Εκδόσεις Εστία 2023 σελ.137
Δεν πρόκειται για ημερολόγιο ούτε για μυθιστόρημα non fiction. Πρόκειται για μια μαρτυρία. Ούτε μύθος, ούτε ηθογραφία. Μαρτυρία μιας συνάντησης και εν μέρει συμβίωσης μελών μιας μικρής κοινότητος της ελληνικής επαρχίας και ενός πανεπιστημιακού, συντοπίτης τους.
Ο συγγραφέας Παντελής Δουκέλλης λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, έζησε δεκατέσσερις μήνες (2020-2021) στο μικρό του χωριό εκπληρώνοντας μια βαθιά του επιθυμία: να ξαναζήσει και να επανασυνδεθεί ουσιαστικά με τον τόπο όπου είχε γεννηθεί και μεγαλώσει, κι από τον οποίο ποτέ δεν είχε αποκοπεί πλήρως, να ξαναμιλήσει το ιδίωμα των παιδικών του χρόνων, έστω και μέσα από τα φίλτρα που είχαν προστεθεί στο αναμεταξύ, να ξανακούσει ήχους της φύσης, μύθους και λόγους των ανθρώπων, αποκαλυπτικούς της υπόστασής του, του ίδιου του του είναι.


Στις σελίδες του βιβλίου γίνεται λόγος για αφηγήσεις περιγραφικές, αφηγήσεις μυθοποιητικές, αφηγήσεις που δύσκολα ταξινομούνται, αφηγήσεις και σκέψεις ελεύθερες. Αφηγήσεις των συγχωριανών του, αφηγήσεις δια των οποίων δηλώνουν, οργανώνουν και διασαφηνίζουν τις εμπειρίες τους επί της γης, τις δικές τους, των άλλων, κοντινών, μακρινών, ζώντων, τεθνεώτων.
Φτάνοντας τον Αύγουστο του 2021 στο τέλος της πολύμηνης εμπειρίας, απήλαυσε αυτή τη διαμονή, τις σχέσεις αγάπης που αναπτύχθηκαν με γείτονες και παραγείτονες, την εκ νέου εμβάπτιση σε έναν τόπο όπου συντελείται το προσωπικό του κατοικείν.
Όσο περνούσε ο καιρός της συμβίωσης με τους συγχωριανούς του, έβλεπε ότι ο ρόλος του νομοκάνονα, του διαμορφωτή και βασικού υποστηρικτή μιας συγκροτημένης και κυρίαρχης θεώρηση του κόσμου, βρισκόταν στα χέρια, κυρίως στο μυαλό, των γυναικών ηλικίας χονδρικά εξήντα με ογδόντα χρονών. Η συγκεκριμένη αυτή ηλικιακή ομάδα δίνει τον τόνο για τα ναι και για τα όχι, για τα πρέπει και τις απαγορεύσεις που καλόν είναι ή που πρέπει να διέπουν τις συμπεριφορές όλων, εντός και εκτός του συγκεκριμένου κοινωνικού σώματος. Ο βιόκοσμος αυτών των γυναικών συνιστά μια σαφή και συντεταγμένη υπόθεση. Οι όποιες επιλογές μοιάζουν να είναι συνειδητές και κωδικοποιημένες. Πίσω από κάθε άρνηση ή κατάφαση υπάρχει ή μπορεί να αναπτυχθεί ένας λόγος νομιμοποιητικός ή απολογητικός, που αντλεί από δοξασίες και θρησκευτικές πεποιθήσεις από πατρογονικούς κανόνες ή ακόμη, λιγότερο, από τηλεοπτικά πρότυπα.
Οι γυναίκες άνω των εξήντα με συχνότερη μορφή εισοδήματος τη σύνταξη χηρείας ή τη δική τους σύνταξη και κύριο πεδίο ενασχόλησης τα οικιακά λειτουργούν ως ένας μηχανισμός κανονιστικός, όσο και ελεγκτικός, με έντονη συντηρητική οσμή.


