«Έτσι συνήθως χάνουμε τα πιο ωραία χρόνια μας, από ένα τίποτα:
ένα αύριο που άργησε ή ένα λυκόφως που κράτησε πολύ…
» Τάσος Λειβαδίτης

  1. Ένα. χωριό έξω από τη Μεγαλόπολη Αρκαδίας.
    Δύσκολα χρόνια γεμάτα απογοητεύσεις και ανέχεια.
    Εκεί ζουν άνθρωποι με νου , με καλοσύνη και καλή διάθεση. Έτσι απαλύνουν τις αντιξοότητες και τις δυσκολίες της κάθε εποχής.
    Μια οικογένεια ( ο παππούς Γιώργος, η γιαγιά, ο Γιάννης, ο Παρασκευάς, ο Νώντας, ο Λάκης, η Άννα, ο Σταύρος κ.α.) ζούσε με αγάπη, χωρίς τσακωμούς, χωρίς οικογενειακά προβλήματα. Μεγαλώνανε τα παιδιά ταπεινά, λιτά, αλλά είχανε ήρεμα και πολύ καλά παιδικά χρόνια. Ζούσανε σε αρμονία με το περιβάλλον και μάλιστα ήταν χαρούμενοι με το γεγονός ότι μπορούσανε να είναι μάρτυρες της φυσικής ζωής. Μεγαλώνανε μαζί με όλα τα ζωντανά και τα πουλιά, καθώς σεβότανε που μοιράζονταν τον ίδιο χώρο. Μέσα σε αυτόν τον παράδεισο, το ατέλειωτο τραγούδι από τα αηδόνια, τα κοτσύφια, τις τσίχλες, έδιναν μια θαυμαστή νότα. Το σπίτι τους ήταν πάντα γεμάτο με όλα τα καλά του Θεού. Κρασί, λάδι, αλεύρι, κρέατα, πουλερικά. Όλοι στο χωριό γνωρίζανε την τιμιότητα και την καλοσύνη του παππού και της γιαγιάς. Το σπίτι τους ήταν πάντα ανοιχτό και δεν υπήρχε χωριανός να έχει ανάγκη, να αποταθεί στον μπάρμπα Γιώργη και να μην τον βοηθήσει όσο μπορούσε.
    Το μεγάλο τους κτήμα ήταν στη νότια πλευρά του χωριού και είχε αμπέλια, ελιές, καλαμπόκια, τριφύλλια, φασολιές, μπάμιες, ντομάτες, μποστάνια, συκιές, καρυδιές, κερασιές, μηλιές, δαμασκηνιές, ένα ποτάμι και ένα μεγάλο δάσος. Τα καλοκαίρια το κτήμα ήταν χάρμα οφθαλμών. Χρώματα, μυρωδιές, επίγειος παράδεισος. Αυτό το κομμάτι γης ήταν για αυτούς τα πάντα. Ήταν η χαρά τους. Ήταν ό,τι τους ενθουσίαζε στα φτωχικά και δύσκολα εκείνα χρόνια. Δεν γνωρίζανε ότι υπήρξανε οι τελευταίοι μάρτυρες ενός ζωντανού παράδεισου, που εξακολουθούσε να υπάρχει στη γη.
    Αξέχαστα χρόνια. Ευλογημένος τόπος. Δεν θέλει πολλά ο άνθρωπος να είναι ευτυχισμένος. Η ευτυχία γράφεται με πεζά γράμματα. Η πολυτέλεια δεν προϋποθέτει ευτυχία. Η ζωή είναι ωραία. Ο χρόνος είναι αμείλικτος. Αέναος κύκλος η ζωή.
    Για πόσο όμως θα ζούσανε όλη αυτή την ευτυχία; Για πόσο άραγε θα ζούσανε αυτό το παραδεισένιο παραμύθι; Τι θα μπορούσε να διασαλεύσει την απέραντη ευτυχία αυτού του μοναδικού κομματιού χαράς και ευτυχίας; Ποιο χέρι θα μπορούσε να κόψει αυτό το υπέροχο λουλούδι; Ποιο χέρι θα μπορούσε να σπάσει αυτό το υπέροχο βάζο, με τα σπάνιας ομορφιάς πολύχρωμα ρόδα; Ήταν τόσο ωραίο και αληθινό που φάνταζε σαν ψέμα, αναρωτιόταν ο μικρός Σταύρος, γιατί γνώριζε ότι σε κάθε παράδεισο καιροφυλακτεί ένα φίδι να καταστρέψει τη γαλήνη και την ευτυχία.
    Ο θείος Λάκης ήταν το μαύρο πρόβατο της οικογένειας. Ήταν ακαμάτης, κοπρίτης, αδιάφορος, τεμπέλης, αλήτης. Θα δημιουργούσε πολλά προβλήματα σε αυτή την ευτυχισμένη οικογένεια…

