Γιώργος Σκαμπαρδώνης
Εκδόσεις Πατάκη 2023

Μπορεί ένα βιβλίο να ερεθίσει τα οσφρητικά κέντρα με μυρωδιές από γιασεμί και θηλυκό άρωμα, από κάπνα και μπαρούτι, ερωτικό ιδρώτα και μπασμά;
Μπορεί ένας συγγραφέας να χαρίσει ιστορική γνώση φανερώνοντας άγνωστα στους πολλούς συμβάντα συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου και να μεταπλάσσει την ιστορική πληροφορία σε εργαλείο μυθοπλασίας δημιουργώντας ήρωες με φανερές ή αφανέρωτες επιρροές από αυτήν;
Ακόμα, μπορεί να σου υπενθυμίσει νοσταλγικά την εντοπιότητά σου αν η δράση των ηρώων εκτυλίσσεται στην πόλη όπου γεννήθηκες ή σε άλλη περίπτωση να σου γνωρίσει την τοπογραφία και την κοινωνική σύνθεση μιας πόλης με υπέροχη “ντοκυμαντερίστικη” αφήγηση;


Οι απαντήσεις βρίσκονται στο νέο μυθιστόρημα του Γιώργου Σκαμπαρδώνη, του σπουδαίου αυτού σύγχρονου διηγηματογράφου, με τον αινιγματικό τίτλο: “Ήλιος με ξιφολόγχες“.
Για ακόμη μία φορά ο Σκαμπαρδώνης ερωτεύεται την γενέθλια πόλη και παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, το οποίο αφ’ενός μαρτυρά την εξονυχιστική έρευνα που προηγήθηκε της γραφής και αφ’ετέρου αποτυπώνει με απαράμιλλο, εντελώς προσωπικό λογοτεχνικό ύφος την περίοδο του μεσοπολέμου στη Θεσσαλονίκη -πιο συγκεκριμένα ασχολείται με το πρώτο εξάμηνο του 1931 φωτίζοντας κυρίως την αθέατη πλευρά της πόλης.


▪️Σαλονίκη 1931 και η πόλη θυμίζει πολύβουη κυψέλη με ετερόκλητους κατοίκους. Στους δρόμους της περιδιαβαίνουν άνθρωποι πλούσιοι, παιδιόθεν αριστοκράτες και φτωχοί των συσσιτίων, ντόπιοι και Μικρασιάτες πρόσφυγες, χριστιανοί και εβραίοι, Βούλγαροι κομιτατζήδες, κομμουνιστές και αρχειομαρξιστές, βενιζελικοί και βασιλικοί, εθνικιστές, φασίστες, τριεψιλίτες και φυσικά… κατάσκοποι, όλοι εναντίον όλων, με τις δολοφονίες, τις ίντριγκες και τις δολιοφθορές να συμβαίνουν σχεδόν καθημερινά.
Η ίδια η πόλη εκπέμπει τη γοητεία της αντίθεσης καθώς στο αστικό τοπίο συνυπάρχουν τα στενά δρομάκια και οι λεωφόροι, τα πολυτελή ξενοδοχεία και τα κέντρα διασκέδασης, τα Λαδάδικα και τα καλντερίμια της Άνω πόλης, οι προσφυγικές παράγκες και τα αρχοντικά των μεγαλοαστών, οι εβραϊκοί συνοικισμοί, ο Βαρδάρης και η περιώνυμη Μπάρα.
Στη σχεδόν πάντα νοτισμένη ατμόσφαιρά της αντηχεί η ιδιότυπη εσπεράντο της εποχής, ένα κοκτέιλ από γλώσσες με ιδιόλεκτα διαφορετικής καταγωγής – ντόπια, σεφαραδίτικα, γαλλικά των σαλονιών, ξέφτια τουρκικά, σλαβομακεδονικά και μικρασιάτικα.