Ο Παναγιώτης Δουκέλλης εισέρχεται στον επίγειο θόλο αυτών των γυναικών ως νοσταλγός αναμνήσεων και ως φυγάς της τρέχουσας, δικής του πραγματικότητας. Με την μαρτυρία του αυτή ο συγγραφέας δεν στοχεύει σε μια συνολική και αφ΄ υψηλού θεώρηση του βιόκοσμου των φιλενάδων του. Το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται σε τρεις-τέσσερις πτυχές του καθημερινού βίου, που βοηθούν να καταλάβουμε τις αντιλήψεις τους για την ατομική τους υπόσταση, το εγώ τους και, αναπόφευκτα, πώς αυτό το εγώ ορίζεται σε σχέση με τρίτους, με κάποιους άλλους .Ανάμεσα σ΄ αυτούς τους κάποιους άλλους περιλαμβάνεται και ο συγγραφέας ο ίδιος.
«Μα δεν θυμάσαι την Κλεοπάτρα που είχε βρει στην κούνια του μωρού της ένα φιδάκι;»
«Αμέ την ίδια μέρα εγκατέλειψαν στο σπίτι τους και πήγαν σε αυτό που είναι στον Άι-Νικόλα».
«Δεν ήταν δικό τους αυτό. Με το νοίκι ήταν».
«Ποιανού ήταν;»
«Του Καπετανάκη δεν ήταν;»
«Η Θεοδώρα, η αδελφή της Αθηνούλας, τι κάνει;»
«Χώρισε, ξαναπαντρεύτηκε, ζει στον Κορυδαλλό, τα παιδιά της είναι μεγάλα τώρα».
«Τι πράγμα κι αυτό με τα διαζύγια. Όλοι χωρίζουν. Δεν έχουν υπομονή τούτες οι καινούργιες κοπέλες. Βλέπω και με τον γιο μου».


Ένα υποδειγματικό ρετσιτατίβο και ενδεικτικός πολυθεματικός διάλογος με ερωταποκρίσεις που πέφτουν συνειρμικά ως εικόνες γιαπωνέζικης ταινίας κινουμένων σχεδίων. Ασταμάτητη ροή πληροφοριών που αυτός, ο ξένος προσπαθεί να παρακολουθήσει τη λογική της. Κομπάρσος των συζητήσεων, ο Παναγιώτης Δουκέλλης αποζητούσε τις πρώτες μέρες και εβδομάδες να καταλάβει, να μαντέψει, να συνθέσει. Του πήρε χρόνο να φύγει από το επίπεδο της ροής πληροφοριών και να δει μια ολόκληρη θεώρηση του κόσμου να κρύβεται πίσω από το κουτσομπολιό. Στοιχείο κοινωνικής συνοχής και ενδιαφέροντος, λέμε, το κουτσομπολιό.
Όλες αυτές οι αφηγήσεις με τις δέουσες από στόμα σε στόμα επιφορτίσεις (η τρίχα να γίνεται τριχιά ή και όχι απαραίτητα) απέδιδαν έναν ολόκληρο κόσμο, έτσι όπως η μικρή κοινωνία τον αντιλαμβανόταν τον οραματιζόταν ή / και τον απευχόταν.
Οι πληροφορίες, οι φήμες, τα κουτσομπολιά για την Κωνσταντίνα, για τη Μαριάνθη, για τη Μαρία για τη θεία Μιλτώ, για τη θεία Λένη, για τη θεία Μαρίνα του Μπανή, για τη γιαγιά Αμαλή, για την Ελπινίκη έτρεχαν ασύντακτες μες στα σοκάκια και τα στενά, έφθασαν όμως να διαμορφώσουν μια παραδειγματική περίπτωση για το πώς η ογδονταπεντάχρονη Κατερίνα του ρετσιτατίβου οραματιζόταν έναν όμορφο, ηθικό, αγγελικά πλασμένο κόσμο, όπου ο καθένας έχει και οφείλει να τηρεί τη θέση του τον ρόλο του, αποδεχόμενος πάντα τις βασικές αξίες της αγάπης, του σεβασμού αλλά και της κοινωνικής πειθαρχίας, όπως φυσικά τις εννοούσε εκείνη. Η εξιστόρηση είναι μία από τις βασικές λειτουργίες της αφηγηματικής διαδικασίας.
Απολάμβανε ο συγγραφέας αυτά που έλεγαν, έτσι όπως τα έλεγαν. Έβλεπε ότι ήταν εκτός τόπου και χρόνου. Δεν υπήρχε περίπτωση να τα αλλάξει. Κυρίως δεν υπήρχε λόγος.


