχει έρευνα γύρω από τους Έλληνες που βρέθηκαν ή γεννήθηκαν στη μακρινή ήπειρο, η οποία προηγήθηκε της συγγραφής. Πόσο σημαντικές αποδείχτηκαν οι πληροφορίες που βρήκατε και προς ποιες κατευθύνσεις κινηθήκατε στην έρευνά σας;
Ασφαλώς και χρειάστηκε πολύμηνη έρευνα προτού ξεκινήσω να γράφω την ιστορία που είχα στο μυαλό μου. Όλες τις πληροφορίες που χρησιμοποίησα τις άντλησα από ειδικά βιβλία που δυσκολεύτηκα να βρω, από το διαδίκτυο, καθώς και από μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν ως μετανάστες στην Αφρική περίπου εκείνη την περίοδο. Ήταν απαραίτητο να έχω μια όσο γίνεται ολοκληρωμένη εικόνα της πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής ζωής των Ελλήνων αλλά και των ντόπιων προκειμένου να αποδώσω πιστά το κλίμα της εποχής.

Ποια πληροφορία από αυτές που κληθήκατε να διαχειριστείτε έκρυβε την μεγαλύτερη έκπληξη για σας και θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Γενικά, όλες σχεδόν οι πληροφορίες που μάζεψα κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου αφορούσαν γεγονότα που δεν γνώριζα και μερικά από αυτά όχι μόνο με εξέπληξαν αλλά και με σόκαραν μπορώ να πω, τόσο η ιστορία της Νότιας Αφρικής με το μελανότερο σημείο της να είναι το απαρχάιντ όσο και η ιστορία της Μοζαμβίκης με τις πολύχρονες μάχες των κατοίκων της να απαλλαγούν από τους αποικιοκράτες Πορτογάλους.

Θα θέλαμε επίσης να μας δώσετε μερικές πληροφορίες της απλής καθημερινότητας των ταλαιπωρημένων αλλά πάντα περήφανων αφρικανών που συμπεριλάβατε στο βιβλίο σας, ή ακόμη μία παροιμία ή έκφραση που συνηθίζουν.
Μέσα στο μυθιστόρημά μου αναφέρω δύο αφρικανικές παροιμίες επειδή θαύμασα τη φιλοσοφία που εμπεριέχουν. Η μία είναι: Κανένας ήλιος δε δύει χωρίς την ιστορία του και η άλλη: Η λεοπάρδαλη τρέφεται με τις βούλες της (σημαίνει ότι ο καθένας από εμάς χρησιμοποιεί όποια ταλέντα διαθέτει προκειμένου να επιβιώσει). Φυσικά και ήταν πολύ δύσκολη η καθημερινότητα των αφρικανών. Φανταστείτε ότι δεν μπορούσαν να μετακινούνται χωρίς να έχουν πάνω τους το λεγόμενο πάσο διαφορετικά τους φυλάκιζαν, δεν μπορούσαν να βρίσκονται στις περιοχές των λευκών μετά τη δύση του ηλίου εκτός αν διέθεταν ειδική άδεια από τον λευκό εργοδότη τους, είχαν ξεχωριστές θέσεις στα λεωφορεία, δεν επιτρεπόταν η είσοδός τους σε όλα τα πάρκα, τις δημόσιες τουαλέτες και τα μπαρ, ήταν παράνομο να παντρευτούν με λευκό… κι ένα σωρό ακόμα απαράδεκτοι περιορισμοί που αποτελούσαν τους λεγόμενους νόμους του απαρτχάιντ.

Και στην Ελλάδα ζουν πολλά παιδιά σχεδόν λευκά, που διαπρέπουν αλλά και πολλές φορές πέφτουν θύματα μπούλινγκ από παιδιά εξολοκλήρου λευκά, τα παιδιά μας. Δεν νομίζετε πως είμαστε πίσω ως λαός σε ό, τι έχει να κάνει με το χρώμα δέρματος του ανθρώπου;
Είναι, δυστυχώς, αλήθεια ότι η νοοτροπία που κυριαρχεί στη χώρα μας σε σχέση με ό,τι είναι «διαφορετικό» από αυτό που έχουμε συνηθίσει, δεν συνάδει με τον εξέχον πολιτισμό μας. Θεωρώ πως οι ρίζες της κοινωνικής «δυσκαμψίας» μας οφείλεται, όπως οι περισσότερες, άλλωστε, παθογένειες που μαστίζουν τη χώρα μας, στην απουσία παιδείας. Η παιδεία, όπως όλοι γνωρίζουμε, δεν είναι μόνο η μόρφωση που παίρνουμε στο σχολείο αλλά και δεκάδες άλλα πράγματα που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα και το ήθος μας όπως, για παράδειγμα, η ενσυναίσθηση.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ 1936. Όταν η μητέρα της εννιάχρονης Μπάι πεθαίνει ξαφνικά, τα πάντα στη ζωή της ανατρέπονται και τα όνειρά της διαλύονται. Μοναδική της συντροφιά καθώς μεγαλώνει, η φίλη της, Νοματέμπα, δημιούργημα της φαντασίας και της απελπισίας της. Μαζί της αντιμετωπίζει τις προκλήσεις που προκύπτουν πολεμώντας το απαρτχάιντ, τις κοινωνικές ανισότητες και τις φυλετικές διακρίσεις και χαράζει μια δύσκολη πορεία διεκδικώντας μια θέση στη ζωή και στον έρωτα.
Αρκετά χρόνια αργότερα, στην πόλη Σάρπβιλ, γεννιέται η Ελπίδα, καρπός ενός μεγάλου, αλλά καταδικασμένου έρωτα. Η συνειδητοποίηση της διαφορετικότητάς της, μια και δεν είναι μαύρη, όπως η μητέρα της, αλλά… σχεδόν λευκή, τη σπρώχνει να αναζητήσει τον Λημνιό πατέρα της στη γειτονική Μοζαμβίκη.
Σε μια χώρα που σπαράζεται από τον πόλεμο προκειμένου να απαλλαγεί από τους Πορτογάλους αποικιοκράτες, ο δρόμος της Ελπίδας συναντιέται με αυτόν του Τομάς, ενός Πορτογάλου συγγραφέα και επαναστάτη. Οι δυο τους περνούν διά πυρός και σιδήρου ελπίζοντας να παραμείνουν ζωντανοί, ελεύθεροι και μαζί.
Μια συγκλονιστική ιστορία δύναμης και θάρρους για τους αγώνες των ανθρώπων που πάλεψαν να αλλάξουν τον κόσμο.

Βιογραφικό
Η Ιφιγένεια Τέκου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε γαλλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και πήρε μεταπτυχιακό τίτλο από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Εργάστηκε ως διοικητική υπάλληλος για αρκετά χρόνια σε πολυεθνικές εταιρείες, ενώ πλέον κάνει μεταφράσεις και παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα σε παιδιά. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά της ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΦΩΣ, Η ΜΟΙΡΑ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ, ΔΕΞΙ ΚΙΤΡΙΝΟ ΛΟΥΣΤΡΙΝΙ, ΤΟ ΚΑΛΟ ΜΠΛΕ ΣΕΡΒΙΤΣΙΟ, Ο ΑΝΤΡΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΚΟΥΚΛΕΣ, καθώς και το βιβλίο της για εφήβους YOLO – ΖΕΙΣ ΜΟΝΑΧΑ ΜΙΑ ΦΟΡΑ.