Ένα βιβλίο για την ευτυχία, την αγάπη, το καλό, την καλοσύνη, την φιλία, το μέτρο, την φτώχεια, την ανέχεια, την μοναξιά, τα ματωμένα ηλιοβασιλέματα, τα γήινα χρώματα, τα πρώτα ραντεβού, τους πρώτους αληθινούς έρωτες, τις φαντασιώσεις, τα νυφοπάζαρα, τον προσκοπισμό, την δικτατορία, το μάζεμα των ροδάκινων, τους γεωργικούς συνεταιρισμούς, το ζυμωτό ψωμί, τις τηγανιτές πατάτες και τα αβγά μάτια, την χωριάτικη σαλάτα, το καλαμπόκι στα κάρβουνα, τις σούβλες με τις γουρουνοπούλες, τα κλαρίνα, τους χορούς και τα τραγούδια, το τηλέφωνο με την μανιβέλα, την ασπρόμαυρη τηλεόραση, το χρήμα που έγινε θεός, την προδοσία, την τοκογλυφία, την εξαπάτηση, την κακία, την πλεονεξία, την αλαζονεία, την κακοήθεια, τον εγωισμό, την ματαιοδοξία, την μικρότητα, τον φθόνο, την ανάλγητη κοινωνία, τον ύποπτο πλουτισμό, την χυδαία καθημερινότητας, την κοινωνία του εύκολου ψεύδους, την πονηρή εποχή που εκθειάζει το εύκολο, το πονηρό, το αγοραίο και το χυδαίο, την αφυδατωμένη εποχή μας που δεν έχουμε χρόνο να ονειρευτούμε, τον κόσμο που έγινε σκληρός και διαβρωμένος, τους πλούσιους και τους αδύνατους, τον άκρατο και αλόγιστο πλουτισμό, την αντιπαροχή, την ξενιτειά, την τρομακτική αστυφιλία, τον χαμένο παράδεισο γεμάτο ανθρώπους, χαμόγελα και ευτυχία…

Ο συγγραφέας Μιχάλης Σταυρόπουλος με τα μάτια ενός εφήβου που ανεβαίνει τα σκαλιά της ζωής και γίνεται γονιός, μας βάζει σε ένα οξύ προβληματισμό μπροστά στο διπλό σταυροδρόμι της ζωής μας.
Μπροστά στο σταυροδρόμι της ζωής μας ,έχουμε να επιλέξουμε από τη μια τον δύσκολο και περιπετειώδη δρόμο της αρετής και από την άλλη τον δρόμο της αδικίας, του εύκολου πλουτισμού, της κακίας και της απομάκρυνσης από την ανθρώπινη φύση μας. Τι θα διαλέξουμε;
Η επιτυχία έχει πολλές αναγνώσεις. Η αρχαιολαγνεία, η αλαζονεία, ο φθόνος, η απληστία και η φιλαργυρία γεννούν τέρατα. Τα αμαρτήματα αυτά έχουν έναν φυσικό δικαστή και συνήθως κολάζονται από μια θεία τιμωρία. Η Νέμεσης ως φυσικός τιμωρός, θα τιμωρήσει κάθε απόκλιση από τους φυσικούς νόμους;
Η ευτυχία βρίσκεται στον πλούτο, στη δόξα και στην εξουσία;

Διαβάστε το.

Ο Μιχάλης Σταυρόπουλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Έχει σπουδάσει Οικονομικά και Διοίκηση Επιχειρήσεων, με εξειδίκευση στο Marketing και Management. Επίσης έχει σπουδάσει Ευρωπαϊκό Πολιτισμό στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών. Με πολύχρονη και εκτενή Ακαδημαϊκή Έρευνα, συγγράφει και δημοσιεύει επιστημονικά δοκίμια και άρθρα σε περιοδικά, σε Ελληνικά και Διεθνή Ακαδημαϊκά forum με φιλοσοφικά, λογοτεχνικά και ιστορικοκοινωνικά θέματα. Η αγάπη του για την Ελληνική και Ευρωπαϊκή Φιλοσοφία και Ιστορία είχε ως αποτέλεσμα τη συγγραφή του έργου ΑΕΝΑΟΣ ΚΥΚΛΟΣ, ενός συναρπαστικού φιλοσοφικού ταξιδιού, που ξεκινά από τον Όμηρο, με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς και καταλήγει στον μέγιστο των φιλοσόφων Αριστοτέλη.