«Τι κάνει ο παπα-Θανάσης; Λειτουργεί ακόμη εκεί, στο χωριό;»
«Τώρα… είναι πόσα χρόνια που έχει πεθάνει».
«Α! Θυμάμαι το νεραντζάκι που έκανε η παπαδιά του».
«Πάνε αυτά. Τώρα ακόμη κι οι παπαδιές πάνε στην καφετέρια»
«Τι είδες στο ντοκιμαντέρ της περασμένης Κυριακής;»
«Τι είδα… Θαρρείς ότι τα θυμάμαι; μ΄ αρέσει να τα βλέπω κείνη την ώρα μετά τα ξεχνώ. Δεν θα δώσω κι εξετάσεις!»
«Αυτά που βλέπεις όμως στην Αννίτα και στο Πακέτο τα θυμάσαι».
«Αυτά είναι βγαλμένα από τη ζωή».
Και πάει λέγοντας… Άκουγε λόγια, κουβέντες, πληροφορίες να τρέχουν, να τρέχουν, και την κατάλληλη στιγμή να δένουν μεταξύ τους και να πλάθουν ιστορίες με αρχή, μέση και τέλος και, κατά κανόνα, με μια κάποια ηθική προτροπή ή κατακεραύνωση.
Με τούτα και με τ΄ άλλα, άρχισε ο συγγραφέας να παρακολουθεί, ίσως και να θαυμάζει τις φίλες του στο χωριό. Γυναίκες ηλικίας εξήντα με ογδόντα και πλέον ετών που μένουν σε μόνιμη βάση στο πατρικό του χωριό. Απόφοιτες δημοτικού το πάλαι, νυν δε με σχετική τηλεοπτική επιμόρφωση, φορείς και δέσμιες ντόπιων παραδόσεων και κανόνων, που συνεχίζουν να υπηρετούν και να μεταπλάθουν, όπως όλες οι προηγούμενες αυτών γενιές, συμβάλλοντας στη διαρκή ανανοηματοδότηση του πνεύματος του γενέθλιου τόπου του.


Τα θέματα υγείας ή, καλύτερα, οι σωματικές παθήσεις είναι το στοιχείο που κυριαρχεί σε κάθε συζήτηση με τις φίλες του. Άλλο πεδίο δράσης τους είναι η καθαριότητα. Η καθαριότητα αποτελεί ύψιστη επιτακτική αρχή για τις φίλες του. Οι συγχωριανές του σιχαίνονται την οποιαδήποτε επαφή με μη καθαρό. Τα δώρα και αντιδώρα είναι ένα άλλο θέμα. Οι πρωταγωνίστριες του έχουν τελειώσει δημοτικό και διαβάζουν περιοδικά και τους βίους αγίων, τα κοντάκια, τα απολυτίκια και τους ψαλμούς (πηγές λαϊκής μόρφωση). Οι φίλες του δεν είναι πάντα βέβαιο ότι καταλαβαίνουν αυτά που ακούνε στην εκκλησία ή διαβάζουνε στα θρησκευτικά βιβλία. Τα θρησκευτικά βιβλία και η εκκλησία εν γένει συνιστούν μεγάλη πηγή γνώσεων και βεβαιοτήτων. Η θέση στον παράδεισο θεωρείται εξασφαλισμένη. Δεν ασκούν τον γραπτό λόγο οι φιλενάδες του συγγραφέα. Η τήρηση του τυπικού προέχει για τις φίλες. Το τυπικό δε σηκώνει αμφισβητήσεις και αμφιβολίες. Έτσι είναι. Τελεία και παύλα. Αν ο λόγος περί καθαριότητος ήταν το ένα θέμα που διαόλιζε τον συγγραφέα, το δεύτερο ήταν οι βεβαιότητες αυτής της κοινωνίας. Οι φιλενάδες του είναι απολύτως βέβαιες για τις επιλογές τους, για τις γνώσεις τους, για την κρίση τους. Οι φιλενάδες του δεν κεντούν και δεν πλέκουν δαντέλες και δεν υφαίνουν για δική τους, ατομική ικανοποίηση. Παράγουν έργα τέχνης για τον καλλωπισμό του σπιτιού τους και για την οπτική ικανοποίηση των επισκεπτών τους. Τα εργόχειρά τους είναι οι δικές τους συνειδησιακές εγγραφές στο χρόνο, εγγραφές νοικοκυροσύνης και επιμέλειας. Κάποια στιγμή ήρθε η τηλεόραση. Η μεγάλη δασκάλα και τροφός για τις φίλες του. Η τηλεόραση είπε κάτι, ο κοινός θνητός σιωπά. Η τηλεόραση καλύπτει τον ελεύθερο χρόνο τους. Οι φίλες του βρίσκονται πλέον στην ηλικιακή φάση που δύσκολα αλλάζουν άποψη για πολλά πράγματα…