Μέσα σε όλο αυτό το πολύχρωμο παζλ ο συγγραφέας έχει εστιάσει τον μεγεθυντικό φακό του στον ταγματάρχη Γόρδιο Κλήμεντο – επικεφαλής της αντικατασκοπίας – και… στον Έρωτα.
Ο Γόρδιος (όνομα τυχαίο;) προσπαθώντας από θέση και ιδιότητα να “ενοποιήσει τις αντικρουόμενες πεποιθήσεις” οδηγεί τον αναγνώστη στις κρυφές ρωγμές της ιστορίας και του αποκαλύπτει κατασκοπικά σχέδια ξένων και ντόπιων δυνάμεων, σκοτεινά κίνητρα, παρακολουθήσεις, διασυνδέσεις με επαναστατικές ομάδες αλλά και αφανέρωτα δικά του μυστικά. Πολλά τα μυστικά του ταγματάρχη, υπηρεσιακά, κρατικά, συναδελφικά με προεξάρχον το προσωπικό του, εκείνο που τον ταλανίζει και δεν είναι άλλο από τον “δαιμονικό” έρωτά του για την κοκκινομάλλα αμαζόνα Ντανιέλ, στοιχείο που διαπλέκεται σε όλο το μυθιστόρημα ταυτόχρονα με τους συλλογισμούς και την δράση του ήρωα στους σκοτεινούς δρόμους των μυστικών υπηρεσιών και των πρακτόρων.
Η Ντανιέλ -“μαγνόλια της τυραννίας”, κόρη του μεγαλοκαπνέμπορα Κύρου Μελισσηνού – είναι πνευματώδης, γυμνίστρια από πεποίθηση, υπερασπίζεται την αυτοδιάθεσή της, οδηγεί Χάρλεϊ μηχανή (ρηξικέλευθο) και μονοπωλεί τη σκέψη και τις φαντασιώσεις του Γόρδιου.
Ο συγγραφέας σκύβει σχεδόν ευλαβικά και παρατηρεί μέχρι λατρείας αυτή την ιδιότυπη σχέση – όπως κι εκείνη των γονιών της Ντανιέλ με το άρωμα αιωνιότητας – την ίδια ώρα που κόβει βόλτες στο γκριζωπό λιμάνι, στις κακόφημες γειτονιές και στα σπίτια του πληρωμένου έρωτα.
Έξω και δίπλα στα αισθησιακά σκηνικά πού ενορχηστρώνει με την αφηγηματική του δεξιοτεχνία στήνονται εκείνα των πολιτικών διώξεων και των αιματηρών συγκρούσεων.


Η φωτιά που προξενήθηκε από περίεργη τυχαιότητα σε μια αποθήκη-παράπηγμα είναι η αρχή της έρευνας του Γόρδιου αλλά και η αρχή ενός απολαυστικού αναγνωστικού ταξιδιού.
Ένας απανθρακωμένος άνδρας στον κυρίως χώρο, το θαμμένο στο υπόγειο της αποθήκης πτώμα ενός Εβραίου πληροφοριοδότη του Γόρδιου, προκηρύξεις, χρυσές λίρες και έντυπα κομμουνιστικών ομάδων είναι τα πρώτα ευρήματα και η εξιχνίαση της μυστηριώδους υπόθεσης ξεκινά.
Μέσα από τους τίτλους και τα άρθρα των εφημερίδων της εποχής προκύπτει το υλικό της εξιστόρησης, με κορύφωση τον εμπρησμό του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ, γεγονός που πυροδότησε τα κατοπινά θλιβερά γεγονότα που άλλαξαν τον ρου της Ιστορίας.
Στη μυθιστορία παρελαύνουν υπαρκτά πρόσωπα και επινοημένα των οποίων οι χαρακτήρες, τα πάθη και η δράση αποκαλύπτονται βαθμιαία και διεξοδικά, πάντα με την γοητευτική, ελαφρά ειρωνική, γλωσσοπλαστική γραφή του Σκαμπαρδώνη. Μαυλιστικές παρομοιώσεις, σχήματα λόγου, ντοπιολαλιές, διάλογοι σχεδόν προφορικοί και χρωματιστές “εικονολέξεις” συνιστούν την γραφή αποπλάνησης του αναγνώστη.


