Νουβέλα Εκδόσεις Γκοβόστης 2023 σελ. 132-Γράφει: Ο Κώστας Τραχανάς

Ο κρουπιέρης φώναξε το βουερό του faites vos jeux…
Φτάνουν είκοσι τέσσερις ώρες για να αλλάξει ολότελα η ζωή μιας γυναίκας;


Η πρωταγωνίστρια είναι μια καταπιεσμένη γυναίκα που ασφυκτιά μέσα στον γάμο της, μα δεν επαναστατεί και συμβιβάζεται με τη σκληρή πραγματικότητα. Έρχεται μια στιγμή στη ζωή της όμως που όλα αλλάζουν και γκρεμίζονται …
Μια ηλικιωμένη γυναίκα εξομολογείται σε ένα άντρα πώς πέρασε πριν είκοσι τέσσερα χρόνια στο Μόντε Κάρλο ένα 24ωρο με ένα πολύ νεότερό της άνδρα, πιστεύοντας ότι έτσι απελευθερώνει την ψυχή της και εξαφανίζει το βαρύ φορτίο και τον αιώνιο εφιάλτη των περασμένων. Περιγράφει την φρίκη της , την πίκρα της την αγάπη της και την απόγνωσή της.
Ένιωθε προδομένη ταπεινωμένη βεβηλωμένη βουτηγμένη μέσα στο αίσχος και ξεπεσμένη ως τα μύχια της ψυχής της. Νιώθει με φρίκη πόσο αδύναμο, άθλιο και τιποτένιο είναι εκείνο που με τόσο έμφαση ονομάζουμε ψυχή, πνεύμα, αίσθημα και οδύνη, αφού όλα αυτά και στον πιο υπέρτατο ακόμα παροξυσμό τους, είναι ανίσχυρα να τσακίσουν το κορμί που πάσχει τη σάρκα που βασανίζεται…
Μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες ,είχε αποκτήσει ασύγκριτα μεγαλύτερη πείρα της πραγματικότητας απ΄ όση της είχαν χαρίσει τα σαράντα χρόνια της νοικοκυρεμένης της ζωής.


Εκείνες οι είκοσι τέσσερις ώρες την είχαν στιγματίσει για πάντα.
Είκοσι τέσσερις ώρες κατάφορτες απ΄ τη συγκλονιστική θύελλα των πιο παράξενων αισθημάτων που ράγισαν για πάντα την ψυχή της.
Η γυναίκα αυτή ερωτεύεται παράφορα ένα νεαρό Πολωνό διπλωμάτη , εθισμένο στα τυχερά παιχνίδια. Αυτόν τον νέο ,το παιχνίδι της ρουλέτας τον είχε μεθύσει ,τον είχε συνεπάρει το τρελό χοροπήδημα της μπίλιας και ήταν τόσο συνεπαρμένος απ΄την τρέλα του παιχνιδιού. Βρισκόμενος σε μια έξαλλη κατάσταση δαιμονισμένου, η έκσταση έλαμπε στο πρόσωπό του και τον είχαν περικυκλώσει οι κολασμένες φλόγες του πάθους. Είχε χάσει όλα του τα χρήματα. Ήταν ένας κατεστραμμένος άνθρωπος. Ήταν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Κι εκείνη τον έσωσε…
Όμως η μοιραία αυτή συνάντηση, δύο ξένων ανθρώπων, στο καζίνο του Μόντε Κάρλο, είχε σαν αποτέλεσμα εκείνη να τον ερωτευτεί τρελά. Μονάχα ίσως οι άνθρωποι που ξέρουν από πάθος μπορούν να δοκιμάσουν, σ΄ εξαιρετικές στιγμές ,αυτές τις αναπάντεχες εκρήξεις ενός πάθους όμοιου με χιονοστιβάδα ή με κυκλώνα.


Ήταν μια αξιοπρεπής χήρα σαράντα χρονών με δύο μεγάλα παιδιά αλλά όλους τους πρόδωσε τους λησμόνησε σχεδόν τους εγκατέλειψε κάτω απ΄ το κεραυνοβόλο πάθος, το ερωτικό πάθος, το παράφορο κι ανόητο. Ήταν έτοιμη να ρίξει μονομιάς μέσα στο βάραθρο όλες τις παρακαταθήκες μιας νοικοκυρεμένης ζωής, όλες τις συγκροτημένες κι απωθημένες ως τότε δυνάμεις της ζωής της για αυτό το τρελό της πάθος και τον σφοδρό της πόθο.
Και ο χρόνος μιας μέρας γίνεται ολόκληρη η ζωή της…
Όταν ο έρωτας κόντρα σε κάθε πιθανότητα ,συναντά και τους δυο τους το κάλεσμά του αποδεικνύεται ανίκητο. Η αγάπη είναι ένας ήχος. Ακούγεται σαν χίλια χτυποκάρδια ταυτόχρονα.
Η μοίρα τους χωρίζει. Η μοίρα τους φέρνει κοντά.
Θα καταφέρει η αγάπη και ο έρωτας να τους κρατήσει ενωμένους;
Χαλάει ποτέ η αγάπη; Λυγίζει άραγε ποτέ και σπάει;
Κι αν ναι, μπορείς άραγε να την κολλήσεις, να τη φτιάξεις και να τη χτίσεις;
Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι εκείνη θα τον αγαπά για πάντα.
Η γυναίκα αυτή ένιωσε μια λυσσασμένη οργή που θόλωνε τα πάντα ,ένα παράφορο πόνο να αρπάξει από τον λαιμό τον νέο αυτό που τόσο ελεεινά είχε προδώσει την εμπιστοσύνη της, το αίσθημά της την αφοσίωσή της, τον έρωτά της. Ένιωθε απογοήτευση που δεν την ένιωθε σα γυναίκα. Ενώ αυτή ήταν έτοιμη να τον ακολουθήσει ως την άκρη του κόσμου, θα ατίμαζε το όνομά της και το όνομα των παιδιών της. Θα έφευγε μαζί του, δεν θα ρωτούσε ούτε που πηγαίνει ούτε για πόσο καιρό .Θα θυσίαζε γι΄ αυτόν τα χρήματά της, τ΄ όνομά της, την περιουσία της, την τιμή της και ίσως να μην υπήρχε προστυχιά στον κόσμο που δεν θα έκανε για χάρη του .Θα πετούσε από πάνω της όλα εκείνα που οι άνθρωποι ονομάζουν αιδώ και επιφύλαξη. Αν αυτός έκανε μονάχα ένα βήμα προς αυτήν, εκείνη τη στιγμή θα χανόταν για πάντα θα γινόταν αιώνια σκλάβα του…
Αυτός όμως δεν την υπολόγισε σαν ερωτευμένη γυναίκα και ξαναγύρισε στο πάθος του για την ρουλέτα, στην καταστροφή!!!