Εγκαταστάθηκε ο συγγραφέας στον γενέθλιο τόπο που τον είχε θρέψει με τα αγαθά που παράγει και τον είχε αναστήσει κάτω από το φως του ουρανού, τις γλυκιές και τις τραχιές μέρες του χρόνου, μαζί με τόσους και τόσους ανθρώπους θνητούς, και με τόσες άυλες αλήθειες και μύθους που πάνε βαθιά μέσα στον χρόνο των ηρώων και συναντούν θεότητες και αγιότητες ή, πάλι, πλάθονται από κάθε γενιά και πλανώνται εκεί, επί τόπου. Εγκαταστάθηκε προσωρινά, αναζητώντας ουσιαστική συνάντηση με το πνεύμα του τόπου του, ένα πνεύμα -σύνθεση έλλογων και μυθικών στοιχείων. Μια ευτοπία;
Απ΄ την αρχή ως το τέλος ήταν από τις πιο γλυκές και υπέροχες και αλησμόνητες εμπειρίες της ζωής του. Χαλεπός όσο και υπέροχος, ο γλωσσικός και πολιτιστικός νόστος. Είχε βέβαια έναν πρόσκαιρο και παροδικό χαρακτήρα. Σε καμία περίπτωση δεν σκόπευε να επανενταχθεί πλήρως και ισοβίως στη μικρή κοινότητα, απεμπολώντας την ταυτότητά του, τα κεκτημένα τόσων χρόνων, τη ρότα της ζωής του. Με αυτές τις αποσκευές θέλησε να δει τον βιόκοσμο των φιλενάδων του. Αφέθηκε στην αρχή. Κι όταν άρχισε να φουσκώνει ο κορεσμός, ο οργανισμός αντέδρασε! Διαρκώς έχουμε μέσα μας αυτό που αναζητούμε. Οι χωρικές μετακινήσεις και απομακρύνσεις ίσως διευκολύνουν τον αναστοχασμό, ίσως να φέρνουν στην επιφάνεια σκέψεις και επιθυμίες που βρίσκονται βαθιά μέσα μας. Όμως είμαστε δημιουργήματα αυτής της συνύφανσης λόγου και μύθου, εμπειρίας και αφαίρεσης, βεβαιοτήτων και κριτικής αμφιβολίας, γραπτού λόγου και προφορικότητος, αναμνήσεων και προσδοκιών. Η εκζήτηση του πηγαίου, του αυθεντικού του ελεύθερου συνιστούν μια διαρκή διαδικασία προσωπικού στοχασμού. Η αναζήτηση του αυθεντικού στο πρόσωπο άλλων καταγράφεται ως απλή εθνογραφική παρατήρηση, ικανή ίσως να χρησιμεύσει ως κάτοπτρο μιας άλλης κοινωνίας…


Μια μαρτυρία. Μια ιστορία αφοπλιστικής ειλικρίνειας, με πολλή τρυφερότητα, ευαισθησία και φροντίδα, που αναδεικνύει έναν κόσμο απίστευτης γοητείας, με ηλικιωμένες γυναίκες τραγικά αστείες με την ντοπολαλιά τους. Μια ιστορία μνήμης, που δείχνει πόσο συνδεδεμένες είναι οι ζωές μας με την ιστορία του γενέθλιου τόπου, ότι δεν είμαστε το κέντρο του κόσμου, αλλά ταξιδεύουμε διαρκώς σε μια συνεχή αναζήτηση και σε διαρκείς συναντήσεις. Όταν το καθημερινό παρόν είναι ανιαρό και το μέλλον φαντάζει ακόμη μακρινό, το παρελθόν καταντά απολύτως ελκυστικό και εύκολα μετατρέπεται σε πόλο έλξης για κάθε ανήσυχο και φιλοπερίεργο πλάσμα.
Ένας στοχασμός στο παρελθόν και μια ματιά πάνω σε μια επαρχιακή κοινωνία του σήμερα.
Ο Παναγιώτης Δουκέλλης δείχνει μια συνεχή διάθεση να υπονομεύει με χιούμορ, που σπάει κόκαλα, το κάθε λογής στερεότυπο και συντηρητικό. Αποφεύγει μια στερεοτυπική και διδακτική προσέγγιση του θέματος.
Λόγος λιτός και δωρικός.
Ένα έργο τέχνης που μας καθήλωσε και μας γοήτευσε.
Ένα εκπληκτικό βιβλίο.


Ο Παναγιώτης Δουκέλλης είναι ιστορικός του αρχαίου κόσμου, καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.