Εξαιρετική η ποιότητα της έκδοσης, με άριστη επιμέλεια και με την εντυπωσιακή εικόνα εξωφύλλου να θέτει αυτόματα ερωτήματα:
Ξιφολόγχες ως σύμβολα εθνικισμού;
Ξιφολόγχες που κουρσεύουν τις καρδιές;
Ξιφολόγχες προς όλες τις κατευθύνσεις που προστατεύουν τον ήλιο του έρωτα; Ή…
Ξιφολόγχες κυκλωτικές, προστάτιδες της πατρίδας;

▪️Δείγμα γραφής στα αποσπάσματα που ακολουθούν:
<<Στη ρεσεψιόν, που είναι κάτι σαν ημικυκλικό, χτιστό γραφειάκι, κάθεται ένας ηλικιωμένος καράφλας με κωδωνόσχημο κεφάλι και πρόσωπο αλεπούς, δίπλα σε μία μικρή, πήλινη σομπίτσα. Φαίνεται μεταχειρισμένος άνθρωπος, παλιό ναρκαλιευτικό της πιάτσας…>>

<<Πρέπει να καθελκύουμε ισχύ, αλλά χρειαζόμαστε και επιδεξιότητα και πονηρία. [….] Κάθε κοινωνία πρέπει να καταργεί το ομοίωμά της κάθε τόσο, για να μπορεί να προχωρήσει. […..] Και επιπλέον, πρέπει να βιαστούμε. Ο χρόνος δεν σταματάει ούτε καν για τα κατεψυγμένα ψάρια.>> ( Συμβουλές προϊστάμενου προς τον Γόρδιο)

<<Η Ντανιέλ μπαίνει στο δωμάτιο σαν ένας αέρας από πορφυρά, προραφαηλίτικα μαλλιά με ανταύγειες “Campari”, ορμή θύελλας και χείλη από σάρκα κερασιού. Τον φιλάει απομυζητικά και του λέει ψιθυριστά: — Το στόμα σου ευωδιάζει στρατό, χακί και σοκολάτα.>>

<<Προχωρεί προς το σπίτι του δύσκολα ( ο Γόρδιος)-τον χτυπάει κατάστηθα ο αέρας, ένας ισχυρογνώμων βαρδάρης.>>

▪️Συμπερασματικά, πρόκειται για ένα βιβλίο εξαιρετικής λογοτεχνίας που αξιώνει πολλαπλές και εις βάθος αναγνώσεις! Αναζητήστε το!

◾ Βιογραφικό
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΝΗΣ
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1953 και σπούδασε γαλλική φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε σε εφημερίδες, στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, έγραψε σενάρια για τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ και το σενάριο για την ταινία του Παντελή Βούλγαρη “Όλα είναι δρόμος” σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη. Διεύθυνε την εφημερίδα “Θεσσαλονίκη” και τα περιοδικά “Θ-97” (Βραβείο Ιπεκτσί), “Τάμαριξ” και “Χίλια Δέντρα”. Διετέλεσε διευθυντής του καλλιτεχνικού περιοδικού “Πανσέληνος” της “Κυριακάτικης Mακεδoνίας” που τιμήθηκε με το Ευρωπαϊκό βραβείο European Newspaperdesign Awards 2000. Η συλλογή διηγημάτων του “Η Στενωπός των υφασμάτων” τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο διηγήματος το 1993. Συνεργάστηκε επί δύο χρόνια με την “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία”. Το 2010 τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Μπότση. Το 2012 έλαβε το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών “Πέτρος Χάρης” για το βιβλίο του “Περιπολών περί πολλών τυρβάζω” (Εκδόσεις Πατάκη).
Εργογραφία:

  • “Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό”, διηγήματα. Θεσσαλονίκη, Ιανός, 1989. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992.
  • “Η ψίχα της μεταλαβιάς”, διηγήματα. Θεσσαλονίκη, Τραμ, 1990.
  • “Η στενωπός των υφασμάτων”, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992.
  • “Πάλι κεντάει ο στρατηγός”, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1996.
  • “Ακριανή λωρίδα. Η ψίχα της μεταλαβιάς”, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1998.
  • “Γερνάω επιτυχώς”, μυθιστόρημα, Αθήνα, Κέδρος, 2000.
  • “Ουζερί Τσιτσάνης”, μυθιστόρημα, Αθήνα, Κέδρος, 2001.
  • “Επί ψύλλου κρεμάμενος”, Αθήνα, Κέδρος, 2003.
  • “Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου”, μυθιστόρημα, Αθήνα, Κέδρος, 2006.
  • “Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας”, μυθιστόρημα, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2008.
  • “Μεταξύ σφύρας και Αλιάκμονος”, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2009.
  • “Περιπολών περί πολλών τυρβάζω”, Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη, 2011.