Ο Στέφαν Τσβάϊχ κατάφερε, σε μια έκρηξη ωριμότητας, να παντρέψει το γνήσιο, ανεπεξέργαστο συναίσθημα με μια πρωτοφανή αντίληψη της πραγματικότητας ,που εξυμνεί με τρυφερότητα την τρωτή, ευάλωτη φύση του ανθρώπου.
Προσπάθησε να δώσει μια φωνή στην κάθε γυναίκα, παρόλο που συχνά οι ηρωΐδες του δεν γνωρίζουν για τη δύναμη που κρύβουν μέσα τους, δεν γνωρίζουν πώς να αλλάξουν τις ζωές τους. Αλλά ήθελε επίσης να τους επιτρέψει να μιλήσουν, και να τους επιτρέψει να έχουν ελαττώματα. Πολλές από αυτές τις γυναίκες λένε πράγματα που δεν θα έπρεπε να πουν και κάνουν πράγματα που δεν θα έπρεπε να κάνουν.
Η αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέως, εντείνει την επιθυμία του αναγνώστη να ρουφήξει το βιβλίο. Χρώματα, ευωδιές, τοπία, συναισθήματα, αισθήματα, πλούτος εικόνων και γεύσεων, ένας τεράστιος πίνακας.
Σπάνια η λογοτεχνική γραφή καταφέρνει να είναι ταυτόχρονα τόσο ανεπιτήδευτη, αιχμηρή και με τόσο βάθος.
Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλο βιβλίο, που να σε βυθίζει τόσο βαθιά στην ανδρική και γυναικεία ψυχοσύνθεση.
Κείμενο που σε παρασύρει στους γρήγορους ρυθμούς του και συχνά σταματάς για να αφήσεις το χρόνο να καταλαγιάσει μέσα στη σκέψη σου, να ηρεμήσει τον συναισθηματικό φορτίο σου.
Εξαιρετική οικονομία μέσων και κάθε λέξη στη θέση της.
Ένα αιχμηρό και υπερευαίσθητο μυθιστόρημα για την εγκατάλειψη ,την απάρνηση, τα πάθη, τον έρωτα.
Ένα φανταστικό συγκινητικό και μαγευτικό βιβλίο.
Μια Νουβέλα για τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο και τα νήματα που τα συνδέουν σ’ ένα αξεδιάλυτο κουβάρι.
Ιδιαίτερης ποιότητας λογοτεχνικό έργο.
Ο άνθρωπος είναι σκοτεινός και η τέχνη, η τέχνη της ίδιας της Νουβέλας, είναι το μόνο φως που προσφέρεται…
Διαβάστε το.


Ο πολυταξιδεμένος και πολυγραφότατος Stefan Zweig (Στέφαν Τσβάιχ) γεννήθηκε στη Βιέννη στις 28 Νοεμβρίου 1881. Ως το 1935 –αν εξαιρέσουμε τα πολυάριθμα ταξίδια του στο εξωτερικό– ζει στην Αυστρία (Βιέννη και Σάλτσμπουργκ). Μεταφράζει Βερλέν, Μποντλέρ και Βεράρεν, δημοσιεύει ποίηση, νουβέλες, θεατρικά, δοκίμια, καθώς και τα περισσότερα έργα μιας μεγάλης σειράς βιογραφικών μελετών και λογοτεχνικών πορτρέτων για μεγάλες προσωπικότητες του παρελθόντος. Το 1933, με την ανάληψη της εξουσίας από τους εθνικοσοσιαλιστές στη γειτονική Γερμανία, τα βιβλία του Τσβάιχ γίνονται στόχος της ναζιστικής προπαγάνδας. Το 1935 εγκαταλείπει οριστικά την Αυστρία, εγκαθίσταται στο Λονδίνο και το 1940 αποκτά τη βρετανική υπηκοότητα. Το 1941 φεύγει για τις ΗΠΑ και αποκεί για τη Βραζιλία. Πικραμένος από τα πολιτικά γεγονότα και από το τέλος της εποχής, αυτοκτονεί μαζί με τη γυναίκα του στις 23 Φεβρουαρίου 1942 στην Πετρόπολη, κοντά στο Ρίο ντε Τζανέιρο.